Να η φύση εδώ, έξω απ’ το παράθυρό μου. Τα ψηλά χορτάρια και οι ελιές, τα βάτα και τα άνθη του χειμώνα έτοιμα να μοσχοβολήσουν κάποιο κόρφο ή να χαϊδέψουν απαλά τα ιερά γυναικεία καπούλια που αφήνουν αυτό το κάτουρο, θαρρείς τόσο μεγαλόψυχα.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι έλεγαν τη γη Μητέρα και Δήμητρα και πίστευαν πως εκείνοι που την καλλιεργούν ζούνε μια χρήσιμη ζωή και είναι οι μόνοι απόγονοι της φυλής του βασιλιά Κρόνου, του πατέρα των θεών.
Ο αγρότης σήμερα έχει ξεχάσει την ιερή καταγωγή του. Δεν κάνει θυσία στη Δήμητρα και στη Γαία, παρά προτιμάει τον υποχθόνιο Πλούτωνα.
Πάσχει κι αυτός απ’ τις θανατηφόρες κοινωνικές αρρώστιες που τις τροφοδοτεί ο εγωισμός και η φιλαργυρία.
Βλέπει τη γη κι αυτός σαν ιδιοκτησία, αλλάζοντας τα τοπία, κάνοντας τη γεωργία να βρίσκεται σε αδιάκοπη κατάπτωση, ζώντας κι αυτός μια φτωχή και γεμάτη στερήσεις ζωή.
Βιώνει τη Φύση, μα τη βιώνει σαν κλέφτης. Αυτό που ήταν κάποτε ερωτικό σήμερα είναι υποχρέωση.
Μέσα σ’ αυτό το πεδίο από προνύμφες και ασαφή μικροσκοπικά έμβρυα μπορούσε να βρει ακόμα κι ο πιο δηλητηριώδης ήλιος την ευτυχία, σ’ αυτές τις ακατάπαυστες και διαδοχικές απόπειρες γεννήσεων, που αρχίζουν και αποτυγχάνουν μέσα στη μέθη και τον πυρετό ενός χώματος που δεν σταματάει να δημιουργεί.
Αυτό το άπειρο πλεόνασμα που μας χαρίζεται, ο αγρότης το συσσωρεύει στο στομάχι του καπιταλιστή.
Το μετατρέπει σε κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι και το πουλά φτηνά ως προϊόν για την αγορά και όχι ως ουσία για το σώμα.
Ο αγρότης ήταν κάποτε ο θεραπευτής του ανθρώπινου σώματος μέχρι να φτάσει να γίνει ο ντίλερ πολύχρωμων καρκίνων.
Αυτό το μεγάλο χωράφι που μας θρέφει όλους δεν βλέπει εμάς που το καλλιεργούμε, αλλά τις πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις που το ποτίζουν και το κάνουν να πρασινίζει. Τα αγριόχορτα, τα άφθονα ζιζάνια και τους σπόρους που είναι τροφή για τα πουλιά. Δεν έχουν τόση σημασία οι γεμάτες αποθήκες όσο οι ανάγκες των πλασμάτων.
Αυτά τα φασόλια κι αυτές οι πατάτες είναι οι τροφές που θα μεγαλώσουν μια καινούργια γενιά ανθρώπων. Που θα καλλιεργεί με τον πιο φυσικό τρόπο, που θα ετοιμάζει η ίδια την τροφή της και θα τρώει όσο χρειάζεται και ότι χρειάζεται, κόντρα στη βαρβαρότητα της μαγαρισμένης κατανάλωσης.
Να, οι νέοι αγώνες μπροστά, για καθαρό νερό και φαγητό.
Να, τα παιδιά που δεν θα τρέξουν στο ηνωμένο βασίλειο για να κάνουν διδακτορικό τον οργασμό της κωλοφωτιάς, αλλά θα χαρούνε το φωτεινό της οίστρο στα λιβάδια της νύχτας.
Να τα κορίτσια του μέλλοντος. Ελεύθερα πλάσματα, οπλισμένα με την τσάπα τους, θα αραιώνουν τις γραμμές των εχθρών γεμίζοντας τα χαρακώματα με νεκρά ζιζάνια.