
Ο Θορώ μας λέει πως είναι καλύτερα να παραβιάσουμε το νόμο που η φύση του είναι τέτοια ώστε να απαιτεί από μας να γίνουμε φορείς της αδικίας εις βάρος κάποιου άλλου. Ας γίνει η ζωή μας μια αντιτριβή που φρενάρει αυτό το μηχανισμό.
Είναι τόσο κραυγαλέα επίκαιρο σήμερα, ώστε, αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι να βεβαιωθούμε οτι επ’ ουδενί δεν εκχωρούμε τον εαυτό μας στο άδικο που καταδικάζουμε.
Εδώ βρίσκεται το πρώτο θεμέλιο της πολιτικής ανυπακοής. Όχι στα λόγια τα χαρτιά και τα συμβόλαια αλλά στις ανυπόμονες καρδιές που βλέπουν την ποίηση να αποδίδει δικαιοσύνη.
Μια ποίηση που αναπτύσσεται ως κίνηση στους χώρους μιας ιδιωτικής ουτοπίας. Μια ποίηση που επιδρά πάνω στο θεμελιακό ένστιχτο της μυθοπλασίας ως όργανο κριτικό και εξαγνιστικό ανακαλύπτοντας κάτω απ’ την πλάνη της αλήθειας πως η ύπαρξη δεν είναι ούτε αληθινή ούτε ψεύτικη αλλά ατέρμονη εκφραστική κίνηση.
Ο Θορώ προχώρησε αυτή την πίστη στην περιπέτεια κάνοντάς τη στάση ζωής μη αντέχοντας αυτό το παρδαλό στυλ λογοτεχνικής ταπετσαρίας και βικτωριανής ελαφρότητας.
Ο Θορώ δεν υπήρξε η καρπερή αγελάδα του γραψίματος αφού οι εμπορικές πράξεις ήταν γι’ αυτόν μακριά απ’ τη θρησκεία της καρδιάς.
Δεν έγινε έμπορος των σκέψεών του αλλά άνθρωπος που ψάχνει τους συντρόφους του για να ολοκληρωθεί. Παράκουσε τη διαταγή της χριστιανικής ηθικής που προϋποθέτει πως ο άνθρωπος δεν ξέρει, δεν μπορεί να ξέρει τι είναι καλό και κακό και γι’ αυτό πιστεύει στο θεό που είναι ο μόνος που ξέρει.
Ο Θορώ θέλει τον άνθρωπο ήρωα για τον εαυτό του και οχι για τους άλλους.
Έθαψε αυτή την αισχρότητα των αυτόκλητων σωτήρων στην ανάγκη για συνεργασία. Περπάτησε εις την οδό της βασιλίσσης Ουτοπίας όχι με τα πέδιλα του φυσιοδίφη αλλά με τις γαλότσες του επαναστάτη. Του ερωτευμένου με τη φωτιά και το νερό. Με τα αντίθετα που δημιουργούν το Όλον. Με τα αιδοία μας που αλληλοσυμπληρώνονται εν φαντασία και ανάγκη.
Ο εραστής της ζωής που γίνεται ποιητής χρειάζεται να μάθει για να μπορεί να δρα, σε αντίθεση με τον αριστοτελικό μιμητία.
Αναλαμβάνει την ευθύνη της «ασεβούς» παρέμβασής του, παραιτούμενος από κάθε άλλοθι, εξασφαλίζοντας διαβατήριο υπηκοότητας για όλες τις επικράτειες.
Είναι τόσο παγκόσμιος όσο και τοπικός.
Η μόνωση είναι γι’ αυτόν μια κατάσταση που κυοφορεί την ανάγκη για λύτρωση μέσω της ταύτισης με τον άλλο.
Χρησιμοποιεί τη φιλοσοφία και την επιστήμη μακριά απ’ την επήρεια οποιασδήποτε σωβινιστής ματαιοδοξίας. Γίνεται εφευρέτης ενός ιαματικού λόγου που σέβεται τα πλάσματα γύρω του κι όχι ένας ευρηματικός εξομολόγος που δελεάζει με το πλατύ παπαδίστικο χαμόγελο τους πιστούς χάνους, δηλητηριάζοντάς τους με μιαν επικίνδυνη αγάπη.
Η γάργαρη απλότητα των ήχων και των μεταφορών δηλώνει την ορμή προς την ουτοπική πληρότητα.
Τι φοβερό όταν μιλάς για το ψωμί να μιλάς και για τον άνθρωπο κι όταν μιλάς για τη σιωπή να ανατινάζεται. Να φτάνεις παντού ακόμα και στα θανατικά και στα αδιέξοδα, ακόμα και στη μυρουδιά του ιδρώτα που αφήνει σαν βλέννα ο τραγικός χορός πάνω στη σκηνή της πραγματικότητας.
Να μην πολεμάς το σώμα με το πνεύμα αλλά να καλλιεργείς την ενότητά τους.