Γράμμα στο θεό

 

Αγαπητέ θεέ

ευλόγησε τις μπόμπες μας
τους μητροπολίτες μας
τους μισθωτούς
ευλόγησε τις σφαγές
ευλόγησε τους διανοούμενους
και τις επιφυλλίδες τους
ευλόγησε τον τυφλοσούρτη του εκθεσά
που φτυαρίζει τέφρα
για τους κουραμπιέδες των πανελλαδικών
ευλόγησε τους κομματάρχες και τα Hondos center
τη σβάστικα και τις θεούσες
τους νομικούς και τους εργολάβους
ευλόγησε τη μεγάλη έκρηξη
και τη θεωρία των πάντων
το τσιμέντο και την αρχαιολατρία
ευλόγησε την αστυνομία και το στρατό
την τεστοστερόνη του πατριώτη
τις σημαίες των κρατών
τα σώβρακα των πρωταθλητών 
ευλόγησε τ’ αρπαχτικά
τους χριστιανοφασίστες και τα ΜΑΤ
ευλόγησε τον εκσυγχρονισμό και την απασχόληση
την Αττική οδό και τη ζεύξη Ρίου Αντίρριου
ευλόγησε το έθνος μας και τα επιτόκια
την κυρία Βαρδινογιάννη και τα ιδρύματα 
ευλόγησε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας
την μπάρμπι του έθνους μας
και της ελεύθερης αγοράς
ευλόγησε το χρηματιστήριο
και την ιδιωτική πρωτοβουλία  
ευλόγησε τον σύντροφο απεργοσπάστη
την πουτανιά και τις αθλητικές εφημερίδες
ευλόγησε το μέγαρο μουσικής
και την αμερικάνικη πρεσβεία
τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του
ευλόγησε τους ακαδημαϊκούς και την Κική Δημουλά
Αγαπητέ θεέ
ευλόγησε το υπουργείο παιδείας
και τη γραφειοκρατία
την εργατική τάξη που παράγει
κρέας για τα κανόνια και τις οικοδομές
ευλόγησε τον οικογενειάρχη και το μαστροπό
τις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας και τον καρκίνο 
ευλόγησε τον Ομπάμα και τον Μακέιν
τα στρατόπεδα συγκέντρωσης
τα ολοκαυτώματα
τους καταυλισμούς
την ευγονική
ευλόγησε τη βουλή των εφήβων
και το στρατό κατοχής
ευλόγησε το έγλημα και τον Άρειο Πάγο
ευλόγησε τους Πατρινούς και τα μαγαζιά τους
ευλόγησε το αιώνιο καρναβάλι της ζωής ……………..

 
σου εσωκλείω και επιστολή Αφγανών προσφύγων
μιας και δεν είναι δικά σου παιδιά
αλλά ενός κατώτερου θεού

                                     με τις ευλογίες σου

                                       αδέσποτος σκύλος

Τα σπίτια μας είναι φτιαγμένα από χαρτόνι

Ίσως αυτό το κείμενο δε θα έχει καμία επιρροή στους Έλληνες, στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, ίσως δεν έχει νόημα γι’αυτούς.

Γιατί είμαστε πρόσφυγες; Υποφέρουμε από 30 χρόνια πολέμων στο Αφγανιστάν. Αγανακτήσαμε απ’τον πόλεμο και τη βία. Γι’αυτό βρισκόμαστε στις πύλες της Ευρώπης αναζητώντας άσυλο.

Αν εμείς, οι οικογένειές μας, τα μικρά παιδιά μας, οι φίλοι μας δεν είχαμε υποστεί τη βία, τον πόλεμο και την τρομοκρατία (τις βόμβες και τις ρουκέτες) στη χώρα μας, δε θα είχαμε καταφύγει σαν πρόσφυγες σε καμία χώρα και δε θα ήταν αυτό το μοναδικό χαρακτηριστικό που βλέπουν όλοι σε εμάς, του πρόσφυγα.

