Θα σου πάρω γλυκιά μου μια βάρκα
τον ελεύθερο στίχο να πηγαίνουμε τσάρκα.
Έργον πατριωτικό στην οθόνη
με λεφτά και φουσάτα
φορτωμένα στο γαϊδούρι του Σάντσο.
Τα χαράματα γυμνοί Θα ξυπνάμε
όχι τρέχοντας για να πάμε στο μήτινγκ
αλλά να γαμιόμαστε μύτη με μύτη.
Θα φεύγει η σελήνη της νύχτας
κι η Πυθία θα βόσκει κοπάδια
στων Δελφών την ολόμαυρη ράχη.
Τα προβατάκια θ’ ακούν με προσοχή τους χρησμούς
κι οι βασιλιάδες θα γλύφουν το χρυσό απ’ τις πέτρες
μα, γυμνοί στη δουλειά μας εμείς, στο γαμήσι
στουπί στο υπερκόσμιο άγριο μεθύσι.
Με σύκα ξερά και ψωμί κριθαρένιο
τα κορμάκια θα ταΐζουμε που δεν πήγαν στο Γαίηλ
για να μάθουν να φτιάχνουν από αίμα κοκτέιλ.
Αχ, πως χοχλάζει η καύλα μονάχα
και πως κόβεις σωστά μια ντομάτα
στο βαθύσκιωτο αυτό κουζινάκι.
Κι ας τους γόηδες, τους βαρβάτους ατσίδες
στις Βρυξέλες να χύνουν με πάθος
μπροστά στα μαρκούτσια των Ούννων
τα βρακιά κατεβάζοντας
δείχνοντας των ελλήνων το ένδοξο βάθος.
Τα πτυχία, τα βραβεία, τα βιογραφικά τα γαμάτα.
Της ωραίας Ελλάδος μας τα υπερήλικα νιάτα.
Αχ, αψηλάφητο αδυσώπητο χάος
οι φαλλοί, τα αιδοία μας, τα κορμιά μας
μια συκιά στα ερείπια η πατρίδα μας
τα γλυκομίλητα κορίτσια που μας φέρνουν τις λέξεις στο πιάτο.
Αχ, ιδρωμένοι τον Αύγουστο.
Δια παντός θεϊκοί στο ταψάκι της άμμου.
Πριν μας σπείρουν της αγίας φθοράς τα χεράκια
στα υγρά μουχλιασμένα φρεάτια
στα χωράφια
στους λάκκους.
Month: Φεβρουαρίου 2015
Και ο μεγαλοδύναμος δημιούργησε τις μπανιέρες
Γυναίκες εξωτικές και καλοθρεμμένες. Απλησίαστες και σκοτεινές. Οδαλίσκες φασματικές της αναγέννησης. Βγαλμένες απ’ τα κάτεργα των διαφημιστών. Με τους μπρούτζινους κόρφους και τον ωμό ερωτισμό, ερεθίζοντας ανυποψίαστους διαβολάκους, με τα στρογγυλά φοβισμένα μάτια του λαγού. Αντράκια που η σεξουαλική πείνα μεταμόρφωσε σε λαγωνικά έτοιμα να χώσουν τη μουσούδα τους σε καυτά ψηφιακά μουνάκια απ’ την Αργεντινή, το Μεξικό, τη Μαλαισία, το Σουδάν. Μιαν επιδημία του σεξ εις άπταιστα αγκομαχητά, γαρνιρισμένα με διαφημίσεις, ως υπόκρουση στο διαβολικό στρίγκλισμα της εξουσίας που θέλει και τα μυαλά και τα κορμιά. Εκεί που οι θόρυβοι της ερωτικής κολάσεως φτάνουν ως χασμωδίες στα ξεκούρδιστα αυτιά. Εκεί που η αγριότητα και η βία κρατούν το χέρι του βλαμμένου παιδιού που ορφάνεψε από ζωτική ορμή. Εκεί που ο χαρούμενος είναι αγχωμένος και ο ευτυχισμένος κάνει εμετό. Γιατί η χαρά και η ευτυχία είναι καταπλακωμένα συναισθήματα από λεφτά. Αγοράζονται και πουλιούνται. Μες το θυμό κοιμούνται και μες τον εφιάλτη ξυπνούν. Σαν άγρια ζώα με το δασύτριχο δέρμα τους και το ανίερο λαίμαργο στομάχι. Με μια καρδιά τρελού που φουσκώνει για φιλί και τρυφερότητα αλλά ξεπέφτει στην τηλεθέαση. Στη συνήθεια. Στον αμοραλισμό. Στα χούγια των άλλων. Εξόριστος απ’ τον αληθινό καυλωμένο λόγο των ποιητών, των πειρατών, των παλαβών, των βοσκών που χαίρονται την μαλακία και την μυρουδιά της βροχής. Όλων αυτών που ταΐζουν κομμάτια ήλιο το αποστεωμένο σκυλί του πολιτισμού. Χυμούς και χιούμορ. Όχι ντροπές και επιμήκυνση πέους και επιμήκυνση καλοζωίας. Και μνημόνια και γερμανικά μπιμπερό. Και ολλανδικούς δονητές και σκανδιναβικά κομπολόγια για την κλειτορίδα. Μόνο χυμούς και χιούμορ. Διότι το χιούμορ δεν κατέχει υποδεέστερη θέση απ’ ότι ο ερωτισμός και η οσία σεξουαλική εμμονή. Διότι η ερωτογραφία είναι μια πρώτης τάξεως ανταρσία που συνταιριάζει την τρυφερότητα με την χαρωπή ειρωνεία. Διότι μόνο στους μεγάλους καυλωμένους ερωτικούς συναντούμε σε κάθε σχεδόν λέξη τους αυτό το είδος του κλεισίματος του ματιού της χλευαστικής συνενοχής, που οι καλλιτέχνες και οι θεοπάλαβοι ποιητές απευθύνουν μεγαλειωδώς στον έξω κόσμο.
Υποκριτή αναγνώστη, όμοιε μου – αδερφέ μου!
Μόνο στους πεθαμένους δεν αρέσει
το γαμήσι monsieur, η ευκλείδεια
γεωμετρία, η Ιλιάδα και τα ντόμπρα
κορίτσια. Ω, ευελπιστώ στην οδύνη
και στη ντροπή των μαλθακών. Και
σας πληροφορώ χιονισμένες κορφούλες
αγριοκάτσικα που χαθήκατε και αρκούδες
σκλάβες της σημασίας, σας πληροφορώ
παγωμένες ποιήτριες, δασκάλες που
χάσατε το δρόμο σας για την Ιθάκη
και βρεθήκατε νοικοκυρές στο Δομοκό.
Σας πληροφορώ αναλώσιμα κορμάκια
δεσποινίδες λαίμαργες, εργάτες που
κόψατε τη γλώσσα σας και προβατάκια
της λογικής, σας πληροφορώ μικροαστοί
γάτες, σαΐνια υπάλληλοι οραματιστές
πως για σας διαπραγματεύονται οι μύγες
με τα σκατά, οι ψήλοι με το σβέρκο της
εξουσίας, τα λεφτά με τα λεφτά για σας
ζευγαρώνουν, για σας οι κυβερνήσεις, τα
κράτη, οι αρχηγοί, για σας ο Πικάσο
ζωγράφισε τη Γκουέρνικα κι ο Ντελακρουά
τη σφαγή της Χίου και σε πληροφορώ.
Μόνο στους πεθαμένους δεν αρέσει το
γαμήσι, hypoctrite lecteur, -mon semblable, –
mon frère!
Ποτέ μου δε μπόρεσα να θαυμάσω το Ρόκυ με το αμερικάνικο βρακί του
Πάντα με ανατρίχιαζε η γαλανόλευκη αμερικανιά των συμπολιτών μου.
Αγαπώ όλους τους τόπους γιατί όλοι οι τόποι είναι ένας τόπος. Δεν αγαπώ τις ξεχωριστές περιπτώσεις που φορούν τη νεκρική τους μάσκα και κατεβαίνουν στη χώρα μου, δηλαδή στο χώρο μου, για πλιάτσικο.
Ζήσαμε σε καπνοχώραφα κοντά, και σιγανές βροχούλες. Σε οικόπεδα με κοτέτσια ανάμεσα σε πολυκατοικίες. Σε κάμπους που η φυλή μας διέπρεψε. Σε γειτονιές που ένας στους εκατό είχε Άμστραντ 464 και παιχνίδια που για μας τους Νεάντερνταλ της ψηφιακής εποχής ήταν ένας άλλος μαγικός κόσμος.
Μια αθωότητα που άχνιζε χαρούμενη μέσα στο μεταπολιτευτικό χυλό των πρώτων καιρών του κόσμου μας.
Μαζί με τους σούπερ ήρωες και τον ρομαντισμό τους καλλιεργήσαμε μια λεπτή στρώση ηρωισμού στην εσωτερική μας στοιβάδα. Ο σούπερμαν ήταν αυτομάτως δυνατός χωρίς χέμο ή κατσικίσιο γάλα, όταν το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Όταν οι κακοί έβγαιναν στους δρόμους και δε μπορούσε κανείς να τους αντιμετωπίσει.
