Πέρασα απέναντι και είδα
το χρωματιστό βασίλειο του τάφου μου.
Άναψε μεγάλη συζήτηση
γύρω απ’ την πραγματική μου σταύρωση.
Κι όπως το χώμα γέμιζε τα μάτια μου
και τα ερπετά τρυπώναν μέσ’ τη σάρκα
και τα χείλη στην άκρα σιωπή
βουβά απ’ τον κόπο
και τον ιδρώτα που πέρασε
το χτυποκάρδι που το τρύγησαν
τα βουερά μελίσσια
κι οι βροχούλες οι γρύλοι
που εκάνανε το χρέος τους
και τα νερά του Έβρου που ποτίζανε
τα αιώνια σκοτάδια της πατρίδας μου.