Κάτοπτρο νυκτός

15146969640_9a8067e5dd_o

Παρακολουθώ όλες τις εκπομπές του διαβόλου
την αστυνομία πόλεως και την αστεία Βαβέλ
των ποιητών που έχουν περίεργες ιδέες για το
πέος τους και γυρνούν διψασμένοι τα χαράματα
εις την οδό Πτολεμαίων, εκδιωγμένοι απ’ την οδό
των γυναικών όπου ο Αντρέας Εμπειρίκος έπινε
το γάλα του

Και το φεγγάρι και τ’ αστέρια και οι πατούσες σου

sexavb

Παραφυλάω να σε δω γυμνή μες στο κλειστό μου μάτι
όπως παραφυλά ο σκόρος τις ονειρώξεις
Τα χείλη σου έτοιμα, έντρομα
μορφάζουν μαύρο τοκετό και σάλιο
Η Πρέβεζα κορδώνεται με μπουκωμένο στόμα
αντίς περίστροφο ηδονή
ψωλή αλατισμένη
Κοιτάζουμε τη θάλασσα μα βλέπουμε τον ουρανό
Ουρί του ατελέσφορου υγρού μας παραδείσου
Περνά ο Δυοβουνιώτης ο ληστής, εδώ κοντά
Περνά ο ένδοξος ματάκιας
όπως περνά το πρωτοβρόχι απ’ το σπλάχνο σου στη γλώσσα μου
Η οχτωβριανή! φωνάζει ο γκαστρωμένος ο καιρός
Και να, που ξεγλιστρά ο πέπλος σου στον ιερό σκοπό του

Ζεύγη περιττών αριθμών το Φθινόπωρο

kola

Αλφαδιασμένος ο ιστός πάνω στο χάος
Η χαρμολύπη άκαρπη, ατυχής
μας θέλησε ακατάσχετα γυμνούς και μουρουδάκια
Ο λόγος μια κραιπάλη
Κι ο σκύλος που είμαι σε λιπόθυμη αντηλιά

Νύχτα ειλωτεία στο στερέωμα
Τομάρια αφροδίσια στον ταραχώδη αφρό
Κι ο δαίμων πολυμήχανος, ολιγαρκής

Χαράματα, ο ήλιος αλαζών
Όλο ξεφτίλα και βραδύτητα
Καρκίνους μικροαστικούς
Και γαλιφιές στα κρόσια μιας παιδούλας

Ω! σελήνη, χωρίς άμφια εμμηνόπαυσης
που όλο βοά η αγαθότητά σου στις κερήθρες
Πανσέληνη κοχλάζοντας
όπως η υγρή Μπραζίλ στο Καρναμπάλ

Σχόλιο για το μη σχηματισμό κυβέρνησης

AM4

Απομακρύντε απ’ τη ζωή σας την εξουσία,
όχι τα δροσερά τζιτζίκια που πέφτουν στο χώμα τη νύχτα.
Θα ωριμάσει η γαμήλια ματιά σας, έφηβα μυαλουδάκια,
γοερή, μακριά απ’ τα βεγγαλικά των μπουρζουάδων,
και τότε όλα τα αποτρόπαια πράγματα που ξεπετάγονται
σαν εντόσθια γουρουνιού όταν του ανοίγουν το κουφάρι
θα βυθιστούν κάτω απ’ τους λαμπρούς λαχανιασμένους σας
οργασμούς. Ω! ναι, σας παρατηρώ να σκαλίζετε αφηρημένα
τη μύτη σας ή να ξύνετε τον κώλο σας. Όλες τις εκδηλώσεις
της βαναυσότητάς σας. Τα χείλη σας που πιπιλίζουν κινίνα
και παστίλιες για το βήχα. Τα μάτια σας όμορφα νευρικά
μερμήγκια που κλέβουν ψίχουλα απ’ το ποιηματάκι μου για να
ταΐσουν την καταιγίδα. Γράφω σημαίνει εγκαταλείπω ως ένα
σημείο το ζώο. Γράφω σημαίνει πως επιστρέφω πάντα σ’ αυτό.

The Living Room War

photo_op_sz

Είναι στιγμές που χάνω ολωσδιόλου την αίσθηση του χώρου και του χρόνου.

