Κοιτώντας μερικά λουλούδια

cartier-bresson03

1.
Απλός πρόλογος για την τρέλα είναι να εξιστορήσω την τρέλα. Διαιρώ το εγώ μου σε δυο κομμάτια. Τον παράφρων και τον αφηγητή. Με τρόπο σώφρον εξιστορώ. Τρελός είναι ο αμόλυντος από κάθε μορφή εξουσίας. Αμ πως;

2.
Η τρέλα είναι διεγερτική. Σε βάζει να φτιάξεις χειροτεχνίες. Σε κάνει πρωτόγονο.

3.
Τα τρυγόνια παλαιότερα ήσαν τόσο ήρεμα ώστε κάθονταν πάνω στα καπέλα και τους φράχτες και τα κλαδιά κι έτσι μπορούσε κάποιος να τα πιάσει ζωντανά. Δε φοβόντουσαν τον άνθρωπο. Μέχρι που κάποιος άνοιξε πυρ εναντίον τους. Αν κάποιο πτηνό καθίσει την σήμερον στον ώμο μου θα το περάσω για τρελό. Παλαιόθεν  λοιπόν τα πουλιά δεν γνώριζαν ότι ο άνθρωπος είναι ζώο πιο επικίνδυνο απ’ τη χελώνα ή την αμβλύρυγχο και χάζευαν τον άνθρωπο ακριβώς όπως οι κίσσες  τις αγελάδες και τα άλογα που βόσκουν στα λιβάδια.

4.
Ο νεολαίος κάθε εποχής δηλαδή ο γέρων της επόμενης είναι το δόλωμα για τα μεγάλα κόλπα. Αιχμάλωτος των πατέρων, μητέρων, κηδεμόνων κάθε λογής ο μικρός μπαίνει μπροστά όπως ο τρελός στα παραμύθια κι όπως τα τρυγόνια που αψηφούν την καραμπίνα στους αγρούς.

5.
 Το πράγμα μυρίζει θυσία. Η κοινωνία φοράει την κουκούλα στα υποκείμενα για να μπορεί κάθε φορά να δημιουργεί το αντίθετό της. Δημιουργεί συμπαιγνία. Τόσα ιδρύματα δουλεύουν γι’ αυτό. Καμαρωτό και πρώτο το σχολείο και η εκκλησία δεύτερο. Αν δε γίνεις αυτό θα είσαι για πάντα το άλλο.   

6.
Η συμπαιγνία αυτή προϋποθέτει ότι ο άλλος πρέπει με τη θέλησή του να είναι ακριβώς όπως τον θέλω. Κι έτσι ακούς απ’ τα μεγάφωνα να είσαι αυθόρμητος και να είσαι ο εαυτός σου. Αφού πρώτα σε κάνω εξαρτημένο την άλλη στιγμή σε θέλω αυθόρμητο, ελευθέρα σκεπτόμενο κι άλλα τέτοια νόστιμα. Αφού σε έχω ζέψει με το σταυρό του Ιησού σου έχω βυθίσει απειλητικά το κεφάλι σε μια κολυμπήθρα με νερό για να σε αραβωνιάσω με το φόβο και τη ντροπή μπροστά στα μάτια των άλλων τώρα σου ζητάω να αποφασίσεις ελευθέρα για το ποιος θέλεις να είσαι.

7.
Το κίνημα καταστρέφεται απ’ την αποδοχή των αιτημάτων του απ’ το κατεστημένο. Ο τρελός καταστρέφεται απ’ την ενσωμάτωση. Γίνεται γραφικός και ακίνδυνος. Μαλακώνει. Η τρέλα του καταστρέφεται από τις κολακείες και τις ωδές που ψάλουν σύμπασες οι κυρίες της αυλής. Τα ποιητάκια  του εθνικού θιάσου. Η αγία παιδεία που γαλούχησε στρατιές καταπιεσμένων δοκιμάζοντας την αντοχή των υλικών της στο τομάρι της εργατικής τάξης και τα σπλάχνα των φτωχών.

Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου

Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου
ή
 μικρό λεξικό πολιτικής οικονομίας

 

siete1 

 

Ο μπάτσος

Ο μπάτσος είναι το τσοπανόσκυλο του εμπορεύματος. Όταν ο διαφημιστής δεν μπορεί, προβάλει ο μπάτσος. Αρματωμένος απ’ το μηρό της κυρίαρχης τάξης.

Ο μπάτσος περιφρονεί τον εαυτό του, περιφρονεί την ανθρώπινη ζωή. Περιφρονιέται σαν μισθωτός δολοφόνος, σαν τσιράκι όλων των καθεστώτων, σαν σκλάβος επαγγελματίας, σαν κατασταλτικός όρος του οικονομικο-κοινωνικού συμβολαίου που επιβάλλεται στους πολίτες από το κράτος.

Όπου υπάρχει κράτος υπάρχει μπάτσος. Όπου υπάρχει μπάτσος υπάρχει κράτος.

Κάθε ιεραρχία είναι αστυνομική.

Εκ των πραγμάτων ο μπάτσος ασκεί έλεγχο και καταναγκασμό. Υπενθυμίζει είτε με το μπλοκάκι του για μια απλή παράβαση του ΚΟΚ, είτε με το γκλόμπ ότι το κράτος είναι το παν. Πως η υπέρτατη αλήθεια πηγάζει απ’ αυτό. Το Κράτος δηλαδή oi εκπρόσωποι των πολιτών του έδωσαν όπλο για να το υπερασπίζεται όταν κινδυνεύει απ’ τους πολίτες του, δηλαδή απ’ τον ίδιο του τον εαυτό. Η διαλεκτική της καταστολής αντανακλά την ανθρώπινη φύση.

Ο μπάτσος είναι η βέργα του δασκάλου στα ελληνοχριστιανικά μας δημοτικά. Ο πλάστης που ισοπεδώνει το ζυμάρι των ακατέργαστων συνειδήσεων. Που προετοιμάζει τους ρόλους στην κοινωνική αρένα.

Κάθε εξέγερση που πολεμά τους μπάτσους και όχι το σύστημα που τους παράγει είναι καταδικασμένη να καλυτερέψει το σύστημα άρα και την αποτελεσματικότητα του μπάτσου. Τον κάνει πιο ανθεκτικό στις εξεγέρσεις που πολεμούν το σύστημα, στις επαναστάσεις που θέλουν να το ανατρέψουν. Απόδειξη η απαίτηση των κομμάτων για πιο ποιοτική εκπαίδευση των σωμάτων ασφαλείας για ενίσχυση του δυναμικού, για ειδικά σώματα καταστολής με βαρύ οπλισμό.

Ο δεκαπεντάχρονος με το σκουλαρίκι που πετροβολάει τους μπάτσους στο μηχανογραφικό του θα έχει πρώτη επιλογή αστυνομία. Θα στρωθεί να διαβάσει μαθηματικά , αρχαία, φυσική, λατινικά, για να εξασφαλίσει το προσωπικό του μέλλον, το όραμα των γονιών του για τακτοποίηση.
Το σύστημα θα τον εξαγοράσει με χίλια ευρώ.
Το σύστημα θα ανακυκλώσει με μαεστρία την εφηβική του αγωνιστικότητα. Θα τη διοχετεύσει στην καταστολή.

