Μάγκες πιάστε τα γιοφύρια, φωνάζει
ο ανατόμος της ψυχής. Άντρες και
αντράκια και ποιήματα σε πλήρη στύση.
Ω ξειν΄ αγγέλειν Λακεδαιμονίοις κάποια
νωχελικά απογεύματα που σε θέλω και
μετρώ τους δείκτες υγρασίας της ψυχο
ψωλής μου, τα δάκρυα απ’ την υπερ
δοσολογία αναμνήσεων. Το μουνί σέρνει
καράβι λένε οι σοφοί μπαμπάδες στους
γιούς τους. Οι έρωτες λιώνουν σαν το
χιόνι αλλά ποτίζουν την κρύα γη,
βλαμμένα φιλιά στα πάρκα και φιλήδονα
καλοκαίρια, σάρκα πεταλουδίτσα στην
απόχη του χρόνου, δικόγραφα και χαφιέδες
κι οι αμνάδες πάνω απ’ τη χύτρα τους. Δια
παντός μανούλες. Στον πάγκο της κουζίνας
σε στάση υγρής αναμονής ακούν τον Εθνικό
ύμνο, γουργουριστό σκυλάδικο. Τη δεκαετία
απ’ τα είκοσι στα είκοσι δύο τους που τη
ρούφηξε ο νεροχύτης. Παντζάρια μαϊντανοί
και καλαμάρια. Υπάρχω λες κι ύστερα πάλι
υπάρχω. Μάγκες πιάστε τα γιοφύρια
μπάτσοι κλάστε μας τ’ αρχίδια.
Month: Ιουνίου 2017
Βίπερ
Οι δυο κοπέλες ήτο όμορφες και αγουροξυπνημένες.
Με μια μυρωδάτη λάμψη και με ακατάστατα μαλλιά, έμοιαζαν με πρόσωπα γκραβούρας του δεκάτου ογδόου αιώνος κι έμοιαζαν έτσι με τη γύμνια τους φρέσκια σαν να περιμένουν τον επόπτη παγοδρόμων ή σαν να περιμένουν έναν εραστή μεταξοσκώληκα στις γάμπες τους.
Ξαφνικά χωρίς προειδοποίηση ένας άντρας ολόγυμνος μπήκε απ’ το παράθυρο κι έτρεξε να κρυφτεί πίσω απ’ την κουρτίνα.
Οι δυο κοπέλες ήτο όμορφες και αγουροξυπνημένες. Άκουγαν τα Αχ! και τα Ωχ! του άντρα να πέφτουν στο πάτωμα και να σπάνε, άκουγαν από μέσα του λέξεις και ακατάσχετη σπερματορροία.
Άκουγαν το σαλεμένο μυαλό και το αίμα της ψωλής του, τα «σώστε με, σώστε με».
Σαν σκύλες τότε άρχισαν να του γαυγίζουν. Τράβηξαν την κουρτίνα κι άρχισαν τα κρυφομιλήματα και τα ξόρκια. Δούναι και λαβείν. Οι ασέλγειες με τη γλώσσα.
Νυφούλες αυτές, μάχιμες κι αθάνατες, που και που γονάτιζαν σαν να προσεύχονταν, και έσμιγαν και οι τρεις, ο εισβολέας μέσα τους σκόρπιζε σπερματόσπορο και τρυφερά λογάκια.
Έξω η πλάσις ήτο μιαρή, οι παπάδες πριόνιζαν δέντρα και τσουτσουνάκια, οι δάσκαλοι θυροκολλούσαν κούφιους οργασμούς στις πόρτες των εφήβων, η πατρίς αναιμική κατουρούσε γάλα, φίδια μαζεύονταν, μέρες της κρίσης.
Και το στοίχημα ήταν ποιος θα χάσει τον ήλιο.
Nocturne
Επιβιώνω λανθάνοντας. Ο Σοπέν παντού
γύρω στους ελαιώνες. Σώγαμπροι τζίτζικες
όλο εξάψεις και αγχωμένη ακοή.
Στατιστικές και τσίπουρα που πατικώθηκαν
στην πλατφόρμα. Όλο κάμπος και μπροστά
το αταρίχευτο βουνό. Ο ιθαγενής αγρότης
που είμαι εγώ, κοιλοπονάει, γεννάει βροχούλες.
Κι οι βροχούλες πετραχήλι κοριτσιών εγίνοντο,
continuo τρυφερό για το νυχτόλακκο. Ήλιος
που δάγκωσε η οχιά της συνουσίας
κι αιμορραγεί φωτιά και σπερματόσπορο αρχαγγέλων
πουτσαράδων. Ήλιος Βλαντίμιρ Ίλιτς ευδαίμων.
Ήλιος έκζεμα του καπιταλιστή. Ήλιος ξεγυρισμένος
εκπεσών στις υποθέσεις των πληβείων. Ήλιος
κλητήρ της ηδονής στο μεταμεσονύχτιο
κουκούλι του ύπνου. Ήλιος τιμονιέρης του θριάμβου
όπως το δάχτυλο έφηβης γαλιάντρας
τραβά το λάβαρο βρακί και φαίνεται
ο φευγάτος λογισμός της ιερής σχισμής
σκοτάδια βαθειά που ξέρουνε καλά
πόσο εξέχει από το χρόνο ο θάνατος
πόσο οι φλέβες ξεψυχούν στα τέμπλα της λαγνείας.
Ορθία κλειτορίς ξενύχτι ταύρων. Χαράζει
αρραβώνας αθεράπευτος . Χρυσόψαρο
στα σκέλια σπαρταράει το απεταξάμην.
Γύρω απ’ τα κορίτσια του Ισλάμ με τις τριχούλες οι Μυκήνες,
μιαν αποθήκη χαρτικών, οίνος ευφράνει καρδίαν ανθρώπου,
η σιωπή αγιάζει τα μέσα, χώμα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω,
το μεδούλι ρουφώ απ’ της παρτίδας τα κόκκαλα και λοιπά και λοιπά
Το πορτραίτο του καλλιτέχνη
Μας αιχμαλώτισε το κορίτσι αυτό, πεισματικά.
Όμορφη, με τους πόθους στα χέρια της.
Ορέχτηκε αντιεμπορικά φιλιά, έβγαλε γλώσσα.
Το κουτοπόνηρο ένστιχτο του θανάτου άφησε
στην εγγαστρίμυθη επαρχία. Από τη μπλούζα
μέσα αξιοθέατοι σπασμοί. Έβγαλε πέρα
μπόλικη κομματική δουλειά. Κλεψιμαίικη ηδονή
και τίποτε άλλο. Πρότασσε το στήθος της
ως ελαφρύτερον του αέρος. Τα προτερήματα
της διαλεκτικής. Το α μπε μπα μπλομ της καύλας.
Το τέλος της ιστορίας
Η τέχνη γύρω μας έχει το σχήμα γωνίας. Εγκλωβισμένη στη γωνία της προοπτικής, κόσμος ειδωμένος από μια και μοναδική οπτική γωνία.
Η γωνία είναι ο πρωταγωνιστής. Αυτό που σπάει όμως τη γωνία και την ακινησία είναι η αλληλεπίδραση των σωμάτων που για να ισορροπήσουν και να βρούνε το κέντρο τους πρέπει να γίνουν ένα.
Να χαθεί το στερεομετρικό αντίβαρο μέσα στο φουτουρισμό και την ανταρσία, κατακτώντας τον κόσμο τού απείρου, δηλαδή την επιστροφή στο μηδέν.
Από τις γωνίες των ιδεατών πραγμάτων και τη σταθερότητα ο τρόπος παραγωγής μας οδηγεί στην ψυχεδελικά καθησυχαστική εικονολατρία.
Η κοινωνική μας πραγματικότητα γίνεται δημιούργημα της σκέψης των άλλων, καθρεφτίζοντας εκδοχές της κόλασης και του παραδείσου, θεσπίζοντας μεταφορικά την ζωώδη μας βουλιμία.
