Είναι πολλές φορές αυτά τα όμορφα μηνύματα που παραμένουν αφηρημένα με το συγκρατημένο τους λυρισμό.
Μέσα στον εικαστικό παλιμπαιδισμό τού συναισθήματος ο ένας παίζει το ταξίδι κι ο άλλος το δρόμο. Κι εκεί νοιώθεις πως μόνο το ανεπίδοτο έχει πιθανότητες να επιδοθεί.
Πως το παιχνίδι, ερωτικό ή μη, -αλλά πάντα ερωτικό- είναι μια φαντασμαγορία. Ένα καρναβάλι όπου την εξουσία έχουμε όλοι εμείς.
Ύστερα από τόσες και τόσες σχολές εγκλεισμού που μας δίδαξαν οι ειδικοί της Κυριαρχίας προστρέχουμε στο παιχνίδι της γραφής για να πληρώσουμε ολόκληρο το φόρο της εξουθένωσης.
Όλο λαχτάρες και απερίγραπτες τραγωδίες εισβάλουν στο κέλυφος της ιδιωτίας μας.
Κανείς δεν είναι ασφαλισμένος στο νοικοκυριό του.
Το σπίτι μας τρέχει βολίδα. Μέσα στο σχετικιστικό σύμπαν και τις μεγάλες ταχύτητες η σάρκα είναι καταδικασμένη σε περίτεχνες ασυμφωνίες.
Όλα τα ευαγγέλια, οι κανόνες και οι οδηγοί ορθότητας πολλαπλασιάζουν τα λαβυρινθώδη ψεύδη της εξουσίας. Και μας απομένει μονάχα το πείσμα, όχι να πολεμήσουμε με φουσκωμένα ρουθούνια και σφιγμένα δόντια αλλά να ανιχνεύσουμε την ουσία δηλαδή να εκφράσουμε το μη λεχθέν.
Όχι να ζήσουμε ως νταβραντισμένοι γυμνασιάρχες, υψώνοντας το δάχτυλο στην αχαλίνωτη διάθεση για παιχνίδι, με όλο το παιδεραστικό μένος του καταπιεσμένου, που, διυλίζει τα πάθη του μεταξύ στέρησης και μελαγχολίας, μεταξύ κοινωνικής ένδειας και ναρκισσισμού. Μα, να ζήσουμε τη λαχτάρα μας σαν βλαμμένοι που ανακαλύπτουν τα λουλουδάκια που ξεφυτρώνουν απ’ το μηδέν. Απ’ τον καταπιόνα που θα μας καταπιεί.
Να βρούμε στη σχισμή της κόρης που μας γέννησε τον ορίζοντα.
Ν’ ανακαλύψουμε πάλι πως ανακαλύπτουμε τον κόσμο. Τον κόσμο τον δικό μας και των άλλων.
Να παίξουμε με τα κορμιά μας και το Είναι μας. Να μην αφήσουμε να μας ξεριζώσουν το κεντρί οι αγάμητοι στιχοπλόκοι, οι μουχλιασμένοι εθνικόφρονες και οι καταθλιπτικοί γραφειοκράτες.
Η γραφή είναι το παιχνίδι μας. Και φυλαχτείτε απ’ το παιχνίδι μας.