Περιφέρομαι ανάμεσα στις καθημερινές κοινοτοπίες με τον πόνο μου στα νεφρά, ίσως μόνο σκεπτόμενος κάποιους σαν εμένα. Αυτόν που έκοψε το αυτί του και το χάρισε σε μια πουτάνα, αυτόν που πήρε ποντικοφάρμακο κι αυτόν που πήδησε στην προπέλα του καραβιού.

Περιφέρομαι ανάμεσα σε θαύματα που δεν τα βλέπει κανείς. Βλέπω συνοφρυωμένους ερωδιούς γύρω από μια λακκούβα να πίνουν λάσπη και να ξύνονται γαλήνια.

Χωνεμένος σ’ αυτό το είδος αλλόκοτης ονειροπόλησης βλέπω τον κόσμο να ξεδιπλώνει το δράμα του. Γίνομαι ένα με τον κόσμο που ξεδιπλώνει το δράμα του. Ψάχνω τις λέξεις που μου κλέψαν απ’ το στόμα, σαν τον τρελό που κατεβαίνει στον όρμο για να βρει τα απομεινάρια του ναυαγίου και τα κουφάρια των γλάρων, τα βότσαλα με την πίσσα και τα σκεβρωμένα κλαριά.

Ψάχνω τις εικόνες στην πλωτή όαση των θαυμάτων γύρω μου και αίφνης γίνομαι ο δαίμων που γράφει το ποίημα της λαγνείας.

Τα βλέμματα γύρω ομολογούνε πάντα την λαγνεία και ας παραμένουνε μουγκά. Και γίνομαι ο ιεροκήρυξ αυτής της υπερευαίσθητης και τόσο εύθραυστης αιωνιότητας, αισθανόμενος μέσα μου πολέμους και ολέθρους και εκστρατείες.

Όλα τα εγκλήματα του Μεγαλέξανδρου και του Χίτλερ, τους αμερικάνους να βάζουν στον κώλο τού Βιετνάμ φλεγόμενους αρουραίους, τους άντρες αθηναίους να σφάζουν βρέφη στη Μήλο και τους γάλλους στρατηγούς να κατουράνε στα λαρύγγια των αλγερινών.

Αισθάνθηκα μέσα μου όλους τους πολέμους και τα δράματα που έχουν αφήσει πίσω τους αυτό τον πολτό από ρήτορες, μίσος και ερείπια.

Αισθάνθηκα μέχρι το κόκκαλο όλα τα εγκλήματα που κόχλαζαν γύρω μου, βλέποντας να αναδύονται σε κραυγαλέους τίτλους εφημερίδων κι αισθάνθηκα τη δυστυχία που αλέθονταν με το γουδοχέρι και την παρατεταμένη μουγκή συνήθεια να στάζει πάνω σε λερά μαντηλάκια, σε λευκές σελίδες.

Ατίμωση, εξευτελισμός, ένδεια, πλήξη. Πορεία μέσα στο αίμα. Ιδέες ωχρές και λιπόσαρκες που πρέπει να παχύνουν για το σφαγείο.

Είναι στιγμές που χάνω ολωσδιόλου την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Περιφέρομαι ανάμεσα στις καθημερινές κοινοτοπίες με τον πόνο μου στα νεφρά, ίσως μόνο σκεπτόμενος κάποιους σαν εμένα.

Miss American Dream Ή Φεστιβάλ Ποίησης Αθηνών

missamarica

Βλέπω νέους και γέρους και κόρες της ντροπής να διαβάζουν τη γραπτή τους ύλη σε ιδρύματα πλουσίων, σε καφέ της πόλεως των Αθηνών κουλτουριάρικα και νεοφιλελέ.

Βλέπω το τελετουργικό της δημιουργικής ασάφειας όσων θέλουν τη μούρη τους μπροστά απ’ τα ποιήματα, σ’ ένα περιβάλλον μικροανταγωνισμού και αυτολύπησης στολισμένο με καταραμένους της οκάς που διαθέτουν χοντρούς μικρούς ποιητικούς αδένες, φυτρωμένους κάτω απ’ το λαιμό σαν αρχίδια σκύλου.

