
Ότε απεκαταστάθη η τάξις, και ο ταλαίπωρος Έλλην, αποκαμών των κρίσεων, των στερήσεων και των κακουχιών επεδόθη εις την εργασίαν του, το έργον της κερδοφορίας των πτωχών κεφαλαιοκρατών περαιώσας, ο μέγας του πατήρ και Κυβερνήτης Κούλης Ξεκούλης, θέλων να βελτιώση την δημοσίαν υγείαν, απεφάσισεν, ότε ακόμη είχεν να διδάξη προς τον λαόν την εμβολιαστική ηθικήν.
Έδωκεν όθεν εντολήν όπως αποστείλωσιν αυτώ εξ Εσπερίας αρκετάς χιλιάδας εμβολίων άτινα ειρήσθω, ήσαν τότε πάντη άγνωστα ημίν, και το τίμημα κατέβαλεν εκ του ιδιαιτέρου του κρατικού ταμείου με τη βοήθεια εθνικοφρόνων ευεργετών.
Οι εναντία φρονούντες κατά του Κυβερνήτου Κούλη Ξεκούλη, ήρξαντο διαδίδοντες ότι ο Κούλης είναι ου μόνον Λουθηρανιστής (ή κοινώς ελέγετο Αλούτερος), αλλά και διά της αντιθρησκευτικής και ασεβούς πράξεώς του, τού να προωθεί τα προτεσταντικά εμβόλια, θα κάμη όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς «Αλούτερους».
Τα εμβόλια κατά τους εχθρούς του Κούλη Ξεκούλη, ήσαν απηγορευμένος καρπός, ού και μόνον απλή διείσδισις σύριγγος εις το μπράτσον ήθελεν οδηγήσει το χριστεπώνυμον πλήρωμα εις τα απύθμενα σκότη της κολάσεως, ένθα ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων.
Οι αρτιγέννητοι Έλληνες, πληροφορηθέντες τα γεγονότα , οίτιντες είδον τας κούτας των εμβολίων χύδην ν’ αποταμιεύωνται προχείρως εις την προκυμαίαν του Πειραιώς και τα αεροπεδίαν της Τανάγρης , χάρις εις τα ραδιουργίας των εχθρών και το αμόρφωτον αυτών, εν συλλαλητηρίω επιβλητικώ εζήτουν την αποπομπήν του ως προδότου των πατροπαραδότων της θρησκείας, βροτοφωνούντες: «Κάτω ο προδότης! Κάτω ο Αλούτερος, ο οποίος με τα εμβόλιά του θα μας καταστρέψη το θρήσκευμα! Κάτω ο άθεος!»
Ο Κυβερνήτης Κούλης Ξεκούλης ακούσας των φωνών του κορυβαντιώντος πλήθους, έσπευσε προς τον εξώστην του μεγάρου Μαξίμου, ενώ το πλήθος, μαινόμενον ως αι προ της καταιγίδος ασυνήθεις βρονταί, εφώναζε «Κάτω ο Αλούτερος με τα εμβόλιά του!»
Ο Κυβερνήτης Κούλης απαθής θεατής των γενομένων, εδήλωσε προς το πλήθος, ότι τα εμβόλια είναι δια λογαριασμόν του, δια την κομψοτάτη Μαρέγκα και τους ψηφοφόρους του, και ουχί δι αυτούς και ας μη ματαιοπονούν.
Ταυτοχρόνως δε, κατά το φαινόμενον μόνον έδωκεν εντόνους και αυστηράς διαταγάς εις τους διορισθέντας φύλακας των εμβολίων-οπλισμένων με ούζι, γόνων χουντικών που εβασανίσθησαν και εκοποιήθησαν από κομουνιστάς και αναρχικούς δια τον φιλοναζιστικό πατριωτισμόν τους – όπως συλλάβωσι και οδηγήσωσιν εις τας φυλακάς οιονδήποτε όστις ήθελε φωραθή κλέπτης των εμβολίων του Κυβερνήτου και των φίλων του. Ιδιαιτέρως όμως είπεν εις αυτούς να κάμουν πως δεν βλέπουν τους περιέργους παρατηρητάς των εμβολίων και να αφήσουν αυτούς να κλέπτουν.
Μετ’ ολίγας ημέρας οι αποθήκαι αδοιάσουσι και τα ράφια εκενώθησαν! Τα εμβόλια τα χτύπησαν όλα οι Έλληνες εις τα μπράτσα και τους μηρούς, εις τα μηλίγγια και τους κροτάφους , εις τους όρχεις και ταις παρειές των χειλέων και συν τη εστιάσει εκείνων επείσθησαν ότι δεν έγιναν Αλούτεροι!
Ο ίδιος κόσμος, όστις ήτο και κατά την κατά του Κυβερνήτου στάσιν, ο ίδιος εκείνος ήρχισε να κρούη τους κώδωνας των Εκκλησιών και εκάλει τους λοιπούς εις γενικήν συνάθροισιν, να διαδηλώσουν την ευγνωμοσύνη των προς τον Κυβερνήτην Κούλη Ξεκούλη.
Η κοσμοπλήμμυρα εκκινεί υπό τας ζητωκραυγάς και τα θούρια και ούτω έξωθι του αττικού ανακτόρου του Κυβερνήτου φθάνει: «Θέλουμε, πατέρα μας, εμβόλια! Σώσε μας, πατέρα, και ας όψονται όσοι μας έβαλαν στα λόγια και τα διαδύκτια να κωλοβαράμε ευτελώς, παίζοντας τόμπολα με την υγείαν μας!»
Προ τοιούτων παρακλήσεων δι ουρανομήκων κραυγών, ο Κυβερνήτης Κούλης Ξεκούλης, εξελθών ένδακρυς, υπεσχέθη εις το πλήθος νέαν προμήθειαν εμβολίων δια του ιδιαιτέρου του κρατικού ταμείου! Συνεχώρησε τους πταίσαντας, διέλαμψεν η αλήθεια, και η εισαγωγή παντός εμβολίου ήρχισεν έκτοτε εν Ελλάδι.
Και ο Κούλης εκέρδισεν τας εκλογάς.