Η λεγόμενη ηθική έχει δύναμη διότι διαθέτει μέσα εκφοβισμού ανώτερα του Καλού και του Κακού, ρήτορες συγγενείς κάποιας Σφίγγας, ακαδημαϊκούς γέρους, συνταξιούχους καθηγητάδες με το δάχτυλο στη σκανδάλη, πυροβολώντας το πλήθος για να κάνουν χώρο στην ηθική αυτοκρατορία τους, δηλαδή κατά βάθος στην πίστη της αντινομίας των αξιών τουτέστιν στην αυτοκατάργηση της ηθικής, μασώντας φύλλα δάφνης πίνοντας πεγιότ ακούγοντας Τέλεμαν ψάχνοντας χορηγούς για τα ένδοξα Παρίσια και τους ευσπλαχνικούς στρουκτουραλισμούς αφού ο περήφανος σεξουαλικός πίθηκος πίνει μπύρα και βλέπει γκολ ψηφίζοντας πάντα την αριστοτελική μεσότητα, την προσαρμογή, την γοητευτική απελπισία των κλειστών χώρων και των νεκρών χρόνων.
Γενικά
Μάρθα
Νόστιμο πτώμα
της ευρωπαϊκής μας κουλτούρας
Το ίδρυμα του Νιάρχου
κάθε τόσο
σε βγάζει απ’ τη λειψανοθήκη σου
Η ζωή είναι κώλος
Είμαστε ότι βιδώνουμε
Η Μάρθα ταμίας στου Σκλαβενίτη
μετρά φραγκοδίφραγκα και ταξικές ήττες
ρύζια μακαρόνια
χύμα άγρυπνες νύχτες
αλλαγμένες ζωές
θα ήθελε μόνο πούτσο και τρυφερά λόγια
σε τούτο τον εμφύλιο που σιγοβράζει
Προσευχούλες
Άλλο το να σε μάθει κάποιος να μιλάς κι άλλο να σου διδάξει τη γλώσσα. Υπάρχει για παράδειγμα η γλώσσα της προσευχής, που τη διδάσκει ο ιερέας, μια γλώσσα που απευθύνεται σ’ έναν ξένο, σ’ έναν άγνωστο, στο θεό, μια γλώσσα που αντιμετωπίζει τους πιστούς σαν παιδιά που δεν ξέρουν το νόημα των συναισθημάτων τους. Μια γλώσσα που τη χαρακτηρίζει η διαμεσολάβηση και η προφητική επιτακτικότητα, η ασυμφιλίωτη με τους φυσικούς νόμους. Μια γλώσσα με σημεία και σύμβολα, που αναφέρονται σ’ έναν δεδομένο κώδικα. Μια εύπλαστη μεταφυσική που προσδοκά τον οδυρμό της αγέλης μέσω της γοητείας μιας οραματικής υπέρβασης. Ο ιερέας πουλάει ελπίδα και παράδεισο αφού περάσει το μυαλό του πιστού μέσα απ’ τις αμαρτίες και τις τιμωρίες τη νηστεία και τις δοκιμασίες. Ο ιερέας είναι ο πατέρας ο βοσκός ο υπουργός ο πρόεδρος ο γαμιάς όλων μας. Είναι ο δάσκαλος που μας διδάσκει μια γλώσσα χωρίς να μας μαθαίνει να τη μιλάμε. Είναι ο μαέστρος της ανησυχίας μας, ο μετρ των αντιφάσεων που ξεδιπλώνει την αυθάδεια της κακότητάς του ανάλογα με τις περιστάσεις. Ένα φρικαλέο γεροντάκι που αγίασε ως Παΐσιος με τη γοητευτική αγραμματοσύνη του, σε αποχαιρετούσε κάποτε, εκεί, στο όρος το άγιον, λέγοντάς σου Σκότωσε έναν πούστη για χάρη του Χριστού.
