Κύκνειο

ralph-gibson-1974-leda-copy

Μελετώ με κάθε επιμέλεια το κορμί σου
μετρώ την απόσταση που με χωρίζει από σένα
παρατηρώντας προπαντός το μαύρο κύκνο
το νυχτοφύλακά μας
που παραφυλάει βυθισμένος μέσα σε μια ηλιαχτίδα
διαβάζοντας τα εξακόσια εξήντα έξι διαβολικά ποιήματα
που έγραψα για σένα

Μακάριοι οι πραείς

aleks

θα πρέπει να ανταμείβονται οι στρατιώτες μετά τη λεηλασία. Όταν κάνεις μια καλή πράξη γι’ αυτόν που σε ταΐζει, σαν οικτρή κούκλα ή σαν φάντασμα, πρέπει να γλείψεις το πιο λαχταριστό κόκκαλο και το πιο ζαχαρωμένο ξεροκόμματο. Πάνω απ’ τους λάκκους εκεί, πάνω απ’ το βουβαμένο και ύπτιο πληθυσμό, πάνω απ’ τις θαμμένες καρδιές και τα σπλάχνα.

Οι μυαλωμένοι στρατηγοί πίστευαν πάντα στην αχαλίνωτη ακολασία. Αυτοί έμειναν στην ιστορία. Αυτοί που έδιναν πρώτα στους φαντάρους τα κλειδιά της πόλης. Που τους χάριζαν τα ψοφίμια και τα νεκροζώντανα εδέσματα.

Ναι ήμουν εκεί. Είδα γυναίκες να τις γαμούν μέχρι το μεδούλι. Να τους σουφρώνουν τα δαχτυλίδια και να τους κόβουν τα δάχτυλα. Είδα το στρατό μετά τις μάχες να κάνει πλιάτσικο ξερά μαραμένα μουνιά μέχρι να μουδιάσει ο πούτσος τους. Μαμμόθρεφτα που άρχισαν να καταπίνουν ότι άφησε πίσω η καταστροφή και ο θάνατος. Χειραψίες άρματα μάχης ηγέτες και πεζικάριοι. Έτσι είν’ ο στρατός, έτσι ήταν κι έτσι θα είναι πάντα.

Εδώ σαν άγρια φωτιά που πελεκάει το δάσος των ανθρώπων. Εδώ που οι φονιάδες σαν σμάρι από ακρίδες ροκανίζουν τα πάντα. Εδώ που η δυστυχία δεν έχει κανένα βάρος κι ο θάνατος του ξένου είναι στατιστική. Εδώ που οι θεοί χαρίζουν στους πιστούς αιώνια δυστυχία και πόνο. Εδώ που τα κομμένα κεφάλια και τα κομμένα αρχίδια και τα λιωμένα μυαλά χαρίζουν θέαμα μέσα στην αρχαϊκή αδρότητα της αιώνιας σφαγής.

Ήρωες και στρατηλάτες δαφνοστεφείς, ζωγραφισμένοι για τα βιβλία της ιστορίας. Για τα ψηφιδωτά των θνητών που χρειάζονται ένα έπος για να εξιλεώσουν το έγκλημα. Για να φτερουγήσουν υπερήφανα μέσα στη σκιερή ανυπαρξία. Για να μαγαρίσουν λαούς που αρνήθηκαν τη δουλεία και το κάτεργο.

Σ’ έναν κόσμο αιώνιου πένθους οι νέες γενιές πατούν πάνω στο παρελθόν με τη θρασύτητα του ανυποψίαστου και ξαναβγάζουν τα γιαταγάνια και τις ερπύστριες για να εκπολιτίσουν και ξαναβγάζουν τις διόπτρες για να σημαδέψουν στο κεφάλι τον αλλόθρησκο και τον μελαμψό. Μιαν αιωνίως εξαπατημένη ανθρωπότητα απ’ το ναρκισσισμό του δυνατού. Απ’ τις γραφές που πασάλειψαν με σκατά το ανθρώπινο σώμα. Απ’ τις γραφές που θυμίζουν ότι στον τάφο σήπεται πριν απ’ όλα το μάτι του θαμμένου γιατί από κει μπήκε η αμαρτία στον κόσμο. Εκεί μέσα στο λάκκο που βασιλεύει η ακίνδυνη σιωπή. Εκεί που θάβονται και πετιούνται όσοι θέλουν να ζήσουν χωρίς να καταβροχθίσουν τον άλλο. Εκεί μέχρι να γίνουν κόκκαλα και κοπριά. Κόνις και τέφρα.