Έχουν μια μούρλια σχέση όλοι αυτοί, με τη θεότητα που ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις στα εκδοτικά σαλονάκια, ξέροντας ακριβώς πώς να την καλοπιάσουν με γαλιφιές και μαλαγανιές και ξέροντας ακόμα πώς να της αποσπάσουν με κολακείες μερικές πενταροδεκάρες. Σε αντάλλαγμα για τις γαλιφιές τους, μπροστά στο φιλολογικό ερμάρι, παίρνουν τη μερίδα τους από αναγνώριση πολλά υποσχόμενης ποιητικής φωνής.

Ο ντενεκές αρχίζει να βγάζει ήχο από σαξόφωνο, στριτζώνεται και συσπάται, παίρνει πόζα νομπελίστα διαβάζοντας με συγκατάβαση το αλήτικο ποίημα του που είναι σίγουρα πασπαλισμένο με Λακάν και κορακίστικο στόμφο.

Οι τοίχοι των μεγάρων είναι κατάμεστοι από φωτογραφίες ποιητών. Κάθε φιλημένος από ματαιοδοξία ανήρ περιμένει τη σειρά του.

Ω! διάβολε, τα μέλη του γενεαλογικού δέντρου των ποιητών που δείχνουν την προίκα τους και τα κάλλη τους στην αγορά μοιάζουνε με μαραμένα φύλλα.

Οι γυναίκες φαίνονται ασθενικές με τρομαγμένο βλέμμα και οι άντρες μαγκωμένοι στον αρπαχτικό τους λήθαργο, σαν καλοεκπαιδευμένοι χιμπατζήδες.

Κλείνονται δουλειές και συμφωνίες. Υπογράφονται συμβόλαια έρωτος και ανακωχής.

Είναι όλοι τους εδώ, με τις σβουνιές τους και τα κοκαλιάρικα πόδια τους. Με τα παλιομοδίτικα ματογυάλια τους και τις γκομενοπαγίδες τους.

Στο βάθος διακρίνεις τα απομεινάρια ενός αετώματος, αγάλματα με στρεβλωμένα χέρια, ανθρώπους από άλλους τόπους σπασμένους στην πλατεία Ομονοίας, τεχνουργήματα του γερμανικού ιμπεριαλισμού και του αμερικάνικου κλιματιζόμενου εφιάλτη, σαν ανθρώπινες σαρανταποδαρούσες που ξερνάνε.

Φύλλον ερωτικής πορείας

fter

Αχ! ένα μάτι από χίλια σύγκρυα αδρεναλίνης είμαι
Ξέρω την έκσταση της τρέλας
Μαδημένο ανυπάκουο μουνί
Ξέρω τις γάμπες σου απέξω κι ανακατωτά
σαν μικρό ανώμαλο αγοράκι
Ξέρω το στόμα και το σάλιο της λεχώνας ηδονής

Να αποφύγω δεν μπορώ τις μαλλιαρές μεταφορές
Μονάχα να σε αγκαλιάσω κοιλιά
Τα σαγόνια και τους ώμους
Τις γλώσσες
Νεροφίδες έσχατες
Του ξεχαρβαλωμένου οργασμού
Το μέλι που βλασταίνει στις κνήμες των νεκρών
Τις μάχες που δίνει ο αφαλός με τα σκουλήκια

Το μόνο ευαίσθητο σημείο μου, κορίτσια
Ο βαθύς ετούτος ρόγχος του θανάτου

Διαιωνίστε τώρα το περίσσευμα των δακρύων σας
Τη μύξα που αιωρείται στην άκρη του λυγμού
Χορέψτε τώρα που η αυγή βογκά
Τώρα που με το δάχτυλο σουβλίζετε το σπόρο να χωθεί βαθιά

Σάρκα περήφανη ως το μεδούλι των οστών
Αρμολόγησε τη ζοφώδη αγάπη μου
Τον πόνο που μουρμουρίζει παιδιάστικα λόγια
στα γαμψά νύχια της φθοράς

Λεπτομέρειες μέλλοντος και ερωτικών καλπασμών

legs

Αυτή η φυσική ορμή που μας σπρώχνει στην πράξη είναι η μεγάλη μας τραγωδία. Αυτή όμως είναι η απερίφραστη μοίρα μας και ο πιο χαρωπός μας εχθρός.

Πράττουμε εναντίον της υποταγής που μάς θέλει μόνους με τον πόνο μας να υποφέρουμε και να μυξοκλαίμε, στριμωγμένοι στα μεγαλοπρεπώς μίζερα ενδιαιτήματα της μισθωτής σκλαβιάς, που, τις αλυσίδες της καθορίζει με φουτουριστικό πάταγο η αγορά.