Όλους μας βολεύει η θεωρία του κακού μπάτσου. Το δίπολο του καλού και του κακού εξομαλύνει την ιδιωτική μας βλακεία. Κρύβει την υποκρισία μας πίσω από θεολογικές παπάρες.
Καλός μπάτσος είναι αυτός που υπερασπίζεται την περιουσία μας, την ιδιοκτησία μας, την ηρεμία της ιδιωτίας μας. Κακός είναι αυτός που δείχνει υπερβάλλον ζήλο στην προάσπισή τους. Αυτός που σηκώνει όπλο.
Κατηγορούμε δηλαδή τη σφαίρα που έχει φύγει απ’ το όπλο κι όχι το δάχτυλό μας που την έχει πυροδοτήσει.
Κανείς δεν ομολογεί τον ένοχο. Την ατομική ιδιοκτησία. Κι αυτό διότι  προσδιορίζει μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι την ύπαρξή μας. Στη σκέψη της απώλειας των αγαθών που έχουμε κατακτήσει μέσα σε συνθήκες άγριου ανταγωνισμού, μας πιάνει πανικός και είτε ψευδίζουμε ασυνάρτητες αριστερολογίες, είτε κλώθουμε το αυγό του φιδιού ζητώντας καλλίτερη αστυνόμευση.

Ο μικροαστός

Ο μικροαστός είναι από τη φύση του χαβαλές γιατί είναι φοβισμένος. Διοχετεύει το θυμό του στο κυνήγι στο γήπεδο στο μπουρδέλο. Γράφει με ψευδώνυμο. Έχει την πολυτέλεια να το παίζει προοδευτικός σαν τον εκθεσά στην τάξη μα στην πραγματικότητά του είναι δεξιός κρετίνος που βγάζει σπυριά στη σκέψη και μόνο της ανατροπής.
Παρακολουθεί απ’ τον καναπέ του τις σπασμένες τράπεζες και σκέφτεται τις καταθέσεις του. Όταν του πειράξουν μια τρίχα απ’ την περιουσία του καλεί το εκατό και απαιτεί τιμωρία. Ο μικροαστός είναι ο αιμοδότης της καταστολής. Όταν του σπάνε το μαγαζάκι ωρύεται και καταριέται την κυβέρνηση και τους πολιτικούς την ίδια ώρα που ανεμίζει το σημαιάκι του στις κομματικές συγκεντρώσεις  και στα κομματικά μαντριά. Ο μικροαστός βάζει άλλους να βγάλουν το φίδι απ’ την τρύπα. Είναι ο απεργοσπάστης που κρύβεται πίσω από δάνεια και υποχρεώσεις. Είναι ο εκπαιδευτικός που ταμπουρώνεται πίσω απ’ τον πενιχρό του μισθό φοβούμενος μη και αλλάξουν τα πράγματα και χάσει τα δουλικά του προνόμια. Ο μικροαστός αποφεύγει τις αλλαγές όπως ο διάολος  το λιβάνι. Ερωτοτροπεί με την εξουσία.

Ο ηγέτης

Ο ηγέτης γίνεται ηγέτης όταν παύει να είναι άνθρωπος. Ο ηγέτης περιτυλίγει το εμπόρευμα και ταυτόχρονα είναι το ίδιο το περιτύλιγμα. Είναι τελείως άχρηστος έξω από το εμπορευματικό σύστημα, έξω από την αγορά. Όπως τα εμπορεύματα κι αυτός αναπαράγεται και συσσωρεύεται. Μετριέται με μονάδες εξουσίας και ποσότητες απ’ το πάνω προς το κάτω μέρος της ιεραρχίας. Η εξουσία του πηγάζει απ’ την εξουσία που ασκεί το θέαμα, σαν οικονομική θέληση και σαν κοινωνική αναπαράσταση, πάνω στην καθημερινή ζωή.

Όπου υπάρχει εξουσία, υπάρχει και θυσία. Και αντιστρόφως. Ο ήρωας είναι στοιχείο της μυθολογίας της εξουσίας. Φωνή ισχνή και ωστόσο επιβλητική, γιατί ανήκει στα υποκείμενα που αποκτούν υπόσταση μόλις εκλείψουν. Ο ηγέτης και ο πολιτικός ακτιβιστής αποτελούν το ίδιο αδύνατο σημείο της επανάστασης. Το σημείο όπου αυτή ανατρέπεται και μεταβάλλεται στο αντίστροφο της χειραφέτησης.

