Ωδή στα φεστιβάλ ποίησης και τις λογοτεχνικές αγρυπνίες

τι σιελόρροια!
τι γύφτικοι σπασμοί!
τι φεστιβάλ ετοιμοθάνατων γερόντων
ποιητών
και τι Πατρίκιοι βραβευμένοι!


να, ο κυρ Κουράδας το κάτουρο αγαπά
όπως ο κυρ Χριστός τις ψείρες


οι κύριοι που βρίσκονται σε ηλικία ψεύδους
πίνουν εσπρέσους με αφρόγαλα
τους γυναικείους κόλπους αγαπούν
μα δεν τους έχουν


κλαίουσα και ριγούσα η στεντόρεια φωνή τους
όλο μπαλκάνιες ωδές πελώριες νύστες
δημόσιες σχέσεις προφητείες αγκαλιές
στον έπαινο των σοφιστών εξασκημένοι
σαν φίδια αλλάζουνε το δέρμα τους καθώς
τους εύχεται ο Τίτος με πατρική στοργή
πατρίκιοι να γίνουνε κι αυτοί


Ας είν’ ελαφρύς ο δεκαπεντασύλλαβος που σας σκεπάζει
πληβείοι παραλογοτέχνες αδερφοί
ενάρετοι μεθύστακες και μπάτσοι

Προσευχή, πέρα στους πέρα κάμπους

Σε κατοπτεύουν οι γαμπροί της μεσημβρίας
οι άμβωνες της στύσης
οι αγρότες που καπνίζουν με μανία
ω! δούλη του θεού παραμυθία
σπαρμένη χίλια αστέρια και σκοτάδι
ο έρωτας ο θάνατος
κι ο λήθαργος
ο πιο αρχαίος βλαστός μας
ο πιο βαρβάτος κουρδιστής των κλειτορίδων
το ένα μάτι του γυμνή Αμερικάνα
το άλλο πρώην σοβιέτ
ω! αδελφούλα των αγγέλων
ετούτα δω τα κρέατα θέλουν μονάχα σεξ