Ως εραστές των φαινομένων παρατηρούμε τους πιο τρυφερούς βλαστούς ν’ ανοίγουν τα λευκά άνθη τους πάνω στον άγονο βράχο.

Κι όταν πέρα απ’ τα βιβλία και πέρα απ’ την τέχνη, όταν η μέρα θα έχει σβήσει και το μάθημα θα έχει τελειώσει, θα ομιλούμε γυμνοί-με τις κλειτορίδες και τις ψωλές μας ορθωμένες-για τη νύχτα, τον ύπνο, το θάνατο και τ’ άστρα.

Ως ροδαλοί σαρκώδεις χαρακτήρες, λυτρωμένοι για μια στιγμή απ’ την κακία και τον ανταγωνισμό, θα απαγγέλουμε με νεανική έπαρση το κομουνιστικό μανιφέστο στις χρυσές κερήθρες της οικουμένης.

Σπάζοντας τα καρβουνιασμένα φλούδια της συνήθειας, βαρώντας δαιμονικά τις θλιβερές καμπάνες που θα ξεσηκώσουν τα μουγκρητά των ταύρων.

Η πράξη που σε θέλει ν’ αρπάζεις το ποιητικό όραμα αιώνων συνταιριάζοντάς το με τη μουσική μιας απρόσιτης ουτοπίας, με το βλέμμα του γερακιού που συνοψίζει την ανήσυχη όραση με την ορμητική βία της φαντασίας.

Παρατηρούμε τον ουρανό και τα σύννεφα. Το χώμα και τα αγκάθια. Τις γυναίκες και τους άντρες, τα μουνιά και τους πούτσους.

Παρατηρούμε την εκμετάλλευση. Τον ιμπεριαλισμό και τον κτηνώδη του πατερούλη. Παρατηρούμε όσους τραβάνε κουπί. Όσους καίγονται και όσους σφάζονται. Την εργατική τάξη. Το Άουσβιτς. Το Ισραήλ.

Παρατηρούμε όσους τραβάνε κουπί, ξέροντας πως, μόνο αυτός που δεν τραβάει κουπί έχει χρόνο να ταρακουνήσει τη βάρκα.

Υπεροψία σπλάχνων και λυγμών

edeme

Να με θάψετε κάτω από έναν πεύκο ή
μέσα σ’ ένα πηγάδι, μακριά απ’ τους
κεραυνούς των λογοκριτών. Κυρίες και
Κύριοι, είμαι τόσο λαβωμένος που θέλω
να γίνω πειραματόζωο σαν πεθάνω.
Διαθέτω το κορμί μου δωρεάν σε φοιτητές
ιατρικής που δεν έπαιξαν όταν ήταν παιδιά
με τα έντερα και τη σπλήνα ενός ποιητή.
Διαθέτω τους όρχεις μου φρεσκοπεθαμένους
και κατακόκκινους σε κοφτερά δόντια
δεσποινίδος εν τω μέσω της νυκτός. Μα,
όσο είμαι ζωντανός γράφοντας ποιήματα
για τον πεθαμένο μου εαυτό, να ξέρετε πως
ήρθα μες στον κόσμο για να τα πασαλείψω
όλα. Την ώρα, που θα χορεύουν το χορό της
κοιλιάς οι ουρανοί και οι όμορφες στιλπνές
μουνότριχες της οικουμένης θα αγάλλονται
νιώθοντας την πρώτη φθινοπωρινή μπόρα
να πλησιάζει.

Ημερολόγια Αγρών 16-18

nikol

16
Γράφει ο Μπλανσό πως όσο η κοινωνία θα σπαράσσεται, η λογοτεχνία θα σπαράσσεται κι αυτή. Κι όταν η λογοτεχνία δε σπαράσσεται καταλαβαίνεις πίσω απ’ τη λέξη το βουτυρομπεμπέ να πηγαινοέρχεται σ’ ένα νευρωτικό σούρτα-φέρτα. Μακριά απ’ τα στοργικά πόδια των γυναικών. Απ’ τα ωραία πλοκάμια.