Ζούμε σε παραπήγματα φτιαγμένα από χαρτόνι και πλαστικό, κάτω από τον ήλιο και την ανυπόφορη ζέστη, δεν έχουμε νερό και τροφή, ούτε ηλεκτρικό και τα βασικά αγαθά για τη ζωή. ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Θέλουμε να ζήσουμε τη ζωή μας όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος αλλά η αστυνομία, το λιμενικό, κάποιοι Έλληνες που ζουν γύρω απ’τον καταυλισμό μάς αντιμετωπίζουν σαν να μην είμαστε ανθρώπινα πλάσματα.

Απ’τους ήχους των όπλων και των εκρήξεων, από τα κατεστραμμένα και καμμένα σπίτια έχουμε μαύρες αναμνήσεις. Όπου κι αν πήγαμε, αντί για τη βοήθεια που αναζητούσαμε βρήκαμε τιμωρία. Ζητήσαμε από την ελληνική κυβέρνηση και την ευρωπαϊκή ένωση, μια καλή μεταχείριση σχετικά με τη ζωή. Δεν είμαστε ευτυχισμένοι με τη ζωή και τα προβλήματα που έχουμε στην Πάτρα.

Δεν είμαστε εγκληματίες, μη μας κατηγορείτε και μη μας φέρεστε σαν εγκληματίες. 

Δραπετεύσαμε από το Αφγανιστάν εξαιτίας του πολέμου, της βίας, της αδικίας και της ανασφάλειας. Διασχίζουμε χιλιάδες μίλια κάτω από αμέτρητους κινδύνους για να βρούμε καλύτερη ζωή, ελευθερία και δημοκρατία αλλά δε βρήκαμε τίποτα εδώ.

Πού είναι εκείνος ο Μεσσίας που μιλούσε για δικαιοσύνη, ελευθερία; Υπάρχει κανείς που να ακούει τη φωνή μας;

Είμαστε ήδη φυλακισμένοι στον καταυλισμό μας και ακόμα κι αυτόν θέλουνε να τον καταστρέψουν. Κάθε φορά που  βλέπουμε τους τραυματισμένους αδερφούς μας, με σπασμένα χέρια, σπασμένα κεφάλια, σπασμένες καρδιές τότε κι η ψυχή σπάει, σκοτεινιάζει -ψυχορραγούμε.

                 Σεπτέμβρης 2008

 

ΑΦΓΑΝΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΠΑΤΡΑΣ

Ξεχειλίστε!

 

 

Το συναίσθημα διαθέτει μιαν ακατανόητη δύναμη. Δεν είναι άχρωμο, ηθικό, κομφορμιστικό. Η διαπλοκή του με το παχύ δέρμα της ύπαρξης το καθιστά ευάλωτο. Κάποια στιγμή η ισχύς του συναισθήματος έρχεται σε σύγκρουση με τον πένθιμο ορθολογισμό της εγκράτειας.

Από τη μια ο ανεξιχνίαστος εαυτός που κατασπαταλά αλόγιστα το χρόνο του, τις δυνάμεις του κι απ’ την άλλη ο δασκαλάκος που τον υπονομεύει, ο υπάλληλος που τον νουθετεί παροπλίζοντας τις φυσικές του ανάγκες, ο δεσμοφύλακας των επιθυμιών που τον κεντά με τη βουκέντρα του σε κάθε απόπειρα απόκλισης. Ο μικροαστισμός γίνεται ο υποβολέας της συμπεριφοράς μας στο θέατρο της ζωής. Για όποιον τον αγνοήσει πάνω στο σανίδι η αυλαία λειτουργεί ως κοφτερή λαιμητόμος.

Μοιράστε το χρόνο σας. Μην ξοδεύετε τα αισθήματά σας. Λογαριάστε με το αριθμήτηριο της λογικής το βίο σας. Από τη μια ο ερωτευμένος που σκορπίζει χαρμόσυνα τον έρωτά του, που ξοδεύει τα αισθήματά του χωρίς επιφυλάξεις και δίχως έγνοια ανταμοιβής κι απ’ την άλλη ο φειδωλός αστός  που τσιγκουνεύεται τα αισθήματά του, την ευτυχία του. Από τη μία η αστική οικονομία του κορεσμού από την άλλη η διεστραμμένη οικονομία του σκορπίσματος. Της άγριας παραφοράς, της διασπάθισης κάθε συμφέροντος.

