Liberte

stasi liberte

Κατεβήκαμε στη στάση Liberte
Σε πήρα ολόκληρη στο στόμα και με είπες
αχαλίνωτο καταπιόνα
και σε είπα αλατισμένη με φεγγάρι
Αχ! μόνο οι τρελοί ξέρουν να γαμάνε
χωρίς να πουλιούνται
Κλάψε τώρα ανελέητε θεέ
που δεν έχεις αυτό που έχω στο στόμα
Κλάψε τώρα θεέ δίχως γλώσσα
καμωμένε από ποταμούς αίματος
Εσύ αθάνατος κι αγάμητος
κι εγώ θνητός γλωσσοπλάστης

Σύντομη ιστορία του ματιού

sintomi

Όσα λουλουδάκια φύτρωσαν γύρω σου
είναι σκέψεις δικές μου και σκευωρίες
από σάλιο είναι το καλωσόρισμα στα
ομόκεντρα μπούτια είναι του φιλαναγνώστη

ο ρόγχος τα δέκα δάχτυλα που θα βοσκήσουν
την ευτυχία και τις κλωστές απ’ τα χιτώνια
των χωροφυλάκων. Όσα λουλουδάκια φύτρωσαν
γύρω σου είναι ποιητικές ιδέες από ρώσικο

ατσάλι και λέπια από χοντρόκωλες νεράιδες.
Τα μαδάν στις συνουσίες οι εραστές σου
άλλοι άχαρα κι άλλοι με τα παλαβά γαμψά τους
νύχια σε γδέρνουν για να φτάσουν στο μεδούλι

να τυφλώσουν το ζηλιάρη ήλιο μες στα μάτια σου.

Κύκνειο χάσμα

lida

Να χρησιμοποιείτε μόνο λέξεις κλειδιά
και αντικλείδια για τον κόρφο της Λήδας
αφού είστε κύκνοι υπεράνω κάθε υποψίας
και τα δόντια σας γεύονται σφάγια από

Τραγανές Αγίες και τα δάχτυλα των ποδιών
σας μελετούν την ωμοπλάτη μιας Μαρίας
φαγωμένης απ’ τη λέρα των αιώνων και μιας
αχόρταγης κυρίας με ανθισμένα έντερα

που κεντά το εργόχειρο των ηδονών και
τη γαλατένια της μελαγχολία όταν
ξεσπά σε γλειψιές πάνω στο πέος και
στην τριχωτή κοιλιά του Εωσφόρου

που γαντζώνεται στο λαιμό του κύκνου
σαν μικρό ευαίσθητο θηρίο νυμφευμένο
με τον απαλό πάτο της Λήδας και το
αφελές της αιδοίο και τις πασαλειμμένες

κορφές από σπερματόσπορο στα γλυπτά
κωλομέρια που θα τα πάρει μαζί της
στον τάφο

Έχουμε νέα απ’ τον Ρεμπώ και τον Πάνα

rempo

Έχουμε νέα απ’ τον Ρεμπώ και τον Πάνα
αι βάται αι φλεγόμεναι που διαολίζουν
τους φιλολόγους του πανεπιστημίου Αθηνών
και τους ψάλτες με τα χάλκινα λαρύγγια

και ως μεγαλόσωμοι κυρίαρχοι του κόσμου
των ποιητών αφηγούνται τις σκοτεινές
συνουσίες κάτω απ’ τις κουνουπιέρες
της Αφρικής και κάτω απ’ τα πουκάμισα

της Εσπερίας αφήνοντάς μας χρησμούς
για να κοιμηθούμε ανήσυχοι με το πουλί
στο χέρι σκεπτόμενοι πάντα τις αναξιόπιστες
δηλώσεις των εραστών για τον έρωτα και

των τρελών για την τρέλα τις χώρες που
περπάτησαν με τη γλώσσα και τους πνίχτες
στους λαιμούς απ’ τη χρυσοθηρία βυζαίνοντας
πάντα απ’ τη συκιά του σύμπαντος γάλα