Η κατανάλωση μας ερεθίζει ενισχύοντας την αυταρέσκεια της ισχύος που μας δόθηκε απ’ το περίσσευμα της υπεραξίας μιας κάποιας εργατικής δύναμης.
Όλα μετατρέπονται σε σκουπίδια. Τα χωνεύει ο χρόνος όσα χωνεύονται και τα άλλα τα μνημειώνει ανταποκρινόμενος στην εσπευσμένη τους ανάγκη να επιβάλουν σιωπή.
Φθορά και φθορά και μπόχα. Τα γάγγλια νεύρα ενός δυναμικού συστήματος εκκαθάρισης του περιττού.
Μιαν άκαμπτη ιεραρχία κραδάνει ράβδους νουθεσίας στην ανορθοδοξία της νεότητας, που είναι η μόνη επαναστατική ορδή. Μιαν ιεραρχία του κρατικού συρφετού, δηλαδή του Κράτος που ορίζεται ως Ωμή Βία.
Μιαν ιεραρχία που διατηρεί δυναμικά την αβάσταχτη ταλάντωση από την ευτυχία στην απάρνηση και από την απάρνηση στην ευτυχία. Στα κενά βίου ανθόσπαρτου από συσκευασμένα προϊόντα και πλαστικά κτερίσματα χαράς.
Ξέρουμε πως εμείς είμαστε τα σκουπίδια, οι ποιητές της επιθυμίας που λιποτακτήσαμε στα απορρίμματα.
Ο τρελός τρεχάτος κόσμος δεν μας έχει ανάγκη. Θα ψοφήσει αβοήθητος κάποτε χωρίς να νιώσει τη βαθύτατη ηδονή της βραδύτητας που επιτάσσει ο λαθραίος λυρισμός τού αλλήθωρου ποιητικού βλέμματος πλασμάτων εξωστέων απ’ την πλατωνική πολιτεία.
Οι διωγμένοι εμείς, κρατάμε για τον εαυτό μας το ρόλο του αυτοεξόριστου από μια τέτοια πολιτεία, όπου οι ζωές μας αποτιμώνται λιγότερο από κείνες των εμπόρων.
Η επιτάχυνση της βραδύτητας
Θα σε φιλήσω, λαέ μου, στο στόμα.
Να δούνε οι μεταφραστές σε τι απόκρημνη πατρίδα ζω.
Τι δώμα νοίκιασα για να βγάλω πέρα το λιοπύρι .
Προπάντων να σκάει σάρκα από παντού.
Εσύ το μανουάλι κι εγώ ο νεωκόρος.
Ρυθμολογώντας την ιστορία του χαμού.
Θυγατέρες υγρές και μπάμπουσκες των Ουραλίων.
Δυόμιση χιλιάδες χρόνια σας βοσκάν ακρίδες στη μεσόγειο.
Τώρα με βλέπεται εδώ, κουκουλοφόρο ηδονιστή.
Να λεσβιάζω εκ παραδρομής στις λουτροπόλεις.
Πεύκα, κυπαρίσσια και ασβέστες.
Οργανωμένος τουρισμός, φραπέ και μοναξιά.
Λαγνεία εν χορδαίς και οργάνοις
Σε πέρασαν-κορίτσι μου-τα έγχορδα
για πιάνο με ουρά. Κάτι στριφτές
αργόσυρτες τσιμπιές σου δώσαν στα καπούλια.
Είπαν τα πλήκτρα σου έκφυλα ερπετά.
Τα δάχτυλα τού εραστή σου είπαν μαρκησίες.
Όλη από ξύλο η σάρκα σου σαν φέρετρο.
Με ανοιχτό το ντεκολτέ.
Να φαίνονται οι άβυσσοι.
Τα αιδοία των Βακχών να ευωδούν
στ’ αυτάκια του θανάτου.
Ουράνιος Μηχανική
Ο ήλιος μας φωτίζει ή ιδέα του ήλιου;
Άρχισα έφηβος να συλλαμβάνω τη λαμπρή διαφάνεια.
Να γίνομαι πρωτόγονος με απαίδευτο μάτι.
Στον κεραυνό έκρυψα τον πόνο μου σαν ένας τιποτένιος βασιλιάς.
Κι έτρεξα να πάω εκεί που μ’ αγαπούν, μακριά απ’ τις μονομαχίες
και τα ελέησόν με Δέσποινα των πονηρών λογισμών,
σώμα και αίμα κυρίας γεύτηκα ,
μιαν αρμαθιά έγινα με τους ηδονιστές της υπαίθρου,
λιώμα διάφοροι ερωτοχτυπημένοι με υιοθέτησαν,
οπωροφόρες γκόμενες, κάποια χαρτάκια
στη μεσημεριανή ζαλάδα με ποιήματα,
κάποιοι πάσχοντες από υπερβολική υγεία,
κοφτερές μαμάδες με το φιλοπρόοδο δεσποτισμό τους με αγκάλιασαν,
νυχάκια μιανής μετέωρης εκλιπαρούσαν τη σάρκα μου
ζητιανεύοντας ένα καινούργιο μάτι για τον Πολύφημο οργασμό.
Αναπνοές και βογγητά
Το ποίημα γράφεται με παρδαλό τρόπο. Λειτουργεί ως εκκρεμές της ανέκφραστης προσέγγισης της ερμηνείας. Ερμηνεύω το ποίημα σημαίνει καταδυναστεύω το εύρος των νοηματικών του αποθεμάτων.
Τα ίχνη χιούμορ αυτής της λαϊκής τέχνης κι αυτής της φόρμας που διαθέτει απειρία στάσεων και υπαρξιακών χειρονομιών πρέπει να καταλήγουν στο στομάχι του ανυποψίαστου εραστή-αναγνώστη.
Στην αρχαία αυτή τέχνη έχουν την τιμητική τους οι θάνατοι και οι καταστροφές.
Τα ερωτικά ποιήματα έρχονται δεύτερα και πολλές φορές οδηγούνται στην εξορία από μια κοινωνική ρητορική που μας θέλει άριστους, αποτελεσματικούς, μα κυρίως ανταγωνιστικούς.
Η σεξουαλική χροιά των ποιητικών γραφών έχει ρητορική μη βίας, δηλαδή τεμπελιά και μεταερωτικό ραχάτι σε κάποια αμμουδερή κλίνη ηλιότροπη και γουργουριστή.
Οι αισθήσεις μας είναι τόσο βομβαρδισμένες με τεχνητές και ψεύτικες συγκινήσεις από πολιτικούς λόγους και σαπουνόπερες που δύσκολα αντέχουν την αλήθεια του σωματικού ερωτισμού μετά το συναισθηματικό μας ξυλοδαρμό.
Η αγωνία μας επιδρά στις αόρατες σμικρύνσεις κάθε στοιχείου εμπλοκής των πραγμάτων που μας ερεθίζουν.
Αν δεν ερεθιστείς δεν παράγεις το υπονοούμενο και την αντιλογία, δεν δημιουργείς σπινθήρες και συγκρούσεις.
Δεν βάζεις τα δάχτυλα των χεριών σου πάνω στην τραμπάλα των αγκομαχητών απ’ το αναβρυτό παράδομα της σάρκας στην ταραχή και τη λιποθυμία.
Εγκώμιο για μια σπηλιά
Μετά, που γδύθηκε απ’ τις μασχάλες
μέχρι κάτω στους θόλους και φάνηκε
το μεσονύχτι κι οι μικρές αράχνες
να βάζουν φουρνέλο στο λυρισμό.
Μετά, που το ουρλιαχτό της χτυπημένο ορτύκι
λίγο κάτω απ’ τις χαράδρες και τα Βελούχια.
