Πέντε συν μια τύψεις για τον οργασμό

Stalin_468

1
Η γνήσια φιλελεύθερη πολεμική ασχολείται μ’ έναν και μόνο άνθρωπο, με αγάπη τόση όση νιώθει ένας κανίβαλος όταν κομματιάζει ένα βρέφος για να το φάει.

2
Ο αληθινός κουμουνιστής είναι ένας κυνικός αναρχικός.

3
Ο μικροαστός αναρχικός δέχεται τον ταξικό αγώνα και την αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας θεωρητικά αλλά δεν μπορεί να δεχτεί τις πρακτικές πολιτικές τους συνέπειες.

4
Ο συνδικαλισμός είναι από τη φύση του ρεφορμιστικός. Οι επαγγελματικές σέχτες ήταν πάντα ο καρκίνος των κινημάτων. Ο θεμέλιος λίθος της σοσιαλδημοκρατίας που παραπαίει ανάμεσα στην υποκρισία και τη βαρβαρότητα.

5
Σε μια μη-καπιταλιστική κοινωνία, δηλαδή σε μια κοινωνία που δε στηρίζεται ολοκληρωτικά στο κέρδος και στη διαφύλαξη των κεκτημένων όσων κατέχουν τον πλούτο, η παράβαση και η παραβίαση των ορίων θα αποτελούσε την πυρηνική της λειτουργία, το γόνιμο πεδίο των αναγεννήσεών της.

6
Ούτε ικεσίες, ούτε νύχτες απελπισίας δίχως τέλος. Μόνο γέλιο. Το γέλιο του νικητή που είναι ο θρίαμβος του ανθρώπου πάνω στην ίδια του την ανικανότητα να φτάσει στον υπέρτατο στόχο του.

Ο Παν είναι ένας ζωντανός θεός

opan

Ο θεός Παν είναι εδώ ζωντανός. Πανταχού παρόν και τα πάντα πληρών. Τον βλέπω στον καθρέφτη μου και στους αντίποδες της γραφής που με θέλει σκυμμένο και υποτελή.

Γράφουμε έτσι κι αλλιώς για να αρέσουμε, μα ο Παν κατοικεί στη χώρα της ερωτικής λαλιάς.

Η βαθιά ανάγκη μας να αρέσουμε είναι πράξη υποταγής. Ο Παν δεν θέλει να αρέσει αλλά να Είναι.

Ο Παν δεν έχει φίλους ή εχθρούς, κοιμάται ήσυχος κι ακμαίος μέσα στο εξαίσιο σφρίγος της διάθεσής του για ζωή. Επισκοπεί τη φύση του ανθρώπου, γνωρίζοντας πως το μηδέν και το άπειρο είναι πλασμένα απ’ τα ίδια υλικά.

Ο θρίαμβός του είναι συριστικός ως επί το πλείστον, προσλαμβάνοντας αυτόχρημα τελετουργικό χαρακτήρα, κάθε που, η ιδιότροπη φύση της ομορφιάς θέλγει ολόκληρη την ύπαρξή του.

Ο Παν ρυπαρός και εξωλέστατος για τους υπαλλήλους ηθικολόγους του Κυρίου ημών ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής και θλίψης του ερωτικού σφρίγους των καυλωμένων σαρκίων, στέκεται στη μέση της ποιητικής φράσης ως εξόριστος ηγεμών, άρτι παραδοθείς στην αλγεινή βακχεία της καθημερινής ανθρώπινης επαφής.

Ο Παν βρίσκεται στον αντίποδα της διδασκαλίας του Χριστού. Ο Χριστός έστησε ένα μονοπώλιο θαυμάτων και ένα μονοπώλιο μεταφυσικής του καλού και του κακού.

Ο Παν γνωρίζει από τι πάστα είναι φτιαγμένοι οι προφήτες που αμολά ο εξουσιαστής-πλούτος στις μάζες μαζί με τα σκυλιά του.

Γνωρίζει πως οι διδασκαλίες του Χριστού θα συντριβούν μες στην αθώα τέρψη της καλοζωίας του εκμεταλλευτή.

Γνωρίζει πως οι δέκα εντολές είναι η μαστροπία της ανθρώπινης φύσης και πως οι κανόνες αυτοί, φτιαγμένοι θαρρείς απ’ τον πυρωμένο ήλιο, θα λιώσουν το κερί των φτερών κάθε ανάγκης.

Ο Παν γνωρίζει πως οι διδασκαλίες αυτές σ’ έναν κόσμο ανταγωνισμού και εκμετάλλευσης είναι κάτι σαν βιολογική αυτοκτονία.

Η άλλη όψη του ολέθρου, όπου το ελάφι ψάχνει τη λεοπάρδαλη για να προσφέρει το λαιμό του στα κοφτερά της δόντια και τα πουλιά ψάχνουν την τρύπα της κάνης για να ξεψυχήσουν μπροστά στις μπότες του κυνηγού.

Η άλλη όψη του ολέθρου όπου ο τρίτος κόσμος ξεσκατίζει τον πολιτισμό που τον κρατά στα σκοτάδια και τη χολέρα για να βγάζει λεφτά και φιλάνθρωπες σέλφις μακρινού ματωμένου μέλλοντος.

Κανένα είδος ζώου δεν θα μπορούσε να επιζήσει αγαπώντας τους εχθρούς του. Ο δούλος που αγαπά τον αφέντη του είναι σάπιος και εκφυλισμένος μέχρι το κόκκαλο. Ο Παν το ξέρει αυτό καλά, γι’ αυτό είναι επαναστάτης.

Ο Παν είναι ο μπολσεβίκος της ανθρώπινης ανάγκης για χαρά και ελευθερία. Μιας ανάγκης αδιαπραγμάτευτης.

Κεφαλάκια σπίρτων μέσα σ’ ένα κουτί. Έτοιμα να πυρακτωθούν δια της τριβής, έλκοντας με όλη τους τη σπιρτάδα τη γενναιόδωρη λαχτάρα της συντριβής από έρωτα και δικαιοσύνη.

Σώματα ασφαλείας Ή Έρως Πλατωνικός

erosplato

Ο Πλάτων είχε ψυχολογία ιδιοκτήτη σκλάβων. Οι ιδιοκτήτες σκλάβων είχαν ανάγκη από συγγραφείς, όμως τους μετέτρεπαν σε σκλάβους (πολλοί συγγραφείς είχαν πουληθεί στη σκλαβιά, στην ιστορία υπάρχουν πολλά παραδείγματα), ή τους κυνηγούσαν όταν οι συγγραφείς δεν υπηρετούσαν καλά το σύστημα της δουλείας.

Μετά τον Πλάτων ανέλαβαν οι χριστιανοί αυτή την υπηρεσία.

Ο απόστολος Παύλος διατυμπάνιζε πως η ανθρώπινη φύση φέρει ανεξάλειπτα μέσα της το στίγμα της έκπτωσης και του κακού, διαμορφώνοντας μια γραμμική αφήγηση κατά το ιουδαϊκό πρότυπο, οδηγώντας σ’ έναν έσχατο σκοπό εκτός ιστορίας. Τη λύτρωση.

Μια λύτρωση που επεδίωξε με τις απαγορεύσεις το καχύποπτο μάτι του χριστιανού ηθικολόγου που διέβλεπε πάντα μέσα στα αθώα σκιρτήματα της ανθρώπινης ψυχής, το στίγμα των άγριων παθών και τη ζοφερή κληρονομιά του προπατορικού αμαρτήματος.

Ο Αυγουστίνος προχώρησε ακόμα πιο πέρα αναγνωρίζοντας πως ο άνθρωπος είναι πρωτίστως Επιθυμία, η οποία εμφανίζεται με τρεις αποτρόπαιες όψεις.

Αισθησιακός πόθος, δίψα για γνώση, βούληση κυριαρχίας.

Την αγία φροϋδική τριάδα που επηρέασε συθέμελα την δυτική σκέψη καρφώνοντας το ανθρώπινο σώμα πάνω στον καμβά μιας απαισιόδοξης ανθρωπολογίας.