ρεύσις της φύσεως γάλα του γαλαξία γάλα
κατσικίσιο απ’ τη ρόγα γάλα του μύθου της
φλεγομένης Αιθιοπίας που εκέρδισε το
παγκόσμιο πρωτάθλημα οργασμού και πείνας

και το παγκόσμιο πρωτάθλημα αλητείας
όσων άφησαν εκεί τα κόκαλά τους και μια
φράση που άνθισε στην έρημο σαν το πρώτο
άγριο φύσημα του αγέρα που τύφλωσε τα

καραβάνια και τα πήγε ντουγρού στην
έκσταση του απέραντου άγνωστου κόσμου

Πνεύμα

pnema

Με φώτισε το Άγιον πνεύμα
και μου άλλαξε τα φώτα. Ένα
μεγάφωνο φύτρωσε στον
κώλο της Αγίας Τριάδας με τον

τριαδικό θεό να ζαλίζεται απ’ τα
κοριτσόπουλα που δε φοράν
βρακί σαν ώριμες λέξεις που
ξέρουν τη θέλουν στο δέρμα τους

σαν μιαν ανεπανόρθωτη βλάβη
σαν μια ζαρκάδα Αφροδίτη
χορευταρού με αφρούς και
κύματα σαν κάτι θηλυκό με θηλές

και στήθια σαν αυτά που ψιθύριζε
ο Απολλινέρ στη Μουσα του Λουίζα
εν μέσω καύσωνος και κάψας
9 πόρτες έχει το κορμί σου Λουίζα

κι εγώ κατάφερα όλες να τις ανοίξω.

Όχι κι ένα τόσο ένδοξο ποίημα

LA-REGINA-DELLE-BANANE-BANANAS-QUEEN-2

Κανένας θεατής δεν μετανοεί ούτε
οι σκυλόφραγκοι που χορεύουν γύρω
απ’ τα φοβερά κουνούπια ούτε οι
Τάταροι που θεραπεύουν το χτικιό

του έρωτα στα πεδία των μαχών
σκεπτόμενοι αιδοία της γαλλικής
σχολής των αποδομιστών αποδομώντας
τις κουτσουλιές των πουλιών και

το λυσσασμένο Μαρξισμό εως εσχάτων.
Έως να ψηθεί καλά το συκώτι του
αρχιμάστορα και η γυναίκα του να
δραπετεύσει απ’ το καταραμένο γεφύρι

γυμνή όπως θάφτηκε και γυμνή όπως
γεννήθηκε για να μας αλλάζει τα φώτα
στη φαντεζί μυθολογία πέριξ του
Αμβρακικού με τις σκληρές πέτρες

και τις αστραπές με τα ψόφια ψάρια
απ’ τους κολπικούς σπασμούς του
ηφαιστείου που κοιμάται στην κοιλιά
της αρβανιτιάς περιμένοντας τους

εξωμότες και τα χασίσια του Ελμπασάν
για να δουν άσπρη μέρα και να ζαλιστούν
αγναντεύοντας το γεφύρι της Άρτας και
μια νοικοκυρά στο παράθυρο όλο ερωτισμό

μικροαστικής φύσεως με τα ένδοξα
μπικουτί και τη μπανάνα να γλιστρά
στον καλό μύλο που τα αλέθει όλα
τα πάθη και τις βιταμίνες και τα

υγρά που στάζουν στα αρειμάνια
χείλη εκεί που δεν πιάνει το
μελάνι και το κραγιόν αλλά το
σπέρμα των αποδομιστών και των

ελασσόνων.