Μετά που εδιάβαινε ο τζίτζικας Διόνυσος
στο ανοιγμένο του έρωτα μηλίγγι. Μετά
που ήρθε ο θρίαμβος. Ένα φωνήεν πρωτόπλαστο
μαζί με ένα σύμφωνο ασώματο και χθαμαλό.
Αχ! Αχ! Αχ! και μύρισ’ ο αέρας αρραβώνα
χύσια δάχτυλα γλώσσες αστόχαστα ερπετά
να μπαινοβγαίνουν στα νυφιάτικά της.
Προσευχή για τον Fazil Say
Βρίσκω ένα ένα τα χαμένα μου αδέρφια.
Τον Fazil Say και τους τούρκους ποιητές
να χαζεύουν την πανσέληνο
και να ονειρεύονται βίσωνες.
Λάμψεις του θανάτου και της δόξας.
Νεογέννητα μουλάρια της ανατολής.
Ναι, έτσι έγιναν τα πράγματα.
Ο αδερφός μου ανέβηκε στο πιάνο.
Τα δάχτυλά του ένας σωρός θρυμματισμένοι καθρέφτες.
Χορδιστής των λαβυρίνθων.
Πρίγκιπας όσων ανήκουν ήδη στο βασίλειο του έρωτα και της φωτιάς.
Στους δικαστές του είπε πως ο παράδεισος είναι ένα μπορντέλο.
Το αίμα του θεού
Η αληθινή φύση της ηθικής δεν είναι παρά ένα σύμπλεγμα δονήσεων των νευρικών μας χορδών.
Από την άκρα ευαισθησία έως την πιο αδιαπέραστη απάθεια, εν μέσω ενός παιγνίου αφαιρέσεων, κυριαρχεί το «σκέπτομαι, άρα απολαμβάνω». Η αναγνώριση και η σημασία του ηθικού κραδασμού που είναι απόλυτα υποταγμένος σ’ εκείνον των αισθήσεων.
Οι ανθρώπινες αρετές που συσσωματώνουν την καρδιά και το πνεύμα, δίνουν το ρυθμό μες στο κοχύλι της υπαρξιακής μας σιωπής. Μας επιτρέπουν να ζούμε λιγότερο χιμαιρικά, συνθέτοντας την αταξία και τον παραλογισμό, κάνοντάς μας δημιουργούς δηλαδή ολοκληρωτικά εγωιστές.
Η φύση μας γίνεται θεϊκή, δηλαδή δημιουργική, μέσω της γνώσης και της έρευνας. Η φιλοδοξία της δικαιώνει τον εγωισμό μας που θέλει να μεταστρέψει τα πάντα και να μεταβάλει τις απέχθειες σε ηδονές και τις δυστυχίες σ’ ευτυχίες.
Ο προσδιορισμός όμως αυτός της ανθρώπινης φύσεως οδηγεί στην άρνηση των νόμων, στην άρνηση του θεού και στην άρνηση της ηθικής.
Οι νόμοι, ο θεός και η ηθική είναι τα αποτελέσματα ταξικών συμφερόντων και ταξικών συγκρούσεων που διαμορφώθηκαν μες στη ροή του ιστορικού χρόνου.
Τα άτομα χάνονται. Εγκαταλείπονται στον καρτεσιανό αγνωστικισμό τους, επιδιώκοντας εξουσίες και προνόμια. Όταν στο δρόμο τους βρίσκουν το παραμικρό υπόλειμμα του θεού τότε ξυπνάει άμεσα η βία και η περιφρόνηση και η ένταση της υπερηφάνειας, όπως και ο ίλιγγος της δύναμης και της άνευ όρων αρπαχτικής επιθυμίας.
Οι νόμοι, ο θεός και η ηθική ενσαρκώνουν σε κάθε κοινωνία το όχημα του μίσους. Κατασκευάσματα που πλήττουν αιώνες τώρα την οικουμενική ζωή. Μιαν οικουμενική ζωή που σήμερα θα γιόρταζε τον πανσεξουαλισμό της ψυχορραγεί τώρα αποσυρμένη στα εθνικά της διαμερίσματα και στις φαντασιώσεις που έπλασε μέσα στον ιστορικό χωροχρόνο.
Δυστυχείς γυρνούμε έξω απ’ τη Φύση μας. Έξω απ’ τη μήτρα της μητέρας. Έκθετοι στην καταστροφή και τον εκμηδενισμό.
Γινόμαστε στρατιώτες δηλαδή εγκληματίες. Γινόμαστε κατηχητές δηλαδή διαστροφείς της ελεύθερης βούλησης.
Μέσα στο κοιμισμένο κουκούλι των παθών μας φυτρώνουν όμως οι σπόροι της εξέγερσης.
Η νοημοσύνη μας εξελίσσεται και τα ερωτικά μας όργανα, εσαεί εύθραυστα και θνητά, υπακούουν στην άπειρη μουσικότητα των κυμάτων του νευρικού μας συστήματος.
Σε μια βιολογία ανασυγκρότησης των ευάλωτων κυττάρων της παιδικότητάς μας. Εκεί όπου ο θάνατος εμφανιζόταν ως αστέρευτο ανάβρυσμα αναστάτωσης, οδηγώντας μας στην ενότητα της ζωής που ήταν σφόδρα εμποτισμένη από μια τέλια καρποφόρα αιώνια γνώση της εμπειρίας και του παιχνιδιού.
Ο νέος άμβωνας Ή Όταν η επιστήμη ανασταίνει τη θεοκρατία
Ως παιδιά της ψωροκώσταινας αγαπάμε τους μύθους και το παραμύθιασμα. Ο ίδιος ο άνθρωπος που κατασκεύασε τους θεούς, τους έχρισε τελικά κατασκευαστές του και αφέντες της ζωής του.
Η επιστήμη ενώ χρησιμοποιήθηκε από την αστική τάξη για την εκθρόνιση της φεουδαρχίας και της θρησκείας που τη στήριζε, όταν ανέβηκε στη θέση της μετατράπηκε η ίδια σε θρησκεία και ιδεολογία της αστικής τάξης, κάνοντας αυτή τη συγκεκριμένη τάξη να αποκτήσει μια ψευδή άρα ευάλωτη συνείδηση.
Η τεχνολογία από την άλλη, υποταγμένη στις επιταγές του θετικισμού και της καπιταλιστικής λογικής της «απόδοσης» και της «αποτελεσματικότητας», δε θα μπορούσε παρά να αντανακλά αυτή την ιδεολογία.
Αφήνοντας τη σημασία των οικονομικών αιτιών του πολέμου, μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος καθορίζεται στον πιο σκληρό και ολέθριο πυρήνα του από το χάσμα ανάμεσα στα γιγαντιαία μέσα τεχνολογίας από τη μια μεριά και την ελάχιστα ηθική ανταύγειά τους από την άλλη.
Η αστική τάξη απομονώνει οτιδήποτε τεχνολογικό απ’ το επονομαζόμενο πνευματικό, αποκλείοντας αποφασιστικά την τεχνολογική σκέψη από τη δυνατότητα να συνδιαμορφώνει την κοινωνική οργάνωση.
Κάθε μελλοντικός πόλεμος θα είναι ταυτόχρονα μια εξέγερση των σκλάβων της τεχνολογίας.
Πάνω στα «ερείπια» των παλιών μεταφυσικών πεποιθήσεων ανεγέρθηκε ο «άυλος» άμβωνας της μαζικής κουλτούρας ως ένας προνομιακός χώρος έκφρασης κηρυγματικού λόγου σχετικά με τα επιτεύγματα της τεχνολογίας ή με τα δεινά που η εξέλιξή της μπορεί να επιφέρει.
Το πρότυπο για το Εγώ του αστού πολίτη και επιστήμονα διαμορφώθηκε πάνω στη βάση ενός εσωτερικού χάσματος ανάμεσα σε ανώτερες πνευματικές-δηλαδή μαθηματικές-και νομοκανονιστικές λειτουργίες και σε κατώτερες σωματικές.