Τυπικά ανήκουμε στη γενιά του χάους. Ένα χάος που αναδύθηκε τη δεκαετία του εβδομήντα. Τη δεκαετία που ο πολιτισμένος κόσμος έβαλε τη ζωή του στα μουσεία. Στο μουσείο του κράτους, της οικογένειας, της θρησκείας, της εργασίας και της κατασκευασμένης ψυχαγωγίας.
Της ψυχαγωγίας που ήταν και ιδεολογία μαζί και το καπιταλιστικό τερατάκι ευλογούσε τα γένια του. Έχτιζε μέλλον ατσάλινο. Κι όλη την ανθρώπινη περιπέτεια την έκανε δίπολο, καλό και κακό, συν και πλην, Δύση και Ανατολή.
Ετοιμάζοντας μια γενιά που θα χόρταινε εμπειρίες εικονικά. Με διαμεσολάβηση. Με εικόνες και ήχο. Με χρήση των ακροδαχτύλων και της κόρης του ματιού.
Χωρίς κίνδυνο να πέσεις στο κενό μπορείς να πετάς από κτίριο σε κτίριο και χωρίς κίνδυνο να κολλήσεις έιτζ βλεννόρροια σύφιλη και λοιπά μπορείς να γαμείς με τα μάτια. Μια ολόκληρη βιομηχανία του μπανιστιρτζή υποκατέστησε το δίκιο την ομορφιά το σεξ το παιχνίδι το φαγητό.
Οι σούπερ ήρωες της παιδικής μας ηλικίας, οι άτρωτοι, έγιναν οι θεοί της ανθρώπινης αναπηρίας που άφηνε τη δράση στους κακούς. Στους βάρβαρους και τους κακούς που επινοούσε συνεχώς η Βίβλος του ελεύθερου κόσμου και της ελεύθερης αγοράς.
Ο κακός ήταν ο σπεσιαλίστας του ανταγωνισμού χωρίς κανόνες. Ήταν η φυσική ροή προς το σκοπό που αγιάζει τα μέσα.
Ο καλός και ο κακός. Ο κακός κοντός και χοντρός με μικρό μουστάκι. Έτοιμος να δηλητηριάσει μια πόλη, να καταστρέψει τον πλανήτη. Ο καλός είχε εκπαιδευτεί στον παράδεισο, έπαιζε την ασημένια του άρπα. Γλυκός, συνεσταλμένος, χαμογελαστός.
Παράγωγα του θεάματος που ήθελε νικητή και νικημένο. Που ήθελε κάθαρση πάση θυσία. Ένα σινεμά τσικ του τσικ. Κολακεύοντας το κοινό. Την υποκρισία των παραγωγικών σχέσεων. Την φυλετική ανθρωπομετρική των νικητών.
Σιγά σιγά με το πέρασμα των ψυχρών χρόνων και των μαζικών σφαγών που ξεχάστηκαν, η Αμερική κατάφερε να φτιάξει ένα ήρωα πιο ανθρώπινο, με αίμα και ιδρώτα.
Τον πεζοναύτη της, που προστατεύει τον πολιτισμένο της κόσμο και τις κτήσεις του απ’ τους κακούς. Τους άραβες, τους μαύρους, του ινδιάνους, τους αφγανούς, τους ιρακινούς και τους σύριους, τους κούρδους και τους γύφτους.
Τώρα τα ψηφιακά μας παιχνίδια έχουν έναν ελεύθερο σκοπευτή που περιμένει το μελαμψό τρομοκράτη να του γαμήσει τα μάτια. Να τον διαμελίσει, να τον πάει ο ΟΗΕ στη μάνα του σε σακούλες.
Η Αμερική διαπαιδαγώγησε τον έλληνα αριστερό με όση αμερικανιά διαπαιδαγώγησε και τον έλληνα δεξιό.
Ο μοντέρνος Έλλην αριστερός δεν έχει πρόβλημα με το ΝΑΤΟ και το μπαμπούλα των λαών. Τους τραπεζίτες τους παίζει στα δάχτυλα. Με ντρίπλες λάιφ στάιλ διαπραγματεύεται με τον γερμανό καπιταλιστή και με Τεξανή προφορά μαντάρει ερωτισμό σε χαροκαμένες αγάμητες αγγλίδες που κάνουν πικάντικα τα στεγνά τους ρεπορτάζ.
Η γενιά μου που είναι στα πράγματα, μεγάλωσε με σουπερ ήρωες. Κι ο λαός θέλει σούπερ ήρωες για να τον προστατέψουν απ’ τους κακούς.
Στο μετρό βρεθήκαμε
Στο μετρό βρεθήκαμε
Τρείς μέρες είχαμε να κοιταχθούμε
Ξαναμμένοι άγνωστοι
Μήνες χρόνια στο μετρό
Σχεδόν αντικριστά
Αφελώς κοιτάζοντας το στερέωμα
Κτήρια να πηγαινοέρχονται
Γνωστούς άγνωστους που σκουριάζει ο χρόνος
Θερμοκρασίες τρίτων
Που έτριψαν πάνω μας τη φθορά τους
Άλλους που μας χούφτωσαν επιδέξια
Στον ευλογημένο της εξόδου συνωστισμό
Άλλους τζέντλεμαν ατσαλάκωτους του μαντριού
Με καθαρό μαντηλάκι στο πέτο
Εξωστρεφείς επίπεδους και τα ρέστα
Ντουγρού στο βοσκοτόπι του γραφείου
Όλο φροϋδική ψωρίαση να τρέχει απ’ τα μπατζάκια
Χωρίς λίγο γυμνό φλοιό
Μια χαραμάδα τύψεων
Χωρίς αλληγορίες βάθος αισθησιασμό
Άλλους να διαβάζουν Άρλεκιν του Ντεριντά
Νεολογισμούς
Μυρουδιές ανάδοχες άλλων
Αρώματα σωματικά υγρά
Στο μετρό βρεθήκαμε
Τρείς μέρες είχαμε να κοιταχθούμε
Και μου ψιθύρισε βγαίνοντας, στο αυτί
Σήμερα μωρό μου δε φοράω βρακί
Ο Μουνούτσος
Το υγιές ανθρώπινο πνεύμα ρέπει αενάως προς τη βωμολοχία. Τα καταπιεσμένα προσωπεία απ’ την υποκρισία της θρησκείας και την ασφυξία της πολιτικής ορθότητας, θέλουν να γίνουν αυτό που είναι. Να μασκαρευτούν. Οι μασκαράδες είναι οι διαδηλωτές της χαμένης αθωότητας. Είναι τα μουνιά και οι πούτσοι που θέλουν εξουσία. Είναι ο αρχαίος λόχος των ζητιάνων που περιμένουν έξω απ’ το ναό να ψηθούν τα σφάγια της θυσίας προς τους θεούς. Είναι οι επαίτες που περιμένουν να μπουκάρουν για να κόψουν ένα κομμάτι κρέας. Έτοιμοι να πλακώσουν στις μπουνιές και τα βρισίδια τους ιεροφάντες κωλογλείφτες της εξουσίας. Να τρομάξουν με όργιο την παρθένο Μαρία των αγορών. Να ορμήσουν στα πολυκαταστήματα για μια κονσέρβα και λίγο χαβιάρι. Να χέσουν πάνω στα ταμία και να κρεμάσουν μια τεράστια γαϊδουρόπουτσα στον τρούλο του ναού. Εκεί που το αυστηρό μάτι του παντοκράτορα επιτηρεί το ποίμνιο. Αυτό το ποίμνιο που έχει μια βαθύτατη ανάγκη για γαμήσι και φαί. Για παιχνίδι και τεμπελιά. Για μιαν αισχρότητα που σημαίνει άρνηση της εξουσίας. Του λοχία, του μπαμπά και της μαμάς. Για μιαν άνευ όρων και ορίων παρέλαση των ηδονών. Ενάντια στον πολιτισμό των καθωσπρέπει διαστροφών και ενάντια στον ιερό καταναγκασμό των ποικιλώνυμων εξουσιών. Ενάντια στους μικρούς λαούς που αυτοθαυμάζονται και στους μεγάλους που ισοπεδώνουν. Ενάντια στους λαούς που περιμένουν το Μεσσία. Ενάντια στους διεφθαρμένους μαλάκες που πιστεύουν σ’ αυτό το επικίνδυνο είδος ανθρώπου που λέμε: γεννημένος αρχηγός. Ενάντια σε υδροκέφαλες ιδιοφυίες που παίζουν ζάρια με δυναμίτη στην υποκριτική αγκαλιά των αγίων ισχυρών. Ενάντια στους λαούς που έχουν στα σπλάχνα τους τον καρκίνο. Την ιεραρχία. Ενάντια στους μικρούς λοχαγούς και τους αδίστακτους πατερούληδες που είναι προσηλωμένοι σε κάποιον ιερό σκοπό. Και ενάντια σ’ αυτούς τους μικρότατους καθημερινούς δικτατορίσκους με τις σπουδαίες απόψεις τους και τις βάρβαρες σοφίες τους, όπου ακόμα κι ο Χίτλερ μπροστά τους δεν είναι παρά μινιατούρα κι ο Μουσολίνι θλιβερός ξεπερασμένος θεατρίνος. Ενάντια σε κάθε μικρό αδίστακτο αρχίδι που παρεμβαίνει στις ζωές των ανθρώπων. Που ψαλιδίζει κλειτορίδες που κουνάει το δάχτυλο που πουλάει ελπίδα. Εναντίον των διαχειριστών της οργής. Εναντίον του κέντρου και της μοναδικής αλήθειας. Θυμάμαι κάποιες απόκριες αρχές του ενενήντα στο καυλωμένο χωριό της Αγίας Άννας. Ο παπάς και ο δάσκαλος πήγαν ένα βράδυ και κατέβασαν το πανό με τις βωμολοχίες που ήταν στην είσοδο του χωριού για να καλωσορίζει τους επισκέπτες. Την επόμενη μέρα το πρωί υπήρχε ένα άλλο πανό που έγραφε:
Ο Παπάς κι ο Δασκαλός μας
κατεβάσαν το πανό μας
γι αυτό κι εμείς τους γράφουμε
στ’ αρχίδια μας τα δυό μας!