Στόμα, τουτέστιν δίψα για γνώση, άρα μετουσίωση της στοματικής απληστίας. Κωλοτρυπίδα, δηλαδή βούληση κυριαρχίας συνδεόμενη άμεσα με τον πρωκτικό χαρακτήρα, δηλαδή με τον κωλοπαιδισμό. Πούτσος, δηλαδή πόθος.

Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα.

Μην ομιλείτε εις τον οργασμόν

o-SHUNGA-900

Τρέχεις υπάκουη γδυτή έως αργά τη νύχτα
Μεταξωτό εσώρουχο φοράς ή τίποτε
Όλο μες στο άδειο καύκαλο χελώνας ψάχνω
Εγώ ο διαλεκτικός
Μες στο βρακί που ξέσχισε
με τα γαμψά της νύχια η επανάσταση
Σφήκες σερσέγκια ερπετά
Εγώ ο φυσιοδίφης σου
με τη βαριά ασπίδα και τη σάρισα
με τη λαβίδα που μαγκώνει τα ιδιότροπα χειλάκια
Εγώ που πάω κατά πάνω στα δυσοίωνα μηλίγγια
βλαμμένων ποιητών και συνηγόρων
μέλλοντος παλαιού και σκουριασμένου
Αχ! ως και η μανούλα μου
μού λέει
να πάψω να ομιλώ εις τον οργασμόν
Μα, σαν κυνηγώντας την κορφούλα του φασκόμηλου
σαν το μελίσσι όλος πρησμένος απ’ τη γύρη
Τόση ανθισμένη πια φθορά στα δάχτυλά μου
Έρως της απληστίας και του βάραθρου
Έρως Οιδίπους χορτασμένος
τυφλότητα και ποδοβολητό
από καταβολής αστέρων και τριγμών
Έρως μαλακοκαύλης
Έρως της Νάουσας μια νύχτα σε φλοκάτες
-γύφτοι και όχι πεζικάριοι Μακεδόνες-
Με κόκκινη τήβεννο εγώ και χρυσοκέντητο καπέλο με φτερό
μίλησα εις τον οργασμό τον περιώνυμο
Φορούσες τα καλτσάκια σου μονάχα, εσύ
κι έβγαινε αυτή η πιλάλα σου η ακρότατη
Ζέστη σπειροειδής απ’ την αφράτη κόμη των σκελιών σου

Ηλίου φαεινότερον

barka

Ω! το θαύμα του φωτός
Με παίρνει απ’ το χέρι ο ήλιος και με πάει
σ’ ένα αργό αυθόρμητο ποίημα
Γράψε μου λέει
με το μαγικό σου το ραβδί
πάνω στην έξοχη μήτρα του Αυγούστου
Κάνε να γίνει παγκόσμιος ο πόλεμος της ηδονής
Βάλε τα δάχτυλα καλογριάς
μες στο θνητό της τριαντάφυλλο
Τη γουρουνίσια αδύναμη ευτυχία μας
Το πάθος για τη λάσπη
Κάνε αυτή την πεισματάρα φύση να τραβήξει
μαχαίρι και περίστροφο
Πονά ο άνθρωπος βαθειά
μα ο θάνατος ξεκαρδίζεται στα γέλια
Το ζάρι μες στη χούφτα του ζεστό
και τα παπάρια του νεκρού τα γλείφει η μύγα
Γράψε μου λέει
Αρσενικό γλοιώδες ερωτόπληκτο λαρύγγι
Μ’ ένα απαλό φύσημα
θα σβήσει ο κόσμος απ’ τα μάτια σου
Χωρίς ν’ ακούσεις σάλπιγγα ή τρομπέτα

Ανατομία λέξεων και φιλιών

kim_sung_jin

Θέλω να μάθω τα χείλη σου να με διαβάζουν
Τον αψηλάφητο βολβό του ματιού σου
να κοιτά κρυφά όλα τα κέρδη του έρωτα
Βαθιά θαμμένος κάτω από βαθιά χάδια
Λέξεις του κυκλοδίωκτου σπασμού
Μέχρι να φτάσει ο εγχώριος δαίμονας των υγρών σου
στον καβάλο μου
Και η λέξη να μείνει χωρίς τα οστά της
Να φτάσει το δάχτυλο στην καρδιά και στα έγκατα
Το χιλιοκολασμένο σου αιδοίο
να το μάθει απ’ έξω κι ανακατωτά
η λιπόθυμη στύση μου
Κορίτσι εσύ, που ξέρεις να υποφέρεις
επάνω στα ωραία σου λείψανα θα βλαστήσουν οι πόλεις
Θα μπλεχτώ στο στόμα σου
να με μασήσεις με τα δόντια
Να θρέψεις τα βυζιά σου από ωμό κρέας
που με παλαβώνουν
Ο οργασμός είναι δυνατότερος απ’ όλες τις κυβερνήσεις
Ο οργασμός σκάει στα γέλια
Σήμερα είσαι, αύριο δεν είσαι

Το γυμνό σώμα ολομόναχο

george-grosz-book-cover

Το γυμνό σώμα ολομόναχο. Τίποτε δεν το ταράζει γιατί δεν κατέχει τίποτε. Αποτελείται μονάχα από μια καλή και μιαν ανάποδη όψη. Όπως ένα νόμισμα με δυο σχέδια, από ένα στην κάθε πλευρά του, που δεν μπορούν να χωρίσουν ούτε να κοιτάξουν το ένα το άλλο.

Η Ζωίτσα και ο λεοντόκαρδος Θανατούλης

laskari.jpeg

Ο παλιός καλός ελληνικός κινηματογράφος δεν ήταν ούτε παλιός ούτε καλός. Ήταν απλά αντιδραστικός.

Τα μετεμφυλιακά δόγματα της κομμουνιστοφάγου δεξιάς έλαβαν σάρκα και οστά στο σινεμά που πιπίλιζε την επιθυμία της μεσαίας τάξης για μεγαλεία.

Καρικατούρες ανθρώπων, σπίτια με δούλες και υπηρέτες, αφεντικά δύστροπα αλλά με κρυμμένη ανθρωπιά και ευαισθησίες, σεμνοκαυλωμένες κοπέλες και άλλα σημεία και τέρατα της εποχής.

Στο πανί έπαιζε δράμα ή κωμωδία μα στο διπλανό δρόμο γινόταν μια δολοφονία. Ο λαός γελούσε ή έκλαιγε, διασκεδάζοντας την φτώχεια του με λατέρνα και φιλότιμο μα στην ασφάλεια βασάνιζαν ανθρώπους.

Ήταν η εποχή που το πρωτόγονο λάιφ στάιλ με τους χασάπηδες παραγωγούς και τους παρδαλούς σκηνοθέτες τρύπωνε μια και καλή στη λαβυρινθώδη λαϊκή συνείδηση που δεν μπορούσε να συνέλθει απ’ τις φονικές σφαλιάρες και τη βαρβαρότητα των πολέμων.

Ο κόσμος και ο κοσμάκης ξαναγινόταν νοικοκύρης και το πρότυπο του πρωτευουσιάνου μεσουρανούσε στον καθημερινό μπερντέ κάτω απ’ τον οποίο κάποιοι έκρυβαν και ξέπλεναν τα εγκλήματά τους.

Έκτατα στρατοδικεία και πολιτικές δολοφονίες, φτώχεια και κακομοιριά. Χωριά παρατημένα στους χίτες κι ένας κρατικός μηχανισμός παραδομένος στην αναίσχυντη ελληνική αστική τάξη.

Ο φτωχός, πλην τίμιος νέος, που με τη δουλειά θα προχωρήσει μπροστά. Ο καλός και ο κακός. Ο όμορφος και ο άσχημος. Τα δίπολα της συμφοράς και της χαζοχαρούμενης αμερικανιάς που φυσούσαν μέσα απ’ τα κλιματιζόμενα επιχορηγούμενα πάνσεπτα δώματα.

Χορηγίες και ιδρύματα που ο θείος Σαμ με άκρως χειρουργικό τρόπο διακονούσε στην ελληνική μπανανία.

Το δολάριο και τα ναυτάκια. Η πουτανιά σε όλο της το μεγαλείο. Οικογένειες, παπάδες και χωροφύλακες.

Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος υπήρξε το κινίνο του λαού στα χρόνια της χούντας. Το μεγάλο σχολείο που έθρεψε γενιές νεοελλήνων που τα’ χουν παντελώς χαμένα. Τέκνα της κλαδικής του πασόκ, νοσταλγοί του Μεταξά, αριστεροί που αυτομόλησαν στο κέντρο, κεντρώοι που γέμισαν τη μπάκα τους και έγιναν στρατιώτες της ελεύθερης αγοράς, σάπιοι διανοούμενοι νεοορθόδοξοι έτοιμοι να πουλήσουν τη μάνα τους για τα μαγαρισμένα φράγκα.

Σαββόπουλοι και λοιποί που πουλούσαν με την οκά επαναστατικό ρομαντισμό σε νέους που νόμιζαν επανάσταση το να μη φοράς σουτιέν.

Σαββόπουλοι και Δοξιάδηδες που μπορούσαν εν μια νυκτί να εκτελέσουν καλλιτεχνικά και ηθικά μια Φρίντα Λιάπα ή ένα Θόδωρο Αγγελόπουλο.

Μα στο τέλος, οι εργάτες αυτού του σινεμά ξεψυχούν μες στα καθιστικά μας.

Ζωίτσες πρησμένες απ’ τα μπότοξ, Αλίκες βυθισμένες στην κατάθλιψη, Δημήτρηδες αλκοολικοί κι οι Μπάρκουλοι εκμηδενισμένοι, μακριά απ’ τα κορίτσια, ξερνάνε μέσα στην χέστρα της τηλεόρασης όλη τους την κακοζωία και όλους τους κλασμένους μύθους και τα παραμύθια της παραμυθιασμένης μας ζωής.

American dream

trumpusa

Τα θαύματα κοστίζουν. Κοστίζουν σε ζωή, σε ομορφιά, σε νιότη, σε αθωότητα, σε χαρά και ελπίδα.

Οι επαγγελματίες θαυματοποιοί ξέρουν πόση εργατική δύναμη χρειάζεται για την υπέρβαση των ορίων. Για να φτάσεις το θαύμα πρέπει να λιώσεις την τάξη εκείνη που δεν έχει συνείδηση της δύναμής της.

Τα οικονομικά, τα πνευματικά και τα άλλα λοιπά θαύματα έχουν πόνο και αίμα. Στηρίζονται πάνω σε μια νοσηρή αντίληψη περί ανθρωπισμού και σε μια ηθικολογία της στάνης.

Πόσα τράβηξε άραγε ο άνθρωπος στο όνομα του ανθρωπισμού απ’ τους ανθρώπους, ανατινάζοντας πολλές φορές το Είναι του μέσα σ’ ένα ανυποχώρητο και αμείλιχτο σπάραγμα, όπου, χάνει τον έλεγχο του μυαλού και του κορμιού του σφαδάζοντας και ουρλιάζοντας!

Πόσες φορές οι βρωμερές θρησκείες δεν εξέθρεψαν απέχθεια για τη σεξουαλικότητα, εκφυλίζοντας την ανθρώπινη φύση, φτιάχνοντας μηχανές παραγωγής θαυμάτων και υπάκουους καταναλωτές μεταφυσικής βλακείας!

Μα όταν ο κοινωνικός εμφύλιος φτάνει στο αποκορύφωμά του, διαπιστώνει κανείς, πως, η πλειοψηφία δεν τον ήθελε.

Η πλειοψηφία είναι βουβή. Σμιλεμένη απ’ τους θαυματοποιούς του τηλεοπτικού άμβωνος. Πολίτες που έχουν υποστεί λοβοτομή κάθονται μέσα στα οικογενειακά ενδιαιτήματα εγκλεισμού παρακολουθώντας άλλους ανθρώπους, αλλού, μέσα σε κελάρια, ενώ οι βόμβες μεταμορφώνουν τις πόλεις σε ωκεανούς φωτιάς.

Ο Φύρερ που δεν απέκρυβε τους σκοπούς του μιλούσε για μια γιγαντιαία πάλη που δεν έχει υπάρξει ποτέ άλλοτε.

Οι καπιταλιστές ξέρουν πως τα μεγάλα εργαλεία πολέμου και οι υποκινητές του ολέθρου αναδύονται μέσα από θριαμβευτικές πλειοψηφίες με εκλογές και δημοκρατίες. Και στον επίλογο γράφονται οι ιστορίες και οι λογοτεχνίες.

Μελωμένα δράματα των λεγόμενων αθώων πολιτών που θα διαβάζονται αργότερα στην παραλία.

Εκεί όπου θα λούονται οι απόγονοι των νικητών και των νικημένων.

Μόνο κάποιες γυναίκες θα μένουν πίσω, αβοήθητες, αναζητώντας στα ερείπια μια χούφτα αλεύρι και λίγες πατάτες. Γέροι που σκαλίζουν τα αποκαΐδια των σπιτιών τους. Άντρες εξαντλημένοι, σαν τα σαλιγκάρια που έχασαν τον προορισμό τους και θάβουν τώρα μέσα στους υγρούς λάκκους τους νεκρούς τους.

Το περιβόλι της Παναγίας Ή Ο οργασμός είναι γλυκύτερος απ’ το θάνατο

hieronymus-bosch-touched-by-the-devil-review

Όλες οι μανούλες που χαϊδεύτηκαν απ’ τον θεσπέσια καταναγκαστικό ολοκληρωτισμό της αγάπης, πιστεύοντας το κήρυγμα ως το καρπώδες προϊόν της αλήθειας μες στην αδυσώπητη αξίωση του χρόνου για αναπαραγωγή και μόνο, τώρα, δεν μπορούν να κόψουν ούτε ένα φυλλαράκι δυόσμου απ’ το περιβόλι της Παναγίας.

Η μεγαλύτερη απρέπεια και η μεγαλύτερη προσβολή της χούντας των αντρών είναι η απαγόρευση που επιβλήθηκε στα όντα αυτά που φέρουν σχισμή και αλλόκοτα υπερφυή μύστακα.

Η σχισμή των γυναικών ήτο πάντα επικίνδυνη αφού απ’ αυτήν ξεμπουκάρουν εν αφθονία, όντα που δεν γουστάρουν τις απαγορεύσεις και όντα που χαίρονται τα κορμάκια και τα μυαλά τους.

Ο τράγος δυνάστης του κατηχητικού και της ανθρώπινης αγωνίας έχει φτιάξει μια σιδερόφραχτη περιφέρεια γύρω απ’ την κτήση που του πρόσφερε ο αυτοκράτορας για τις δουλικές του υπηρεσίες.

Έφτιαξε έναν τόπο του θεού απ’ τον οποίο απαγόρευσε το θεό.

Δεχόμεθα εδώ, λένε οι βιβλικοί ατσίδες της μόνωσης και της προσευχής, δολοφόνους, καταδότες, αεριτζήδες, αλλά δε δεχόμεθα γυναίκες.

Όποιο ανθρώπινο ον έχει μουνί είναι εξ’ ορισμού εξόριστο κι ανεπιθύμητο εδώ εις την παριά των φληναφημάτων της δήθεν κοινής ζωής και συμβίωσης.

Η παρείσακτη γυνή δεν αναγνωρίζεται ως άνθρωπος στην κοινωνία των μαϊμούδων του ιερατείου που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η υγεία του σφιγκτήρα της.

Σπαταλημένες ανεμώνες και καμένα χωράφια, ηλιοτρόπια και παραβολές, Άδης ατέρμων για τα αδρά στήθια της μητρότητας.

Ο ευνούχος μιλά από άμβωνος για τη συνουσία. Ο αέρας και το νερό γίνονται συστατικά ενός κατά παραγγελία θαύματος. Λύπη και πόνος.

Με όλο τον ποιητικό ντετερμινισμό της μεταφυσικής η θρησκεία χώρεσε τους πλούσιους και τους φτωχούς στον ίδιο ντενεκέ ηθικού βίου και συνύπαρξης.