Είναι αυτός ο διανοητικά υπερτροφικός κι εσώτερος «Θεός» που καλείται τώρα να καθυποτάξει τόσο τη Φύση-δηλαδή να την ανακρίνει, όπως σημειώνει ο Kant-όσο και την Ιστορία, σε μια πορεία τελείωσης του ανθρώπου.
Ο επιστημονικός ναρκισσισμός γίνεται εταίρος της θεοκρατίας χαράσσοντας τις συντεταγμένες της νέας μεταφυσικής.
Δίπλα στον παπά στέκεται πλέον ο νέος επιστήμων, μεταγράφοντας στις αόρατες γωνίτσες της επιστημολογικής πρόζας-του νέου δηλαδή υπερούσιου αφηγήματος-την απαίτηση για τον έλεγχο της παρέκκλισης. Του επαναστατικού και του διαφορετικού, που δεν διαμορφώνεται μέσα σ’ αυτούς τους ταξικά αποστειρωμένους χώρους.
Εδώ λαμβάνει χώρα η αναλγητική εσωτερίκευση των όρων Κυριαρχίας του δυνατού και συνακόλουθα η παραγωγή μιας ρητορικής που απειλώντας και καθησυχάζοντας ταυτόχρονα, θα στηρίξει το κοινωνικό σώμα στη βουλητική του απάθεια.
Οι συναντήσεις και οι συνυπάρξεις αυτές, συνιστούν τις καθόλου αθώες όψεις ενός εκλεπτυσμένου όσο και βορβορώδους πνεύματος καθυπόταξης.
Μια νέα πατρωνία βασιλεύει στο δημόσιο χώρο, απορφανισμένη πια, απ’ τις αληθινές ανθρώπινες ανάγκες,
Πρώτη Γραφή
Το ξέρω αυτό το αεράκι της Κυριακής
από παιδί. Ζηλόφθονες δίποδες ώρες.
Απόγευμα, λέπι κολλημένο
κάτω απ’ το νύχι της μαμάς.
Ο καφές ελληνικός και το δάκρυ τούρκικο.
Ένα κρασοπότηρο με κραγιόν από χείλη
έξω απ’ το παράθυρο. Στη βροχή.
Λάσπες της επαρχίας και τριχούλες.
Σαν χορταράκια μες από καυτά σορτς.
Ω! θεοσεβούμενη νύχτα που έρχεσαι.
Με όψη νηπίου θα πιπιλίσω απ’ το μπιμπερό σου
αλκοόλ κουβέντες τα κορίτσια που πέφτουν
στα γνωστά τάρταρα του γάμου
μετά τους πρώτους οργασμούς.
Ηρωικές πένθιμες ψυχούλες, χάριν ειρωνείας
σας διεκδικώ. Εγκώμια γράφω για να σκάνε
στα γέλια οι τρυφηλές αγρότισσες των Αθηνών.
Οι χυμώδεις χορεύτριες των μπαλέτων Μπολσόι.
Μακροπρόθεσμα η αλήθεια δεν έχει καμιά
σημασία. Το γνωρίζουν όλοι αυτό.
Η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου είναι να ζήσω τη ζωή μου
Η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου είναι να ζήσω τη ζωή μου. Εδώ αρχίζουν όμως οι συμφορές. Γιατί το να θες να ζήσεις τη ζωή σου είναι μια προκλητική φιλοδοξία.
Πρέπει να διαθέτεις ένα πνεύμα τέλεια διαυγές, το οποίο όμως να στερείται του ενστίκτου της κυριαρχίας.
Αν δεν πολεμήσουμε οργανωμένα την ανάγκη του άρχειν δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ζήσουμε τη ζωή μας.
Εφτά αιώνες πριν ένας διάβολος ονόματι Τζελαλουντίν Ρουμί άφησε το χνάρι της φωνής του απευθυνόμενος στ’ αδέρφια του, δείχνοντάς τους την αληθινή του ταυτότητα.
Την ταυτότητα του πλάσματος που η μόνη του φιλοδοξία είναι να ζήσει τη ζωή του, αφήνοντας πίσω ολίγα σκύβαλα κάτω απ’ τ’ αγριολούλουδα και τις μαργαρίτες:
Aδέρφια Μουσουλμάνοι δεν ξέρω τι να κάνω.
Δεν ξέρω τι να πω.
Δεν είμαι Χριστιανός ούτε Εβραίος.
Δεν είμαι Μουσουλμάνος ούτε και Ινδουιστής.
Δεν είμαι Βουδιστής ούτε και Σούφι.
Δεν είμαι και διόλου Ζεν.
Δεν έχω μια θρησκεία ή παράδοση.
Δεν είμαι απ’ την ανατολή μήτε τη δύση
ούτε από θάλασσα ούτε κι απ’ τα βουνά.
Δεν είμαι στοιχειωμένος ή αιθέριος
αλλά δεν είμαι ούτε και φυσικός.
Δεν είμαι οντότητα και δεν υπάρχω
ούτε σ’ αυτόν μηδέ στον κόσμο τον επόμενο.
Δεν έρχομαι από την Εύα τον Αδάμ
ή κάποιαν άλλην ιστορία.
Ο τόπος μου είναι άτοπος
χνάρι δεν έχει το χνάρι μου.
Ούτε σώμα ούτε ψυχή.
Ανήκω στον Αγαπημένο.
Είδα τους δύο κόσμους σ’ έναν και γνωρίζω
τον πρώτο και τον τελευταίο
που αναπνέει μ’ ανθρώπινη αναπνοή.
Πάτερ ημών
Ο πατέρας μού χάρισε έναν ελαιώνα.
Τον ήλιο με τα λέπια του σε στάση ακροβυστίας.
Κλαδευτήρια οχτωβριανής μη αριθμήσιμα.
Ήτο πηδαλιούχος ραπτομηχανής και κόμης.
Στα κατηχητικά και τους προσκόπους
δεν με χάρισε ποτέ. Είχε μόλις πιεί καφέ.
Είναι η ώρα μου να κολατσίσω, είπε.
Ήρθε το ρίγος του τότε. Θυμήθηκε τον Βαγιαζήτ.
Το νεφρό που του κλέψαν οι γερμανοί.
Χορτασμένος σκύλος από δρόμο.
Η νοσοκόμα τον έκρυψε με το σεντόνι.
Να τον γυμνώσουν πρόσταξε, ο αρσενοκοίτης
ιατρός του κάτω κόσμου. Γλίστρησε τότε από τα χέρια μου
όπως γλιστράνε τα λιθάρια στις αβύσσους.
Μνήμη γυμνή
Μνήμη γυμνή, που με κουρσεύεις.
Ιδού η λάμα μου. Θα ζήσει περισσότερο
απ’ το λαιμό σου, έρωτα αμνέ του θεού.
Ιδού ο θάνατος, ο πλάστης κάθε ομορφιάς.
Κι εμείς οι συνεργοί του. Όλα τα μανιφέστα
λίπους που συνέγραψα για χορτάτους.
Όλα τα στιχάκια για τον έρωτα
που θα τα ρημάξουν οι καρακάξες. Έδωσα
μεγάλη σημασία στη ζωή. Την κατέγραψα
σε κιτάπια, την παράχωσα σε συρτάρια
για να μη τη βρει η μάνα μου και θρηνήσει
για το χαμένο της γιο.
Ένα ημερολόγιο ζωής
σπανίως είναι ημερολόγιο ευτυχίας.
Ο εναργής έρως
Αυτός ο δικός μας πάνω κόσμος, ο αιώνια κακόγλωσσος
που συνομιλεί με αβύσσους. Με τις απίθανες ομίχλες του
και τους απαρχαιωμένους του ποιητές, που ψάχνουν με τη
γλώσσα το πεπρωμένο και τη δεσποινίς κλειτορίδα
που ξέρει πολλά.