Μήδεια
Είδα τη Μήδεια του Παζολίνι με την Κάλλας σε αφρικανικά τοπία. Η φύση δεν είναι φυσική. Η φυσικότητα είναι αδυναμία του ανθρώπου να της μοιάσει. Η φύση είναι θεϊκή μα θεός δεν υπάρχει. Η φύση δε μιμείται, είναι αυτό που λέμε: μη προσπαθείς, πράξε.
Η φύση πράττει συνεχώς. Παράγει φαινόμενα που το καλό μάτι με τη σπιρτάδα του ταξινομεί. Ο λαός παρακαλά το βασιλιά της βροχής για βροχή την εποχή των βροχών. Κι αυτό σημαίνει ακριβώς πως δεν πιστεύει στο βασιλιά της βροχής διότι αλλιώς θα παρακαλούσε για βροχή την εποχή της ξηρασίας τότε που η χώρα είναι κατάξερη άγονη έρημος.
Η ανάγκη για παιχνίδι και τελετουργία κάνει τους αρχαίους να φτιάχνουν θεούς όπως το παιδάριο φτιάχνει χαρταετό και περιμένει αέρα για να τον αμολήσει. Γιόρταζαν τον ερχομό της μέρας το πρωί όταν έσκαγε μύτη ο ήλιος κι όχι τη νύχτα που έκαιγαν τα λυχνάρια.
Όταν θυμώνω χτυπώ με το πόδι το έδαφος με μανία γνωρίζοντας πως δε φταίει το χώμα αλλά έχω ανάγκη να γειώσω το θυμό. Οι τελετουργίες είναι τέτοιες και το να χτυπάς το έδαφος είναι σκιαμαχία που δεν εξηγεί τίποτε. Η ομοιότητα της πράξης όμως με την πράξη τιμωρίας είναι διαλεκτική του ενστίκτου.
Κανένας λόγος δεν ώθησε τους πρωτόγονους να λατρέψουν τη βελανίδια παρά το ότι φυλή και βελανίδια ήταν ένα. Βρίσκονταν ενωμένα σε μια κοινότητα ζωής. Όμως δεν είναι η ένωση βελανιδιάς κι ανθρώπου που γέννησε τελετουργίες και θυσίες μα ο χωρισμός τους, διότι η αφύπνιση της διάνοιας συμβαίνει ταυτόχρονα με την αποκοπή απ’ το αρχικό έδαφος απ’ το αρχικό θεμέλιο της ζωής.
Όταν το βρέφος βυζαίνει τη μάνα γίνονται ένα. Ο απογαλακτισμός θα φέρει τη λατρεία για να υποκαταστήσει φαντασιακά την πρωταρχική εικόνα. Ο βίαιος χωρισμός θα οδηγήσει σε κάτι άλλο. Δημιουργεί αισθήματα και χρειάζεται χώρο.
Ο έρωτας μας κάνει μονάδες συχνά χωρίς σκέψεις, μας αλέθει με τις σωματικές του μυλόπετρες. Οι τρύπες του σώματος και οι απολήξεις του, που συμμετέχουν σε μιαν απόλυτη ένωση, σε μιαν άσκοπη πράξη. Όταν έρχεται ο χωρισμός, έρχεται κι η λατρεία, ο βαθύς πόνος του χωρισμού που η απροκάλυπτη παραδοξότητά του μας είναι απατηλά οικεία. Ο ερωτευμένος θα προσφύγει στο θεό του έρωτα, θα γράψει ποιήματα, θα κλαψουρίσει σαν γατί, θα κατεβάσει τους διακόπτες, θα προσφέρει το ίδιο του το σώμα όπως ο αρχαίος πρόσφερε στο βασιλιά της βροχής μιαν αγελάδα για να κάνει τα ευλογημένα νερά του ουρανού να πέσουν πάνω στα ηλιοκαμένα και μαραμένα βοσκοτόπια. Στο ξερό χώμα.
Ο κήπος των ευρωπαϊκών τέρψεων
Η φύση από μόνη της δε γιατρεύει. Η φύση θεραπεύει μόνο όταν ο άνθρωπος αναγνωρίσει τη θέση του στον κόσμο. Όταν ξεπεράσει τη χριστιανική επιστήμη της μοχθηρίας και τη σκοταδιστική πρόοδο που τον οδηγεί στο χειρουργικό τραπέζι, στα άσυλα φρενοβλαβών και στα χαρακώματα. Όταν κατανοήσει το χάσμα ανάμεσα στην απόλυτη φτώχεια και στον απόλυτο πλούτο. Ο Γαργαντούας με τα κεφτεδάκια του. Ο Ιησούς εσταυρωμένος και σιωπηλός. Η κοκκινοσκουφίτσα παίζει σκάκι με τον Ηρώδη. Κεφάλια στο Λιβυκό πέλαγος μισοφαγωμένα απ’ τους καρχαρίες. Βουδιστές μοναχοί απ’ την Κομποθέκλα διαπραγματεύονται στα αμερικάνικα με γερμανούς. Φανταράκια γαμούν και δέρνουν. Αγανακτισμένοι μικροαστοί το πρωί ξεκαπνίζουν τα ΑΤΜ και το βράδυ παίρνουν ανάσες αξιοπρέπειας στις πλατείες. Ο Κολοκοτρώνης χορεύει ζεμπεκιά με τους ηλίθιους του τόπου μου. Ο Αι Γιώργης σουλατσάρει στο τέμπλο της παρθένου Μαρίας. Ποιητές της γενιάς του προγαμιαίου σεξ γράφουν ύμνους για το DNA των ελλήνων. Μοσχαναθρεμμένοι έγκλειστοι των Αθηνών και των περιχώρων σε έκτακτη πρωινή πνευματική στύση κάνουν επανάσταση γράφοντας το Γιάννης με ένα ν και το πούτσος με δυο ου. Ελληνοχριστιανοί του δημοσίου συσσωρεύουν κεφάλαια. Φροντίζουν τα τέκνα τους σε φροντιστήρια για να στείλουνε γιατρούς στο Ντίσελντορφ. Το έθνος μπαίνει με φόρα στα σκυλάδικα τού θεσσαλικού κάμπου και τα σπάει. Καλοφαγάδες της γενιάς τού πολυτεχνείου γράφουν άρθρα για το αμάρτημα της λαιμαργίας. Οι έλληνες σηκώνουν κεφάλι βγάζοντας σέλφις. Βγάζοντας απ’ την κατάψυξη το ένδοξο παρελθόν. Το σβέρκο του Καποδίστρια και τη σπάλα της Μπουμπουλίνας. Μόνο γυφτάκια έξω απ’ το λίντλ δεν πήραν χαμπάρι την επανάσταση. Την εξέγερση των ελλήνων στο φου μπου. Οι πληβείοι που έχουν εμετούς ξεραμένους στο πουκάμισο από παρατεταμένη δυσπεψία πείνας, αυτοί που δεν έχουν γαρύφαλλο στο πέτο, αλλά δάγκωμα λυσσασμένου σκύλου στην καρδιά, δεν πήραν χαμπάρι τον κουρνιαχτό της εξέγερσης. Δεν είδαν τις κόκκινες γραμμές και τις πάτησαν. Δεν είδαν τους αχινούς και τις τσούχτρες και τα σκυφόζωα. Δεν κατάλαβαν την ελπίδα που ήρθε. Τους τσαμπουκάδες. Την εθνική υπερηφάνεια. Τους ερμαφρόδιτους αναλυτές απ’ το Τέξας που διαβάζουν Ερωτικούς διαλόγους του Λουκιανού στο CNN. Τις αδίστακτες αγγλίδες του Σόχο να μοντάρουν τους γιάπις με το Νίτσε. Με την άσπρη τους κιλοτίτσα κατεβασμένη στα γόνατα. Δεν είδαν και δεν άκουσαν τα μηχανήματα θρυμματισμού μνήμης. Δεν ένοιωσαν την ιστορική στιγμή. Το πέρασμα απ’ τον τρόμο στην υποκρισία. Τους κάφρους να διορθώνουν τα πολεμικά ανακοινωθέντα. Τις λέξεις που πρέπει να μαγειρευτούν σωστά για να ταΐσουν αυταπάτες τους ιθαγενείς.
