Κάτω απ’ την επιφάνεια της λογικής υπάρχει μια υπόγεια συναλλαγή μεταξύ τρέλας και σύνεσης.
Ένα μικρό αλλά ικανό χάος από αλητείες και ανησυχίες. Από αμφιβολίες και ανταρσίες που χτυπιούνται στους τοίχους των καλών τρόπων, αυτών που μας έχει εγχειρίσει η εκπαίδευση και ο στραγγισμένος από συναίσθημα θετικισμός.
Η πονηριά μας, συχνά οργισμένη και σκόρπια, πέφτει πάνω στα πράγματα για να ξύσει απ’ την πέτσα τους όλα τα μυστικά. Για να χαράξει τους καινούργιους σπαραγμούς και τις καινούργιες πίκρες. Για να φανερώσει πόσο ποτισμένο από ιδεαλισμό είναι το βλέμμα μας όταν συναντιέται με την τυφλή προθυμία των παθών.
Μέσα στη μακαριότητα μιας επιστημονικής γνώσης, φαύλης και εκφυλισμένης απ’ το χρήμα, έρχεται ο φόβος, όπου ο άνθρωπος καθηλώνεται ανίσχυρος μπροστά στην τραγικότητα της ιστορίας.
Ο φόβος που λειτουργεί ως εστία μόλυνσης κάθε επαφής. Ο φόβος που κοιμάται με τα παπούτσια, περιμένοντας την προσταγή που θα τον εκλεπτύνει. Περιμένοντας εκείνη την κακόγουστη αλαζονεία της αγέλης για πρόοδο.
Πάντα σ’ αυτές τις δημόσιες διακηρύξεις για αλλαγή, οι ξεπεσμένοι ρήτορες ανακατεύουν το κουρκούτι της μιας και μοναδικής άποψης.
Το μεγάλο αρπαχτικό ζώο που λέγεται άνθρωπος αυνανίζεται τρίβοντας την κοιλιά του, πάντα με τυφλή μανία, στήνοντας στο διάβα του μνημεία που υμνούν την απίθανη τερατογονία του.
Το απαγορευμένο δέντρο και οι καρποί του πριονίζονται απ’ το θρίαμβο της δύναμης του ισχυρού.
Οι κανόνες γράφονται και ξεγράφονται υπογραμμίζοντας την επίγεια παντοδυναμία τους.
Η φαντασία μας όμως, σαν μια απρόσιτη αλήθεια, θάβει μέσα στα σπλάχνα της γης κάθε αθεράπευτα ρηχή πραγματικότητα. Κάθε ηθική και κάθε πίστη που πουλιέται ως φάρμακο κατά της ανυπακοής.