Αυτή η όξινη βροχή εγκυμονεί.
Κάνει τον πόθο μας αλεύρι και
το φιλί μας κολοκύθι με σπόρια.
Κάνει τον άνεμο ψυχρό και βάζει
τα κορίτσια στη ναφθαλίνη.
Κάνει τις φράσεις μας αμήχανες
και τα δάχτυλά μας σκληρά.
Ο ρυθμός γίνεται στάχτη και
τα φρύδια μας γίνονται κόκκινα.
Η αγάπη αλλάζει χρώμα χρονοτριβούν
οι εραστές. Οι ψυχές γίνονται
ψίχουλα κι οι πυκνές τρίχες του
εφηβαίου ηλεκτρικά καλώδια. Το
καλοκαίρι ζει σ’ ένα φτωχόσπιτο
κι ο χειμώνας με τη μελαχρινή του
φίλη στα βουνά. Η αγαπημένη
δε βλέπει τ’ αστέρια μα κάνει σπουδές.
Κανείς δε μοιράζει το γάλα του στο
γαλαξία. Κανείς δε σκάβει τη γη.
Κανείς δεν κοιμάται στο χώμα.
Month: Οκτώβριος 2013
Αίτημα του ποιητή προς τις Αρχές
Θα ήταν ίσως για όλους βολικό
Να με θεωρήσουν τρελό
Να μου κόψουν επίδομα τρέλας
Θα πρέπει κάποτε να ωριμάσουν οι συνθήκες
Να ωριμάσουν οι κοινωνικές δομές
Θα πρέπει να βρεθεί τρόπος
Ακόμα κι εμείς που την έχουμε άσχημα με την τρέλα
Να έχουμε γάλα κρεβάτι μολύβια και χαρτί
Να έχουμε εξασφαλίσει σύνταξη για τα τρελά γεράματα
Ένα μικρό εφάπαξ για να εκδίδουμε τις τρέλες μας
Και πότε πότε τα ναύλα
για να πηγαίνουμε εκδρομή στη θάλασσα ή στο κορμί της
Σημείωμα για τους κριτικούς της λογοτεχνίας
Οι λογοτεχνικές μου αρετές πολύ θα εκτιμηθούν.
Πολύ θα σκάψουν οι φιλενάδες μου τις λέξεις
Για να βρουν ένα ενθύμιο της σάρκας τους
Έναν σαρκασμό μια φέτα ψωμί λίγο λάδι
Το λαό να τραγουδάει εμβατήρια
Τον πατριάρχη να ξύνει τ’ αρχίδια του
Το λιλιπούτειο τριχωτό εφηβαίο των πιστών
Να στάζει γέλια στη μαύρη άσφαλτο
Τις σημαίες να κυματίζουν
Πολύ θα εκτιμηθεί ο έντονος ερωτισμός
Ο αντιπερισπασμός από γλυκόλογα στο αυτί της
Η λίγο ασουλούπωτη βιολογία της γραφής μου
Τα φιλιά στα πάρκα και τα ζωύφια στα γυμνά μπούτια
Κυρίως θα εκτιμηθεί ο πρότερος έντιμος βίος
Η κούνια μπέλα πάνω απ’ την άβυσσο. Το νοικοκυριό.
Πως κάνουνε ποδόλουτρο οι στρατηγοί μετά το μακελειό.