Τσάι του βουνού
Υπάρχει μια μουσική που δε χρειάζεται νότες. Είναι άγρια εφιαλτική, νοσταλγική, θλιμμένη. Είναι προκλητική γιατί δεν είναι φτιαγμένη για τα αυτιά των ανθρώπων αλλά για τα αυτιά των θεών. Των ανθρώπων που έγιναν θεοί για να μην καταλήξουν σκουλήκια. Είναι η μουσική των βουνών, ο ήχος του μοναχικού ανθρώπου που δεν έχει τίποτε άλλο εκτός απ’ τη φλογέρα του. Είναι η ζωή και ο θάνατος στην τέλεια άνθησή τους. Σ’ έναν ελκυστικό χορό, μέσα σε μιαν αισθησιακή και κοχλάζουσα διαφθορά. Είναι ο βοσκός που γίνεται χίλια δυο κομμάτια. Κατακερματισμένος μέσα στη γύμνια τού τοπίου. Μεγαλόπρεπος σ’ αυτές τις πλαγιές γιατί απαρνιέται τα πάντα. Δεν έχει ιδιοκτησία αλλά γιγαντώνεται. Βγάζει όλη τη δύναμη απ’ τα πνευμόνια του και γίνεται πέτρα, λουλούδι, δέντρο. Ο βοσκός είναι τρελός άνθρωπος. Όχι ο άρρωστος τρελός, ο έγκλειστος της μισθωτής σκλαβιάς και της πλαστικής ευτυχίας, αλλά ο δημιουργικός τρελός. Ο καυλωμένος. Ο νομάς, το πνευματικό μηδέν. Ο άνθρωπος που δεν έχει φιλοδοξίες. Που συνομιλεί με τα όντα και τα πλάσματα. Είναι το καθαρό πνεύμα. Ούτε παραμυθάς, ούτε διασκεδαστής. Ξέρει πως σ’ αυτή τη γη υπήρχαν άνθρωποι που ζούσαν σαν θεοί. Ελεύθεροι. Που δεν έκλεβαν απ’ τη γη αλλά ήταν ένα μ’ αυτή. Που είχαν ζωή αιώνια γιατί δεν δολοφονούσαν. Γιατί λάτρευαν το μουνί τους και τον πούτσο τους και δεν αφήναν καμιά παπαδιά και κανένα πρωτοσύγκελο να τα ξεριζώσει και να τα καταβροχθίσει μέσα στο βουλιμικό όργιο του μεσαίωνα. Γιατί δεν υπήρχε η ασυναρτησία της χυδαιότητας αλλά η ζωντάνια του ερωτισμού. Ο βοσκός είναι αιώνιος. Κι είναι αιώνιος γιατί απαρνιέται τα πάντα. Είναι μεγαλύτερος απ’ τη ζωή και το θάνατο. Έχει τα πρόβατά του τυλιγμένα με χρυσές προβιές. Κινείται νωχελικά μέσα στον απέραντο ξεχασμένο χρόνο. Μέσα στο βασίλειο της φθοράς είναι ο άφθαρτος. Δεν είναι το ανθρωπόμορφο κουφάρι που μετατρέπει τη γη σε καμίνι και εργοστάσιο. Δεν λειώνει μέταλλα, δεν έχει σπαθιά, δεν καβαλάει άλογα, δεν έχει ασπίδες και κοντάρια. Ο αέρας γι’ αυτόν είναι ζωντανός. Φτερωτός σαρκοβόρος γίγαντας. Νοιώθει δέος, μαγεμένος απ’ την ίδια την αστραφτερή του εικόνα που βλέπει παντού. Είναι αυτός που δε σκορπίζει τη ζωή του στη ματαιοδοξία, αφήνοντας για κάποιο θλιβερό μουσείο πίσω του ένα σκόρπιο λείψανο, μια νεκρική μάσκα ή ένα χρυσό γιαταγάνι. Ο βοσκός είναι ο αρχαίος φύλακας του κοπαδιού. Η αναλλοίωτη μορφή που θρέφει τη βουλιμία της απλότητας. Εκεί που οι νυχτερίδες και τα φίδια έχουν τον ίδιο ρόλο μ’ αυτόν. Εκεί που κανένα πλάσμα δεν είναι περιττό. Κι εκεί που ο ένας θρέφει τον άλλο για να επιβιώσει και δεν τον καταβροχθίζει και δεν τον σφάζει και δεν τον πετάει στον καιάδα και στο κάτεργο για να του φέρει λεφτά.
Pork Memoirs
Είναι ένας κόσμος τρελός. Βίαιος και ασυνάρτητος. Παραγεμισμένος με νόμους και τηλεοράσεις. Ανικανοποίητους και ζηλόφθονους. Ένας κόσμος που φαίνεται πιο τρελός αν απομακρυνθείς ελαφρά σε μια πιο ήσυχη ζωή. Ένας κόσμος που ζει σε κουβούκλια. Σε κλειστούς χώρους. Που έχει ωράριο για το κατούρημα και το χέσιμο. Ένας κόσμος που φοράει πάνες για να μη λείψει ένα λεπτό απ’ τη δουλειά. Ένας κόσμος που πεθαίνει από ασιτία ή βαρυστομαχιά. Χώρες εξωτικές που προμηθεύουν την Αμερική και την Ευρώπη μπαχαρικά, καουτσούκ, ψευδάργυρο, καφέ και πρόθυμες πουτάνες. Χώρες αγορασμένες απ’ το θεόρατο χταπόδι που απλώνει τα πλοκάμια του απ’ το Λονδίνο, το Βερολίνο, το Παρίσι, το Σικάγο μέχρι τη Σιγκαπούρη, το Τόκιο, τη Βομβάη, το νέο Δελχί, τις άκρες της Ισλανδίας και τα άγρια βάθη της στέπας. Εκεί που ο πολιτισμός στοιβάζεται δίχως ειρμό και τα γλοιώδη του πλοκάμια εκπολιτίζουν τους ιθαγενείς. Εκεί που φτάνει πρώτα η Βίβλος και τα τουφέκια. Εκεί που αποκτούν Ιησού Χριστό ενώ είχαν τον ήλιο. Χώρες του ήλιου που τις φαρμάκωσε η ελεημοσύνη. Χώρες που βάζουν τα παιδιά τους στα λαγούμια για να φέρουν χρυσό στα δάχτυλα και στους λαιμούς δυστυχισμένων γυναικών. Χώρες διχασμένες. Χωρισμένες στα δύο. Παραδομένες ανάμεσα στην απόλυτη φτώχια και την παρανοϊκή χλιδή. Χώρες με όση βρώμικη ελευθερία τις έχει σκεπάσει ο ολοκληρωτισμός του Διαφωτισμού. Χώρες μινιατούρες για τα ράφια του σούπερ μάρκετ και το ντισκάβερι τσάνελ. Χώρες στη μεγάλη σεξουαλική τους σκλαβιά. Μπουρδέλα των δυτικών που φρεσκάρουν φτηνά την καταπιεσμένη τους λίμπιντο. Αποικίες έτοιμες για όλα. Χώρες που σκορπίζουν και φυλλοροούν. Χώρες που καταστρέφονται και ελπίζουν. Χώρες που μαχαιρώνονται στην κοιλιά. Χώρες γεμάτες μεγάφωνα που διαλαλούν καταστροφικά νέα νίκης και ήττας. Χώρες με γειτονιές που γίνεται πόλεμος. Χώρες που θέλουν χωροφύλακα για να κοιμηθούν. Τον αστυνομικό της γειτονιάς. Χώρες καταδικασμένες να ζήσουν με τους εφιάλτες τους. Μεταλλεία Χαλκιδικής, κυανίδια, ξανθογονικά αλάτα, θειονοκαρβαμίδια. Χρυσός και σιωπή. Γιατί η σιωπή είναι χρυσός. Κι η σιωπή φέρνει φράγκα. Και τα γουρούνια θέλουν λάσπη για να κυλιστούν.
Ερωτική εξαναγκασμένη ταλάντωση
συνεισφορά στις 14 του Φλεβάρη
1
Ψάχνω αγίους να πιστέψω. Αγίους συμμαθητές παλαιούς και αγίες συμμαθήτριες με πάθη. Και ψάχνω μιαν αγία για το εικονοστάσι μου. Αυτήν που περιγράφει ωραιότατα ο Εμπειρίκος κι αυτήν που έχει ζωγραφίσει ο Μαυροΐδης θεόγυμνη και ανελέητα καυλωτική.
