Η λέξη φτιάχνω και η λέξη δημιουργώ διατηρούν πάντα το φόβο της παγερής επίδρασης του ορθού λόγου στο συναίσθημα. Φτιάχνουμε και δημιουργούμε απλωμένοι απεριόριστα σ’ ένα είδος χώρου της ανησυχίας. Το πνεύμα που μπορεί να φτάσει μέχρι το θάνατο, περνώντας απ’ τα ιερά σκατά της παράδοσης, γίνεται ο καταπέλτης των ηθικολόγων που θεωρούν την καλλιτεχνική τρέλα σαν τη δίκαιη τιμωρία του πάθους. Όλες οι ζωηρές συγκινήσεις προκαλούν το τράνταγμα της νευρικής ίνας. Η λύπη, η οργή, ο τρόμος, ξοδεύονται αλόγιστα κάτω απ’ την επίδραση της δικιάς τους βίας. Κι όπως η ψυχή είναι μια μελαγχολική ποντικοπαγίδα του λόγου των πλασμάτων που αδυνατούν να δουν το όλον, έτσι και το πνεύμα είναι από κοφτερό γυαλί, που χαράσσει κάθε φορά πάνω στην αυθαιρεσία της φαντασίας το μυξιάρικο δράμα του, ως αντίστιξη στα ανίερα σωματικά υγρά. Στη ροή, την μόνη πραγματικότητα. Στο πρόσωπο που φαίνεται σμιλεμένο απ’ το μεγάλο ποτάμι της τρέλας. Της μανίας για μιαν άλλη ζωή, ανάποδης, που δυναμιτίζει τα θεοσκότεινα λημέρια της υποταγής και του καθήκοντος, φτιάχνοντας έναν ουτοπικό δαίμονα σκορπισμένο μες στην ένοχη αθωότητα των ενστίκτων του ζώου που κρύβουμε μέσα μας.