Σκοτεινό δωμάτιο
Τρομερή απόλαυση το μπουσούλημα όταν είσαι παιδί και τα πόδια σου δεν έχουν ακόμα σχηματιστεί. Και μ’ ένα φοβερό πείσμα σκαρφαλώνεις στα έπιπλα. Στους λόφους. Γιατί παντού υπάρχουν λόφοι και βουνά. Και το κρεβάτι των γονιών σου είναι ένα αγαπημένο οροπέδιο. Και οι πόρτες του σπιτιού είναι τα τελωνεία για να μπεις σε μια ξένη χώρα. Σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο όπου αυτό που μετρά είναι να πάρεις βαθιές ανάσες και να αποφασίσεις ανάμεσα στα άλλα πως όταν μεγαλώσεις θα γίνεις ποιητής ή κάτι τέτοιο. Θα γίνεις αυτό που είσαι όταν είσαι παιδί αλλά σ’ έναν κόσμο με αληθινούς λόφους και αληθινά βουνά και σπουδαία εύφορα οροπέδια. Σ’ έναν κόσμο με αληθινές χώρες και τελωνεία αλλά και μ’ ένα φοβερό σκοτεινό δωμάτιο, όπου δεν προλαβαίνεις να πάρεις καμιάν ανάσα και ν’ αποφασίσεις αν θα γίνεις ποιητής ή κάτι τέτοιο.
Επί τω έργω
Ξοδέψαμε πολύ ενέργεια για να φτάσουμε ως εδώ
και θα ξοδέψουμε άλλη τόση για να φτάσουμε
εκεί όπου ξεκινήσαμε.
Η φιλοσοφία είναι βαρετή
και οι πολλές σκέψεις εξωφρενικές.
Ακούω το μηχάνημα που κόβει τα χορτάρια δίπλα στο δρόμο.
Να γράφεις όταν δεν έχεις κάτι να πεις.
Να επικοινωνείς χωρίς λόγο με το υπερπέραν.
Με όλους αυτούς που έχουν τον τρόπο τους.
Ο χρόνος πριονίζει το κλαδί του έρωτα.
Η γη είναι ένας παραδεισένιος πλανήτης.
Και δεν είναι κακό
να υπογραμμίζεις τις ήδη γνωστές πληροφορίες.
Πως το γαμήσι για παράδειγμα
είναι μια σπουδαία πράξη του ζωικού βασιλείου.
Κι είναι τόσο ζόρικο που κάποιοι το αποφεύγουν
και κάποιοι το απεχθάνονται.
Και κάποιοι το πολεμούν.
Και κάποιοι το λογοκρίνουν.
Μα αυτός ο κόσμος πάει μπροστά με τους εραστές.
Και με τις γκρίνιες τους.
Και με τις τραγωδίες της μέρας.
Οι εφημερίδες δε γράφουν τίποτε
για το καυλωμένο κορίτσι.
Για τα ποτάμια
που φωτογραφίζουν οι κατάδικοι στην εκδρομή τους.
Όμως εμείς επί τω έργω.
Δυναμώνουμε για να ξεσκίσουμε καρδούλες.
Για να πάμε το μέλλον αλλού.
Γιαούρτι με μέλι
Είναι σα να της τράβηξε τη φούστα και να την άφησε γυμνή. Τα χέρια του, τα μακριά δάχτυλα, οι τριχωτές αρθρώσεις του είναι που πέρασαν από πάνω της, από μέσα της, την προηγούμενη νύχτα. Αφήνει τις διαστροφές του να ξεπηδήσουν, να κάνουν την εμφάνισή τους για να φανούν ακόμα πιο δελεαστικές. Αφήνει κραυγές πόνου και ηδονής στις λευκές σελίδες με τα τυπογραφικά στοιχεία και κάποιοι αναγνώστες υποψιάζονται πως ο κύριος αυτός, αγαπάει την ανθρωπότητα και την αγαπάει τόσο πολύ σα να ’ναι η ίδια της η μάνα που την κουβαλά εννιά μήνες μεσ’ τα σπλάχνα της. Το γέλιο, η αμαρτία, η περηφάνια, η τρέλα, όλα θα παρελάσουνε απ’ το γραφείο του. Όλα αυτά τα ασήμαντα φυσικά φαινόμενα που κρύβουν μέσα τους κάποιο μυστήριο. Αυτός ο κύριος προσπαθεί να μιμηθεί τον τυραγνισμένο μορφασμό των ανθρώπων. Γράφει πως η μέρα είναι ένα κοριτσάκι που κλείνει στις λεπτές τουλίπες του ένα δαίμονα. Πατήστε όσα σκουλήκια θέλετε, φωνάζει. Από σκουλήκια θα πάτε. Ο άνθρωπος αυτός περπατάει με το κεφάλι και σκέφτεται με τα πόδια. Ζει με την αδιάκοπη τάση να τα γυρίζει όλα στο γελοίο. Γιατί η καταγραφή είναι η πιο σφοδρή γελοιότητα. Κάποιες φορές πετιέται στον ύπνο του από ανεξήγητες αντιφάσεις. Κάθεται στο πάτωμα της κουζίνας τρώγοντας γιαούρτι με μέλι υπό το φως του ψυγείου.