2
Όλη η δαιμονολογία του πρωτόγονου ανθρώπου είναι εδώ. Ο νεογέννητος έρως που καθώς γεννιέται φέρνει και τις ακαθαρσίες του μαζί του στον κόσμο.
3
Πιστεύω εις την Οσία Μαρίνα Αμπράμοβιτς που βρίσκεται δίπλα μου την ώρα των σεισμών. Στη γυμνή της κοιλιά που τη χαράσσει με ξυράφι. Στο χάρτη πάνω της Γιουγκοσλαβίας. Δείχνοντας στους φιλότεχνους δυτικούς το κανιβαλικό τους επίτευγμα. Κι αυτός είναι ο ύψιστος ερωτισμός, να τραγουδάς νανουρίσματα μπροστά σ’ ένα βουνό από κόκκαλα βοδιών.
4
Πιστεύω εις τα ορυκτά συστατικά των γυναικών της κάτω Ακαρνανίας. Χωριά του κάμπου και χωριατοπούλες τρυφερότατες. Νυχτερίδες στοιχειωμένες. Καβαλάν μηχανάκια, ερεθισμένες ύαινες, μικρόσωμες, σαυροειδείς, εκβάλουν μέσα σε φρύγανα και άνθη. Φοράνε την κιλότα στο κεφάλι του εραστή τους και γελούν.
5
Υπέρ υγείας και προστασίας σας δεόμεθα κόρες με το μονόφθαλμο κορμάκι.
6
Ανταλλάσουμε βαθιά φιλιά. Τίποτε περισσότερο. Ερωτοτροπούμε. Αίφνης σκέφτομαι ένα χωράφι δίπλα στη Μονή Βατοπεδίου με χιλιάδες αποστεωμένα κρανία. Ο μοναχός που μας ξεναγεί μου λέει: όλοι οι πολιτισμοί είναι θηριώδεις. Αυτά είναι τα απορρίμματα, οι ψυχές είναι αλλού.
7
Μην αφήσεις τα όνειρα να σε καταπιούν, της είπα, καθώς έσταζε κι εγώ πρηνής στην άκρη του κρεβατιού ασπαζόμουν τις υφάλμυρες πύλες της. Η πραγματικότητα είναι απείρως ονειρική.
8
Ταξιδεύουμε με το φίλο μου για τα νησιά. Για το ωραίο γαλανό Αιγαίο. Δεν ψάχνουμε ηλιοβασίλεμα και μικροσκοπικά λευκά εκκλησάκια αλλά μουνί κώλο βυζιά. Στο πλοίο για το επόμενο άγνωστο νησί ερωτοτροπούμε με δυο γαλλίδες. Στο τέλος μας φτύνουν. Ο φίλος μου λέει: χέστες μαλάκα, τις κακομαθημένες θυγατέρες αποικιοκρατών της Αλγερίας, τις κόρες δολοφόνων του Τσαντ.
9
Εδώ η αρμονία συμπλέει με τη χαρά. Εδώ ξέρεις πως οι κατακτήσεις φέρνουν μόνο θάνατο και αγαμία. Θεούς που βρωμούν και ζέχνουν. Οι αγάμητοι άνθρωποι κουτσομπολεύουν το σύμπαν, το διπλανό τους. Περιφρουρούν την αγαμία τους. Την αχαλίνωτη εγκράτεια. Ηθικολογούν χυδαία. Πολιτισμός διαστροφών, εμπόριο. Άγιος Βαλεντίνος, ιδιοκτήτης του γαμησιού που πάσχει από αβιταμίνωση, αναιμία, μισθωτή σκλαβιά και λοιπά και λοιπά.
10
Θυμάμαι πως γιορτάσαμε κάποτε την αγάπη σ’ ένα εκκλησάκι στο Λυγουριό. Κι αυτή πως ύψωσε τα σκέλια της προς τον τρούλο, για να ευφρανθεί το στερημένο μάτι του παντοκράτορα.
11
Ο Πρίαπος είχε ένα τεράστιο πούτσο. Ο άγιος Βαλεντίνος κρύβει τη στύση του κάτω απ’ το ρομαντισμό. Λουλουδάκια, αρκουδάκια, σοκολατάκια. Κι ανάμεσα εκεί αποκεφαλισμένοι, πνιγμένοι, αιχμάλωτοι, κατάδικοι, αριστεροί δηλωσίες. Κι ένας αγαθός λαός γίγαντας. Μιαν υπέροχα σεξουαλική άρχουσα τάξη που πάει το καθυστερημένο της παιδί στις αγορές. Να ψωνίσει οργασμούς με τα μάτια.
12
Αχ κορίτσια, Αγίες, εσείς πλάσατε τον οξύμωρο εαυτό μου. Μαζί σας έγινα αυτό που είμαι τώρα. Κοντά στις θάλασσες και τα ωραία λιβάδια. Κάτω απ’ τον ήλιο αποσαρκώνοντας τη φθορά. Στις αγκαλιές και τις υγρές κρυψώνες σας.
13
Εδώ αυτό το φως είναι ιερό. Δηλαδή ερωτικό. Εδώ ο νευρωτικός είτε θεραπεύεται είτε τρελαίνεται. Κι ίσως εδώ πρέπει να έρθουν για να εξαγνιστούν τα καραβάνια των νευρωτικών του πολιτισμού. Εδώ να περπατήσουν γυμνοί και μόνοι χωρίς την προβιά της χριστιανικής ανοησίας. Εδώ πρέπει να τινάξουν από πάνω τους τη νεκρή αρρωστιάρικη υπόγεια ζωή. Τις λιτανείες, τα μαστιγώματα της σάρκας. Τα μαρτύρια.
14
Ο έρωτας ζει. Ζει αιώνια στο μέσο ενός κόσμου που πεθαίνει.
Μικρή ιστορία του ματιού
Όταν διαβείς το κατώφλι του καθρέφτη μαζεύεις όλη αυτή την εν δυνάμει κοπριά του εγωισμού και τη ζυμώνεις κάνοντάς τη ένα σβόλο κατανόησης. Μόνον αυτός ο φοβερός καθρέφτης απ’ όλους τους μεγάλους συμβούλους, μας λέει αδιάκοπα την αλήθεια. Μόνον αυτός με τη συνδρομή του φωτός λειτουργεί ως ηθικό παραπέτασμα των ελαττωμάτων και των αρετών μας. Μόνον αυτός πολλαπλασιάζει γύρω μας και αντανακλά με γεωμετρική ακρίβεια το φως και την αλήθεια. Τη μεγαλειώδη στιγμή που οι ακτίνες εισχωρούν στα μάτια μας και μας χρωματίζουν έτσι όπως είμαστε. Το χιλιοστό εκείνο του χρόνου που η φιλαυτία γλιστρά το απατηλό πρίσμα της ανάμεσα σε μας και το είδωλό μας και μας παρουσιάζει μια θεότητα. Φλογερά μάτια και τερατώδη πάθη. Μόνον εμείς μπορούμε να δούμε αυτό που δε βλέπουν οι άλλοι. Μπροστά σ’ έναν καθρέφτη εκπαιδεύουμε τον εαυτό μας. Γυμνάζουμε το πρόσωπο και ρυθμίζουμε τις εκφράσεις του, για να το ρίξουμε ασφαλώς στην ανίερη κοινωνικότητα ως δόλωμα. Για να μας φέρει ψωμί και τριαντάφυλλα και έρωτα. Για να ταΐσουμε το σώμα, την ύπαρξη και το νόημά της. Γιατί με το πρόσωπο κατακτούμε το ζεστό ψωμί. Γιατί είμαστε αυτό που δείχνει το πρόσωπό μας. Είμαστε αυτό που πλάθουμε μπροστά στον καθρέφτη. Μπροστά στον καθρέφτη οξύνουμε τα χαρακτηριστικά μας και σχεδιάζουμε τις σκληρότητές μας. Εκεί επαναλαμβάνουμε τις ραδιουργίες μας, μελετάμε τις κινήσεις μας, κηρύσσουμε τον πόλεμο. Εκεί δοκιμάζουμε να κάνουμε τα γλυκά μάτια, γκριμάτσες. Επιτηδευμένα καμώματα, σαν τον ηθοποιό που ασκείτε μπροστά στο είδωλό του πριν εμφανιστεί στο κοινό. Πρωί μεσημέρι βράδυ καθρεφτιζόμαστε. Στους καθρέφτες και στα μάτια των άλλων. Εκεί όπου η πραγματικότητα των απέραντων προοπτικών της ζωής αντανακλά στα μάτια μας τα ρόδα της νιότης και τις ρυτίδες των γηρατειών. Εκεί όπου η γύμνια μας κοιτάζει τον εαυτό της χωρίς να τον συκοφαντεί ή να τον κολακεύει. Εκεί όπου γυμνά κορίτσια ποζάρουν στο είδωλό τους, δείχνοντας το μουνί τους στο σατανά.