Το να σκοτώσεις με το ίδιο βόλι το γραφειοκράτη και το αφεντικό δεν αλλάζει τίποτα στις δομές παρά επιταχύνει την ανανέωση των ηγετικών στελεχών. Είναι η ανακύκλωση του ηγέτη.

Το κράτος είναι ρυθμιστής. Το προστατευτικό δίχτυ του εμπορεύματος. Εξισορροπεί τις οικονομικές αντιφάσεις, ιεραρχεί πολιτικά την κοινωνική εργασία. Οργανώνει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς που μετατρέπουν την εργατική δύναμη σε κέρδος και το άτομα σε καταναλωτές. Η σύμπνοια του κράτους και του κεφαλαίου μπορεί εύκολα να εκτιμηθεί πολύ εύκολα με την ταχύτητα επέμβασης των δυνάμεων καταστολής μόλις ξεσπάσει γενική απεργία.  
          

Η μαντάμ μισθωτή εργασία και η κορούλα της η μικροιδιοκτησία
 

Η μισθωτή εργασία εγγράφει την ανθρώπινη μονάδα σε έναν αριθμό σε χοντρά λογιστικά βιβλία. Από το ματογυάλι του καπιταλισμού ο μισθωτός δεν είναι άνθρωπος μα δεδομένο του κόστους παραγωγής. Μια κάποια αγοραστική δύναμη στην αλυσίδα της κατανάλωσης.

Η μισθωτή εργασία είναι η βάση της γενικής εκμετάλλευσης. Καλυτέρευση της μισθωτής εργασίας σημαίνει καλυτέρευση της εκμετάλλευσης.

Η μισθωτή εργασία απαιτεί θυσία οχτώ ωρών ζωής για οχτώ ώρες εργασίας. Αντάλλαγμα ένα συμβολικό ποσό που δεν καλύπτει παρά ένα μικρό μέρος της προσφερόμενης εργασίας. Το υπόλοιπο αποτελεί κέρδος του αφεντικού. Κι αυτό το μικροποσό θα ανταλλαγεί στη συνέχεια με μολυσμένα και νοθευμένα προϊόντα, με οικοσκευές πληρωμένες στο δεκαπλάσιο της τιμής τους. Με αντικείμενα φετίχ, με εισφορές στο κράτος και στους ειδικούς.

Είναι τουλάχιστον αφελής όποιος πιστεύει πως οι μισθολογικές διεκδικήσεις μπορούν να βάλουν σε κίνδυνο τον ιδιωτικό η κρατικό καπιταλισμό. Τα αφεντικά δεν δίνουν στους εργάτες παρά την αύξηση που είναι αναγκαία στα συνδικάτα για να αποδείξουν ότι έχουν ακόμα μια κάποια χρησιμότητα κι αυτά με τη σειρά τους δεν απαιτούν απ’ τ’ αφεντικά παρά μόνο ποσά που δε βάζουν σε κίνδυνο ένα σύστημα απ’ το οποίο επωφελούνται και οι ίδιοι.

Οι πονηροί οικολόγοι μιλούν γενικόλογα για μόλυνση όταν γνωρίζουν πως η μόλυνση προέρχεται από το γενικευμένο εμπόρευμα και προεκτείνεται σε όλες τις όψεις της ζωής. Κάθε εμπόρευμα που εκτίθεται στα ράφια της υπεραγοράς αποτελεί την κυνική εξύμνηση της μισθωτής καταπίεσης, του ψέματος που βοηθάει τις πωλήσεις, της ανταλλαγής, του ηγέτη και του μπάτσου που χρησιμεύουν στην υπεράσπισή τους. 

