Αυτή η περιοχή ήταν κάποτε γεμάτη ρωμαλέα παιδιά. Το γυναικείο Σώμα έβρισκε εδώ μια καυτερή πιπεριά για να τρίψει στις ρόγες του.
Η λαϊκή του Σαββάτου, σχεδόν με μιαν αφέλεια παιδική, διατηρούσε τα σεξουαλικά υπονοούμενα των βλάχων που ροβολούσαν απ’ της Λαρίσης το ποτάμι και τα γλυκά αγγουράκια των Θηβών.
Η οδός Καλλιδρομίου μύριζε γιασεμί και πληθυντικό ευγενείας.
Τα ερωτικά παγοθραυστικά της επαρχίας πρόσφεραν τα ερωτικά τους όργανα σε λογοτέχνες και μπακάληδες, χωρίς υπεροψία αλλά βουτηγμένα στη μέθη, ανωνύμως πάντα, χοροστατούντων κάποιων μητροπολιτών, μεταμφιεσμένων σε κορίτσια με πονηρούς σκοπούς.
Οι κρανοφόροι δεν είχαν αγοράσει ακόμα γκαρσονιέρα στην περιοχή και ο λόφος του Στρέφη ήτο γεμάτος ανωμάλους λογίους και βρετανικό LSD, ενισχύοντας τα φωναχτά ή αντιθετικά χρώματα της μικροαστικής πλήξης.
Η αναρχία ήταν περισσότερο ποίηση και στύση του αυθορμητισμού.
Οι βρικόλακες αγόραζαν τα ρετιρέ τους έχοντας άλλοθι καλλιτεχνικόν και λεφτά στην άκρη για δεύτερη μπριζόλα.
Κάτι γκαρσόνια με χιούμορ αφήναν χρυσόσκονη πάνω στους τοκετούς της διανόησης που φλίπαρε ανάμεσα σε ούζα και χαβαλέ, ψάχνοντας καινούργιες χορηγίες Φορντ και ευκαιρίες στα μεταχειρισμένα αυτοκινητάκια που κουβαλούσαν κάθε Κυριακή οι μαντράδες στο Σχιστό.
Η ακολασία διαβιούσε σιδερωμένη και κολλαριστή, λίγο πριν φτάσουν τα καράβια με την πρέζα και την κάνουν αγνώριστη.
Η Τρικούπη και η Σόλωνος άρχισαν να οριοθετούν ένα ερωτικό ντελίριο του πεζοδρομίου. Πιάτσες τού μέσα κόσμου που εβγάζαν το μέγα και αόρατον ηθικόν τους στον ήλιο, που, τον έκρυβε η νύχτα των ντροπαλών αρσενικών.
Όμορφοι επαρχιώτες αθεράπευτα νυμφομανείς, αφήναν πίσω τη μανούλα και τα χωράφια για να κερδίσουν λίγη αιωνιότητα, σχηματίζοντας ένα μοχθηρό πρόσωπο μέσα στη ζούγκλα του ανταγωνισμού, σαν πιθήκου, χαραγμένο με μίσος, κακία και απόγνωση στα ανήλιαγα στενά από κάτουρα και αμμωνιακή σήψη.
Εκδότες και πιστολάδες μέσα σε σουβλατζίδικα που θεράπευαν λοξούς γόηδες απ’ το ξενύχτι.
Επαναστάτες αγκιστρωμένοι στο θαυμασμό τού εαυτού τους πετούσαν τις μπροσούρες τους στον ακάλυπτο, σουρωμένοι και δυστυχισμένοι που δε γεννήθηκαν στην Αμερική.
Το Rock έγινε το κινίνο για όλες τις παθήσεις μαζεύοντας Τάταρους της Κριμαίας και πιστολάδες του Τέξας σε γιαπιά, γιορτάζοντας τα κούλουμα της αναρχίας που γινόταν καθεστωτική και αφόρητη αφού με τα πρώτα φράγκα δραπέτευε στην οδό Σκουφά και στα Κολωνάκια με όση αυτοδηλητηρίαση και αυτοσαρκασμό απαιτούσαν οι περιστάσεις.
Οι υγιείς δραπέτευαν στα νησιά κάνοντας τον αντικομφορμισμό τους ιδεολογία απλώνοντας πάνω στο εθνικό πτώμα το έμπλαστρο της πολιτικής οικολογίας.
Οι έμποροι ναρκωτικών άλλαξαν μάσκα, αγκαλιάζοντας τον Καστοριάδη και τον Στίνα, φυτεύοντας ολλανδική μαριχουάνα στους φαντασιακούς ντενεκέδες τού καπιταλιστικού παραδείσου.
Οι χιπστεράδες αγόραζαν με τα λεφτά τού μπαμπά ξύλινα σπαθιά κυνηγώντας ψυχεδελικές πεταλούδες στα ρουμάνια της Ζωοδόχου πηγής, σκορπώντας την τέφρα φιλελεύθερων ραβίνων στα μουστάκια νεαρών παιδιών που τα ξεπάστρεψε η πατρική αγάπη.
Τώρα σήμερα εδώ οι αναρχίζοντες αστοί χτυπάνε τα κουταλοπίρουνά τους στα πιάτα, με τον κυνισμό τού επίτιμου πράκτορα της περιοχής, περιμένοντας τα ψίχουλα της αμερικάνικης πρεσβείας για τα τελευταία πληρωμένα άρθρα στην εφημερίδα των συντακτών, κατατροπώνοντας τον Λένιν και τους μπολσεβίκους, δίπλα σε υπόγεια με μισότρελους πρόσφυγες, αποθεώνοντας τη φολκλόρ ιδεολογία τους που καταδικάζει τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται.
Παράθεμα: Κινίνα Εξαρχείων… « απέραντο γαλάζιο