Ενδοχώρα
Οι καλύτερες γυναίκες ήταν αυτές που δεν με παντρεύτηκαν, τα καλύτερα βιβλία ήταν αυτά που ξέχασα και οι καλύτερες ιστορίες που διάβασα δεν είχαν τίποτε να πουν. Οι άνθρωποι και τα βιβλία που πασχίζουν κάτι σοβαρό να πουν, συνήθως χάνονται μέσα στις τετριμμένες λεπτομέρειες. Άλλες φορές με θωρακίζουν με νάρκες και συρματοπλέγματα και κούφιες ρητορείες. Με φοβητσιάρικες κι ακριβολόγες περιγραφές τόσο που τρέμουν μήπως φανούν ψεύτικοι και δειλοί. Υπάρχουν όμως και άνθρωποι και βιβλία που πλέεις αργά ανάμεσά τους κι είναι σαν να ξαναζείς τη χαρά τού περάσματος από την μήτρα στον κόσμο. Κι είναι μια χαρά πολύ βαθιά για να τη θυμάται κανείς. Γιατί δεν έχει καμία σημασία η θύμησή της αλλά το βίωμα. Γιατί είναι μια χαρά που μοιάζει μ’ εκείνες τις μουδιασμένες απολαύσεις του βρέφους ή του ερωτοχτυπημένου που ξαναγίνεται βρέφος, σβήνοντας τη μνήμη κι αφήνοντας τις εκκρίσεις του να θωρακίσουν το σώμα με χαρά. Με ηλιόλουστη διάθεση. Γιατί η πάλλουσα ανάσα της αγάπης τους δεν κρύβει ναρκισσισμό και μαγειρεμένη εξυπνάδα, αλλά μαγεία, αγκαλιά, συμπάθεια, φιλία, καθοδήγηση. Δεν κρύβει ζόμπι εικονικά που αυτόφωτογραφίζονται και αυτοθαυμάζονται στον κυβερνοχώρο και τη σκουριά. Η καλύτερη γυναίκα είναι αυτή που θα σε ανατινάξει σαν άστρο που τέλειωσε το σκοπό του κι η καρδιά θα στείλει τα λιωμένα συντρίμμια της παντού στον κόσμο. Καμιά συνοχή δεν κρίνεται απ’ το γραμμικό χρόνο. Κανένα μεθύσι και καμιά ευτυχία. Το καλύτερο βιβλίο είναι αυτό που θα σε αφήσει στο τέλος να απολαύσεις το θαύμα της ζωής, να απολαύσεις τις νυχτερίδες, τα φίδια, τις σαύρες και τον αετό που κρέμεται μ’ απλωμένα φτερά πάνω απ’ το καζάνι της γης. Ο καλύτερος φίλος είναι αυτός που θα σου ανοίξει μια καινούργια φλέβα εμπειρίας σαν ανθρακωρύχος της μεγάλης καρδιάς του κόσμου, που νιώθει το νόημα του πόνου και της λύπης και της χαράς. Σήμερα που οι άνθρωποι συμφωνούν ή διαφωνούν αλλά δε νιώθουν και θέλουν μανιωδώς να ταυτιστούν με κάτι για να υπάρξουν και σήμερα που η κοινότητα έγινε ένα άθροισμα από ξεχαρβαλωμένες μοναξιές και σήμερα που οι άνθρωποι ξεσπαθώνουν εναντίον όλων, γράφω το άσκοπο ποίημα μου και περιφέρω την άσκοπη ύπαρξή μου, θαμπωμένος απ’ το φανταχτερό μωσαϊκό της ομορφιάς πού στολίζει την πολυτάραχη άβυσσο. Τη σκοτεινή ύλη ενός λυρισμού που φλογίζει μέσα μου εκείνο το εσώτερο μάτι. Το μάτι που παρατηρεί τη ζωή που βρίσκεται στις ρίζες, καταχωνιασμένη στο ροδαλό μουνάκι της απλότητας.
Βίος λιτός, νηστεία, προσευχή, διαπραγμάτευση
Φτώχεια της γλώσσας σημαίνει φτώχεια της φαντασίας και φτώχεια της εσωτερικής μας ζωής. Η γλώσσα μιλιέται, γράφεται, νιώθεται. Η γλώσσα ξεσπά. Όλοι οι έρωτες εξαρτιούνται απ’ τη γλώσσα. Η γλώσσα τους χτίζει κι η γλώσσα τους γκρεμίζει ξανά και ξανά.
Ο έρωτας για τη ζωή είναι ο έρωτας για την αλήθεια. Και αλήθεια είναι αυτό που θέλεις να είσαι κι όχι αυτό που θέλουν οι άλλοι να γίνεις για να τους αρέσεις.
Ελπίδα, πίστη, αφοσίωση. Αρρώστιες που τις κουβαλάμε δια βίου. Αρρώστιες που δε γιατρεύονται με σιρόπια και χάπια. Στον κόσμο μας οι τυφλοί οδηγούν τους τυφλούς και οι άρρωστοι τρέχουν στους άρρωστους για θεραπεία.
Εφαρμοσμένος αμοραλισμός. Δάσκαλοι εκκεντρικοί, νάρκισσοι της ακαδημίας, διπλωματούχοι που ξεριζώνουν με το νυστέρι αρρώστιες χωρίς να μπορούν να ξεριζώσουν αυτό που γεννά τις αρρώστιες.
Ολόκληρη η χώρα είναι ένα υπουργείο αμύνης που εκδίδει πολεμικά ανακοινωθέντα. Θρίαμβοι που αναγγέλλονται και ρίχνονται ως στάχτη στα μάτια για να συγκαλύψουν το θάνατο και την καταστροφή. Τον όλεθρο της φτώχειας και της μιζέριας.
Δεν φτάνει να ρίξεις κυβερνήσεις, τυράννους, βασιλιάδες, πρέπει να πετάξεις από πάνω σου προκαταλήψεις αιώνων. Η επανάσταση για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι συνεχής και χωρίς έλεος. Να μη σε οδηγεί κάθε φορά η απελπισία σε μια νέα υποταγή.
Τώρα που ο θετικισμός των οικονομολόγων αποπνέει βαρβαρισμό και βία- αφού ο άνθρωπος έγινε προϊόν και χρήμα -έρχεται το ιδεολόγημα τού λιτού βίου να φορεθεί στους αποχαυνωμένους υποτελείς φανερώνοντας τις πιο εκφυλισμένες όψεις ενός πολιτισμού που τον θρέφει η υποκρισία.
Τις μεγαλύτερες αχρειότητες και μαλακίες θα τις ακούσεις από οικονομολόγους. Ο δόκτωρ Μάρκετινγκ έγινε διανοούμενος Σόιμπλε, ο ευρωπαϊκός αχταρμάς που ομονοεί στο ξεπάστρεμα λαών έγινε η ευρωπαϊκή μας οικογένεια και άλλα ωραία και συγκινητικά έγιναν πίτουρα για ζαλισμένα κοτόπουλα.
Παντού και πάντα υπάρχει ένας φιλόδοξος ωραιοπαθής σοφός, που συγκινεί τα πλήθη. Όταν οι άνθρωποι κοιτάζονται στον καθρέφτη της τηλεόρασης θέλουν να βλέπουν τον εαυτό τους. Για να νοιώθουν σιγουριά και ν’ ακούνε πρακτικές συμβουλές για το νοικοκυριό, την ιδιοκτησία τους και την ψυχούλα τους(όταν ακούω την λέξη ψυχούλα βάζω το δάχτυλο στο στόμα για να ξεράσω).
Κι όταν ακούω την έκφραση ευρωπαϊκή οικογένεια παθαίνω εγκεφαλική κράμπα. Κι όταν μάλιστα την ακούω από αριστερό νιώθω φαγούρα και πρήξιμο(κατά την ραφτικήν βεβαίως αριστερός είναι ο έχων τους όρχεις εις το αριστερό μέρος του καβάλου. Κατά την πολιτικήν ο έχων τους όρχεις σε συννεφάκι).
Αν οι Δεξιοί υπήρξαν καυλωμένοι γερμανοτσολιάδες οι ξεθυμασμένοι αριστεροί θα μείνουν στην ιστορία ως απατημένοι ευρωπαϊστές.
Βεβαίως γιατί ο ευρωπαϊσμός τους δεν είναι παρά έκφυλος γερμανισμός. Βεβαίως γιατί, ενώ στην Ελλάδα το ΑΕΠ μειώθηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια 27%, στη Γερμανία αυξήθηκε 12% και πάνω κι ενώ στην Ελλάδα η ανεργία ανέρχεται επισήμως στο 30%, εκατοντάδες χιλιάδες κάθε χρόνο από όλη τη υφήλιο πάνε στη Γερμανία και βρίσκουν δουλειά!
