Καρότσα

karotsa

Ήμασταν όλοι εκεί, στοιβαγμένοι σαν κοκόρια στην καρότσα του γύφτου. Απ’ το κασετόφωνο μπορούσες να ακούσεις μια γενιά άκαμπτη σαν παλούκι, και υπερήφανη. Μακριά από καλλιτεχνίες και κατρουλιά με δυο χερούλια κι ένα καπάκι σα χύτρες. Μακριά από παπαδίστικα καπέλα και αλλήθωρες γεροντοκόρες που δαγκώνουν το ξερό ψωμί απ’ τα χέρια της μνήμης. Τα μνήματα ανασκαλεύοντας και τα ποιήματα που σε κάνουν να νιώθεις περισσότερο νεκρός παρά ζωντανός.

Μινώταυρος

Minotaure attaquant une amazone

Ο Μινώταυρος δεν αντιστάθηκε καθόλου. Αυτοί που διέδωσαν πως ήταν φαντασμένος και μισάνθρωπος και τρελός έχουν βασιλέψει πια. Έτσι η σοφία του τέρατος εξευτέλισε την ανθρώπινη αλαζονεία. Το όνομά του χάθηκε και έσβησε. Όμως περπατά ακόμα αυτός εδώ, στους δρόμους, ολόγυμνος ή σκεπασμένος με κουρέλια, μετρώντας τα τερατώδη του δάχτυλα με τον αντίχειρα, πίνοντας μαγαρισμένο νερό για να ξεχάσει πως αφέθηκε στην κρίση ενός προικοθήρα. Κι είναι τα πράγματα που με κάνουν και κλαίω. Κι αυτός ο επίμονος τρόπος να αγαπήσω το τέρας που υπήρξα κάποτε.

Θεοτικόν

dyo

Με σκάβει στα τυφλά,
βλέμμα μιανής που ξέχασε, χαράματα,
τις λήγουσες στα χείλη μου.
Όλο λιγούρα σόλο
όλο κρεατόμυγες γύρω
τεκμήρια σήψης.
Όλο προπατορικά μέσα στα γιωταχή
συντρόφια με το δέρμα τους ψωμί
κηροπλαστεία έρωτος
ανοιχτά το Σάββατο
η λέξη τέφρα αιμάσσουσα
ζεστό σπουργίτι
μες στο σπλάχνο της το σπέρμα μου.
Αχ! τώρα που σε θυμήθηκα
στη φλέβα μου να ρέεις
έφηβη στύση
ο νους μου εκεί,
σπειροειδές αγγόνι κλειτορίδος
τεκές των Ουραλίων
μες στο μακρύ συλλείτουργο
της πιο στυγνής αιδοιλειχίας
κάνοντας
οι δεντρογαλιές της ομορφιάς
το πιο ανελέητο και φίνο γλειφομούνι.