
Ω σκληρέ ήλιε της αττικής
δεν είσαι ακριβώς αυτό που επιθυμώ
ούτε η γιορτή των ματιών μου
Τριγυρνάς σαν φιλόδοξος πράκτορας
Οι εμπρηστές τρίβουν τα χέρια τους
Η κυβέρνηση ποστάρει Οδυσσέα Ελύτη
Τρελαμένοι ρεπόρτερ σαν ιδρωμένοι κολίγοι
γράφουν ύμνους για τη γραμμή εκκένωσης
εμβατήρια για το πυροσβεστικό σώμα
Κουνέλια τρέχουν να κρυφτούν
κάτω απ’ τη χαρά του βάρβαρου οίστρου σου
Ήλιε σκληρέ της αττικής
κάψε το καζίνο της Πάρνηθας
κάψε τα μαγιό και τις πετσέτες
πυρπόλησε τις αβέβαιες λαθροχειρίες της νιότης μου
ακόμα και την ποίηση που ανακάλυψα πάνω στην τύφλα μου
Τ’ αστέρι εκείνο αυτό το σκότος προμηνούσε
Εκατομμύρια πίτσες καταναλώθηκαν απόψε στην αττική
Οι πυροσβέστες ξέρουν πως η σιωπή κερδίζει το παιχνίδι
Πως το Ισραήλ θα κόψει το λαρύγγι του καύσωνα
γιατί ο θεός αργεί και το Ισραήλ ξέρει να βοηθά το θεό
όταν τα πάντα γύρω είναι φωτεινά
και η γη μαλακή για το φτυάρι
Άλλα ζώα θα γεννηθούν
Νέες ιδέες θα γκρεμίσουν την πόλη
Νέρωνες οικοδομικοί συνεταιρισμοί
Κι άλλα παιδιά που φεύγουν κυνηγημένα απ’ την επαρχία
ψάχνουν τα ενοικιαστήρια
για να βρουν μια τρύπα να ξεψυχήσουν
κρατώντας στο χέρι το μεγάλο πτυχίο
το φευγιό απ’ το σπίτι
Ήλιε της Αττικής πάνω από τουριστικά σχέδια
από βιοτεχνίες και σπιρτόκουτα
από ασθένειες φόνους καυγάδες για το σεξ
δίκες πρώην ευτυχισμένων ζευγαριών
που τώρα κόβουν τα παιδιά τους στα δυο
κάνοντας πικνίκ δίπλα σε νεκρές χελώνες
πνίγοντας ζεστές σφήκες μες στις παγωμένες γκαζόζες
Τι νόημα θα είχε ο θάνατος αν δεν ήταν οικείος
Η τέφρα και ο άνεμος
Τι νόημα θα είχε η ψυχανάλυση δίχως δράματα
Ναι ήλιε σκληρέ της αττικής
ήμασταν συνεταίροι σε μια επιχείρηση που δεν πήγε καλά
Μικρά κοπάδια πάνε τώρα για προσκύνημα
Η άγρια φύση θα ημερέψει κι άλλο
Και τούτα τα παραπήγματα της κόλασης
θα γίνουν παιδικές χαρές κι εκπτωτικά χωριά
οι τελευταίοι δρόμοι της αγάπης και του κέρδους
Ήλιε με τη λάμψη της ποίησης και της σκληρής σήψης
Είμαι ο πρόσφυγας του στρατού της μοχθηρίας
Είμαι ο πρόσφυγας του πολέμου και των ανέμων
ο πρόσφυγας του μεγάλου έρωτα
Το θύμα περιμένει το θεό η γη περιμένει βροχή
Πάρε μια πέτρα και βάλτην εδώ
Όπου τόπος και τάφος
Ήλιε οι φτωχοί σβήνουν με κουβάδες τη φωτιά
όμως καμιά φωτιά δεν σβήνει με κουβάδες
Οι μεγάλες φωτιές σβήνουν μόνο με περίστροφα
Ήλιε που ξυπνάς γυμνός και ανήθικος
βγάζουν λεφτά από σένα οι βιομηχανίες
σε γιορτάζουν οι καπιταλιστές και σε παντρεύονται
Ήλιε η φήμη σου μόνο κυβερνά
Το φεγγάρι και τά έμμηνα έρχονται δεύτερα
οι κύκλοι όλοι που σε μιμούνται
Ήλιε σκληρέ της Αττικής
σκλάβοι από άλλες χώρες θα έρθουν να σιδερώσουν μπετά
Νυφούλες θα’ ρθουν να σου χαϊδέψουν το δέρμα
Χωρίς εσένα ούτε πόνος ούτε πάρτι στην παραλία