17
Αγνόησε κάθε πιθανή εκδοχή και πιθανότητα. Σκέψου μια συμφωνική ορχήστρα την ώρα που πιάνει βροχή κι ακούγεται η εισαγωγή του Βάγκνερ να παραπατά, την ώρα που κάποιοι προσπαθούν να κρύψουν μια κοιλιά γεμάτη φασόλια και αέρια και το χώμα μυρίζει ωραία σκατά.

18
Τρυφερές αναπολήσεις της πρώτης νιότης. Άλλοτε με περιγραφές συνοικιακών σαλονιών κι άλλοτε με σαρκασμό για την γεροντοκόρη που μαραίνεται μες στα λουλούδια της. Ο πόλεμος είναι ο διαφθορέας των πάντων. Ακόμα και της σημασίας των λέξεων. Κάθε γυναίκα που δεν έχει αγγιχτεί ξέρει τι εστί πόλεμος. Και κοιτάζει με θλίψη αυτόν τον αγέρωχα πολεμοχαρή κόσμο που μιλά μια γλώσσα με λέξεις χωρίς σημασία.

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών

diafot

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών αρχίζει να μιλά για την Αγάπη μ’ έναν τρόπο ζωντανό και γόνιμο, δηλαδή αναφέροντας τα μικρά πράγματα της καθ’ ημέραν ζωής που μας καθορίζουν, κάνοντάς μας λίγο πιο ανόητους ή λίγο πιο σοφούς, μαθαίνοντάς μας ακόμα και να γελάμε με τα παθήματά μας.

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών γνωρίζει πως η ολότητα της ζωής είναι συνδεμένη με την τραγωδία που την ολοκληρώνει.

Είναι αυτός που μέχρις εσχάτων έχει πλαστεί μέσα στο στοχασμό της ανθρώπινης περιπέτειας κάνοντας την Αγάπη πράξη, διδάσκοντας δηλαδή σε όσους τού μοιάζουν τη συνέπεια στην πράξη και όχι στη συμβολική της έκφραση.

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών με το πείσμα και τη σταθερότητά του μας οργανώνει για να πάψουμε να είμαστε, όπως οι λούμπεν φασίστες και οι μικροαστοί χριστιανοί, κουρέλια που τα περιφρονούν και τα εκμεταλλεύονται οι αντίπαλοί τους.

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών μας μαθαίνει πως Αγάπη σημαίνει το καθήκον που έχουμε να επιβάλουμε το πεπρωμένο στη μάζα εκείνων που απαιτούν από τους ανθρώπους ένα δουλικό τρόπο ζωής.

Αγάπη είναι η ενσαρκωμένη ανθρώπινη σκέψη που θέλει το ψωμί και την ηδονή για όλους, στήνοντας μια γιορτή όπου η μέθη και η ελευθερία της δεν θα είναι λιγότερο αποχαλινωμένες από το αίσθημα της τραγωδίας και της αγωνίας.

Αγάπη είναι η επιθυμία μας για αληθινή ζωή. Και αληθινή ζωή σημαίνει μοίρασμα των κόπων.

Αν δεν μοιράσεις τον ανθρώπινο κόπο σωστά τότε η αγάπη γίνεται εμφύλιος. Όλοι οι πόλεμοι είναι εμφύλιοι. Γεννήματα της στείρας χριστιανικής αγάπης που μας θέλει υπάκουους και δουλικούς μέσα στο μαντρί παραγωγής και εξυπηρέτησης των αναγκών του Κυρίου.

Ο διαφωτιστής του Κράτους των Ηδονών έδειξε με το δάχτυλο τους μικροαστούς ποιητές που αποζητούν τον έπαινο των σοφιστών και τους συνοφρυωμένους πότες που θέλουν να εγγραφούν στον μακρύ κατάλογο των καταραμένων, λέγοντας πως, αυτός που επιθυμεί αλλά αδρανεί τρέφει την πανούκλα.

