Στο σοσιαλισμό φτάνεις με ποδήλατο και στον έρωτα με μηχανάκι. Και στα μπαγιάτικα όνειρα με επιχειρήματα.
Οι κουφάλες ψυχές στο πλυσταριό τους.
Μανούλες που δεν έχουν το θεό τους. Λυσσάρες αγαπητικιές και φιλενάδες του καλού και του κακού.
Εκκρεμές ανάμεσα στους δυο μηρούς σου. Και σε όλα τα ανοιχτά σου αινίγματα.
Τα κόλπα του κόλπου. Να τα μυρίσει ο φαλλός.
Πάνω από τούτο τον υπόνομο πληθώρα σκατών.
Χαδιάρικο μέλλον πριν να πιαστεί η ανάσα της στο δόκανο του σεξ και το σεξ στο δόκανο της αγάπης.
Μια προσχεδιασμένη επαλήθευση υγρών εν εξεγέρσει.
Γλώσσα υπόσχεση δυο άκρως αντιθέτων.
Σαλιγκαράκια απ’ τα σπειροειδή μάτια της η κόλαση.
Πεποίθηση του χνουδιού σου η μανία της περιέργειας και τα στοργικά φιλιά.
Νιότη που σε μπαγιάτεψε ο λυρισμός και σε ξεκοίλιασε ολότελα ο παπάς.
Ιεροκρυφίως έρως κι η μυρωδιά της ύπαρξης.
Απ’ το αίμα σου πιάστηκα και γλίστρησα μέσα σου.
Φυλάξου αιωνιότητα σου ψαλιδίζουν την κλειτορίδα οι καπιταλιστές.
Ιερείς του ανατέλλοντος αιδοίου σε μια παράγραφο της Αποκάλυψης στήνουν πλεκτάνες.
Διάσημο βυζί, βυζί σαπουνόφουσκα. Βυζί της οθόνης και βυζί μαλακιστήρι.
Τι καύλες που έχεις μεγαλοδύναμε και ψαχουλεύεις αμαρτίες στον εγκρεμνό της σάρκας των πιστών!
Ξαλαφρώστε στρατιώτες πριν αρχίσει η μάχη.
Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη το θεό όπως οι ανάπηροι την πατερίτσα τους. Αφού έχουν φάει λίγο πριν μια μεγαλοπρεπέστατη κλωτσιά.
Λαγκάδια που σας αγαπώ και κοιλάδες που σας στέργω εδώ θα έρθουν να ποζάρουν ξανά μεσ’ τον ήλιο οι νύμφες γυμνές.
Σας βαδίζω με γλώσσα αδιάντροπη, εγώ ο φιλόσοφος σκύλος, κορμάκια από λέξεις και κορμάκια απόκοσμα αυτού του κόσμου.
Να φυλάς τις ανάγκες σου μακριά απ’ το οχτάωρο.
Να μην έχεις. Να μην αποκτάς. Να γεύεσαι αυτό που δεν αγοράζεται και δεν πουλιέται και δεν συσκευάζεται.