Ημιπορτραίτο λαμπυριζούσης νοικοκυράς

ημιπορτραιτο

Οι δρόμοι γέμισαν δάκρυα Κύριε σκοτεινέ συνωμότη
που συναρμολογείς με τέχνη τα κομμάτια του παζλ

υλικά του υψίστου νου των καλλιγράφων που γδύνουν
όλα τα εκτροχιασμένα συναισθήματα στις κουζίνες εκεί

που θρυμματίζονται οι αφανέρωτες τάσεις των γυναικών
για έρωτες και αύτανδρους οργασμούς τρικούβερτους

και πολλαπλούς με σκόρδα κατσαρόλες και περίοδο
μουνίλα αρχαγγελική εξεγερμένες ωοθήκες πρόστυχες

σμιλευμένες στα αιωνίως αμαρτωλά παραστρατήματα
του μυαλού με το γέλιο να ανθίζει στον αφαλό και τα

δόντια να δαγκώνουν αυτό το σφιχτό αυγό της ψυχούλας
τα ματιασμένα ένστιχτα των φαλακροκοράκων εντός κι

εκτός αντρών τυφλών μπανιστηρτζίδων σαλεμένων τόσο
όσο ένα ανώμαλο αγοράκι που καρτερεί τον ίσκιο του

θανάτου κάτω απ’ τις φούστες γλειφιτζούρι μαντολάτο
και μαλλί της γριάς μαδημένο απ’ τα γενναιόδωρα όνειρα

της φθοράς

Σημειώσεις πάνω στο δέρμα της

drawing-nude-in-summerquot-by-loui-jover-redbubble-1359748376_b

Όλες οι μεγάλες πόλεις σού ανήκουν.
Γνωρίζουν οι μεταφραστές της εποχής
την ένρινη λαχτάρα σου για σεξοσέξ
μέσα στη λαύρα του μεσημεριού και

το αρχαϊκό σου χαμόγελο στους δρόμους
απολαμβάνουν. Σε μυρίζουν βαθιά
χαμομήλια μελίγγια της απατηλής
Πεντέλης και του Υμηττού τα δάχτυλα

τα πετρωμένα. Οικογενειάρχες και
μαρμαρωμένοι βασιλιάδες Νεαροί
που κατουράνε σπέρμα. Κύκλωπες
αυτοκράτορες και ναρκαλιευτές

Πατατοφάγοι εραστές πριν απ’ το
γύρο του θανάτου. Λεσβίες στα υπερώα
δώματα γλιστρώντας στου ευσπλαχνικού
αλκοολισμού το μουδιασμένο λαρύγγι.

Ματιασμένοι ματάκηδες απ’ της μαμάς
την πρωτόγονη γύμνια όλο στέφανα
και κουφέτα. Κακούργοι σκύλοι ποιητές
δημοσία δαπάνη σκοτωμένοι με την

καψούρα δαφνοστεφούς εν ατελεία
και καύλα χτίζοντας τον αλαφροΐσκιωτο
πανύψηλο πύργο τους σαλεμένο
γερτό όλο λόξα και λοξούς σπόρους

φυτεύοντας στα κεσεδάκια με τη φακή
σάλια απο εφηβικές γλυψιές τρίχες
της νιότης σελιδοδείκτες της ηδονής
χασίσια από μνήμης και νυχτέρια

Όλες οι μεγάλες πόλεις σου ανήκουν
όλες οι φυλακισμένες θηλές και το χνούδι
όλο το λίπος της καρδιάς και τα γαμψά
πλήκτρα που βγάζουν μια μελωδία απο

οικείους σπασμούς και γκριμάτσες
πολέμου. Βροχή που στραγγαλίζει
ένα λουλούδι. Κολασμένοι που
κακολογούν τον παράδεισο τρώγοντας

μορταδέλα και κοριτσάκια που
φύτρωσαν σαν τσουκνίδες στη χλόη
σε αχόρταγα σφιξίματα και σε
τρομαγμένα φιλιά στολισμένα

μπιμπίκια της νεότητας πύον γλυκό
και πορδούλα αστείρευτη γενναία
διθυραμβική στου εραστή τα ρουθούνια