Κάθε διαπραγμάτευση του φτωχομπινέδικου ελληνικού καπιταλισμού με τον γερμανικό επεκτατικό καπιταλισμό αποτελεί σύντομο ανέκδοτο. Η γερμανική επίθεση θα φτάσει μέχρι τέλους. Όπως οι γερμανοί ναζί δεν κώλωσαν να ισοπεδώσουν ολόκληρη την Ευρώπη για να καταλάβει ζωτικό χώρο ο γερμανικός καπιταλιστής έτσι δεν θα κωλώσουν τώρα να κάνουν την Ευρώπη Γερμανική.
Σήμερα που η υπερσυσσώρευση πλούτου έχει βαρέσει κόκκινο είναι τουλάχιστον άτιμο να μιλάς για βίο λιτό και απέριττο. Είναι ύβρις να απευθύνεις στους εξαθλιωμένους πανεπιστημιακά μαθήματα λιτού βίου.
Κι ίσως είναι γελοίο να απευθύνεις κάτι τέτοιο στους πλούσιους και στα κοράκια. Να διδάσκεις το αρπαχτικό προσευχή και νηστεία.
Σήμερα που το χοντρό παιδί της Αμερικής ξερνά πάνω στους λαούς έξυπνες βόμβες, βάζοντας δήθεν μπροστά τους Μωάμεθ και τους Μεσσίες, εσύ μιλάς για λιτό βίο και προστασία του ΝΑΤΟ, παρακολουθώντας με ψηφιακό σήμα κομμάτια ανθρώπινης σάρκας πεταμένα ολόγυρα σαν τροφή για κότες.
Κοιτάς αποχαυνωμένος τα ακόρεστα σαγόνια του τέρατος που καταπίνει τα πάντα. Νόμος, ηθική, δικαιοσύνη μοιάζουν με άσχημα αστεία που παίζει η τύχη σ’ ένα κόσμο ηλιθίων. Σ’ ένα κόσμο που ιδιωτεύει και επαίρεται για την ιδιωτεία του. Σ’ ένα κόσμο που περιμένει να δει την απελευθέρωσή του σε απευθείας μετάδοση.
Και δυστυχώς ακούγονται προφητικά τα λόγια του Ηλία Πετρόπουλου που έλεγε: «Δε μένει, ας πούμε, επαγγελματικά κανένα άλλο μέλλον για τον έλληνα από το να αποβεί γκαρσόνι σε τουριστικά ρεστοράν ή συλλέκτης καποτών στο δρόμο, απ’ τις καπότες που θα πετάνε οι ξένοι τουρίστες. Τίποτε άλλο. Όσο για τη γλώσσα μας, δε νομίζω ότι έχει άλλο μέλλον από το να αποβεί μία αργκό προς χρήση των ιθαγενών, πλέον, της Ελλάδος».
Η παταφυσική πάλη των τάξεων
Οι τάξεις βρίσκονται σε πλήρη αταξία
ατακτούν φαντάζονται δαγκώνονται
φιλιούνται χλομιάζουν ιδρώνουν
αγωνίζονται για τα στομάχια τους και
κοκκινίζουν ελαφρώς μπρος στη γύμνια
χαμογελούν πονηρά δοκιμάζουν εσώρουχα
υποφέρουν λιώνουν πεινάνε μεταφέρουν
πυρομαχικά πυροβολούν τη γυναίκα τους
διχογνωμούν οι τάξεις θα χαθούν στο
σύμπαν θα στοχαστούν θα μονιάσουν
θα λύσουν σταυρόλεξα θα κάνουν σεξ
θα ξενυχτήσουν θα σκουπίσουν τη μύξα
τους θα καρικώσουν κάλτσες θα ξενυχτήσουν
νεκρούς θα στρώσουν πετσέτα στην παραλία
θα κοιμηθούν με βρεγμένο μαγιό με δάκρυα
νατοϊκούς βομβαρδισμούς λύπη κομμάτια
κρέατος στα δόντια οι τάξεις αγοράζουν
εφημερίδα και ομιλούν σαν την εφημερίδα
που αγοράζουν διατηρούν σπίτια εξοχικά
παράγκες ανάβουν κεριά ιδρώνουν βγάζουν
λεφτά δίνουν λεφτά παίρνουν λεφτά οι τάξεις
γκρεμίζουν και ξαναχτίζουν θυσιάζουν τη
γυναίκα του πρωτομάστορα για το γεφύρι
της Άρτας οργώνουν σπέρνουν θερίζουν
ιδιοτροπούν αυνανίζονται καμαρώνουν
φωτογραφίζονται ξανά και ξανά ερμηνεύουν
μολύνουν ξεπαστρεύουν οι τάξεις διαφέρουν
διαφθείρονται υπολογίζουν μακαρίζουν
μακελεύουν γράφουν ποιήματα γραδώνουν
ανάμεσα σε γόπες αρχαία συντρίμμια οι τάξεις
διαδηλώνουν πνίγονται χέζουν χάνονται
ψοφάνε οι τάξεις θα γίνουν κάποτε μια τάξη
μια επιθυμία μια όπερα μια περιουσία
ένα σακ βουαγιάζ για την αιώνια εκδρομή
Προς την νίκην
Αν αγαπάτε το θεό σας πιστοί, απελευθερώστε τον απ’ το όνομά του. Απ’ τα δεσμά της προσευχής σας και τα παρακάλια σας. Πιστοί όλων των αποχρώσεων αν αγαπάτε το θεό σας σφάξτε τον με το μαχαίρι της κουζίνας. Χαρίστε του την ελευθερία της εκλογής. Αφήστε τον να διαλέξει δημιουργήματα και πιστούς. Αν αγαπάτε το θεό σας πιστοί, δολοφονήστε τον. Κόψτε του τ’ αρχίδια. Ξεριζώστε του την πούτσα. Ευνουχίστε τον αρσενικό σας θεό, που κατέχει τις γυναίκες και τις κλειτορίδες τους. Που κατουράει στο μουνί τους. Γιατί ο θεός που είναι αγάπη και συγχώρεση είναι χρήμα και διαχείριση του θανάτου. Υποβιβασμός της ζωής σε κενό χρόνο. Σε ελπίδα και οίκτο. Σε ζευγάρωμα θηλαστικών για τη διαιώνιση της κυριαρχίας. Απελευθερωθείτε πιστοί απ’ το μέλλον και το χρήμα, απ’ την εξουσία δηλαδή του παντοδύναμου θεού. Γιατί η πίστη σας στο θεό είναι πίστη στην εξουσία που σας εξασφαλίζει μέλλον και χρήμα. Ξεπαστρέψτε πιστοί το θεό άρα και το φόβο του μέλλοντος. Εδραιώστε την απιστία σας σ’ αυτό που σας κάνει να φοβάστε το άγνωστο μέλλον. Γιατί το μέλλον δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ. Γιατί μονάχα μιαν ενιαία στιγμή υπάρχει που σπαταλάτε στην πίστη και την ελπίδα για το ανύπαρκτο μέλλον. Στον φόβο του θανάτου. Στον κούφιο φόβο και στο φόβο χωρίς περιεχόμενο που κινεί τον κόσμο. Τον κόσμο που αλλάζει κάθε στιγμή και κάθε δευτερόλεπτο αλλά δεν έχει μέλλον. Εσείς πιστοί, πρέπει να στραγγαλίσετε το θεό σας. Εσείς πιστοί, πρέπει να πάψετε να πουλάτε το κορμί σας στο γάμο και στον Κύριο διοικητή των ηδονών. Να πάψετε να φιλοδοξείτε τακτοποίηση, τίτλους σπουδών, διπλώματα, ενδείξεις υποταγής και πίστης. Σκαλοπάτια ανόδου, διαδοχικές προαγωγές, εμπορικές επεκτάσεις, επαγγελματικές βελτιώσεις, μέχρι την σύνταξη και τα πούλμαν συνταξιούχων που σας γυρίζουν στον κόσμο για να απολαύσετε αυτό που δε ζήσατε. Αυτό που χάσατε ελπίζοντας. Αυτό το μέλλον με ρυτίδες που έφτασε και το μέλλον με χρήμα που σας χάρισε την τελευταία εκδρομή στην πραγματικότητα που δεν αλλάξατε.
Απ’ τα οδοφράγματα στις παντόφλες
Όπως πίσω απ’ τον Δον Κιχώτη βαδίζει ο Σάντσο Πάντσα, πίσω απ’ την εξέγερση βαδίζει ο συμβιβασμός.
Οι εξεγέρσεις είναι προβλέψιμες και τις αποζητά το κατεστημένο.
Η εξέγερση απορρέει απ’ το θυμικό, απ’ την αγανάκτηση, απ’ την οργή.
Οι εξεγερμένοι νέοι είναι στην ουσία αντεπαναστάτες.
Η ρίζα της επανάστασης είναι ανθρωπολογική.
Xαρακτηριστικό της εξέγερσης είναι η αφετηριακή δυσπιστία της και η ολοένα και πιο φτωχή σχέση της με το Λόγο.
H αστική πολιτική είναι γεμάτη πρώην εξεγερμένους που χρησιμοποίησαν την εξέγερση για να νομιμοποιήσουν την παρουσία τους στην εξουσία, ενισχύοντας την αυξανόμενη εμπιστοσύνη σε «μάγκες» που «θα καθαρίσουν την κατάσταση».