Μαγάρισε τις λέξεις και το ψωμί που δαγκώνεις όταν λες τη λέξη ψωμί. Απέβαλε τη γυναίκα απ’ την αποστειρωμένη αντρική κυριαρχία κι αντί το περιβόλι της Παναγίας να γίνει τόπος του θεού, δηλαδή τόπος ερωτικός και μακάρια οργασμικός, έγινε τόπος δολοπλόκων γερόντων και ακραίως ψυχικά νοσούντων υπάρξεων, μαζί πάντα, με τις φαλλικές κεφαλές που φέρουν αυτοκρατορικές μήτρες και χρυσά μολυσμένα κτερίσματα απ’ τις αποικίες που βεβήλωσε ο σταυροφόρος.

Μια σπουδαία εκδήλωση αγάπης προς το θεό θα ήταν η μαζική εισβολή γυμνών γυναικών στην χερσόνησο του Άθω.

Να μπούμε όλοι εκεί και να εισβάλουμε μαζί τους, ως ζεύγη και ζευγολάτες της ερωτικής χαράς.

Να δούμε τι είδους μουσική γεννούν τα κορμιά μας μέσα στον παράδεισο από λουλούδια και πεταλούδες.

Να ψάλουμε την αιώνια κίνηση απ’ τα ιερά των νυμφών. Την τρομερή θεϊκή ορμή του σπερματόσπορου μέσα στην γόνιμη θηλυκή γη.

Το στόμα των νυμφών

stomaton

Μας κρατά στη ζωή η πίστη στα ερείπια των εμπειριών μας. Φανταζόμαστε το ποίημα σαν το αίθριο μάτι ενός Κύκλωπα, που μετρά συνεχώς την απόσταση ως τον εαυτό του. Η ευτυχία μας διατηρεί την αταραξία της αφού φέρει εικοσιπέντε αιώνων ποιητικό χάρισμα. Ακούω την πάντα μουχλιασμένη και ρυθμική προσευχή όσων έχασαν τον εαυτό τους, αφήνοντας απρόσμενα αλύτρωτη τη μια και μοναδική τους ζωή. Οι ερωτήσεις περί νοήματος κοστίζουν. Οι κοσμοθεωρίες δεν εμπιστεύονται η μια την άλλη. Οι νύμφες που έρχονται στο κρεβάτι μου μένουν για πάντα σιωπηλές. Μάλλον οι λέξεις μου τις τρόμαξαν. Κι εγώ που έχω τις λέξεις για ψωμί και αγαπώ να σπαταλώ τις ώρες μου μαζί τους, πιστεύω από αφέλεια πως κάποιες απ’ αυτές που βγαίνουν διαρκώς από το στόμα μου θα πέσουν στο δικό τους και θα φυτρώσουν μια για πάντα εκεί.

Μαριονέτες και κατοικίδια

kefalia

Η ποίηση είναι η γενετήσια ορμή της γλώσσας. Τα θλιπτά όρια μεταξύ γλώσσας και πράξης. Η πιο κρυφή αλήθεια που φανερώνεται μέσα στις ανθρώπινες επαναστάσεις, των οποίων, το φυτίλι, πυροδοτεί ο ποιητικός λόγος.

Οι επαναστάσεις στηρίζονται στο Λόγο διότι μόνο ο λόγος είναι ικανός να οργανώσει την ανατροπή μιας δομημένης εξουσίας. Απ’ την άλλη, η εξουσία αναπτύσσεται και τείνει πάντοτε να δρα εκτός Λόγου.

Η εξουσία δεν είναι μόνο κάτοχος της δύναμης, δεν παριστά μόνο την απτόητη βούληση που υπερασπίζει τα συμφέροντά της με κάθε μέσο, αλλά μπορεί όλα τούτα και τα κρύβει κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου.

Ιστορικά φαντάσματα, σύμβολα, θρησκευτικοί δογματισμοί, περιδινούνται όλα ώστε να σχηματίσουν στο τέλος μια δύναμη που υποδύεται χίλιες μορφές και εκφράζεται με αναρίθμητους τρόπους.

Ότι δεν μπορεί να ξεριζώσει ή να το αλλοιώσει η εξουσία το κάνει όργανό της.

Η εξουσία όμως σαγηνεύει και σαγηνεύεται. Χρειάζεται απαραίτητα ένα ιδεολόγημα που θεωρεί τις πολύχρωμες αποχρώσεις της επιφάνειας πιο σημαντικές απ’ την ουσία που κρύβεται στο βάθος των πραγμάτων.

Προτιμά να συναγελάζεται με ηθοποιούς, χορευτές, μάγους της επικοινωνίας και του θεάματος, καλλιτέχνες γενικότερα, επειδή της αρέσουν πάντα τα σκληρά παιχνίδια.

Όσο για τους συγγραφείς, τους ποιητές και τους στοχαστές που αντλούν απ’ τον πολτό των ανθρώπινων αδυναμιών, ένοχοι πάντα μιας παρεξηγημένης ευαισθησίας, η εξουσία γνωρίζει καλύτερα απ’ αυτούς ότι η διανοητική σκέψη και τα παρελκόμενά της είναι ο πιο επικίνδυνος αντίπαλός της και την τρέμει όπως ο διάολος το λιβάνι.

Απ’ την άλλη, οι ποιητές ιδίως στην σημερινή εποχή της τρεχάλας και της φρενόπλυσης, υποτιμούν συνήθως, την μακροπρόθεσμη δύναμη της γλώσσας τους και γι’ αυτό έχουν την τάση να συγκατανεύουν και να παλινδρομούν.

Η εξουσιαστική γλώσσα παρότι διαθέτει αρκετές σειρήνες σημαίνει αναποφεύκτως την αποδυνάμωση και την εξουδετέρωση του ποιητή.

Όπως στον ψυχισμό του ανθρώπου υπάρχει η παρόρμηση του θανάτου, ως αντανάκλαση της φυσικής φθοράς που συντελείται γύρω του, έτσι και η εξουσία μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον μαγνητίζεται και τελικά ταυτίζεται με τον θάνατο και την καταστροφή.

Η εξουσία κατέστησε τους καταραμένους ποιητές παιδιά της. Έφτιαξε μύθους και έστησε μουσεία. Παραχάραξε το ποιητικό θαρραλέο Εγώ, όσων κατάπιε το μαύρο σκοτάδι, κάνοντάς το αδύναμο τυφλοπόντικα κρυμμένο στα υπόγεια του περιθωρίου.

Έφτιαξε τους δήθεν προνομιούχους, οι οποίοι ομφαλοσκοπούν και ομφαλοσκοπούνται, έχοντας το ρόλο του θεατή, παίζοντας με την υστερική τους τύφλωση μέσα στα στεγανά της ψευδούς μαρτυρίας και της αυταπάτης που προσφέρουν παντοιοτρόπως οι τυραννίες και τα δεινά κάθε πίστης.

Αν η μόνη πίστη ήταν η έρευνα, τότε η πίστη θα ήταν απελευθερωτική και η ποιητές τους οποίους μουμιοποιεί το κατεστημένο ως προφήτες του θα ήταν σπερματόσποροι του δαίμονα της αλλαγής.

Της αλλαγής που πλανιέται σαν λυσσασμένο κόκκινο φάντασμα, όχι πάνω απ’ τη γηραιά και κουρασμένη Ευρώπη, αλλά πάνω απ’ ολόκληρο τον κόσμο.