Περί φύσεως
Η φύση είναι ήδη ένα φοβερό σκάνδαλο
Μας δίνει το κακό παράδειγμα
Έχει πόδια πέλματα γάμπες
Έχει αιδοίο κωλομέρια κοιλιά
Η φύση δεν έχει μόνο δέντρα, έχει και εκρήξεις
Δεν είναι αγία ζωοδότρα
Σου γδέρνει το τομάρι
Σε πνίγει στις λάσπες
Κυρίως όμως
Όπως το ποίημα που δεν ξέρεις που σε πάει
Η φύση σε θέλει πάντα εραστή
Να τη νοιάζεσαι
Να τη γαμείς όπως της πρέπει
Η βία είμαι εγώ
Η βία είμαι εγώ
Η μπριζόλα σου αστέ έχει άπειρη βία
Η αγάπη σου έχει βία
Η πρόωρη εκσπερμάτωση έχει βία
Η φιλολογία περί βίας έχει βία
Ο αθόρυβος ανθρωπάκος έχει βία
Ο δημοκράτης και το κλέος του έχει βία
Είναι βία όποιος δε βλέπει τη βία
Η λαχτάρα για ζωή έχει βία
Η τρυφερότητα έχει βία
Το οχτάωρο έχει βία
Η συναναστροφή έχει βία
Οι φτωχοί έχουν τη βία στις κατσαρόλες τους
Οι μανούλες έχουν τη βία στο βυζί τους
Οι πεινασμένοι έχουν τη βία στα στομάχια τους
Οι πλούσιοι έχουν τη βία στα στομάχια τους
Οι δάσκαλοι έχουν τη βία στις φωνητικές χορδές
Ο κόρφος της έχει βία
Τα μπούτια της έχουν βία
Ο ανταγωνισμός έχει βία
Η ελεημοσύνη έχει βία
Οι σημαίες των κρατών έχουν βία
Οι σοφοί έχουν βία
Η μυθολογία έχει βία
Ο ιμπεριαλισμός έχει βία
Ο ανθόσπαρτος βίος έχει βία
Η καλοζωία έχει βία
Το ευαγγέλιο έχει βία
Η πορνογραφία έχει βία
Τα ποιήματα έχουν βία
Όσοι καταδικάζουν τη βία θέλουν το μονοπώλιο της βίας
Θέλουν να καταβροχθίζουν τριαντάφυλλα και παιδική εργασία
Θέλουν υπηρέτες
Θέλουν κοινωνικό αυτοματισμό
Θέλουν ανθρώπινα κοπάδια
Θέλουν τα λουλούδια μόνο γι’ αυτούς
Τα βουνά τη θάλασσα τ’ αστέρια
Ω! καταδικάστε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
Οι πλούσιοι πρέπει να έχουν χρυσές χέστρες
και χρυσές ρολς ρόυς
και χρυσά κουτάλια
Οι πλούσιοι πρέπει να είναι και αύριο πλούσιοι
και γι’ αυτό θα πρέπει οι φτωχοί να είναι και αύριο φτωχοί
γιατί οι πλούσιοι δε θ’ αφήσουν ποτέ τους φτωχούς να γίνουν πλούσιοι
και γιατί οι φτωχοί πολεμάνε άλλους φτωχούς για να παραμείνουν οι πλούσιοι πλούσιοι
Ω! καταδικάστε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
Καταδικάστε καταδικάστε καταδικάστε
Κι έπειτα σφάξτε
Για του Χριστού την πίστη την αγία
Για την εταιρία πετρελαιοειδών
Για την τιμή της αδερφής
Για την τιμή των όπλων
Για την τιμή του χρυσού
Για την τιμή του γαμησιού
Ω! καταδικάστε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
Εκτός απ’ τη βία που βάζετε σπίτι σας