Γράφω σημαίνει έχω συνείδηση της αχρηστίας μου και της φθαρτότητάς μου. Ερωτοτροπώ σημαίνει βγαίνω απ’ το χρόνο, τον καταργώ άρα δε διαχειρίζομαι την οικονομία του με αγοραίους όρους δεν πανικοβάλλομαι απ’ την ασυνέχεια του δεν τον μετράω με αριθμούς αλλά με συνουσίες, δεν τον σκορπάω γιατί είναι ήδη σκόρπιος.

Ωστόσο ο ερωτικός λόγος, η στέρνα του ποιητικού γίγνεσθαι δεν είναι απαλλαγμένη απ’ τα μικροσυμφέροντα και τους υπολογισμούς. Μερικές φορές σταθμίζω, μετρώ είτε για να πάρω μια πρόσκαιρη ικανοποίηση, είτε για να αντλήσω ηδονή, είτε για να παραστήσω τον άλλο μπροστά στο δικό μου καθρέφτη. Διαθέτω συνεχώς ένα θησαυρό από μηχανορραφίες που σπαταλώ για το χατίρι του άλλου μη προσδοκώντας τίποτα. Όμως όλα αυτά δεν είναι παρά εξάψεις. Όταν γινόμαστε όργανα του έρωτα, όταν γινόμαστε δημιουργοί κανένα δίκαιο δε μας καταβάλει, κανένας κανόνας δε μας φοβερίζει με τα δεσμά του. Τελικό κέρδος δεν υπάρχει. Η δαπάνη είναι ανοιχτή, επ’ άπειρον, η δύναμη παρεκκλίνει.

Ο ερωτευμένος δεν είναι άγγελος με φωτοστέφανο κι ο ποιητής δεν είναι ο έσχατος λυρικός. Ο κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του τα δύο στοιχεία. Τη ζωογόνο λαχτάρα του κορμιού και την εκλογίκευση των αισθημάτων. Έρχεται τότε το μελάνι να γρασάρει τον  μέσο όρο, να σπείρει σα τον Οδυσσέα αλάτι στο χωράφι του παρασταίνοντας τον τρελό μπροστά στο κακό που έρχεται, μπροστά στη βία της καθημερινότητας που ελλοχεύει, γνωρίζοντας βαθιά πως θα θερίσει θύελλες στο μέλλον, τοιμάζοντας το κουφάρι του για το λιβάδι της αιωνιότητας να το βοσκήσουν διψασμένες σφήκες.

Ο δημιουργός έχει βαθύτατη συνείδηση του θανάτου. Όλα όσα είδε τα είδε επι ματαίω. Πενθεί κάθε στιγμή με την αλλόφρονα χαρά του. Πενθεί ότι αισθάνθηκε, τις σύντομες στιγμές, το αγαπημένο πλάσμα, τις ονειρικές μορφές με τα ποικίλα τους ονόματα. Κι αυτό το πένθος δεν είναι μια αισχρή σκέψη για το θαύμα της ζωής μα ένα φυτίλι έτοιμο να πυροδοτήσει το δυναμίτη της αλλαγής.

Το ερωτικό ξόδεμα παράγει περίσσεια. Η περίσσεια ισοδυναμεί με το κάλλος. Να μια εξίσωση που δε διδάσκεται στα σχολεία και στη διοίκηση των επιχειρήσεων μα στα κρεβάτια και τους αγρούς. Ξεχειλίστε! Να ένα σύνθημα που δε γράφεται στους τοίχους  μα το ψιθυρίζει ο καθείς στον επιθανάτιο ρόγχο του όταν μαζεύει τα συμπράγκαλα του για τον Άδη και βλέπει εκεί στο τελευταίο του δευτερόλεπτο το τελευταίο φως. Γνωρίζοντας τώρα πια πως όλη του η περιουσία ήταν το ξόδεμα και πως μονάχα αυτή μπορεί να κουβαλήσει ο περατάρης με τη βάρκα του.

