Ο ήλιος είναι αυτός που κρατά στο χέρι του τη ζωή. Είναι ο υπόγειος συνωμότης της γονιμοποίησης.
Η υψηλή κυριαρχία του αφήνει μια θεϊκή γεύση πάνω στη Φύση μας-δηλαδή στα αιδοία μας- σχεδόν εξουσιαστική, καλύπτοντας την άγνοιά μας και την προαιώνια τύφλωση μ’ έναν ερεθισμό περιέργειας για το επέκεινα. Με τη βούληση για γνώση, άρα για εξουσία πάνω στα πράγματα.
Καταστρέφοντας αδιάκοπα μορφές και ουσίες, και χάρη σ’ αυτή την ίδια την καταστροφή, χειρίζεται την αιωνιότητα των δυνάμεων απ’ τις οποίες συντηρείται η ζωή.
Οι αρχαίες θρησκευτικές κουλτούρες που ζύμωσε ο εκτυφλωτικός ήλιος έδειξαν την υπεροχή του θανάτου ως λυτρωτή. Του θανάτου, ως, Μέγα Τέλος, κι όχι ως υποτροπή του φόβου που μας θέλει μεταφυσικούς και ψυχολάτρες.
Η καταστροφή είναι πάντα μετατρέψιμη. Η ζωή δεν υπάρχει ως μόνιμο αναλλοίωτο φαινόμενο αλλά διατηρεί τη συνέχειά της απ’ τη μετατροπή των φαινομένων του Είναι.
Το έμβλημα του βασιλιά ήλιου είναι η φωτιά που γίνεται το μεγάλο καταβροχθιστικό ρεύμα των μορφών.
Η λάβρα αυτή και ο καύσων επιδρούν με μιαν ανώτερη άλγεβρα στον τρόπο που η θερμότητα παράγει ηδονή. Στον τρόπο που νιώθεται η ομορφιά.
Μονάχα τα γυμνά όντα μπορούν να κερδίσουν τον παράδεισο που ορίζει η μαγνητική έλξη του ήλιου. Μονάχα τα γυμνά όντα μπορούν να αγκαλιάσουν τις ζεστές πέτρες και τη ζωντανή τους γεωμετρία. Γιατί τα γυμνά όντα πιστεύουν στον ήλιο και τις τρομερές του εκρήξεις.
Στον εκπληρωμένο πριαπισμό της αρμονίας, που κάθε φορά που φαλτσάρει το χάος, μέσα στη μέθη της τυχαιότητας, αφρίζουν οι άμεμπτοι οργασμοί των πλασμάτων και οι δον κιχώτες του έρωτος ορμούν με τη ρομφαία τους στο ξεκούρντιστο όργανο της καρδιάς.