Η εξεγερμένη αριστερά τρύπωσε στον κοινοβουλευτικό στάβλο.
Η εξέγερση δεν οδηγεί σε επανάσταση αλλά σε διαφημίσεις.
Ελπίδα, μεσσιανισμός, ταυτοχρονία του μεσαίωνα, χιλιαστικές ουτοπίες, εξέγερση.
Η επανάσταση προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης. Είναι η μη ταύτιση με το ενοχικό πουριτανικό αυτομαστίγωμα.
Κάποτε οι εξεγερμένοι νέοι σταματούν την εξέγερση και ανοίγουν επιχειρήσεις.
Η επανάσταση κατασκευάζει Πόλεις ενώ η εξέγερση ασχολείται με τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων.
Η εξέγερση είναι αποτέλεσμα συλλογικών μύθων.
Οι εξεγέρσεις είναι οι εξατμίσεις των κοινωνικών συγκρούσεων.
Διαρκής διάψευση και αναζωπύρωση της επιθυμίας. Η ελπίδα πωλείται στα περίπτερα.
Απ’ τα οδοφράγματα στις παντόφλες.
Οι εξεγέρσεις έχουν ηγέτες. Οι επαναστάσεις εργατικά συμβούλια.
Η αριστερά που θέλει να κυβερνήσει είναι η δεξιά του μέλλοντος.
Οι εξεγερμένοι είναι ρομαντικοί τύποι. Μα ο ρομαντισμός είναι η παιδική αρρώστια του μικροαστισμού.
Η εξέγερση σηματοδοτεί μια απλή αντίδραση στις κυρίαρχες συνθήκες χωρίς να προσκομίζει νέες, διαφορετικές συνθήκες ζωής, ενώ η επανάσταση αποτελεί εκδήλωση νέων τρόπων ζωής.
Η εξέγερση είναι το ξινισμένο γάλα της επανάστασης που έμεινε στα χαρτιά.
Και λοιπά και λοιπά.
Ελεγείο για το κραγιόν της
Υπάρχει για όλους και για όλες μια μυστική ζωή.
Βροχούλες μέσα στη νύχτα.
Αιδοία που δεν υπάρχουν στο χάρτη.
Ζεστή σιωπή κάτω απ’ τις πέτρες.
Μια μέλισσα παγιδευμένη στο μπουκάλι της ψυχής.
Υπάρχει το λεξικό των εραστών
κι ο φιλοπαίγμων ήλιος όσων χάσαν το δρόμο τους.
Υπάρχει ο διάβολος που φωλιάζει στις λεπτομέρειες
και τα κορίτσια που λαμπαδιάζουν.
Και τα κορίτσια που σκορπάν το κορμί τους στο σύμπαν
και τα αγόρια που τα σκέφτονται γυμνά αλειμμένα με βούτυρο.
Υπάρχουν γαντζωμένα κορμιά και δαγκωμένα μήλα.
Ψυγεία που ξεχάστηκαν ανοιχτά.
Υπάρχουν στρατηγοί υπουργοί αρουραίοι.
Ομορφονιοί που φωτογραφίζονται με πτώματα.
Φτωχοί που φωσφορίζουν στο σκοτάδι.
Νομοσχέδια για τον έρωτα την αγάπη το γάμο
το χωρισμό και το φόνο.
Σουηδέζες που αλείφουν το μουνί τους μαγιονέζα
για να κολατσίσει ο μαύρος φαλλός.
Υπάρχουν οι ελαφρόμυαλοι
που γράφουν λογοτεχνία αντί να βγάζουν λεφτά.
Και οι τελείως γυμνοί που περιμένουν την τελευταία φροντίδα.
Αγία τριάς
Η πιο βαθιά προσωπική αίσθηση του ερωτισμού συνδέεται με τον τόνο και την απόσταση απ’ όπου ξεκινά ο χτύπος των ρολογιών της καρδιάς. Και τα ρολόγια της καρδιάς τα κουρδίζει η γειτονιά και τα βλέμματα. Η κουβέντα που άκουσες στο δρόμο για την ευχαρίστηση. Στο δρόμο για τη θεία λειτουργία της χαράς. Γιατί η χαρά σε βάζει μέσα. Όσο χαίρεσαι τόσο επιδιώκεις τη χαρά. Τη συναναστροφή με τα πλάσματα που θα σου προσφέρουν τη συνείδηση του σώματός σου. Κι όχι αυτό που τους έμαθε ο δηλητηριώδης όφις των απαγορεύσεων και των κατηχητικών. Διότι μαζί με τους εραστές στο δωμάτιο τρυπώνει και η κοινωνία. Και παρακολουθεί το θέαμα του σεξουαλικά αρπαχτικού άντρα και της σεξουαλικά πειθήνιας γυναίκας. Και βάζει ρόλους στα συμπλέγματα και στις συνουσίες. Κι όταν ακολουθείς ρόλους τρως σκατά. Κοιτάζεσαι στον καθρέφτη, ανησυχείς, κορδώνεσαι. Δεν είσαι εσύ αλλά ο ρόλος. Το κακέκτυπο του εαυτού σου. Ο νάρκισσος που θαυμάζει τα κωλομέρια του. Ο βραχυκυκλωμένος γαμιάς που βιντεοσκοπεί την ευχαρίστηση για να τη δείξει στους άλλους. Για να επικυρώσει την φύση των πραγμάτων που διαφεντεύει το εγώ του. Για να λάβει εύσημα και αναστενάρικα σχόλια για τη μεγαλοσύνη του. Όμως όταν οι εραστές αφήνουν τη φυλετική τους προέλευση εκτός ερωτικής κλίνης τότε μεταμορφώνονται. Δεν θέλουν να αποδείξουν τίποτε. Γίνονται ένα κουβάρι. Η Αφροδίτη κι ο Διόνυσος γίνονται ένα. Πλάθονται. Αλλάζουν. Αντιτάσσουν στον αποθνήσκοντα ανθρωπισμό το σκληρό καθήκον της ηδονής.
Αυθαδιάζω άρα υπάρχω
Η αυθάδεια είναι ένα είδος πνευματικού οξυγόνου. Η αυθάδεια έχει μέσα ψυχολογικά δίπολα και μουτζούρες. Απελπισία με γέλιο. Δράμα με κωμωδία. Στοχασμό με προχειρότητες. Αν δε βάλεις στόχο τη βλακεία, τη μισαλλοδοξία, την τύφλωση της πολιτικής τάξης, τη μεγαλομανία των ισχυρών, τη μικροπρέπεια της ψυχής πολλών γκουρού, τον εξτρεμισμό και την άγνοια, τη δημαγωγία και τη διαφθορά συνήθως γράφεις μαλακίες με ήπιο κυματισμό. Κι αν δεν παθαίνει κάτι αυτός που σε διαβάζει να ξέρεις πως δεν φταίει αυτός αλλά εσύ. Κι αν θες να πάθει κάτι ο άλλος πρέπει να αυθαδιάσεις. Να βάλεις στο ρουθούνι του μύκητες και γεγονότα που να γκρεμίζουν εν ρυθμώ βεβαιότητες και κουσούρια του διδακτισμού. Η γραφή και η ανάγνωση δεν είναι συνεύρεση ιδιωτικής φύσεως. Αλλά μια μεγαλοπρεπέστατη κοινωνική πράξη. Απ’ το χάλασμα των κοινοβίων και μετά είναι ένας τρόπος να τρυπήσουμε τα ντουβάρια. Και για να τρυπήσεις το μπετό της κυρίαρχης ιδεολογίας θέλει δουλειά. Για να ξεμάθεις γενικώς και να πετάξεις τα σκουριασμένα γρανάζια πρέπει να αυθαδιάσεις .Είτε γράφοντας, είτε διαβάζοντας. Όποιος δεν αυθαδιάζει είναι ξενέρωτος. Κι ο κατάλογος των ξενέρωτων συγγραφέων είναι μακρύς. Κι ο κατάλογος των ξενέρωτων ανθρώπων ατελείωτος.
Arabian nights
Ανάμεσα στα πόδια της σαν διάολος,
σφηνωμένος στον ιερό της κήπο που
βάζω τη γλώσσα μου, μετέωρος να μυρίζω
το μουνί της, την κολόνια, το αντισηπτικό,
τις φυσικές καταστροφές, το αίμα της
που περιμένει να κάνει τον κύκλο του.
Ανταλλάσσουμε φιλιά συμφραζόμενα
και θέλω να της φάω το στήθος.
Δικαιούμαι λίγο βυζί. Λίγο τρυφερό
γυναικείο κρέας. Δίνω την αίσθηση
διαβρωμένου Ευρωπαίου. Αγροίκου
που θέλει να δαγκώσει την ερωμένη
του. Το κορμί διψά. Διψά για πόνο.
Ο πόνος είναι μονήρης. Χωρίς παρόν,
ούτε παρελθόν. Απόλυτα αποκομμένος.