Τη βία του νταβατζή συνειδήσεων
Τη βία του εκφωνητή πτωμάτων
Τη βία της καταστολής οργασμών
Τη βία του κυρίου καταδικαστή της βίας
Τη βία με τις εικόνες των σκοτωμένων
Τη βία με τις εικόνες των φοβισμένων
Τη βία με τις εικόνες των ξεσχισμένων
Τη βία με την ψυχή στο στόμα
Καταδικάστε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
Να κλείνεστε στα σπίτια σας νωρίς
Να σκύβετε το κεφάλι
Να μαλακίζεστε ή να γαμείτε οικιακώς
Να μην κάνετε εκδρομές
Να μην τεμπελιάζετε
Να μην κυλιέστε στο χορτάρι
Να μην χαίρεστε τη θάλασσα γυμνοί
Καταδικάστε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
Αλλιώς θα χρησιμοποιήσουμε βία
Αλλιώς θα σας γαμήσουμε την παναγία
Αλλιώς θα σας κατουρήσουμε
Αλλιώς θα σας απολύσουμε
Αλλιώς θα σας πετάξουμε στα σκυλιά
Αυτόματος τηλεφωνητής
Το αμάρτημα των πρωτοπλάστων έχει παραγραφεί. Μετά το τέλος του σήματος αφήστε το μήνυμά σας.
***
Κλείσε το θάνατο στο κλουβί και καν’ τον ηδονοβλεψία των μηρών σου, της είπε ο πωλητής ελπίδων.
***
Ήμουν έτοιμος να φύγω για τη δουλειά. Ξεκίνησα να πάω προς την πόρτα, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν το αφεντικό. Μου ανακοίνωσε πως απολύομαι, αφήνοντάς με μόνο μαζί σου στον παράδεισο.
***
Ο κύριος Γ.Κ παραφυλάει τις αδυναμίες των άλλων. Αυτή είναι η δουλειά του.
***
Ήταν ζεστές κοπέλες. Διέθεταν για θερμομόνωση τα συσσωρευμένα επιφωνήματα των αντρών.
***
Ένας φίλος μου που επισκέφτηκε κάποτε το Άγιον όρος κατά τη διάρκεια μιας αγρυπνίας άρχισε να ανυψώνεται στον αέρα μπροστά στα έκπληκτα μάτια προσκυνητών και καλογέρων, ώσπου θυμήθηκε πως είναι άθεος και επέστρεψε στο έδαφος.
***
Ανακάλυψα πως ο πατέρας μου στην προηγούμενη ζωή του ήταν ο γιός ενός Βασιλιά. Εγώ ήμουν ο βοσκός που τον βρήκε στον Κιθαιρώνα και τον μετέφερε στην Κόρινθο.
***
Όλοι μας έχουμε μια έφεση για συνωμοσία, υπογράμμισε ο πρόεδρος στο διάγγελμά του προς το λαό.
***
Δυο παιδιά φιλιούνται μπρός την πόρτα μας. Μόλις που αργοσαλεύουν το κεφάλι τους ακούγοντας τη νύχτα. Κάποτε ήμασταν εμείς.
***
Όταν γδύνεται είναι σαν όλος ο μαγικός ρεαλισμός του κόσμου να παθαίνει συμφόρηση. Είναι σαν ο ωμός ρεαλισμός να ξεσπαθώνει. Σα να καθαρίζει λιγάκι η σεξουαλική ατμόσφαιρα του πλανήτη.
***
Της υποσχέθηκα πως θα ξανάρθω. Αποχαιρετιστήκαμε δίνοντας τα χέρια. Έσφιγγα το χέρι με σάρκα και οστά της φανταστικής μου ερωμένης.