Τα μάτια μαύρα

ta matia mayra

Τα μάτια μαύρα
Κι εγώ μια γάτα αιγυπτιακή πάνω στη στέγη
Ποταμοί μέλλοντος που θα με πνίξουν κάποτε
Βροχούλες σε παραλίες
Μπρούμυτες υπάρξεις
Της κακιάς ώρας ινδιάνοι και φρικιά
Με το στόμα καταυγασμένο
Με τους ωραίους φίνους πυρετούς που αρχίζουν απ’ τις κνήμες
και τελειώνουν στον Παρνασσό
Εις το μνημείο της αγνώστου βοσκοπούλας
που πια δεν μας κατουρά και δεν μας γράφει
εκείνα τα χυμώδη ανορθόγραφα των τρούλων της
εκείνα
μες στης νυχτός το έναστρο πηγάδι
Εκεί δίπλα στου βράχου τη σχισμή
Στον αναλλοίωτο πυκνόφυτο αρχαίο μπιντέ
με το αδάμαστο νεράκι
Που όλο ξεβγάζει τους λεκέδες των ονείρων
Τη λύσσα τη ζαχαρωμένη
Και την αφρώδη λύσσα του πρωινού
Και της αυγούλας τον πρώτο πόνο
Αχ! τα μάτια μαύρα
Τα πρωτοβρόχια εμένα του τρελού
γύρω απ’ τα βυζιά σου

Ημερολόγιο Αγρών (10-15)

anter

10
Φίλος ψυχίατρος μου μιλά για τον ιμπεριαλισμό της πρωκτικής διείσδυσης. Είναι ο ύπνος μου δύσκολος του λέω. Πάρε κάτι, μου λέει. Παίρνω, του λέω. Τρώω μέλι και φιστίκια Αιγίνης. Σύκα και γλυκό σταφύλι απ’ τα χεράκια της μαμάς. Σκέπτομαι εμάς τους μελλοθάνατους και μου κόβεται η ανάσα, του λέω. Σκέψου μου λέει, πως είσαι σκύλος που περπατά κατάμονος δίπλα από αυτοκίνητα παρκαρισμένα και καρδιές έτοιμες να σπάσουν για λίγο σεξ. Λέω στο φίλο μου, γίνομαι καλά όταν με γραπώνει κάποια και με φιλά σα λυσσασμένη. Μου λέει, νέα παιδιά έρχονται στο γραφείο μου και μου λένε πως δεν έχουν στύση. Μας γέρασαν προώρως Γιώργο, του λέω κι ας μη τον λένε Γιώργο. Κλέβω πάντα κάτι απ’ τη μικροαστική γρίνια των ποιητών.

11
Έχω άγριους κολικούς. Ο αριστερός νεφρός κραυγάζει. Μετράν τις πέτρες οι γιατροί στο κομπιούτερ. Περιμένω την πυελογραφία. Δεν είναι τίποτε το να φαγωθείς από ένα γουρούνι με βρόμικη ανάσα καθώς τα λεμόνια λικνίζονται στον άνεμο, σκέφτομαι. Οι μελλούμενες γενεές δε σαλεύουν μέσα στον αβέβαιο καιρό, μακριά από σένα. Ζουν, ενεργούν και θέλουν μέσα στα νεφρά και στην καρδιά σου. Μα ο Καζαντζάκης δεν γνώριζε πως με χτυπά ο πόνος στα νεφρά. Και στην καρδιά μου δεν ήξερε πως φύτρωσε ελλέβορος.

12
Τι μας μένει αφού ο παντοδύναμος είναι γεμάτος σκληρότητα και ξεδιαλέγει κορμιά! Ίσως μας μένουν μερικά ευρώ και το αίμα μας που είναι το πιο πολύτιμο υγρό στον κόσμο χωρίς αξία. Τι μας μένει ως απροσμέτρητη βαθιά αξία του ρεούμενου τούτου κόσμου; Μα ο σαρδανάπαλος βαρβάτος θυρεός της κλειτορίδος.

13
Ακούω Fazil Say σ’ ένα κολασμένο γκρεμό προς τη θάλασσα. Ο Τούρκος μου λέει, μη χάνεις ποτέ απ’ τα μάτια σου τον έρωτα, δεν πρόκειται να τον ξαναδείς! Μου λέει επίσης, θέλουν να με κάνουν να πιστέψω στον Θεό, κλείνοντάς με στη φυλακή για ενάμισι χρόνο.

14
Γλυκός βροχερός καιρός. Θα μπουσουλήσω μέχρι τη συκιά. Όψιμα σύκα μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη. Τα ξερά της φύλλα σκοντάφτουν σε μιαν ωραία βαρύγδουπη φράση καθώς πέφτουν θαρρείς απ’ τον ουρανό. Η ποίηση της Βίβλου είναι πρόζα μ’ ένα είδος εξυψωμένης συνείδησης. Ο Ιησούς καταράστηκε τη συκιά, αφού η έκσταση ή η μη- έκσταση παρέχει την αφορμή. Κι η σκοπιμότητα καθορίζει τη φόρμα.