Ταΐζω τώρα τ’ αδέσποτα που διαβαίνουν το κατώφλι μου
όπως με ταΐζουν οι όμορφες γλυκάδια λύσσας και ταΐζω
το πυρετικό μου βλέμμα στάχτες, αλησμόνητα πλάνα
με σλάβικα γυμνά κορμιά. Ταΐζω το στομάχι μου
αρχαία ντομάτα με χοντρό αλάτι και ρίγανη. Χαϊδεύω
και ψιθυρίζω.
Την κεφαλή της Σαλώμης αποθέτω
μες στα φιλήδονα σκοτάδια του έρωτα.
Η άγνοιά μου είναι το κύριο προσόν μου. Λέω, στις κυρίες
όταν έρχονται να μου μάθουν τον οργασμό.
Κλινοπάλη
Πολλές φορές δεν μπορούμε να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ενός χωροχρόνου που εξουσιάζει τις σωματικές μας ανάγκες.
Η σχέση μας με τα γεγονότα γίνεται ποίηση, πολλές φορές τραχιά και μονοσήμαντη, αλλά εξόχως εικαστική, φανερώνοντας τις διαθέσεις μιας παρορμητικής ενόρασης.
Μας περιβάλει το ίδιο εκτεθειμένο κενό ανάμεσα στα πράγματα. Σώματα και πρόσωπα που τα παρακολουθούμε ως τοπία, ντυμένα με τις ιδιότροπες έγνοιες ενός πολιτισμού των ανταγωνισμών και των τύψεων.
Όλα τα σαλιγκάρια του πνεύματος που τα προγυμνάζουν οι αυταπάτες της συνεχούς ροής ερεθισμάτων και πληροφοριών.
Η συνήθεια καταβροχθίζει σχέσεις, ανθρώπους, ρούχα, έπιπλα, τόπους. Μα υπάρχει πάντα η τέχνη γύρω μας για να μπορούμε να ανακτήσουμε την αίσθηση της ζωής. Να βιώσουμε την καλλιτεχνικότατα μιας κατάστασης, ακόμα κι αν η κατάσταση αυτή είναι ασήμαντη και μηδαμινή.
Χαίρομαι και αγαπώ τη ζωή γύρω μου. Όχι απαραίτητα τη δική μου ζωή. Χαίρομαι την πραγματικότητα που αποτελεί το ουσιαστικό στοιχείο κάθε μεταφοράς.
Ο υπερτροφικός ναρκισσισμός της σύγχρονης επιστήμης μας θέλει παράγωγα παράλληλων κόσμων και κβαντικά απολειφάδια της συμπαντικής διάνοιας.
Μα όλα αυτά τα περίφημα και θαυμαστά, χάνουν την ουσία τους χωρίς την καρδιά που χτυπά εκεί, που βρίσκει κανείς την αλήθεια της ευχαρίστησης.
Όλες οι χημικές ουσίες μες στα κορμιά μας ζυμώνονται πάνω στον πάγκο των αισθήσεων με τα υλικά της φερτής ύλης απ’ τα βάθη των προγονικών αιώνων.
Ένας έφηβος που παίζει το πουλί του για να ευχαριστηθεί, μας θυμίζει πως η ποίηση είναι ένα είδος υγείας.
Ακούω το κορμί μου, κι όταν το ακούω σωστά ακούω και το κορμί του άλλου. Συνομιλούμε ερωτικά, δηλαδή ερωτάμε για να φτάσουμε κάποτε στο σημείο εκείνο που δεν θα είναι πλέον αναγκαίο το να ρωτάμε.
Οι επιπόλαιες ερωτήσεις δέχονται επιπόλαιες απαντήσεις. Μόνο ένας ευγενής έρως καλλιεργεί έναν ευγενή λόγο. Και μόνο ένας ευγενής λόγος χαίρεται την ουσία των πραγμάτων.
Η αληθινή ευγένεια στον έρωτα είναι η ισχύς των μηδαμινών έναντι του θανάτου που πλασάρουν όσοι ξεχαρβαλώνουν την ύπαρξη. Προφήτες και αρχηγοί και οδηγοί προβάτων. Κερδοσκόποι της ανάγκης των πλασμάτων για ψωμί και ελευθερία.
Μα κάθε φορά η απώλεια πίστης στις ανθρωποκτόνες αξίες συνεπάγεται εξέλιξη.
Μοιραζόμαστε την κραυγή απ’ τα βάθη των επαναστάσεων και των καταιγίδων.
Ξέρουμε πως η παρουσία του έρωτα μας προσφέρει τόση αγωνία όση και η στέρησή του.
Είμαστε πλάσματα που αλλάζουμε συνεχώς απ’ τις θανάσιμες μάχες γύρω μας.
Αυτό, στο οποίο πολλές φορές δεν συμμετέχουμε μας επηρεάζει βασανιστικά. Κάνει την αδαμική μας αθωότητα ευάλωτη στο ζόφο που έσπειρε η ηθική ελονοσία του κερδώου εγωισμού ενός κόσμου εμπόρων και στρατηγών.
Ενός κόσμου που θεσμοθέτησε την κοινωνική λιποταξία εκφυλίζοντας το λόγο σε φλυαρία και τον έρωτα σε νερόβραστο θέαμα καλωδιωμένων ευνούχων.
Γλώσσα
Συντονίζω την καρδιά μου
με τις πολύ τρυφερές καταστάσεις.
Εργάζομαι ψηλαφώντας.
Για κάθε πράγμα ξέρω πως υπάρχει και μια λέξη.
Το σύμπαν είναι ρευστό και ατέρμονο.
Η γλώσσα όμως
στερεοποιεί το ρευστό και ατέρμονο σύμπαν.
Κάποτε θα δραπετεύσω απ’ την ύλη
για να φτάσω ξανά σ’ αυτήν.
Σπουδαγμένος θα φύγω
από ένδοξους γερόντους
και γλυκοαίματα κορίτσια.
Αριστοτελικός ή Πλατωνικός;
Ζούμε μέσα στην επανάληψη των κύκλων της φύσης. Δεν είμαστε τα έξοχα τέρατα της φαντασίας μας, αλλά οι αυθεντίες της επανάληψης.
Στρατευμένοι στην απογύμνωση παθών και προαιρέσεων, στην εύθραυστη σχέση μεταξύ του ανθρώπου και του κόσμου.
Στρατευμένοι στη θεραπευτική ενέργεια της ερωτικής επαφής. Μια επαφής που γυρεύει τα αγαθά της αγιότητας. Μιας επαφής που δίνει έναν πνευματικά καινούργιο ορισμό στην έννοια της επανάληψης.
Η σάρκα και η φαντασία δηλαδή, σε μια σχέση αμοιβαιότητας και χαράς.
Κάθε ποιητική σκέψη είναι σαν αιμορραγία του νευρικού συστήματος. Ένα φυσικό φαινόμενο μέσα μας που υπογραμμίζει την άστατη φύση μας. Που ξυπνά το ίδιο μας το σώμα με ολόκληρο τον συμπαντικό υλισμό που κουβαλά.
Ως βασιλιάς στα νησιά της Βαβυλωνίας και στα όρη των Αιτωλών, μαζεύω κάθε τόσο τους αρχιτέκτονες και τους μάγους μου παραγγέλνοντας να μου χτίσουν έναν λαβύρινθο, τόσο περίπλοκο και τόσο αριστοτεχνικό, ώστε κανένας γνωστικός να μην μπορεί να διασχίσει το κατώφλι του.
Ώστε μονάχα οι τρελοί, δηλαδή οι ελεύθεροι άνθρωποι και τα παιδιά, να μπορούν να τον διαβούν. Αυτοί που δεν ντρέπονται για το κορμί τους και για τις ιδέες τους.
Αυτοί που περνούν μέσα απ’ τους ατρύγητους αμπελώνες του ερωτισμού και της ομορφιάς σαν διψασμένες σφήκες, για να τρυπώσουν έπειτα στις στέρνες της λογοτεχνίας.