***
Ξέχασα αν γράφω για να θυμάμαι ή αν γράφω για να ξεχνώ. θυμήθηκα όμως πως αν δε γράψω δεν πρόκειται να θυμηθώ ποτέ αυτό που ξέχασα να γράψω.
***
Ο στρατηγός πούλησε όλα τα παράσημά του για να ξεχάσει τον πόλεμο. Το αίμα πάνω στο χιόνι. Τα δόντια της παγίδας του εχθρού. Τη μέρα, που ενώ ο ήλιος άρχισε να βασιλεύει αυτός ήταν ακόμα ζωντανός. Μα ο στρατηγός δε μπορεί να ξεχάσει τον πόλεμο όσο είναι ζωντανός.
Εμβατήριο της νεότητας
Να βρίσκεις πάντα αυτό που ψάχνεις
τίποτε λιγότερο
ο διδακτισμός είναι κουσούρι
και η εξουσία σε θέλει διδακτικό
σε θέλει ν’ ανοίγεις σα βεντάλια
να έχεις επιχειρήματα
να κόβεις με ψαλιδάκι τις κλωστές της αμφιβολίας
να κοιτάς τα ρούχα των γέρων στους φράχτες του γηροκομείου
σαν τομάρια στον ήλιο
σαν προσχήματα ζοφερά
σκιάχτρα που δεν έχουν τώρα έρωτα
που δεν έχουν μυρουδιές από εφηβική αλήθεια
σπέρμα υγρά
παρά μονάχα σάλια ανάμεσα στις τέσσερις εποχές
αλλά κι ένα διαβολεμένο γέρο που διαβάζει περιπαθώς
που ξεψειρίζει την πλοκή του μυθιστορήματος της ζωής του
όταν πρωθύστερα γαμούσε κι έδερνε
όταν ήταν σερσέγγι στο λουλούδι της
λίγο πριν πέσει απ’ τα χείλη του το τελευταίο φιλί της
Σιδηρούν γένος
Ο ποιητής πρέπει να είναι ο εαυτός του
Ο εαυτός μου είναι ποιητής
Και λέει φοβερά πράγματα
Η γλώσσα
Ω! η γλώσσα
Ενσταλάζει την αμφιβολία για τον αιώνιο χαρακτήρα του κόσμου αυτού
Κι αυτό το κάνει μόνο η γλώσσα
Η γλώσσα των ποιητών
Αυτή η γλώσσα που ριγεί την ψυχή ως το κόκκαλο
Η γλώσσα των γυναικών
Και η γλώσσα των αντρών
Που αλληλολείχονται
Δόξα εν υψίστης από τρελαμένα μουνάκια
Που η γλώσσα πολλαπλασιάζει επί εφτά
Επί το καταπέτασμα
Φεγγαράκι μου λαμπρό
Το σχολείο εξασφαλίσει στον πληθυσμό την απαραίτητη πνευματική στειρότητα ώστε να θριαμβεύσει σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής ο μικροαστικός ιδεαλισμός. Η θεάρεστη ιδιωτική τερατογένεση μικροσυμφερόντων διεκδικεί πεισματικά χώρο έκφρασης. Τοποθετείται στον πυρήνα του θεάματος. Μέσα στις άπειρες μεταμορφώσεις και στους δυνατούς πόνους ενός οδυνηρού τοκετού χτίζεται η παραμορφωμένη συνείδηση του κόσμου. Μια τεράστια αρένα καταναγκασμών ξεχειλίζει μέσα στον αδυσώπητο ωκεανό νόμων και ηθικών κανόνων. Η νοσταλγία εδώ έχει την τιμητική της. Η εικόνα είναι ο φρουρός κάθε αυταπάτης . Ο δαιμονισμένος ιεροκήρυκας θα πουλήσει επιθυμίες στους πιστούς. Ο θεός απ’ το θόλο του σκηνογραφεί τη φοβισμένη ματιά του πιστού. Μα ο θεός είναι ένας χάρτινος δράκος που αρπάζει φωτιά. Και η σμίκρυνση της αγάπης που προσφέρει είναι ιδεολόγημα και όχι ουσία. Καρικατούρα