15
Περιμένω τον Οχτώβρη όπου ο Σαγκάλ έγινε κομισάριος των τεχνών για ένα χρόνο και νύχτα μέρα άλογα και γελάδια χόρευαν στον αέρα. Και στα εικονίσματα του Στάλιν δεν μπορούσε ο αέρας να σβήσει τη φλόγα.

 

Ημερολόγιο Αγρών (1-9)

 

imerologio1
Βλέπω τον έλληνα πρωθυπουργό και τον λυπάμαι. Μιλά στον γάλλο πρόεδρο Μακρόν σαν να ’χει χάσει τελείως το χρώμα του απ’ τη δύσπνοια. Είναι μεσημέρι. Κυκλοφορώ με το σώβρακο. Ελεύθερος μακριά απ’ το προεδρικό μέγαρο των βαυαρών. Έπειτα ακούω αυτόν τον αέρα εδώ στον αγρό να φέρνει αγκομαχητά. Εδώ, ανάμεσα σε δυο γέρικους ποταμούς που χάνονται στην καυτή θάλασσα αφού διασχίσουν ερήμους σπαρμένους με φτωχικά χωριά και επιχωματωμένες διώρυγες.

2
Αν το κόκκινο κρασί είναι το αίμα του Χριστού το λευκό είναι τα ούρα του.

3
Μαθητές υιοθετούν παιδιά του τρίτου κόσμου. Τα πεινασμένα παιδιά διαθέτουν κωδικό. Ο κωδικός αντιστοιχεί σ’ έναν λογαριασμό τραπέζης. Τα παιδιά μαθαίνουν να σώζουν ανθρώπινες ζωές με λεφτά. Μια τεράστια κραυγή φρίκης συμπίπτει πάντα μ’ έναν σύντομο παιδικό οργασμό. Το ηθικό θεμέλιο της φιλανθρωπίας είναι καρφωμένο στη σπλήνα της υπεραξίας.

4
Ο αντικομουνισμός που έβγαλε ρίζες. Το παιδί τού δοσίλογου που μιλά για ελευθερία. Ελεύθεροι άνθρωποι και λοιπά. Ελευθερία του Άρχειν. Εξουσιομανία. Δεσποτισμός. Ευλόγησον δέσποτα, σκύψε ευλογημένη και λοιπά. Ελευθερία στον εξουσιομανή να μας εξουσιάζει. Ελευθερία στο σκλάβο να επιλέξει τη βουλητική του ανεπάρκεια.

5
Σα να ’χουμε βρεθεί παγιδευμένοι σ’ ένα είδος τεράστιας αχλής από αιχμηρό φως και υγρή ζέστη που σου ξεραίνει το λαιμό και σε πλακώνει. Η ακτινοβολία του ήλιου που είναι σα να μας σπρώχνει μες στη βουβή κι ανήμπορη ανάγκη μας να εκραγούμε και να στήσουμε κώλους. Στον εκμεταλλευτή. Στον καπιταλιστή. Στον εργοδότη. Στη μαμά και στο μπαμπά.

6
Άντρες, κάτι ελάχιστα μαχητικοί ταύροι παρακολουθούν μπάσκετ στην τιβί. Η ζωή συνεχίζεται με λιγότερο ενδιαφέρον από πριν. Και φαίνεται πως είναι τελείως αδύνατο, η γκαρσόνα που γλιστρά σαν ελαφίνα ανάμεσα στα τραπέζια, να σηκώσει στο φουστάνι της και να βάλει τον ξεγυμνωμένο της κώλο στο πιάτο με τα ωμά αρχίδια.

7
Τρώω σύκα. Άρα υπάρχω.

8
Η μέρα μετά την πανσέληνο είναι σαν τα χυτά άσπρα μπούτια που με μιαν εξοντωτική ξεδιαντροπιά σε οδηγούν ως την υγρή σχισμή. Όλοι οι νοικοκυραίοι αναποδογυρίζουν κάποτε στα ματωμένα σπλάχνα της κυράς τους.