 

Νυμφαλίδαι

bat

Τα φτερά τους στοχάζονται πολύχρωμα φιλιά
Αγρίως φιλονικούν με το φευγάτο φεγγάρι
Άγουροι ινδιάνοι τις έχουν για παράσημα
Στα ξεχαρβαλωμένα τους σαγόνια
Πέφτουν μέσα στις σούπες
και τις τρώνε οι πατεράδες με τις τσούπες τους
Τις παίρνει ο άνεμος στην ουρά του
Σαν σκοτεινές σερπαντίνες
Όλο νέκταρ και ακαθαρσίες αποθέτοντας
Στη σχισμή των κολπικών σου γέλιων

Ιερουσαλήμ Ή Περί Τομής

περιτομη

Θα μιλήσω πάλι για το βυζί σου Ιερουσαλήμ
Και το χτικιάρικο εβραϊκό σου Σάββατο
Που έμεινε πασαλειμμένο στους παρθενικούς υμένες της Ανατολής
Θα μιλήσω για τις κνήμες σου
Για τα συνέδρια τρελογιατρών στα κατεχόμενα
Που έρχονται ν’ αφήσουν το κλαψιάρικο σπέρμα τους
Στην κοιλιά σου
Θα μιλήσω για τα ζουλάπια
Και τα ανδραγαθήματα του ήλιου στο βρακί σου
Τα άσματα των ποιητών σου
Και τις νύφες σου
Που τις σακάτεψαν τα κουνούπια στην έρημο
Θα έρθω να κατουρήσω στον κήπο σου Γεσθημανή
Στους πρόποδες του όρους των ελαιών
Βουτώντας την ψίχα μου στο πρώτο σου λαδάκι
Και στον αδέσποτο θείο οργασμό της προδοσίας
Την ώρα που θα κάνουνε περιτομή στο αδερφάκι μου
Γέροι ραβίνοι υπάλληλοι του αιμοβόρου θεού
Σύζυγοι άσπιλοι που ξεπαστρεύουν την ηδονή με ξυράφι

Όλες οι λέξεις δουλεύουν για να πλέξουν ένα στεφάνι στην ομορφιά

dipno

Όλες οι λέξεις δουλεύουν για να πλέξουν
ένα στεφάνι στην ομορφιά, στο χάος μέσα
μας, πριν καταποντιστούμε στις ουτοπίες
πριν λαλήσει ο πετεινός πριν βουρκώσουν
οι φτωχοί στη στάση του λεωφορείου
μετρώντας προβατάκια για να τους πάρει
ο ύπνος και η λήθη. Kαι η όμορφη κοπέλα
μια πατρίδα για τους εργάτες και ο όμορφος
νεαρός πιερότος με τα χοντρά δάχτυλα και
την κομμένη γλώσσα ένας φτωχός άμυαλος
πίθηκος που έχασε τη θηλυκιά του για πάντα.
Όλες οι λέξεις μου έχουν μπήξει τα δόντια
τους στον κώλο του θεού για λίγη φρικαλέα
αθανασία, πριν τελειώσει η νύχτα που κρύβεται
στο μαλλιαρό σου μουνί αιωνιότητα, πριν μας
παραχώσουν οι αλλόφρονες νεκροθάφτες
μεσ’ στη λάσπη και τα σκατά

Βροχή βροχούλα βρόγχος

vroxi

Βροχή βροχούλα βρόγχος
Νεράκι ανεξήγητα μετέωρο
Φτασμένο εκεί
Στο έκπαγλο κέντρο των σπασμών
Οι ψύλλοι στο χώμα
Με τους σπόρους χορτασμένους
Ναυαγισμένο υλικό
Αναζητώ στο λαρύγγι μου
Ονόματα εσταυρωμένων γυναικών
Ουράνια άμμο της Αφρικής
Με σύφιλη και χολέρα
Όλο στιλπνές ψυχούλες σκόρπιες
Σ’ ένα ακρογιάλι από οστά
Κι εκεί να πλαγιάσω σα ναμαι
Γαλάζια μύγα στην πανωλεθρία
Να απολάψω το σκόρπισμα
Των σπόρων της τρέλας στα μελίγγια μου