Στίλβοντος Αυγούστου και Εξάψεων

stilovontow

Ώρα μηδέν, εδώ, για κάθε τίποτα
Οι λύκοι στα βουνά με αίμα άγνωστο
διαβαίνουν στολισμένοι
Κότες και πρόβατα για τα μαμόθρεφτα στομάχια μας
Ριζίδια της αλάλητης παρθενίας

Μας ξέρουν οι βασίλισσες
απέξω κι ανακατωτά
Η λάβρα τους χολερική
Ορμά ο τριφηλός φορτηγατζής της ηδονής
Πετάει σαν πετριά την υποβάρβαρη γλυκιά του επιθυμία
Σπάει το παστέλι στα καπούλια της
Και γλείφει
Ως κάτω του καταγκρεμνού τις ασωτίες
Ως το μεταίχμιο των λάκκων

Ω ναι! ξαμοληθείτε σπερματόσποροι
Ως τα δαφνοστεφή μηλίγγια σκορπιστείτε
Σκίστε το πέπλο λυρισμού να βγει το αιματάκι
Να ξεπροβάλει ανυποψίαστη η τέρψη της Λαϊδος
Να καταπιεί τα βερονάλ του οργασμού
Τα ερωτικά κινίνα

Υπέρ ενδόξου στύσεως πεσόντες
Υπέρ Μαρίας Μαγδαληνής
Υπέρ Ουρουγουάης

Νόμοι του σύμπαντος
Γουργουριστά σαρκία των προγόνων μες στο σπέρμα μου
Θα πασαλείψω τώρα βαζελίνη την ενδόμυχη δειλία της
Θα εισβάλω
Θα ουρλιάξει αυτή
Θα βγει το Αχ σαν δαίμονας
Θα εκραγεί το πιο ακροτελεύτιο φωνήεν
Τα Αχ και Ωχ θα βγάζουνε σπινθήρες
Η ηδονή κι ο πόνος
Η σφύρα και ο άκμων

Ας υπάρχει ο παράδεισος
κι ας είναι η θέση μας στην κόλαση, κορίτσια

Ανάσκελη Ή Πορτραίτο Αρραβώνος

Σχετική εικόνα

Τι ολοκαυτώματα βαρύτονα
Τι μπούτια Τρίκαλα
Θεσσαλικά υγρά
Τι Κορδιλιέρες Άνδεων και βάλε
Και τι αδένες
Ψίχα δηλαδή μιανής
που αιχμαλώτισε το φως
στο τέλειο σχήμα του κορμιού της
Αχ! δεν ξέρουν από γευστικές θηλές οι χωροφύλακες
Οι κάργιες που αποθνήσκουν στα Βελούχια
Δεν ξέρουν
Δείτε πως τρέχει να κρυφτεί το καβουράκι του οργασμού
κάτω απ’ την άμμο
Δείτε πόσο τανάλια η σάρκα
Πόσο μέγγενη
Και ο καθρέφτης πόσο σαρκοβόρος
Σχεδόν χίλια κομμάτια η Περσέπολις
Σπασμένα μονοσύλλαβα
Ωραία μαντολάτα
Τώρα που ονειρεύομαι γλειψιές στην αγιοσύνη σου
Στα τέμπλα σου καθώς
στάζουνε φασκόμηλα φιλιών
τα παρασάνταλα τα δάχτυλα
Η φλέβα η κατάπτυστη
Η μόνη μεσημβρία από χύσια
Η μόνη αλαφροΐσκιωτη ρωγμή
Καθώς ξαμώνει ο νεοσύλλεκτος σπασμός
Αθώο κοφτερό γυαλί
που αγγελοκρούει τη λάβρα των αδένων
Και το χαώδες το ξενύχτι κλειτορίδος
που ψιθυρίζει στα αυτάκια των ανέμων
Ω μνήσθητί μου καύλα!
Ω μνήσθητί μου βδέλλα υγρή!
Καθώς πλησιάζει ο αλαζόνας Αύγουστος στο τέλος του

Μεσημβρινό πορτραίτο ερωτομανούς

mesimbrino

Υπήρξα γητευτής
μες στη φυλλορροούσα δίνη των σκελιών σου
Όχι ένα ποίημα ακριβώς ερωτικό
Των γεγονότων ανασκάλεψα την ουσία
Για σένα για σένα για σένα
Τύλιξα το κορμί σου με το κορμί ενός άντρα
Αχ! οι ρίζες μας φτάνουν σε λάσπη πηχτή
Κι η λάσπη που είμαστε
από σπόρους και λουλούδια
από βροχούλες και σάλια
βαλσαμώνει τους νεκρούς
Μαζί αγκαλιάσαμε δέντρα και τάφους
Με στόματα πιο βιαστικά κι απ’ τα μάτια μας
καταβροχθίσαμε αυτό το αιώνιο ξενύχτι του κενού
Θέλω
να με ξυπνάει η γλώσσα σου
Εσύ η γλωσσοκοπάνα
την αυγή
να δοκιμάζεις του ασφόδελου τους πρώιμους καρπούς
Να σε μπουκώνει ο Όσιος Φαλλός
ως να παραδοθεί
στην αδιαλείπτως λειτουργούσα γκιλοτίνα των οδόντων σου

Μαξ και Ντόροθυ

majkai

Ο Μαξ Ερνστ με την γυναίκα του ζωγράφο Ντοροθέα Τάννινγκ

Την κόμη σου επρόβαλα στα ωδικά μου μάτια
Στων κανίβαλων σπλάχνων σου τη λαιμαργία παραστράτησα
Τον έρωτά σου έκαμα μπρελόκ ιθαγενών
γερόντων που φουντάρουνε στα βρωμερά σκατά
Κι είναι οι τόσες μουζικούλες μου που εξαγνίζουν
το εμπορικό πνεύμα του σεξ
Κι ένα σωρό ομορφιές τις ξετυλίγω σαν μετάξι
Και γίνομαι σερσέγκι στο τραγίσιο σου ρουθούνι
Ζωάκι αξιολύπητο μα θαυμαστός οργανισμός
Κι έχω στη μετέωρη φωλιά της αχανούς υπάρξεως
παρηγοριά τον κώλο σου
τον ξεροκέφαλο σπασμό της τούρλας σου
Αχ! κάτω απ’ την άδολη σχισμή πετάγεται
ο πιο μουνούχος ταύρος
Όσο μικρά κι αν είν’ τα κέρατά του
δεν κάνει πίσω

The show must go on!

saumast

Ο άντρας υπήρξε πάντα ο εγγυητής της ωμότητας. Πιο ισχυρές, απ’ όλα τα στρεβλωτήρια και τους τροχούς, υπήρξαν οι πράξεις του.

Δούλεψε την επιστήμη της Κυριαρχίας με σπουδή καταφέρνοντας να τσακίσει το θαύμα της προσωπικότητας.

Έφτιαξε τη γραμμή και την πειθαρχία, τον έλεγχο και το εύκολο χρήμα. Χωνεμένος από μια βρομερή πάστα δουλείας, τυραννίας, φετιχισμού, φόβου, ματαιοδοξίας -και άγνοιας.

Ο άντρας είναι το πολυκερματισμένο όν. Πάντα καταβυθίζεται, πάντα βουτάει εκεί, στην ανοιχτή πληγή. Στην κακοφορμισμένη αισχρή φρίκη. Δουλικός και βλαμμένος. Κάνει αυτό τον τρελό πολιτισμό να μοιάζει με κρατήρα.

Όλα τα πεινασμένα, απεγνωσμένα πνεύματα που ξεφύτρωσαν απ’ τα αντρικά κορμιά ξεσηκώνοντας τους φτωχούς και τους καυλωμένους λύγισαν απ’ την άγρια κατάρα, τη βρισιά και την ηθική παράλυση.

Η ιστορία τού άντρα έχει τις ρίζες της στο μακελειό. Ο Ιησούς των εβραίων και των θρησκόληπτων σκλάβων ήταν άντρας. Ένας θεός σε απόγνωση, δηλαδή η απόγνωση του άντρα.

Αυτός που σταυρώθηκε απ’ τους άντρες γεννήτορές του μέσα σ’ έναν ήδη φθαρμένο και γυαλισμένο κόσμο, πεταμένο σαν το κρανίο ενός λεπρού στην έρημο της ανθρώπινης εγκατάλειψης.

Αυτός που δίδαξε την αγάπη που δεν διδάσκεται. Γιατί η αγάπη που σου δείχνει με το δάχτυλο ο ισχυρός ανήρ και ο τραγόμορφος κατηχητής μετατρέπεται σε χολή και ο ίδιος γίνεται μάστιγα και φραγγέλιο, απλώνοντας στην Αγορά όλων των συναντήσεών μας το πέπλο τού πένθους και της απαγόρευσης.

Κι είναι ο ισχυρός αυτός άντρας που έπλασε μέσα στους σκοτεινούς αιώνες τη γυναίκα. Το πιο βάναυσο απ’ τα υποδουλωμένα θηρία.

Ναι, βλέπω γυναίκες με χοντρούς εκδικητικούς πούτσους γύρω μου. Γυναίκες που ξέρασαν τα μουνιά τους απ’ το στόμα και άλλαξαν το φύλλο τους, γυναίκες σπουδαγμένες στην αντρική Κυριαρχία και την φθονερή μισανθρωπία τού « ἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων».

