
Συναντώ συχνά, σε ανθρώπους που έχουν καβαλήσει το καλάμι, αυτό το παράξενο μείγμα θεατρινισμού και ηρωισμού.
Συνήθως, συμπαθέστατα ψώνια που την έχουν δει ποιητές, συγγραφείς, παραμυθάδες, κριτικοί τέχνης, σωτήρες της ανθρωπότητας, υπογραμμίζουν με τον κυκλοθυμικό τους χαρακτήρα την αλληλεξάρτηση κωμωδίας και τραγωδίας, ταπεινού επεισοδίου και μεγάλου δράματος μέσα στη σκηνοθετική τάξη της άλυτης διαμάχης.
Ο κόσμος περιστρέφεται συνήθως γύρω απ’ το μαγαζί τους και τη μπίζνα τους αφήνοντας το φαντασιακό να καβαλάει το ασέλωτο άλογο της μεγαλομανίας.
Άλλος μας σκοτίζει τ’ αρχίδια με ποιήματα και εξυπνάδες που έγραψε πριν πενήντα χρόνια επικαλούμενος διάσημες πεθαμένες φίρμες που του έπλεξαν το εγκώμιο, άλλος παρεξηγείται γιατί άφησε τον τριχωτό φασιστάκο μέσα του θυμωμένο και ετοιμοπόλεμο κι άλλος κάνει ψυχοθεραπεία με σκυλομαντινάδες περνώντας τες για μεγάλη ποίηση.
Όμως η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα; Η κακή αισθητική γέννησε το φασισμό ή ο φασισμός την κακή αισθητική; Η ζωή μιμείται την τέχνη ή η τέχνη καθρεφτίζεται πάνω στη ζωή;
Ένα είναι πάντως, εντελώς βέβαιο, πως στη ζωή ή στην τέχνη οι κωμικές ασυναρτησίες των ανθρώπινων αδυναμιών και παραλογισμών είναι η βασιλική κορώνα των κοινωνικών σχέσεων.
Η μίξη του ευγενικού και του γελοίου, του κωμικού, του μεγαλειώδους και του τραγικού χαρακτηρίζει την πραγματική φύση του ανθρώπου.
Όμως αν παραβλέψουμε το περιβάλλον των καβαλημένων θα χάσουμε και το δέντρο και το δάσος.
Η υιοθέτηση της φιλοσοφίας που λέει, ο καθένας μόνος του και όλοι εναντίον όλων, διαθέτει μια χροιά ηθικής γελοιοποίησης που έχει σαν αποτέλεσμα την ενεργοποίηση ενός μηχανισμού άμυνας.
Υπάρχουν μόνο τα ψώνια και τα μικροσυμφέροντά τους, η αλήθεια εξαφανίζεται απ’ το οπτικό τους πεδίο και οι κρίσεις μεγαλείου γίνονται στάση ζωής.
Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που κρατούν την ασπίδα του μεγαλέξανδρου ή τη χλαίνη του Ναπολέοντα, που επικαλούνται συνεχώς το Σωκράτη ή τον Έλιοτ για να φουσκώσουν το μπαλόνι της προσωπικής τους μπαρούφας και να χορτάσουν λίγο την ματαιοδοξία τους.
Όμως, πανούκλα είναι η ματαιοδοξία κι ας την φορά κανείς απ’ την καλή και την ανάποδη σαν πέτσινο γιλέκο.
Πανούκλα είναι ο εγωισμός που καλλιεργεί ο άγιος ανταγωνισμός της φιλελεύθερης ανοησίας. Των κλειδωμένων ανθρώπων στα σπίτια και στα γραφεία. Των ανθρώπων που ζουν σε μια μεγάλη φυλακή και προαυλίζονται στην κεντρική πλατεία. Των ανθρώπων που αυτολιβανίζονται αρειμανίως.
Η σκοτεινή νύχτα της προσωπικότητας που δεν ολοκληρώθηκε, πέφτει πάνω στο αφώτιστο ναυάγιο μιας μίζερης κοσμοθεωρίας.
Εδώ είναι το μεγάλο τσίρκο, το παπατζίδικο και το μπουρδέλο, εδώ νευριάζει ο κάθε πατριώτης και φτιάχνει αντίπαλο για να μπορεί να κάνει το στρατηγό και τον καμπόσο στη γυναίκα του.
Για να μπορεί να κουνάει το δάχτυλο στο λαό που δεν ξέρει, στον αγράμματο που δεν νιώθει, στον τρελό που δεν αισθάνεται.
Ο κόσμος της ρομαντικής λαμπρότητας των καλαμοκαβαλημένων, αυτό το άλλοθι της ανθρωποφαγίας, που ζωγραφίζει με καλλιέπεια τα εγκλήματα του αφεντικού του πάνω στο κοινωνικό δέρμα, αντί να λυσσάξει με το σάπιο του εαυτό, δαγκώνει τους συντρόφους του.