Ποίημα για το πρόβλημα του ύπνου σας και μια πίτσα στο μέγεθος του ήλιου

poim

Μερικές φορές το ποίημα
δεν θέλει να έρθει
κρύβεται
σαν μια παιχνιδιάρικη γάτα
που έχει τρυπώσει
κάτω απ’ τον ουρανό

κρύβεται ανάμεσα σε γυμνοσάλιαγκες,
ρίζες, βολβούς, μάτια αράχνης,
τόσο μακριά απ΄ τον ήλιο

Μερικές φορές το ποίημα
τρέχει ακόμα πιο μακριά
σαν έναν εραστή
που φοβάται να χάσει την ουσία του
να μαγειρέψει τη μοναξιά του
σε μια κατσαρόλα
φτιάχνοντας μακαρονάδα για δυο
ή μια πίστα στο μέγεθος του ήλιου

Μερικές φορές το ποίημα
δεν μπορεί να αντικαταστήσει
το πάθος του ποιητή

Η ζωή είναι ένας χορός
ανάμεσα στον ποιητή και το ποίημα
αλλά μερικές φορές το ποίημα
απλά δεν θέλει να χορέψει
και παραμονεύει στο περιθώριο
χτυπώντας τα πόδια του

Εάν το ποίημα δεν έρχεται
Λέω: γλιστρήστε πάνω σε αυτό
Κάντε πως δεν σας ενδιαφέρει
Καθίστε στην καρέκλα σας
διαβάζοντας τον Σαίξπηρ, τον Νερούδα,
την αθάνατη Emily
τους Ρουμάνους του μεσοπολέμου
το Βάσκο Πόπα
το Νίκο Εγγονόπουλο
και αφήστε τον εαυτό σας να τρέξει
στη μουσική τους

Πηγαίντε στην κουζίνα
και ξεκινήστε να ξεφλουδίζετε τα κρεμμύδια
για την κόκκινη σάλτσα

Πριν το νιώσετε
το ποίημα θα κλάψει για σας
πάνω απ’ τις ώριμες ντομάτες
θα βυθίσει η έμπνευση
τους σπόρους της στο κορμί σας

Κι όταν ολόκληρο το σπίτι θα είναι γεμάτο
με το άρωμα της ντομάτας
αρχίστε να βράζετε τα ζυμαρικά

Σιγοβράστε κι εσείς
πάνω από την υγρή αισθησιακή ζύμη
κάνοντας το ποίημα να λυγίσει στη θέλησή σας

Αγαπήστε αυτό το ποίημα
από αλεύρι και νερό
την ουσία απ’ το δέσιμο των υλικών
τον έρωτα που κοχλάζει στις κατσαρόλες
για να ταΐσει τα αχόρταγα στομάχια

Ρέκβιεμ για τον κόκκινο Ντάνι

daniel_cohn_bendit_273544602

Ο κόκκινος Ντάνι έχει τιμητική θέση στην τροφική αλυσίδα του καπιταλισμού. Πέρασε νύχτες σε καφενεία και οριακές τελετές. Δοκίμασε με την άκρη της γλώσσας μούστο πατημένο, ύμνησε το μεσογειακό ταπεραμέντο και την οικολογία, έγινε ο ένας και μοναδικός ανάμεσα σε πολλούς που ξεκίνησαν να δώσουν μιαν απάντηση στο θάνατο και την ανυπαρξία.

Ο κόκκινος Ντάνι φυτεύτηκε από μια παμπόνηρη αστική τάξη που είχε βρει τρόπο νʼ ανοίγει τα παράθυρα για να ξεβρομίζει το σύστημα.