Γυναίκες που στέγνωσαν τη φύση τους στους κοινούς τόπους δουλείας με τον άντρα, ακούγοντας απ’ τα κοινωνικά μεγάφωνα ιαχές. Η ταχύτητα είναι εξουσία. Παίξτε το παιχνίδι. Κόψτε των παιδιών σας τα τσουτσουνάκια. Αντιστέκονται στον αέρα και την ταχύτητα. Στην αριστεία και στο κέρδος που σέρνει πίσω της. Παίξτε μανούλες το παιχνίδι των αντρών. The show must go on!

Rest in Peace

rest

Μόνο ένα πράγμα είναι τόσο ενθουσιαστικό σ’ αυτόν τον απαράμιλλα μάταιο κόσμο. Η επαφή με τις δυνατότητες του μυαλού.

Το αίσθημα της απέραντα σπλαχνικής ύπαρξής μας που διαπερνά τη συγκίνηση της γνώσης και φτάνει στη δράση. Εκεί που η ζωή και η συνείδηση ταυτίζονται απόλυτα κι λύκος κι η αρκούδα συμμετέχουν στο γίγνεσθαι όπως συμμετέχω κι εγώ.

Η σάρκα σας, Κυρίες μου, περιμένει πάντα σε μια υγρή ακτή από γέλιο και πόνο. Τον άρτο τον επιούσιο περιμένει και το σπασμό.

Θα με συντρέξετε εσείς ν’ απανθρακώσω τις λέξεις. Να βρω το νόημα που έχασα όπως η θλιμμένη κατσαρίδα βρίσει ένα αμύγδαλο και το μασουλά.

Είναι ο ουρανός που πρέπει να τον μάθουμε ψηλαφώντας με τα δάχτυλα την άοκνη απεραντοσύνη του και τ’ αποφάγια της χθεσινής νύχτας. Τους μετέωρους αστέρες που τυλίγω με το μαντηλάκι του θανάτου.

Ιδιότροπες πένες στο συμπαντικό μελανοδοχείο και λίγη σοκολάτα με κονιάκ για τη θλίψη που φτάνει στο μεδούλι.

Και διαβάζω με τα χείλη εσένα, θύελλα ζωντανό ζώο, ξέσπασμα της πιο χαζούλας ξανθιάς Αφροδίτης που κάνεις τη σκληρή μελλοντική γραφή μου αφρό πάνω στο στιλπνό δέρμα του κόσμου που ψάχνει το αληθινό του πρόσωπο.

Τα πάντα είναι στοιβαγμένα μέσα σε μια στιγμή. Όχι ένα άνυδρο πεδίο υγείας και ανέσεων, αλλά ένας γαλαξίας με γενναιόδωρα μεγαλιθικά μαστάρια που ταΐζει τις τρυφερές μας ψωλές για να σχηματίσουμε τον κόσμο μες στο μενεξεδένιο φως των άστρων, αναδίδοντας μιαν άγρια φιλήδονη φλόγα.

Ένα λυρισμό από αίμα και πύον.

Αγάπη για να συνάξεις τα κομμάτια των βασανισμένων, σφάζοντας μια για πάντα αυτό το ψευδόμενο μένος της αριστείας.

Κυρίες του καλού κόσμου και του παστρικού χαμού, στα πιο μύχια σωθικά σας εναπόθεσα την κακοφορμισμένη αισχρή φρίκη. Νόμους, κυβερνήσει, κώδικες, αρχές, τοτέμ, ταμπού, ορθοδοξίες.

Εγώ ξέρω σε πιο καθαρτήριο θα σας ξαναβρώ!

Κάτω απ’ τον ήλιο

venus

Στη γλωσσική μας δραστηριότητα υπάρχει μια παρόρμηση θανάτου, ή αλλιώς, μια σιωπηλή δύναμη η οποία διαρθρώνει τον παρορμητισμό μας προς έναν κώδικα κοινωνικώς αποδεκτό.

Οι μηχανισμοί αυτολογοκρισίας είναι δεμένοι στους τροχούς των αισθημάτων μας και στην τελειωτικά φθαρμένη μας φύση απ’ τον εκφυλισμό του σεξουαλικού ενστίχτου.

Οι αυτοαποκαλούμενοι ποιητές νοιάζονται αποκλειστικά και μόνο για το πώς θα αρέσουν κι όχι για το πώς θα ευχαριστήσουν ή για το πώς θα ευχαριστηθούν.

Η ηδονή αποστειρώθηκε με χειρουργικό τρόπο απ’ την ακαδημία και το κατεστημένο της βιομηχανίας του θεάματος.

Η καύλα θα εκφραστεί με αρλούμπες και θα πιαστεί στα δίχτυα μιας βίωσης αναμφισβήτητα αγχογόνου και καταθλιπτικής.

Οι λέξεις αντί να γίνουν πνοή για τα αγγελικά φλάουτα της συνουσίας και της βίας που έχουν ανάγκη τα κορμιά για να υπάρξουν, γίνονται φίμωτρα των συν-θλιμμένων και αποδιοπομπαίων ζωντανών.

Ο Βιτγκενστάιν τελειώνει το «Tructatus logico-philosophicus» με μιαν αντιδραστική αποστροφή που λέει: «Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς γι’ αυτά πρέπει να σωπαίνει».

Όμως η επαναστατική σκέψη που μαθαίνει απ’ τη ζωή των μυρμηγκιών και των σκύλων, έχοντας μιαν άκρως φυσιοκρατική θέαση των πραγμάτων, λέει χωρίς περιστροφές: «Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς γι’ αυτά πρέπει να μιλάει».

Ο Βολταίρος μπορούσε να εκφράζει μερικές από τις πιο προχωρημένες ιδέες του στέλνοντας επιστολές στη Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας, τουτέστιν μιαν από τις πιο δυνητικές του αντιπάλους και φαντασιωτικές ή πραγματικές ενδεχομένως δημίους των απόψεών του και της ίδιας του της κεφαλής.

Ο Λένιν ανέπτυσσε εντατικές επαναστατικές δραστηριότητες στη Βέρνη της Ελβετίας, την πρωτεύουσα του διεθνούς καπιταλισμού, μέχρις ότου οι συνθήκες του επιτρέψουν δι’ ερυθρού τάπητος, να περάσει τα σύνορα της Φινλανδίας και να μετατρέψει την Αγία Πετρούπολη σε Λένινγκραντ.

Ο Αντρέας Εμπειρίκος κάτω απ’ τη μουσούδα του καθεστώτος των Σεφέρηδων έγραφε για ψωλίτσες και μουνάκια και παγκόσμια ερωτική δικαιοσύνη, χαράσσοντας πάνω στα φλεγόμενα όνειρα-που η σκουριά και η τεφρώδης άμμος του μεγάλου πολέμου κιτρίνιζε δια παντός-την ουτοπία του και την προσωπική του μυθολογία.

Και δεν πρέπει ακόμα να παραλείψω να πω, πως, τα πάντα σ’ αυτή την πόλη των ιδεών, της αποχαύνωσης και του καύσωνα, συμβάλουν στο να δώσουν στη λάμψη της κάτι το τόσο αισθησιακό ώστε, όταν περνούν απ’ τους πυρακτωμένους δρόμους τα κορίτσια, οι γυναίκες και τα θηλυκά, σαν κύκνοι που διασχίζουν τον αέρα, πολλές φορές βλέπουν τους πούτσους μας να σηκώνονται μες στα παντελόνια.

Η Χιονάτη τον Αύγουστο

xionati

Η γλώσσα που μιλάμε είναι η γλώσσα
της ύπαρξής μας. Ωστόσο η Χιονάτη
έκατσε στους εφτά νάνους για να την
οδηγήσουν στους εφτά ουρανούς.
Καθισμένη στα πόδια τους με μάτια
υγρά απ’ τα δάκρυα την έσφιγγαν και
τη φιλούσαν πίσω απ’ τα γόνατα και στο
μπούτι που ανάβλυζε γάλα και ωραία
λείψανα παραμυθιών που φιλονικούσαν
με την αιωνιότητα και τη συνουσία. Στην
αρχή περιορίστηκαν να της φιλούν τα
μάγουλα, τελικά όμως, μ’ ένα μεγάλο
σκίρτημα χαράς που δεν μπορούσαν να
τιθασεύσουν της άνοιξαν τα πόδια και
κόλλησαν τα χείλη τους στη σχισμή της
και στον κώλο της τον οποίο άρχισαν να
καταβροχθίζουν με μανία.