και όχι γαρούφαλλο ελπίδας στο πέτο ενός επίδοξου γυμνιστή. Ενός προφήτη αρνητή των προφητών και της σαβούρας κάθε θρησκόληπτης φαντασίωσης. Η αγάπη είναι το άνθος του κακού όταν τη φοράει κορόνα ο μονάρχης. Όταν έχει μια επίπεδη φυλετική χροιά κι ένα πικρόχολο λόγο για τις ιερές ερωτικές συλλαβές. Αυτές που ταΐζουν τους ήρωες και τους δαιμονισμένους. Αυτές που κάνουν το μισαλλόδοξο λόγο συντρίμμια και μπάζα της ανθρώπινης χωματερής των συμβόλων. Η αλήθεια δεν κάνει κουμπαριές με τους φονιάδες κι ούτε χρειάζεται τη Δευτέρα παρουσία για ν’ ανθίσει. Η αλήθεια είναι το βλέμμα κάθε ερωτικής διεκδίκησης ζωτικού χώρου. Γιατί, αλήθεια είναι ότι περιέχει ζωή. Ότι βρίσκεται έξω απ’ τη φασιστική πορεία της μικροαστικής ζωής. Τα φαντάσματα που ξερνούν ταχτοποίηση και πρωινή προσευχή και παραγγέλματα τρομάρας.
Χορικό
Συμμορίτισσες υγρές και
κατακρημνισμένες, στο
αρωματώδες δηλητήριο
του έρωτα, στις έξοχες
αντανακλάσεις των στιγμών
τώρα μπορώ και ακούω
καθαρά τα ελληνικά του
πόθου σας, τη χαίτη
λιονταριού και την ουρά
της αλεπούς μπορώ να
βλέπω, τα σημάδια σας,
την ασυνάρτητη δαιμονική
σας μέθη να σκορπιέται
στο φεγγαρόφωτο νερό
και στα λευκά σεντόνια.
Τον ουράνιο θόλο της
γύμνιας σας να κρύβουν
τα λινά φουστανάκια. Να
κρύβουν την έξαψη, τα
ωραία βυζιά, το φαλλό
που σας σκέφτεται και
το φαλλό που ονειρεύεστε,
να κρύβουν τις αμμουδιές
σας και τις θερμοκρασίες
σας. Το θάνατο που
τρυπώνει λίγο λίγο σα
δαίμονας στις μασχάλες
και στα χείλη που λεσβιάζουν
σαν πεινασμένα τρωκτικά.
Την ξέχειλη ξεσπλαχνισμένη
ηδονή. Εκεί που η νύξη γίνεται
νύχτα και νυχτερίδα και
φτεροκόπημα γλώσσας. Εκεί
στα σκοτεινά τα σωθικά, όπου
συνοψίζει η κάβλα τη χαρά,
το άγριο τίναγμα απ’ την
πυρά κι απ’ την αγάπη. Της
πιο αναίμακτης πληγής τον
πόνο. Που αναβλύζει ολίγον
θρίαμβο και ολίγον σπέρμα
και ολίγη αλκαλική ηδύτητα
για να ολισθαίνει το κορμάκι
στο χάος. Στα πανηγύρια.
Στο δια παντός ξεβράκωμα.
Σε κείνο το συμπαντικό
διαβολεμένο σκόρπισμα.
Υστερόγραφο για την κρίση
Οι κρίσεις γιατρέ μου με γεμίζουν χαρά
Οι ποιήτριες ελευθέρων ηθών
Οι ανένδοτες
Με τόση ανθοφορία λέξεων δεν ξέρω τι συνέβη
Κι όταν με ρωτούν απαντώ πως καυλώνω αφού
Οι κρίσεις με κάνουν να νιώθω ζωντανός
Και δε λυπάμαι το μικροαστό που γκρινιάζει
Μέσα στα λιπαρά πρωινά του
Και φοβάται να δώσει μια κλωτσιά
Να γκρεμίσει αυτό που πέφτει αργά
Αυτό που πρέπει να πέσει γρήγορα
Για να χτίσουμε αυτό που δεν πρόκειται να πέσει ποτέ
Το αιώνιο ραντεβού
στον Τέο Ρόμβο
Θα ’ρθει να μας βρει το ωραίο
κορίτσι δίπλα στη θάλασσα.