Μιας λογοτεχνίας που αν δεν μυρίζει εξέγερση ζέχνει ματαιοδοξία και ποιητικό μνημόσυνο θλιβερών υπάρξεων, που, επειδή δεν βρίσκουν να γαμήσουν μας σκοτίζουν τ’ αρχίδια επανειλημμένως και επαναληπτικώς.
Ηθικόν Ακμαιότατον
Η διαφορά μου με τους ατάλαντους, είναι πως, εγώ δεν πιστεύω στο ταλέντο που έχω, ενώ αυτοί πιστεύουν στο ταλέντο που δεν έχουν.
Αφού η ατέλεια τόσο κυριαρχεί μέσα μας δεν μπορεί να αναγνωρίζουμε εμείς στον εαυτό μας τελειότητες.
Όσοι παρακολουθούμε την αντιπαλότητα μεταξύ των φυσικών πραγμάτων και του ανθρώπου, σκεπάζουμε το διαβολικό ζωηρό Εγώ μας με σημαίες ευκαιρίας γραπτής ύλης, που στρίφωσε πάνω στα πλοκάμια της φαντασίας η επιθυμία για αληθινή ζωή.
Αρωματικές νιφάδες ιδεών πάνω στο δέρμα αυτού του κόσμου της αιώνιας αλλαγής και της άπειρης άφθαρτης φθοράς.
Αν απογυμνωθείς από κάθε προκατάληψη, συντάσσοντας τα ποιηματάκια και τις βιογραφίες παράξενων πλασμάτων, υπό το μάτι του ήλιου που ερευνά και φωτίζει και επιδρά πάνω στα πράγματα, τότε θα έχεις κερδίσει τα ζουμιά μιας κυράς που ελέγετο δικαιοσύνη, που ελέγετο αφέντρα της όρασης των ανθρώπων που θέλουν να βλέπουν και όχι να νομίζουν πως βλέπουν.
Όταν ξέρεις, πως, το ψεύτικο και το αληθινό είναι ένα, ξέρεις πως, ο ήλιος είναι ποιητής τεράτων. Και ξέρεις πως η πραγματικότητα, ακόμα και στις πιο όμορφες και ευνοϊκές της εκφάνσεις, δεν ικανοποιεί στο βάθος την ανήσυχη φύση μας.
Και τότε ξεσπά η βία της γραφής για να περιγράψει την ποίηση που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αθωότητα της φύσης, άδολη και ιαματικά πανούργα μέσα μας. Δουλεύοντας για το καλό και το κακό που είναι Ένα. Βοηθώντας μας να βρούμε τη δική μας φωνή και να εφεύρουμε τα δικά μας άσματα σωτηρίας.
Αν υπάρχει ταλέντο αυτό είναι μόνο ο διάβολος που φέρουμε μέσα μας.
Αν καταφέρεις λοιπόν να ξυπνήσεις το διάβολο που κοιμάται μέσα σου, θα έχεις καταφέρει να ξυπνήσεις το διάβολο που κοιμάται μέσα σου. Κι αυτό είναι το πιο σπουδαίο κατόρθωμα. Να ξυπνήσεις το διάβολο που κοιμάται μέσα σου.
Ξανά και ξανά να ανατινάξεις τις γέφυρες της παρηγοριάς και να σπάσεις τα δεσμά της συνήθειας.
Ξανά και ξανά να ανακαλύψεις τους πιο παράφορους εαυτούς σου, περπατώντας σαν βασιλιάς ανάμεσα σε μια προβλέψιμη και κουρδισμένη ανθρωπότητα. Αφήνοντας το ισχνό σου ίχνος. Το σάλιο και το σπέρμα σου που μπόλιασαν την ερωτική αναρχία του μέλλοντος, δηλαδή του άπειρου παρόντος.
Να λένε οι άνθρωποι, πως, εδώ ζούσε κάποτε ένας βασιλιάς. Ένας βασιλιάς όμως αληθινός, που διάβαινε στο δρόμο του μονάχος, δίχως ακολουθίες και τούμπανα, όχι σαν αυτούς που φοράνε στο κεφάλι τους κορώνες και βαστάνε στα χέρια πατερίτσες και ορίζουν τους λαούς σαν κοπάδια.
Γη, χωρίς ψωμί
Έχουμε μια δυσκολία σήμερα να κοιτάξουμε όπως πρέπει το παρελθόν για να καταλάβουμε ποιοι είμαστε και πως φτάσαμε μέχρι εδώ.
Ξεχνάμε πως το λίγο ή το πολύ που μας δόθηκε το οφείλουμε σε κάποιους διαβόλους που δεν συμβιβάστηκαν με τη μιζέρια, την αθλιότητα και την αδικία. Ένας τέτοιος διάβολος υπήρξε ο Ισπανός σκηνοθέτης Λουί Μπουνιουέλ.
Ο παραβατικός αυτός κινηματογραφιστής έφτιαξε την ταινία «Γη, χωρίς ψωμί» δείχνοντας με την οξυμένη καλλιτεχνική του όραση τις άθλιες συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι άνθρωποι σε μια περιοχή της Ισπανίας κοντά στη Salamanca.
Μια περιοχή που είχε μείνει μακριά από κάθε έννοια προόδου και ευημερίας.
Ο Bunuel άκουσε και διάβασε γι’ αυτήν και όταν την επισκέφθηκε αποφάσισε να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ.
Το Las Hurdes είναι μια κοιλάδα με πενήντα χωριά που δεν ξέρουν τι θα πει ψωμί, που ζουν σε σπίτια χωρίς καμινάδες, που το καλοκαίρι τρέφονται μόνο με άγουρα κεράσια, που μετακινούνται χιλιόμετρα για να βρουν μια δουλειά ή για να θάψουν τους νεκρούς τους, που δεν τραγουδάνε ποτέ, που πεθαίνουν από δυσεντερίες ή από ελονοσία, που μαθαίνουν στο σχολείο ότι πρέπει να σέβονται την ιδιοκτησία, όταν οι ίδιοι δεν έχουν ιδιοκτησία και ζουν στην πιο έσχατη εξαθλίωση.
Ο λόγος ο οποίος εκφέρεται από αόρατο ομιλητή είναι στεγνός και περιγραφικός, όπως θα συνέβαινε σε ένα επιστημονικό ντοκιμαντέρ.
Η ταινία συνοδεύεται από την 4η συμφωνία του Brahms, μουσική ρομαντική, σε προφανή αντίθεση με το περιεχόμενο και την εικόνα.
Η Ισπανική κυβέρνηση απαγόρευσε την ταινία ως προσβλητική για την χώρα.
Χρηματοδότης του εγχειρήματος ήταν ένας φίλος του Bunuel, καθηγητής σχεδίου, ο οποίος του είχε πει πως αν κερδίσει το λαχείο, θα του δώσει χρήματα να κάνει μια ταινία. Όταν το κέρδισε, κράτησε το λόγο του, δίνοντας την ευκαιρία στον Bunuel να γυρίσει την τρίτη μόλις ταινία του (μετά τον Ανδαλουσιανό σκύλο και τη Χρυσή εποχή), αποτυπώνοντας πάνω στο φιλμ πάνω από 27 λεπτά ανθρωπογεωγραφίας του απόλυτου περιθωρίου.
Αιμομιξία, δυστυχία, χάσμα ανάμεσα στην εκκλησία και την εκπαίδευση από τη μία και τον κόσμο από την άλλη. Τα όσα μαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο έρχονται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα γύρω τους.
Η ταινία δημιουργεί τριπλό σοκ: με την εικόνα της φτώχειας, ασιτίας, αρρώστιας, με το ξερό ρεαλιστικό σχόλιο της (ο ήχος γράφτηκε το 1937) και με τη μουσική του Brahms.