Μια αστική τάξη που πουλούσε αριστερισμό και επανάσταση με το τσουβάλι.

Ο κόκκινος Ντάνι τα κινήματα της πατάτας και της διαχείρισης των κρίσεων τα σπούδασε στη Σορβόννη ακούγοντας γαλλοελληνικά της Αρβελέρ και φλύκταινες του Ζουράρι.

Ο κόκκινος Ντάνι κρύβει ένα βαθύτατο εθνικισμό για τη μητέρα πατρίδα και την ακμή της αφού ως άλκιμη οδαλίσκη της διανόησης μάζεψε τις φίρμες και τα λαμπρά αστέρια της ψωροκώσταινας που ξεψυχούσαν γαλλιστί στην Μονμάρτη.

Ο κόκκινος Ντάνι που ξέβαψε είναι η κουράδα της γαλλικής επανάστασης. Καλωσόρισε πρώτος τις παγωμένες ριπές του πολέμου στο Σαράγιεβο. Δεκαετίες τώρα σαπουνίζει τʼ αρχίδια των αξιωματούχων των Βρυξελών.

Οραματιστής και φιλάνθρωπος της Ευρώπης της παρακμής που δεν στέγνωσε στα χέρια της ακόμα το αίμα απʼ τις αποικίες.

Είναι η φίρμα που βγαίνει μπροστά στα δύσκολα. Χειροτονεί χρηματιστές και μάνατζερ εκπαιδευμένους να στεγνώσουν τα ζουλάπια που διεκδίκησαν κάποτε ψιχία καλοζωίας αλλά εισέπραξαν φάπες και ενοχές.

Ο κόκκινος Ντάνι έγινε ο Ντεγκόλ του ευρωπαϊκού έρωτα για τις αγορές. Από ΣΥΡΙΖΑ του Μάη του 68 έγινε χρυσαυγίτης της περεστρόικα του κεφαλαίου. Με το άλλοθι του μοναχικού καβαλάρη και του πολυμήχανου πράττει τα δέοντα για τη μπουρζουαζία που έγραψε ύμνους για τους εργάτες κάποτε αλλά λυσσάει σήμερα όταν ο εργάτης μορφώνεται και διεκδικεί.

Ο κόκκινος Ντάνι εξαργυρώνει τη λάμψη της χθεσινής μέρας. Συγκινεί ακόμα τους μαλάκες που τον πίστεψαν. Μικροαστούς, γεροντοκόρες, εκθεσάδες της γειτονιάς και τσουραπάτες φίρμες της δημοσιογραφίας.

Ο κόκκινος Ντάνι πέρασε κι αυτός να ρίξει ένα γερό χέσιμο στο Μέγαρο Μαξίμου. Να περάσει ένα χεράκι πράσινη μπογιά απʼ αυτή που σκεπάζει τη μπόχα μιας χώρας με μισό εκατομμύριο πεινασμένους.

Της χώρας του εθελοντισμού που το γύρισε στα συσσίτια και τις ελεημοσύνες. Της χώρας, τού Ελλάς ελλήνων χριστιανών που επαναστατεί με τη μούντζα και το κωλοδάχτυλο.

Της χώρας, τού πατρίς θρησκεία οικογένεια που έβαλε τον παπά στο κρεβάτι της φορώντας τη χλαμύδα του αρχαίου μεγαλείου επιδιδόμενη σʼ ένα νέο-ανθρωποφαγικό κίτς όργιο.

Ο κόκκινος Ντάνι θα φάει μουζάκα κάτω απʼ την ακρόπολη, θα φιλήσει τον ιερό βράχο και θα δώσει συνέντευξη τύπου για τις μπιγκόνιες, τα φωτοβολταϊκά και την ανάπτυξη.