Ναι! η ερωτική περίσσεια είναι η περίσσεια της χαράς ενός παιδιού απ’ το άχρηστο παιχνίδι του, απ’ το άσκοπο κρυφτό του, το βάναυσο κυνηγητό. Ναι, αυτή η περίσσεια μπορεί να τέμνεται από θλίψη, πόνο, μοναξιά γιατί ο έρωτας δεν είναι μέσος όρος καταστάσεων. Με την ανισορροπία του αποτελεί μέρος αυτής της σκοτεινής συνωμοσίας της ύπαρξης, αυτής της αρμονίας  που μας σφραγίζει με τον παραλογισμό της.

Βαθύς και μαγεμένος

 

Ζούμε μέσα στη στοργική θαλπωρή ενός βλέμματος. Όταν οι συνουσίες πιάνουν την άκρη τους, έρχεται στα σπλάχνα η μυρουδιά της μήτρας.  Είμαστε γητεμένοι μέσα στον ύπνο χωρίς να κοιμόμαστε. Κλώθουμε ιστορίες. Κεντάμε φωνές και χάδια.
Είμαστε πιασμένοι στα δίχτυα μιας κυτταρικής εμμονής που έρχεται πάντα με την παιδική μνήμη  της ηδονής. Το νήπιο όραμα μιας ευτυχίας. Τη στοργική θαλπωρή μιας αγκαλιάς. Οι νόμοι, τα μελλούμενα και τα παρελθόντα, οι φοβερές απαγορεύσεις  μιας μεταφυσικής κοσμολογίας αναιρούνται. Ο χρόνος αναστέλλεται κι όλες οι επιθυμίες καταργούνται γιατί φαίνεται πως έχουν οριστικά εκπληρωθεί.

Ωστόσο μέσα στο ποιητικό άπειρο ξεφυτρώνει το γενετήσιο όπιο. Η κόκκινη ψυχή καψαλισμένη απ’ τον ήλιο της ζωής. Ματωμένη απ’ την επέλαση τόσων αναμνήσεων. Ξεσχισμένη απ’ το διάχυτο εναγκαλισμό τόσων βλεμμάτων. Κι έτσι η λογική του πόθου μπαίνει σε κίνηση. Ο πόθος κατοχής επιστρέφει. Γίνομαι ένα βρέφος εν στύσει. Η πλήρης αθωότητα με τη ρομφαία της. Ο νεαρότατος έρως που πάλετε μεταξύ μητρότητας και αφροδισίας.

Νιώθω πλήρης. Όλες μου οι επιθυμίες καταργούνται μέσα απ’ την πληθωρική τους ικανοποίηση. Μέσα απ’ όλους τους μαιάνδρους του ερωτισμού, απ’ τις παρδαλές αντιφάσεις του ενστίκτου.

Μέσα απ’ τον οργασμικό μου λειμώνα λοιπόν γυρεύω πεισματικά να ξαναβρώ την πρωταρχική εικόνα το ερωτικό μηδέν που εξαγόρασε το βίο μου

Γυμνοί υπέροχοι συνεργοί του θανάτου

 

 

Δε σκαμπάζω γρί από θεολογικά
μα, αν θέλω να γλυκάνω
ανοίγω τις Βάκχες κι ακούω τους ήχους
απ’ τα ευάν ευοί
το Διόνυσο στα τελειώματα
ν’ ανοίγει μύτες
να σπρώχνει στα σκυλιά ψυχές.

 

Κι είναι που λέν η νέα θρησκεία
το ποδόσφαιρο
κι οι τύποι που φτύνουν
το πασατέμπο στις κερκίδες
και σκέφτονται
το λυόμενο και τη γκόμενα στα τέσσερα.

Ναι! σήμερα
το πήρα απόφαση
Ο θάνατος είναι προβλέψιμος από νωρίς
είναι εκκρεμότητα από πάντα.