Δυο χρόνια πριν το θάνατό του ο Μπουνιουέλ κυκλοφόρησε ένα είδος αποκαλυπτικών απομνημονευμάτων με τίτλο «Η τελευταία μου πνοή». Εκεί αναφέρει τα εξής:
«Ο δάσκαλος Ραμόν Αθίν που ήταν αναρχικός χρηματοδότησε το γύρισμα της ταινίας, αφού είχε κερδίσει χρήματα από ένα λαχείο. Είχε μαζευτεί ένα γκρουπ γύρω από τον ποιητή Πιέρ Υνίκ και τον οπερατέρ Ελί Λοτάρ και πήγαμε στον καταραμένο τόπο Λας Χούρντες όπου είδαμε την ανικανότητα της Δυτικής Χριστιανικής Παιδείας και του αστικού ανθρωπισμού μεσ’ απ’ την αιμομιξία. Δυστυχία, χάσμα ανάμεσα στην εκπαίδευση και την εκκλησία από τη μια μεριά και τoν κόσμο από την άλλη. Τα γυρίσματα έγιναν βουβά και ο ήχος μπήκε το 1937 ενώ η μουσική ήταν από την Τέταρτη Συμφωνία του Μπραμς. Όταν τέλειωσα την κόπια εργασίας την έδειξα στο Παρίσι σε μερικούς φίλους, που ανάμεσά τους ήταν και ο Ζαν Κοκτώ, που με συμβούλεψε να την ¨μαζέψω¨. Τέλειωσα την κόπια όταν τέλειωσε και ο Εμφύλιος στην Ισπανία.»
Άγιον Πνεύμα Ή Η μαλακία ως συμπλήρωμα διαστροφής
Θυμάμαι τον πατέρα μου, παλαιόθεν, να με συμβουλεύει να μην παίζω συχνά το πετσάκι μου. Καταλάβαινα τότε πως η συχνότις της πράξεως ταύτης είναι που την καθιστά κατάπτυστη και διαστροφική.
Πολλοί συμμαθητές μου κρατούσαν το ημερήσιο σκορ σε χαρτάκια ή σε λευκώματα, αντίστοιχα με κείνα των κοριτσιών που επιδαψίλευαν καρδούλες και φωτογραφίες από μπογιατισμένους ηθοποιούς που το πρόσωπό τους προσομοίαζε με γυαλισμένο κώλο γουρουνόπουλου.
Όταν η φύσις μού χτυπούσε το καμπανάκι και οι όρχεις εγίνοντο σκληροί σαν φρεσκοκομμένα καρύδια και στο μυαλό μου εβούιζαν μελισσούλες απ’ τα βάθη και τα λαγκάδια της θηλυκής επικράτειας, η δεξιά ευλογημένη χειρ επλησίαζε στα σκέλια σχεδόν αυτόματα και σχεδόν απειλητικά.
Έκλεινα τα μάτια τότε για να ακούσω τα γλαφυρά μηνύματα απ’ το ερωτικό υπερπέραν και να αφουγκραστώ τους χυμούς του σεξουαλικού όρθρου μιας Δήμητρας τότε, που ανάμεσα στα ανθισμένα σκέλια της φαντασιωνόμουν πως θρόιζαν μαύρες Κίχλες.
Μειράκιον βεβαίως εγώ, αλλά και ποιητής απ’ τα γεννοφάσκια, προσέφερα ανεκτίμητες υπηρεσίες εις την τέχνη της μαλακίας, βάζοντας το όνομά μου δίπλα στους σημαντικότερους σκαπανείς και καινοτόμους συναθλητές αυτού του συμπαντικού ολυμπιακού αθλήματος.
Σκεφτείτε όλα αυτά τα σπουδαία πρόσωπα του τηλεοπτικού άμβωνος να επιστρέφουν στην αθωότητα της πρώτης χυσιάς.
Σκεφτείτε τον καθηγητή κύριο Θάνο Βερέμη να τον παίζει στους μετανεωτερικούς καμπινέδες του Σκάι, σκεπτόμενος την κωλοχαράδρα της θεσπεσίας αφέντρας, δημοσιογράφου και ψυχαναλύτριας Σίας Κοσιώνη ή τον εθνικιστή ναζί και μπουρδελομαγαζάτορα Νικόλαο Μιχαλολιάκο να εκσπερματώνει πάνω στα μούτρα του πνευματικού του μπαμπά Αδόλφου Χίτλερ.
Σκεφτείτε πως η αλήθεια και η πραγματικότητα των ανθρώπων είναι η ευχαρίστησις και πως όλα αυτά τα ανθρώπινα σκατολοΐδια της ανθρωποβοσκής, αυτό που κατά βάθος θέλουν είναι να τον παίξουν.
Αν σας πει κάποιος ανήρ, φιλεύσπλαχνες αγαπημένες μου ερωτικές μαινάδες, ότι έκοψε τη μαλακία θα σας πει ένα οικτρό ψέμα.
Ναι! ο Αλέξης Τσίπρας βαράει μαλακία. Ο Σόιμπλε βαράει μαλακία. Ακόμα και ο Σταύρος Θεοδωράκης βαράει μαλακία έστω με το γαλλικό μαλακιστήρι petit tsoutsoun.
Ω ναι! αυτή τη στιγμή ο Θάνος Τζήμερος τον παίζει στο εξοχικό του στο Πικέρμι και ο Κώστας Σημίτης σφουγγίζει με εκσυγχρονιστική δεξιοτεχνία τις ρανίδες άνυδρου σπόρου που εκτόξευσε εις τα σοκολατάκια τζιοκόντα.
Η μαλακία είναι υγεία, υποστηρίζουν σήμερις αρκετοί απενοχοποιημένοι επιστήμονες, αλλά και πολλοί άγιοι αγιορείτες μοναχοί έχουν αναθεωρήσει τις ποινές του θεού όταν δικάζουν την αθώα μαλακία.
Σπεύδω εδώ να σημειώσω και να αναφέρω αρκετές σπουδαίες πληροφορίες που αρκετοί δάσκαλοί μας και χωροφύλακες των σωματικών μας υγρών είχαν αντλήσει από το ευσεβές πόνημα που έφερε τον ερωτόστροφο τίτλο: Πηδάλιον.
Μιαν ανεκτίμητη συλλογή ιερών κανόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Συγγραφείς του αναφέρονται οι μοναχοί Νικόδημος Αγιορείτης και Αγάπιος, το κείμενο είναι σε δημώδη γλώσσα και υποτίθεται πως περιέχει μια συνοπτική συλλογή των κανόνων των αποστόλων, των πατέρων, των οικουμενικών και τοπικών συνόδων, προς χρήση για όλους τους, κληρικούς και λαϊκούς, χριστιανούς ορθόδοξους.
Το βιβλίο συντάχθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1800 στη Λειψία.
Αναφέρει για τα είδη που υπάρχουν: «Η μαλακία γίνεται τριών λογιών, ή με το χέρι το ίδιον του ανθρώπου, ή με το χέρι άλλου, ή με το κοπάνισμα και κτύπημα εις τα μηρία.»
Και βεβαίως τεκμηριώνει με ακράδαντα θεολογικά επιχειρήματα τα παρακάτω αληθή που έφεραν την ανθρωπότητα στο χείλος της παρακμής.
«Καθώς όλοι κοινώς λέγουσιν, οι τε παλαιοί και νεώτεροι ιατροί, οι μαλακοί (οι μαλάκες δηλαδής) είναι άθλιοι και ελεεινοί, διατί:
Α΄ κιτρινίζουσι,
Β΄ αδυνατεί ο στόμαχός των και να χωνεύσουν δεν ημπορούν,
Γ΄ ασθενεί η όρασις των οφθαλμών τους,
Δ΄ χάνουσι την φωνήν,
Ε΄ χάνουσι την ευφυΐαν και οξύτητα του νοός,
ΣΤ΄ χάνουσι την μνήμην,
Ζ΄ χάνουσι τον ύπνον, με κάποια ταραχώδη ενύπνια,
Η΄ τρέμει το σώμα των,
Θ΄ χάνουσιν όλην την ανδρείαν του σώματος και της ψυχής και γίνονται άνανδροι ωσάν γυναίκες,
Ι΄ ακολουθεί εις αυτούς η αποπληξία, ήτοι ο ταμπλάς,
ΙΑ΄ ακολουθεί εις αυτούς συχνάκις η καθ’ ύπνους ρεύσις, πολλάκις δε και όταν είναι έξυπνοι διά το πολύ άνοιγμα των σπερματικών τους πόρων, και
ΙΒ΄ τέλος πάντων γηράσκουσιν ογλίγωρα και αποθνήσκουσι κακώς.»
