Κήπος των γυναικών

kolaz elyth sth thalassospilia438

Θεό δεν έχω, μα εικόνες προσκυνώ.
Θεσπέσια αχαλίνωτα βυζιά. Αιδοία
με τα χείλη τους πρησμένα και υγρά.

Στην εκκλησία δεν πατώ, μα έχω χτίσει
με τις λέξεις μου εξαίσιο ναό και μυστικά βιβλία.
Κήπο των ηδονών κήπο των τέρψεων.
Κήπο από φαλλούς κήπο των γυναικών.
Κήπο των εραστών.
Βλέπω τα θαύματα επάνω στα κλαδιά.
Τις νύμφες.

Και γονατίζω πάντα και προσεύχομαι.
Μπρός στην ωραία πύλη στέκομαι
να μεταλάβω οργασμό.
Να μεταλάβω άφθαρτη σοφία απ’ τις θεές
που με οδηγούνε στον πυρήνα τους γυμνές
που με οδηγούν για λίγο στον παράδεισο.
Στα καθρεφτάκια τους, εκεί
στη μέθη της στιγμής. Να ενσαρκωθώ.
Κι από κοινός θνητός να γίνω ο Ζεύς.
Να γίνω ο Ζευγάς, να γίνω ο Πορθητής.
Το λάλημα της πάνσεπτης Αγίας ηδονής.

Ασπασμός

POIT

Η δουλειά του ποιητή είναι να γράφει ποιήματα. Στο γραφείο στον καμπινέ στην ταράτσα. Η ποίηση είναι ανυπακοή στο υπαρξιακό ξεβράκωμα της κυριολεξίας. Είναι η άρνηση του δόλου κάθε αυτάρεσκης βεβαιότητας. Στο μεγάλο ιστορικό χρόνο μας συμφιλιώνει με τον ατομικό μας θάνατο αποκαλύπτοντας μεγαλοπρεπώς τη θνητότητά μας. Η ποίηση είναι τα καλιαρντά του πληγωμένου. Ενός ασήμαντου θεού η ροπή προς τη δημιουργική καταστροφή. Η βαρεμάρα ενός ξεπεσμένου θεού που δε βρίσκει καμιά ευχαρίστηση στη Δημιουργία και θέλει να την ξεπαστρέψει για να την ανανεώσει αυτοστιγμεί. Η ποίηση δεν είναι της νίκης ή της ήττας τέκνο κι ούτε ακροβατεί στο χαντάκι του ψευδεπίγραφου δυϊσμού μεταξύ αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας. Η ποίηση των καιρών μας  δεν έχει την όψιμη λαϊκότητα των ελληνοκεντρικών της γενιάς του τριάντα ως μια αισθητιστική χειρονομία υπολογιστικά προστιθέμενη στη φαρέτρα του κοσμοπολιτισμού μας. Η ποίηση των καιρών μας είναι η αποθέωση της παιδιάστικης ανάποδης όψης των πραγμάτων. Ένα ημερολόγιο λέξεων που βρίσκονται σε κατάσταση ελεύθερης πτώσης προς την τρύπα της ουτοπίας. Μια τρύπα που δεν έχει εξουσία υποτελείς και συνενόχους αλλά μάρτυρες της ύπαρξής της. Είναι η σπορά μιας ποίησης που θα ανατρέψει καθεστώτα εδραιωμένα στα στομάχια. Η δουλειά του ποιητή δεν είναι ένας μέσος όρος καταστάσεων υπαγορευμένος απ’ την αστική οικονομία του κορεσμού αλλά μια διεστραμένη οικονομία του σκορπίσματος της διασπάθησης και της παραφοράς.