Ο κόκκινος Ντάνι θα ρεκάξει κι αυτός με τη σειρά του την καταστροφή που θα συμβεί έξω απʼ το ευρώ. Με ολίγον μελιστάλακτο ύφος θα μαλώσει πατρικά την αριστερά και τους άλλους ντόπιους αγριάνθρωπους και το κακό συναπάντημα, αγράμματους, πλιατσικολόγους και τοπικιστές που δεν αφήνουν τη φωτισμένη τρόικα που ήρθε απʼ έξω να μας σώσει μαζί με τον Μαυροκορδάτο-Παπαδήμο και την παρέα του.

Ο κόκκινος Ντάνι που θα χειροκροτήσει τα νατοϊκά βομβαρδιστικά ακόμα και αν κατευθυνθούν αύριο στους Δελφούς είναι ένας απʼ τους πράσινους προθιερείς της ιστορικής αποδόμησης, που κουνάει πατερναλιστικά το δάχτυλο μέσα στον ευρωπαϊκό ιστορικό αχταρμά.

Λαοί αλλάξτε συνείδηση, νοοτροπία και συμπεριφορές. Η αγορά δε σηκώνει καψόνια. Μονάχα τα πράσινα άλογα της πράσινης ανάπτυξης. Ο κόκκινος Ντάνι με τους δικούς μας φεντεραλιστές παραπέμπουν στην περίπτωση της Φρειδερίκης που παρακαλούσε τον Μάρσαλ νʼ αρχίσει τον τρίτο παγκόσμιο απʼ την Ελλάδα.

Μάης του 68 Ή ευλόγησον δέσποτα το Noor One

ΚΗΔΕΙΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ Κ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ

Συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό φίλων και γνωστών για το Μάη του 68, μα εκείνη την εποχή χρειαζόσουν τουλάχιστον ένα αεροπορικό εισιτήριο για να πας στο Παρίσι και να κάνεις εξέγερση.

Τον καιρό εκείνο οι εξεγέρσεις γινόταν απ’ τους μπουρζουάδες που ήταν έτοιμοι να πεθάνουν από ανία.

Διάφοροι πλιατσικολόγοι, τα κονομάνε χοντρά πενήντα χρόνια μετά, πατώντας πάνω στην αγάπη των ψευτοκουλτουριάρηδων δήθεν για την αυτονομία, την ελευθερία και τα άλλα κλασμένα μαρούλια.

Η ίδια εξουσία, ενσωμάτωσε μετά την εξέγερση τους εξεγερμένους αλλά και τις ιδέες τους, σε τέτοιο βαθμό που απορείς πραγματικά με όσους δεν βλέπουν ή κάνουν πως δεν βλέπουν τον αναχρονισμό και την αντίδραση.

Ο Πουλαντζάς μιλάει ανοιχτά για τον πράκτορα Καστοριάδη που το πρωί εργάζεται στον Ο.Ο.Σ.Α και το βράδυ γράφει δοκίμια για λοβοτομημένους αναρχικούς που έγιναν αναρχικοί για να αντιδράσουν στον δεξιό μπαμπά.

Δεν μιλάμε φυσικά για τους λίγους ρομαντικούς που το σκασαν νύχτα για την Προβηγκία ή την Τεργέστη αλλά για τα πολλά και αμέτρητα κοράκια που διοικούν σήμερα την Ευρώπη.

Ολόκληρη η μεσήλικη παρέα που διοικεί σήμερα την Ευρώπη είναι σπουδαγμένη στο Μάη του 68.

Οι Έλληνες διανοούμενοι του αθηνοκεντρικού ελληνοχριστιανικού μας πολιτισμού, μεταξύ τυρού και αχλαδιού αρέσκονται να κωλοτρίβονται στα πόδια των μπουρζουάδων.