Βεβαίως η αρχιεπισκοπή Αθηνών έχει αναθεωρήσει τα άνωθι επιτρέποντας στους ιεράρχες μας την αποσυμπίεσιν μετά το θεάρεστο έργο κατάποσης αστακομακαρονάδων, σπληνάντερων και μπακλαβάδων απ’ την Κωνσταντινούπολη.
Η ακαδημία Αθηνών έχει θεσπίσει ειδικό κονδύλι για τη μαλακία με διαχειριστή τον Λουκά Παπαδήμο.
Οι έλληνες εκδότες υποστηρίζουν εμπράκτως τη μαλακία εκδίδοντάς τη.
Οι έλληνες ιατροί συνταγογραφούν τη μαλακία.
Οι έλληνες βουλευταί τον παίζουν κάτω απ’ τα έδρανα της βουλής, άλλοι διαβάζοντας Τεν Τεν και Τιραμόλα κι άλλοι ξεφυλλίζοντας το τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης για τα μπαζούκας και τα περίστροφα.
Η μαλακία πλέον είναι από όλους σεβαστή.
Σήμερις που η ελληνική διανόησις γιορτάζει το ιερόν Άγιον Πνεύμα ας τιμήσουμε τη θεία φώτιση με μιαν ομαδική μαλακία.
Ας κατεβούμε στις πλατείες συντονισμένοι μες sms. Ας φαντασιωθούμε την Ζαν ντ’ Αρκ, τη Μπουμπουλίνα, τη Μιμή Ντενίση, τα μάτια της Έλλης Στάη, τη Μελίνα Μερκούρη και τη Σοφία Βέμπο, την Αγία Τερέζα και τη δούκισσα του Ουίνδσορ.
Ας φαντασιωθούμε όλα αυτά τα θεσπέσια θηλυκά, που ως παρηγορήτρες γαλούχησαν τόσους σπερματοφόρους αδένες ανδρών με τη συνδρομή του αγίου πνεύματος και του γιουπόρν.
Ω! μαλακία ανδρών επιφανών και μη, ας είναι ελαφρύ το σιφόνι που σε σκεπάζει.
Συζυγή αρμονικά σημεία
Η σημερινή θεματολογία της λογοτεχνίας τρέφεται απ’ την αποκάλυψη της ιδιωτικής ζωής.
Η καθημερινή, πεζή και ασήμαντη ιδιωτική ζωή γίνεται ένα σφιχτοπλεγμένο κείμενο με πλήρη συνείδηση να αποσβέσει οριστικά τον εαυτό της υπέρ του έργου.
Απ’ τις Φροϋδικές ενορμήσεις της βιοφυσιολογίας και τους κοινωνικούς περιορισμούς, τις οικογενειακές δομές και τους τρόπους παραγωγής, περνάμε αισίως στη χλαπάτσα της αυτοεξομολόγησης.
Ότι ζούμε προορίζεται να καταγραφεί. Ότι καταγράφεται υπό το φως του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, προορίζεται να διαβαστεί διαγωνίως. Να τυπωθεί και να μοιραστεί ως ενθύμιο στους φίλους και τους συγγενείς που προσπορίζουν τις παρουσιάσεις και τις εμπορικές εκδηλώσεις άχρηστης γραπτής ύλης.
Απ’ την εμπορευματοποίηση της ιδιωτικότητας, που έφερε λεφτά στα ταμία, περάσαμε στην εκποίηση του χρόνου της σχόλης των κατοίκων του παγκόσμιου ψηφιακού χωριού.
Ότι δεν μπορεί να επενδυθεί ως χρησιμοθηρική ελπίδα φαίνεται πως δεν έχει κερδοφόρο αποτέλεσμα.
Ότι γράφεται σήμερα μέσα στο ευρύτερο εμπορικό κύκλωμα γράφεται για να καταναλωθεί αυτοστιγμεί.
Ένα κείμενο σήμερα γίνεται μπαγιάτικο την ίδια τη στιγμή της δημοσίευσής του. Συνήθως αποσυντίθεται νοηματικά μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο λεξιακών κρότων και συναισθηματικών βορβορυγμών.
Τα μυγιάγγιχτα κορίτσια και τα αγόρια-κυνηγοί τρυπώνουν πίσω απ’ τη φιλολογία της κραιπάλης, σαν το σπέρμα που σημαδεύει όχι τη μήτρα αλλά τον εαυτό του. Ο ίδιος ο γονιμοποιητής προσπαθεί αυτιστικά να γονιμοποιήσει τον εαυτό του.
Μέσα στις καθεστωτικές χρήσεις του λογοτεχνικού υλικού, η ατομικότητα, φαίνεται πως αισθητικοποιεί την πολιτική αντί να πολιτικοποιεί την τέχνη.
Απ’ τις πολιτικές ιδέες μέχρι τις γενετήσιες ορμές ένα πέπλο στειρότητας σκεπάζει τις ανθρώπινες σχέσεις, συνοδεύοντας την ακατάσχετη ροή της εξομολόγησης και του φτηνού προσωπικού βιώματος.
Υπάρχει πολιτική σκέψη, αλλά κλεψιμαίικη απ’ το συστημικό ιδεολόγημα που σε θεωρεί υγιή όταν πουλάς τον εαυτό σου πακέτο με τις δεξιότητες που αγόρασαν για σένα η μαμά και ο μπαμπάς.
Υπάρχει σεξουαλικότητα, μόνο που οι περισσότεροι τη βλέπουν γυάλινη, υδραργυρική και ψυχρή σαν τον αιθέρα.
Υπάρχει χαρά, αλλά μια χαρά σαν στενός κορσές, ίδιο νούμερο, που προσπαθούν να τη φορέσουν όλοι.
Θεάνθρωπος
Στη χώρα της βίας οι θεοί είναι μισθοφόροι.
Κάλεσμα για έναν ριψοκίνδυνο ρομαντισμό
Ταξιδεύω χρόνια μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο. Θα ήθελα με όλη μου την καρδιά, να σε κάνω να το περιεργαστείς.
Να διανύσουμε μαζί την απόσταση ανάμεσα στην καρδιά του κόσμου και τα δάχτυλά μου. Να φτάσουμε στο γραφείο μου. Να βγάλουμε τη φλούδα των πραγμάτων που συναντά το βλέμμα.
Να ξεσκεπάσουμε τις αγωνίες της μάταιης και απαρηγόρητης αγάπης που είναι αποτυπωμένη στα πρόσωπα των ανθρώπων γύρω μας.
Πόσες φορές δεν επιχείρησα να σπάσω αυτό τον τοίχο ανάμεσα σε μένα και τον κόσμο, να τον κάνω κομμάτια, να τον ποδοπατήσω! Μα σπάω πάντα τα δάχτυλά μου. Τι ξεροκέφαλος!
Καλώ τους φίλους μου και τις φίλες μου για να μοιραστούμε τις γλυκές συγκινήσεις της καρδιάς και τις ορμές της φαντασίας.
Καλώ τα διαβολάκια, στις αλύγιστες ραχούλες και τους αγρούς.
Καλώ την παιδική ηλικία που ξέμεινε στους ευσπλαχνικούς θεατρινισμούς, άνευ χορδών και άνευ όρων.