Μέλλον

Καυτός και πνιγηρός αέρας. Αποκαΐδια της θεωρίας των κύκλων των πολιτισμών. Βυθίζεται ο ένας κύκλος κι αναδύεται ο άλλος. Εμείς μοιάζουμε κούκλες και κομπάρσοι σε τούτα τα ηλιακά δράματα. Η ποίηση που γράφεται πάνω στη ρωγμή είναι η πιο δυνατή. Η πιο ατόφια. Δεν έχει μέσα κεραμίδια φλιτζάνια χρυσόσκονες. Δεν έχει εκδότες εξουσία κράτος αβύσσους υπαρξιακές κι εκφυλισμένη ηδυπάθεια. Κυράδες στεριωμένες κοντά σ’ αρωματικά κεριά και ποιητές που απαγγέλουν δίπλα σε ταμειακή μηχανή. Έχει σωρούς πνιγμένων στην καρότσα του νεκροτόμου. Έχει μελλοθάνατους να καθαρίζουν παρμπρίζ στα φανάρια για να δούμε την αλήθεια καθαρά. Έχει φράχτες σφαγεία θλιβερούς τροπικούς. Ολόκληρη η ανθρωπότητα τρέφεται απ’ το έργο όσων κατόρθωσαν να συναντήσουν τον άλλο. Να τον ταρακουνήσουν χωρίς να τον αγγίξουν καν. Η ποίηση δε βελτιώνει τα πράγματα, δε βελτιώνει τη ζωή. Η ποίηση δεν είναι θερμοσίφωνας ζεστό κρεβάτι πιάτο φαί. Η ποίηση μεταβάλει. Δεν είναι φάρμακο θεραπεία δεν παιδαγωγεί. Η ποίηση επιστρέφει ανοιχτές τις πληγές στους φυσικούς δικαιούχους. Η ποίηση ποτίζει με το νερό της αφθονίας τη γη που έμεινε χέρσα και άκαρπη κι αποκαμωμένη. Αφθονία που πολλές φορές σαστίζει τα δουλοπρεπή πνεύματα και μένει ακατανόητη απ’ τους πολλούς αλλά ρένει με σπόρους γόνιμους τους έρημους όχτους. Η ποίηση γουστάρει τα σοβιέτ, παλεύει για να έχουν όλοι ψωμί δουλειά φίλους κι αρμονία με τις καύλες της φύσης. Η ποίηση γουστάρει να διαβάζεται σε αγρούς δρόμους εργοστάσια. Η ποίηση γουστάρει να ξεκοιλιάζει βεβαιότητες πεποιθήσεις χωροφύλακες κορμιών και στρατιώτες συνειδήσεων. Ο πυρήνας της είναι εκρηχτικός και το άγγιγμα της πυρωμένο. Συλλέξτε ποιητική ακατέργαστη ύλη χτίστε σημειωματάριο οργασμών και θαυμάτων. Κατανοήστε την ύπαρξη ναυαγώντας. Μυρίστε τη καθώς χύνεται σα βενζίνα στο ρεζερβουάρ της ύπαρξης για να σας πάει στο μέλλον.

Λοξά

Τόσα που ψέλνω εδώ, λοξά, από αλματώδεις
καύλες και στα γρανάζια εμπλέκομαι
συγκινήσεως ως πτυχιούχος Οδυσσαίου
θάμνου, παίρνοντας μάτι μιαν αθώα
Ναυσικά, κόρη που πρήστηκε να
μηχανεύεται ωθήσεις, με φούστα
ανασηκωμένη ως την κοιλιά, με αφαλό
ορθάνοιχτο σε αντίχριστο λεμονανθό
πιο κάτω αφήνοντας να στάζει απ’ το
θόλο της αλαφιασμένη ηχώ
κι ορθοδοξία ανελέητη υγρών.

Σύμβολα

Τι κραυγαλέα παραχάραξη τα σύμβολα
και τι λωποδυτιά! Όσων σκυλεύτηκαν
από βυζί, όσων ποδοπατήθηκαν απ’ το
στρατάρχη Ζούκοφ των μηρών κάποιας
ξανθιάς, που πέτρωσε ελόγου της
κακόφημη στα χείλη κάποιου άμοιρου
επαίτη ηδονής, που ευθυτενώς λαμπάδιαζε
αλέγκρο κάθε φορά που πάλευε αυτός
ολονυχτίς να λύσει το χαοτικό αλγόριθμο
αιδοίου.