Η έκθεση των εμπορευμάτων είναι η εξύμνηση της μιζέριας του βίου μας. Εξύμνηση της ζωής που χάνεται σε ώρες αναγκαστικής εργασίας. Των θυσιών που έγιναν για να αποκτηθούν οι τροποποιημένες τροφές τα ευτελή και άχρηστα αντικείμενα, τα αυτοκίνητα φέρετρα, τα κλουβιά στέγασης, για να αγοραστούν εν τέλει όλες οι μαλακίες των απωθημένων ορμών, των ευχαριστήσεων που γίνονται άγχος, των γελοίων εικόνων που μας προσφέρονται σε αντάλλαγμα της έλλειψης αληθινής ζωής και που αγοράζουμε για αποζημίωση.

Ο εμπρησμός ενός καταστήματος είναι μια βολική ενέργεια για την κυρίαρχη τάξη. Εφ’ όσον το εμπόρευμα έχει επινοηθεί για να καταστρέφεται από μόνο του και να αντικαθίσταται, η πυρκαγιά δεν καταστρέφει το εμπορευματικό σύστημα αλλά απλώς συμμετέχει σ’ αυτό με βιαιότητα.

Δεν είναι κλεψιά να πάρεις κάτι που σου ανήκει. Είναι πράξη δικαιοσύνης. Οι αληθινοί κλέφτες είναι οι κάτοχοι του πλούτου. Και ως αληθινοί κλέφτες έχουν στρατό και αστυνομία για να υπερασπιστούν όταν χρειαστεί τα κλοπιμαία τους έναντι σ’ αυτούς που τα στερούνται. 
        
Όσο για τις λεηλασίες σε καταστήματα είναι κάτι που προβλέπεται μέσα στο κόστος της εκμετάλλευσης. Το σύστημα πάντα υπολογίζει την αυτορρύθμισή του σε συνάρτηση μ’ αυτά τα προβλεπόμενα και εντός προγράμματος ατυχήματα. Στην καλλίτερη περίπτωση η λεηλασία αποτελεί έναν ασυνάρτητο τρόπο διανομής. Είναι μια ενέργεια διαχωρισμένη απ’ τις επαναστατικές συνθήκες όπου η κοινότητα που δημιουργεί τα αγαθά, τα μοιράζει απ’ ευθείας στα μέλη της.

 

αυτά για την ώρα και λίγα άλλα για αύριο

Mια φάρσα για τους φίλους

dridges

Σαν φτάσει η τελευταία μου στιγμή
μια φάρσα για τους φίλους θα σκαρώσω
που άθεοι είναι όπως κι εγώ
και στο αιδοίον μοναχά πιστεύουν και στο χώμα.
Θα τους μαζέψω όλους κοντά
σαν γύρω απ’ τη φωτιά 
                      κι όπως
θα λαμπαδιάζει ο χάροντας το κούτσουρο κορμί μου
θα τους φιλήσω σταυρωτά και θα τους πω αντίο
κι έναν παπά να’ ρθεί θα έχω ειδοποιήσει.
Θ’ αρχίσω εξομολόγηση κι άφεση θα ζητήσω  
την τελευταία ευχή.
Kαι, καθώς σκανδαλισμένοι και περίλυποι
                        οι φίλοι θα κοιτούν        
θα γείρω στο πλευρό ωχρός και θα πεθάνω.

Πνέει αεράκι κάπρου καυτερό

 

zinn5

 

Πνέει αεράκι κάπρου καυτερό
κι ένα κορίτσι μπαίνει στο καλύβι μου γυμνό,
μεσ’ το θαμπό καθρέφτη την  κοιτώ
και βλέπω να τινάζει τα μαλλιά της.
Αχ! πάνω σε βιβλία και χαρτιά
διαγράφεται η μαύρη η σκιά της
το φύλο της το ευωδιαστό
τα χείλη της που ορμάνε στα δικά μου.
Φοβάσαι; Κοίτα με κατάματα, μου λέει
ήρθε επιτέλους ο καιρός
να δείξεις τα χαρτιά σου.