Θα ’ρθει να μας πει τον πόνο του
να μας δείξει τα βυζιά του. Θα ’ρθει
να μας μάθει να κολυμπάμε στα
βαθειά να κάνουμε θαύματα με τα
χείλη μας. Θα ’ρθει να μας μάθει
πως να περνάμε την ώρα μας.
Να μας μάθει λογοτεχνία και
μαγειρική. Να μας μάθει την
τέχνη της ζωής και την τέχνη
του θανάτου. Θα ’ρθει να μας μάθει
να πεθαίνουμε σωστά και μια για πάντα.
Θα ’ρθει να μας βρει το ωραίο κορίτσι
δίπλα στη θάλασσα. Θα μας φέρει αυγά
και θα μας φέρει καρπούς. Θα μας φέρει
το μαχαίρι για να λύσουμε τους γόρδιους
δεσμούς. Τα μπερδεμένα νεύρα.
Θα μας φέρει το περίστροφο για να
εκτελέσουμε τις αυταπάτες. Θα μας
φέρει το χαμένο παράδεισο. Τη μήτρα της.
θα μας φέρει το φεγγάρι και τ’ αστέρια.
Θα μας φέρει το χρόνο που μας έκλεψε
το χρήμα. Θα μας φέρει τις τέσσερις
εποχές. Θα μας φέρει πίσω το γαμήσι,
τον Αντρέα Εμπειρίκο,
το αεράκι στους αγρούς.
Gnossiennes
Σα να πατάει ένα γυναικείο πόδι πάνω στα πλήκτρα του πιάνου. Εδώ υπάρχει θρήνος δίχως φόβο και η πιο μεγάλη τρέλα της απλότητας. Είμαι αυτή η συνταγή από πολλές υπάρξεις. Όπως κρατάς σημειώσεις για να χτίσεις ένα κείμενο. Όπως καταφεύγεις στο μαστραπά των δακρύων συλλέγοντας τη βαρβαρότητα των συγκινήσεων. Eric Satie, εσύ, που βάζεις το κεφάλι μου στις γραμμές του τρένου, και, γίνομαι ανίσχυρος σαν το λευκό αρνί. Εσύ, ο κατευναστικός σουρεαλιστής που ειρωνικά αφήνεις στ’ αυτιά μου μια ισχνή δόση βικτωριανής σεμνοτυφίας. Εσύ, που θα μπορούσες να πουλάς ανθρώπινο κρέας στο Φρειδερίκο Νίτσε. Εσύ, ο φαρσέρ της μοναχικής ζωής που είχες στραμμένο πάντα το βλέμμα σου στ’ αστέρια κι όχι στους πολυελαίους των μεγαλόπρεπων σαλονιών. Όταν σε ακούω, υγραίνομαι σαν ιδεαλιστής, και με κάποια δόση αυταρέσκειας σκέφτομαι, πως, η μεγαλύτερη απρέπεια είναι να πεθάνεις νέος και θυμωμένος.
Μαύρα κοράκια
Θα παραμείνω ποιητής και
στον κάτω κόσμο, ως τον
θολό ορίζοντα, με φανελάκι
και σαγιονάρες και θράσος
θα εμπαίζω τους δεινόσαυρους
των Αθηνών και τους μαθουσάλες
που αραδιάζουν αμηχανία στο
κοινό. Τους ανθολόγους που
αναπνέουν κουτσομπολιά και
στα κρυφά με διαβάζουν και
στα φανερά με λοιδορούν κι
αναρωτιούνται . Τι θέλει τούτο
το κωλόπαιδο το πεθαμένο
στα παρτέρια μας!