Στρογγυλά σαρκώδη δάχτυλα

strogila

Στρογγυλά σαρκώδη δάχτυλα
Ένα ποίημα
για το ροχαλητό και τους απεγνωσμένους έρωτες
Ένα διάδημα ιδρώτα και αγωνίας
Η ζυγαριά και τα δεμένα μάτια της δικαιοσύνης
Κρύα πόδια και καυχησιά
Και καμιά χυσιά
Μονάχα η βαρεμάρα των έργων τους
Μια ζεστή ζωή για να τυλίξει τους κρύους κώλους
Και πως η ευωδιά από κολπικά γέλια και μαστούς
φυτρώνει στους κροτάφους μου

Μυρίζω τώρα, αυτό το ξερό ψωμί του Αυγούστου
Τους αγρούς με τα φρύγανα που ψήθηκαν
Το χώμα και τις πέτρες
Τους παραθεριστές μες στη γαλάζια κλινική του Αιγαίου
Λέπια και εντεράκια
από ξεσηκωμούς πολέμους ολοκαυτώματα

Θέλω να είμαι των παθών σας ο κακούργος ουρανός
Θέλω αλοιφή για τα σπυράκια
Και ξύγκι για τους Αγίους τόπους των φιλιών

Προσεύχομαι τώρα, μήτρα του μεσημεριού
στην αναμαλλιασμένη σου λυγεράδα
Στον χολερικό ιστό των ερώτων σου
Νωθρός σαν μουνόψειρα και φτωχούλης σαν ποντικός
Η καύλα πιλαλάει και ξεχύνεται
Παντού κορμιά βλασταίνουνε χαρούμενους στραγγαλισμούς
Χωρίς αλουμινόχαρτα και τάπερ

Κορμιά παντού και οι σφήκες γύρω
Ο θάνατος που τραγουδάει λυπημένος
και δεν μπορεί να είναι κάποιος άλλος
παρά στρογγυλά σαρκώδη δάχτυλα
κατά πάνω στις σχισμές της ψυχής

Τριβείον Ελαίου και Μούργας

trivion

-απόσπασμα –

Η σχισμή της ήτο έξαλλη και αινιγματική. Σχεδόν μια γεωμετρική πυράκτωση, που τα ούρα και οι τριχούλες αυτού του γλυπτού ερωτικού βούρκου, έμοιαζαν με σημείο σύμπτωσης της ζωής και του θανάτου.

Άμεσα αναγνωρίζω τη ζωή απ’ τις μυρουδιές της, χωρίς να υπάρχει μύηση ή φώτιση στο γυμνό ουρανό νιώθω την εσώτερη οδύνη και τη στύση μου να ψηλαφούν τις εσοχές και τα κειμήλια της αβύσσου.

Μέσα σε κείνη τη σχισμή είμαι ένα ον μοιρασμένο ανάμεσα στην ομορφιά και την ασχήμια, το καλό και το κακό, ιδρωμένος δράκος ως το μεδούλι και ξαναμμένος, ένας μικρός θεός που όταν καθρεφτίζομαι στο μουνί της είμαι ο Μέγας Σατανάς αυτοπροσώπως και το πελώριο σεξουαλικό καντήλι που θα το σβήσει κάποτε το αεράκι της φθοράς.

Με σκέφτεται η σχισμή της κι ο κώλος της κοιμάται.

Αυτή η βλάσφημη τρύπα με το απέραντο σφρίγος της και τα λυρικά της τρυφερά μέρη γύρω απ’ το κρατήρα που τραντάζει τον κορμό της και με παροξυσμική παραφορά ταρακουνάει τον κόσμο ολόκληρο.

Αγάπη και μίσος, έλεος και οργή, αίμα και πύον. Σύνοδοι πλανητών και συνουσίες αδέσποτων σκύλων.

Τι είναι ο πόλεμος, η σφαγή, ο τρόμος όταν η νύχτα προβάλει πάνω στη μαύρη τσόχα της απεραντοσύνης την έκσταση μυριάδων ήλιων εκτυφλωτικών;

Και τι είναι το σάλιο που στάζει στον ύπνο μου και τα υγρά κι η ασυντόνιστος ρεύσις, αν όχι η ανάμνηση των σπειρωμάτων των άστρων που με εξώθησαν στη μουσούδα αυτής της σχισμής;

Αυτής της σχισμής που ακόμα κι όταν γίνει χαίνουσα πληγή, αποσχηματίζοντας την υγρασία του ερωτικού ενστίχτου, ακόμα κι αν δε γεννά τίποτε, παρά μόνο βατράχια, νυχτερίδες, σκότη και κατακλυσμούς.

Ωδή Στα Βυζιά

vdi

βυζιά γυμνά εξαίσια καταφύγια
στήθη ζεματιστά
σταθμοί αγρίων κορυδαλλών
φυλακισμένοι Διόσκουροι
βράχια
που πάνω σας χτυπούνε
οι γλώσσες σα χταπόδια

που πάνω σας χειροτονούμε
το φαλλό

βυζιά με τα χαντάκια σας
με τις υγρές χαράδρες σας
βυζιά
που σας ασπάζεται
το χώμα της πατρίδας

βυζιά θεσπέσια που μας τυφλώνετε
φανάρια αδυσώπητα
του τριαξονικού
του λυσσασμένου Scania
του πειραγμένου
που έρχεται
βολίδα καταπάνω μας

ρόγες που μας καρφώνετε
λόχμες
που μας βγάζετε τα μάτια
τινάζεται ο πλόκαμος
κραυγάζει ο φαλλός μας
σα γιαταγάνι που πετά
πυρακτωμένες σπίθες

κι από τον τάφο μου θα βγώ
κι από τα χίλια άστρα
πίσω θα γυρίσω
κι απ’ τα λυγρά σκουλήκια
θα ξεφύγω
για νάρθω πάλι ψαύοντας με τα δάχτυλα
τους χτύπους της καρδιάς
τα φλογερά εσάς βυζιά
να με κατασπαράξουν

βυζιά λαχταριστά
που έλκετε
προσκυνητές εις το γκρεμνό
καθώς τα χείλη κορασίδας
πιπιλίζουν το λυκόφως
ωσάν γρανίτα φράουλα
καθώς ψυχορραγεί και στάζει
σαν τους τυφλούς που κατεβαίνουνε
στον Άδη τους μονάχοι
σαν τους αθίγγανους που η σάρκα τους
φεγγοβολάει
χίλια αναμμένα κάρβουνα

Terra Nuova

εμπειρικος-

στον Νάνο Βαλαωρίτη

Περνώντας το ποτάμι, ο Άγιος Αντρέας ο Εμπειρίκος, διαβαίνοντας το διάσελο, βρήκε ξαφνικά μπροστά του την πόλη Ελμπασάν, τις αλαβάστρινες πύλες της, διάφανες στο φως του ήλιου, τους κοραλλένιους της κίονες και τις γυάλινες κόγχες της, σαν ενυδρεία όπου κολυμπούν σκιές χορευτριών με τ’ ασημένια λέπια τους.

Βρήκε αθώα κοριτσάκια σε σχήμα μέδουσας και τυφλούς εραστές κάτω απ’ τις φούστες να ψάχνουν στ’ απόκοσμα ανάκτορα τη ρωγμή στη μέση του ματιού.

Βρήκε χρυσόδετα λεξικά της αρχαιότητος γεμάτα κώλους, βυζιά και μουνάκια.

Βρήκε στρατηγούς να μαλακίζονται με πτώματα και υγρά αγόρια να γαμούν τη μαμά τους.

Βρήκε επαύλεις Ρωμαίων και σκακιέρες με σπλήνες και συκώτια και σκατό με αίμα.