Ο Ωνάσης, ο Λάτσης και τα άλλα νεόκοπα φυντανάκια που με χουντικά δάνεια αγόρασαν όλα τα σαπιοκάραβα τού πλανήτη για να κατακτήσουν τις αγορές κάθε ηπείρου τώρα στα ιδρύματά τους χαϊδεύουν τ’ αρχιδάκια διανοούμενων και καλλιτεχνών κάνοντας εκδηλώσεις για τον Μάη ή τον Οχτώβρη, θάβοντας την εργατική τάξη στα ερείπια των κατακτήσεών της.

Σήμερα στην ψωροκώσταινα όπου οι σεβαστοί-απ’ τη συμμορία της εκκλησίας και του κράτους-πρεζέμπεροι αγοράζουν τρυφερό άγουρο κρέας απ’ την Ταϊλάνδη για να περάσουν καλά, οι φιλομάηδεςτου 68 κρύβονται πίσω απ’ το ένδοξο κωλοδάχτυλό τους.

Εκεί που πίνεις το καφεδάκι σου με το ένα ευρώ διαβάζεις στη φρι πρες και μια σπουδαία μαλακία.

Το ξέσπασμα-λέει-του Μάη άνοιξε δρόμους, πρότεινε νέες συμπεριφορές, ήταν ένας εκθειασμός της ροής και των πυκνώσεων του χρόνου, μια κολοσσιαία επιμήκυνση των δευτερολέπτων, το προοίμιο σε έναν άλλον πολιτισμό, σε μιαν άλλη αντιμετώπιση της καθημερινότητας. Ήταν τα πρώτα εκρηκτικά βήματα προς ένα άλλο σχέδιο ζωής.

Ένα σχέδιο ζωής που όπως μεγαλοφώνως αποδείχθηκε λέει: ας περνάμε εμείς καλά κι άλλοι στ’ αρχίδια μας.

Τα πλοκάμια της πλοκής

solt

Δεν με χωρά ο χώρος και η χώρα
Προτιμώ να κάνω σκέψεις μόνος μου
Ο άνεμος με βελόνα και κλωστή
Μπαλώνει την αγάπη
Και των κοριτσιών το τραύλισμα
Αν ήμουν λυρικός όλα θα ήταν αλλιώς
Η μαμά θα με αγαπούσε σαν κουταβάκι
Ο μπαμπάς θα με πρόσεχε απ’ τον τάφο του
Μα γράφω τώρα ένα ποίημα για τη δυσεντερία
Μυρίζω σβουνιές από μαντριά
Κοιτάζω την κουλουριασμένη στύση μου
Τον κουραδοκόφτη σου να νιώθει κανονικός βασιλιάς
Ω παπαρούνα κόκκινη σα βάλανος
Είμαι μεσσίας, προφήτης, θυμωμένος πατέρας
Ένας ξεπεσμένος γαμιάς
Που προσπαθεί να τον χώσει στο στόμα της
Είναι άρρωστη από καρκίνο η χώρα μου
Φυτεμένη μέσα σ’ ένα κονσερβοκούτι
Με χώμα και φακές
Σάπιοι μπουρζουάδες με τα σάπια δόντια τους
Σχεδιάζουν δοξασμένους λοιμούς
Πατατοφαγία εκσπερμάτωση
Ω παπαρούνα σου γράφω ωδές
Κάτω απ’ τα γαλάζια σύννεφα της Βαβυλώνας
Σε ξεριζώνω αφού διαθέτω εξουσία
Σε μυρίζω τώρα
Όλο θειάφι και μαγγάνιο πετρέλαιο και πληγές
Σειρά σου τώρα νε με μυρίσεις
Να μου διαβάσεις ποιητικές συλλογές
Για πούτσους και μουνιά
Σοσιαλισμό του αγρού
Να μου μάθεις πως ψαρεύουν πέστροφες
Με τρύπιο σακί στον Αχέροντα
Πασπαλισμένη με αλεύρι
Τηγανισμένη σε βούτυρο
Μια γλυκιά γεύση αφήνοντας
Όπως τα φιλιά της Εσμεράλδας