9
Κι ο έρωτας;

Σπουδή Φθινοπώρου και Γεσθημανής

laxania

Σκουλαρίκια στων νεκρών τ’ αυτιά
Κι εσείς κοριτσάκια
-που στάζουν στις γάμπες σας τα πρωτοβρόχια-
Δώστε μου τη γλυκιά χαρακωμένη αγωνία σας
Το φτερό με τα σκάγια και το αίμα
Τις θηλές σας από φράουλα και στύση
Το χρυσωμένο χάπι της ηδονής

Τώρα είμαι πάλι ο βασιλιάς σας
Η λιπόθυμη αγάπη που χορταίνει τη μήτρα σας
σπόρους και ασπράδι
απ’ το σεξουαλικό αυγό του ήλιου
Ουρλιαχτό απ’ τις μπρούμυτες απολαύσεις
Ξύγκι και τρίχες του κοσμικού θηρίου

Λαχανιασμένος, στου παρελθόντος μου τα φιλιά γυρνώ
Κόκκινος όσο ένα φίδι που δαγκώνει

Η άστατη πεταλούδα

Processed with MOLDIV

Το σώμα μας επιτρέπει να γνωρίσουμε τον κόσμο. Η ηδονή είναι εμπειρία αλλά και αντικείμενο γνώσης.

Μια φυσική επιστήμη της οποίας ο υπαρξιακός δόλος φανερώνει όλα τα ερωτικά ορνιθοσκαλίσματα που ξεθάβονται τις νύχτες στους υγρούς κήπους της αιωνιότητας που μας αναλογεί.

Η ηδονή ήταν πάντα ανατρεπτική, πλέκοντας νέους κοινωνικούς δεσμούς.

Η ηδονή ως κοινωνικό αγαθό και ως προνόμιο των μαζών. Ο κομουνισμός της ευχαρίστησης που ίδρυσε τα πιο ισχυρά σοβιέτ, ανοίγοντας την εποχή της ειρωνείας ενός βλακώδους και θρησκόληπτου κόσμου και την εποχή της κριτικής των πιο αναχρονιστικών αντιλήψεων και συμπεριφορών.

Η κοινωνικότητα, η ελευθεριότητα, η λογοτεχνία και η φιλοσοφία θεμελιώνουν τους νέους κώδικες και υποσκάπτουν την εξουσία για να τη θάψουν όσο γίνεται καλύτερα.

Η ιστορία του κόσμου είναι η ιστορία της ηδονής και των δακρύων.

Αυτό το αμήχανο κάλος της ανακάλυψης του κορμιού μας που φέρνει τον Άλλο πιο κοντά, με όλα τα αργυρόηχα κουδουνάκια του οργασμού πέραν των οποίων δεν εκτείνεται παρά η άβυσσος της εξορκισμένης ασυνέχειας του ερωτικού παραληρήματος.

Η άστατη πεταλούδα κάθε ανήσυχου πνεύματος που ξέρει, πως, ο πιο άγριος πόλεμος είναι ο πόλεμος των ιδεών, αφήνει τ’ αυγά της μες στα βιβλία που καθιστούν την ασέβεια ιερή πράξη, καταγγέλλοντας με τον πιο κοφτερό τρόπο την μισαλλοδοξία και τις απαγορεύσεις.

Η ηδονή βρίσκεται πάνω απ’ τους νόμους. Γι’ αυτό υπάρχει ειδικό δικαστήριο γι’ αυτήν και ψυχιατρικό άσυλο με όλα τα κομφόρ της κακογαμίας.

Γυναίκες που πενθούν τη νιότη τους με σπασμούς και παράπονο, ακουμπώντας την κυρτωμένη τους ράχη στον εχθρικό τοίχο της πορνείας του γάμου.

Κορίτσια του κόσμου που μέσα απ’ το κλειστό τους μάτι αναρριχώνται στον τρομαχτικό τοίχο της αγρύπνιας και των ονείρων που βγάζουν αφρό απ’ τα έγκατα και σπασμούς απ’ τους χίλιους λόξυγκες του αιδοίου.

Άνθρωποι, εμείς, με σάρκα και οστά που θέλουμε να φτάσουμε στο πύρωμα, ξαναγυρίζοντας στο χάος που μας γέννησε όπου το κάθε τι δαγκώνει, γδέρνει, πορνεύεται και αιμάσσει.