Βρήκε κυρίες της αυλής να ρουφάνε το τσάι τους στα σκοτεινά σπήλαια του οισοφάγου, όπως ρουφούσαν οι δούλες στις αποικίες το σπέρμα των γονιών τους.

Βρήκε ξύλα και βίδες για να φτιάξει την κιβωτό της λαγνείας και το πλοίο που θα μεταφέρει την άπληστη λειτουργία του γαμησιού στην αγκαλιά του θεού.

Βρήκε μαγνήτες για τις ερωτικές πυξίδες που οδηγούν τους αθώους στις αλμυρές Πλειάδες και βρήκε χείλη γυναικών δίθυρα, σχισμένα στα δύο σαν τους βολβούς που γλείφουν οι καυλωμένοι χοίροι στις Ακαρνανικές ακτές.

Βρήκε εικονίσματα του Στάλιν να τα κρατούν οι τρομαγμένοι σφιχτά για να περάσουν το βάλτο που οδηγεί στις στέπες.

Βρήκε το διάολο μες στις κοιλιές των γυναικών που ανακάτευαν τα χύσια των βιαστών τους όπως ο χτίστης ανακατώνει το γαρμπίλι του.

Βρήκε όλων των ειδών τα εγκλήματα κι ανακάλυψε πως κανείς άλλος δεν μπορεί να μας πληγώσει, παρά μόνο εκείνοι που αγαπάμε.

Περνώντας το ποτάμι, ο Άγιος Αντρέας ο Εμπειρίκος, διαβαίνοντας το διάσελο, βρήκε ξαφνικά μπροστά του την πόλη Ελμπασάν και κατάλαβε κιόλας ότι πόλεις σαν κι αυτή έχουν και την ανάποδη όψη τους, που τη λεν Ουτοπία και παλαιόθεν Νεόκαστρον και Νόβιγκραντ και Terra Nuova.

Ερωτοτροφείον

erototrofion

Photo by Rimaldas Viksraitis

Ω νύχτα-Ya lail-
με το καλαμένιο σου φλάουτο!
Οι ιστορίες που πιστεύουμε
είναι οι ιστορίες που φτιάχνουμε το πρωί
σκαλίζοντας τις στάχτες σου
Η κουζίνα μου βρίσκεται μέσα στην τρυφερή σου καρδιά
Η καρδιά σου
ακούει βραχνούς κόκορες να λαλούν στο σκοτάδι

Κόβω μια φέτα καρπούζι
και βλέπω τα χείλη και τα φρύδια σου
Τα μαύρα κουκούτσια σφηνωμένα
στο ζαχαρώδες κόκκινο κορμάκι σου
Τον ήλιο κρυμμένο ανάμεσα στις φασολιές και τα κολοκύθια
Τις κότες να περιμένουν τ’ αποφάγια τους
Τα παιδιά μου παρατημένα στους αγρούς
να τους φέρω χρυσά κέρματα με σοκολάτα
Τη γυναίκα μου
όμορφη σαν το υγρό μάτι της αγρύπνιας
να αναιρεί τη χαζή ανταρσία μου
να γράφω ποίηση
να θυσιάζω κατσίκες και τράγους για τοπικές Αγίες
να βγάζω λίγα λεφτά
ίσα ίσα για τις φακές
και το φόρο για τους αποικιοκράτες

Μπορεί να είμαι ο τρελός του χωριού
Μπορεί να είμαι ένας χαζός
που κρατά δυο κλωστές και δυο λέξεις
Μια μαύρη και μια λευκή
Μια μέρα και μια νύχτα
Περιμένοντας την αυγή για να τις ξεχωρίσω

Κοιτάζουμε τώρα ο ένας τον άλλο
χωρίς να βρίσκουμε λέξεις για τη δυστυχία που μας ενώνει
Είμαι ακόμα θαμμένος στην καρδιά σου
Ω νύχτα-Ya lail-
με το καλαμένιο σου φλάουτο!
Δεν ξέρω πια να αγαπώ
Ή μάλλον ξέχασα

Ο Αύγουστος και η Αυγούστα

august

Ας επανέλθουμε όμως στον μήνα Αύγουστο. Δεν εμπεριέχει άραγε μια ενδόμυχη ένδειξη αυτάρεσκης επαφής με τη σωματική μας ταυτότητα! Με τη γύμνια μας, ίσως, σε όλη την κλίμακα των πτήσεών της.

Κάνοντας τον ιερόσυλο σκεπτικισμό του φόβου τριμμένη πλαστική σακούλα υπό του καύσωνος τις μαγγανείες, τη φιλοσοφία και την ηθική ντροπαλές γεροντοκόρες που τρυπώνουν στις βίβλους των παντοειδών αδιεξόδων!

Πώς να μιλήσει ο λόγος εκεί που δεν μπορεί να πει πια τίποτε κανείς και πώς να ασκήσει την εξουσία της η ηθική εκεί όπου το σώμα δραπετεύει απ’ όλες τις προπατορικές κατηγορίες, υπακούοντας μονάχα στην ολοσχερή δαπάνη του;

Ετούτο το ακραίο όριο της φύσης μας πηγαίνει στις ακρότητες με τον πιο απόλυτο τρόπο.

Η άμμος και το πυρωμένο χώμα φουρνίζουν τη διάθεσή μας για τρυφερότητα. Θάνατος μαζί και αδυναμία θανάτου. Πλάσματα της ερήμου που γινόμαστε ένα με τη διάθεση του ήλιου και την ταντρική μας όσφρηση που ξαγρυπνά στο ερωτικό σαφάρι.

Στη σεξουαλική μας θρησκεία που αποκαλύπτεται επωάζοντας μες στα κορμιά την επικράτηση των αντίθετων δυνατοτήτων, που είναι οι δυνατότητες της ιεράς πορνείας, δηλαδή της ακατάσχετης προσφοράς μέχρις εσχάτων, μέχρι εξαντλήσεως όλων των δυνάμεων που υπάρχουν μέσα μας για να ξοδεύονται ακατάσχετα.

Καυλώνουμε, τα ερωτικά μας όργανα δεν γονιμοποιούν αλλά πλάθουν και με αυτή την υπέροχα ζωώδη τους ορμή αλληλοσυγχαίρονται για το σμίξιμό τους.

Τρίψιμο, χάιδεμα, άγγιγμα. Νευρικές λειτουργίες που οδηγούν στο σπασμό ή τον οργασμό.

Πλάσματα που για να ολοκληρωθούμε πρέπει να δείξουμε ασμένως αυτό που είμαστε, εν ολίγοις να αυτοκαθοριστούμε.

Μπορεί άραγε κάτι άλλο έξω απ’ την ερωτική καθαρότητα να μας κάνει να συλλάβουμε την ταυτότητά μας, να την απαλλάξει από καθετί αλλότριο, να την καθαρίσει και να την ξεσκουριάσει;

Αυτός ο μήνας της παραβίασης των ορίων και των οργίλων μουγκρητών, των διαβόλων που τρώνε τα σύκα καβαλώντας τα μπράτσα της συκιάς που καταράστηκε ο άγαμος κύρης του σύμπαντος, είναι ο μήνας που οι αδένες μας καταβροχθίζουν νέκταρ απ’ τα ερωτικά καρδιοχτύπια για να αντέξουν τους καρκίνους της χειμερίας νάρκης του κορμιού που επιτάσσουν η κοινωνικότητα και η ντροπαλοσύνη του υλικού κόσμου που μας καταδυναστεύει με τα εξουσιαστικά του σύμβολα και τα ερείσματά τους.

Τώρα όμως, είναι τα εκκρίματα αυτά που μας αναλογούν.

Το δέρμα και τα κόκκαλα που διαλύονται απορροφώμενα μέσα σε όρχεις έτοιμους να εκραγούν.

Μια χρυσαλίδα προσκολλημένη σ’ ένα τεράστιο φαλλό με μια γιρλάντα από ηβικό τρίχωμα που όλο σφίγγει το ζεστό λαιμό του καλοκαιριού.

Ο Αύγουστος πριν ξεψυχήσει μες στο εξουθενωτικό παιχνίδι των αμοιβαίων καταχρήσεων θα μας χαρίσει κάτι απ’ την τερατωδία του.