Εσύ που μου ’στειλες
τ’ αλευρωμένα σου διαβόλια
για αγγελούδια, γεωμετρία μου εσύ
γεω-μαιτρέσσα μου
ολάκερη από κερί της μεγαλοβδομάδος
σπάργανο μιας αγίας Σελεστίνας
εικόνισμα πριαπικό
κάποιας στροφής του Μπράλου
που όλο την ανεπίδοτή σου λυγεράδα
ανεμίζεις
κι από στόμα σε στόμα μοιχεύεσαι
πότε ανακαθιστή και πότε ανάσκελα
και πότε, προσκυνημένη ταπεινά
στον υπερφίαλο φαλλό
με όλα τα δάχτυλα στους άνεργους αδένες
ξεσπλαχνισμένη, ξέχειλη στο έρεβος
στο ευκλείδειο το βάραθρο μιας κλίνης.