Περί του μαύρου ουρανού και της λευκής νόσου
artwork: Man Ray | Arm | The Metropolitan Museum of Art
Είναι τα νεύρα του θεού που αποτελούν την ουσία του, άπειρα και αιώνια, δεν έχει χείλη ο θεός που στάζουν μέλι, δεν έχει σώμα παρά μόνο νεύρα. Η δημιουργία δεν είναι παρά το αποτέλεσμα μιας θεϊκής νευροπάθειας, μιας διαδικασίας μεταμόρφωσης. Μεταμορφώνομαι άρα υπάρχω.
*
Ο θεός πήρε κομμάτια απ’ τα νεύρα του, αφαίρεσε, δίνοντας άλλες μορφές, ψυχρά, χειρουργικά φροντίζοντας να παραμείνει σκοτεινός και ασυνάρτητος, στην πραγματικότητα εξίσου παρεξηγημένος όσο η αναζήτηση της ενότητας.
*
Ο θεός δεν γνωρίζει τον ζωντανό άνθρωπο, αφού, συναναστρέφεται με πτώματα.
*
Ο Δίας με τη μορφή χρυσής βροχής(χύσια) γονιμοποίησε τη Δανάη στη σπηλιά που την είχε κλείσει ο πατέρας της για να μην γαμηθεί. Ο ίδιος ο Δίας γράφει στ’ απομνημονεύματά του: Ήταν ξαπλωμένη, ολότελα γυμνή, το δέρμα της ανατριχιασμένο από έξαψη, τα χείλη της υγρά, δαγκώνοντας τη γλώσσα της πότε-πότε, μια γλώσσα που θαρρείς προσπαθούσε να ξεφύγει απ’ το στόμα της μ’ αιφνίδιες εξωθήσεις. Νόμιζα πως το κρανίο μου έσπαγε καθώς με δύναμη προσπαθούσε να χωρέσει δυο φλογισμένους εγκεφάλους. Ένιωθα την ανατομία μας να συνταυτίζεται, τα μυαλά μας να συντήκονται σαν δυο αυγά ώσπου γίναμε μια γλοιώδη κι αφηρημένη μάζα.
*
Είναι ύβρις η γυναίκα όταν θεογαμιέται να νιώθει ηδονή. Έτσι και η παρθένος Μαρία θα γονιμοποιηθεί από το θεϊκό σπέρμα με τη μορφή των θεϊκών ακτίνων.
*
Η ηδονή της γυναίκας ήταν το μεγάλο πρόβλημα του θεού. Τα μεγάλα λαχταριστά κομμάτια του τα έδωσε στη γυναίκα. Η γυναίκα έχει παντού στο σώμα της νεύρα ηδονής, νιώθει περισσότερη κάβλα απ’ τον άντρα, στον οποίο τα αντίστοιχα νεύρα εντοπίζονται αποκλειστικά στην περιοχή της ψωλής.
*
Ο πάσχων άνθρωπος βιώνει το θεϊκό δράμα. Νοιώθει οτι διαιρείται αλλά και αποσυντίθεται σε τέτοιο βαθμό που θεωρεί πως ζει χωρίς στομάχι και χωρίς έντερα και σχεδόν χωρίς πνεύμονες με ξεσχισμένο οισοφάγο με τσακισμένα πλευρά, χωρίς κύστη. Σάρκα εκ της σαρκός του.
*
Είναι όμως η παράνοια που αποσυνθέτει και η Υστερία που συμπυκνώνει.
*
Τα παιχνίδια του θεού είναι τα παιχνίδια του πατέρα που εύκολα γίνονται καταπιεστικό υπερεγώ, πρόσφορα στη σύγκρουση και το παραλήρημα.
*
Οι δυνάμεις του μύθου και της θρησκείας παραμένουν ζωντανές στις νευρώσεις. Οι πιστοί ασθενούν, οι πιστοί διαμελίζονται γίνονται οι ίδιοι θεοί όταν παραληρούν. Αυτοευνουχίζονται. Δεν γαμούν και δεν γαμιούνται.
*
Η εξαφάνιση των γεννητικών οργάνων του καλόγερου στο εσωτερικό του κορμιού του μπορεί να είναι ένα είδος φυγής μπροστά στον κίνδυνο που χρωματίζεται από τις παραμορφώσεις του παραληρήματος, αλλά ο οποίος πέρα από τη συμβολική και φανταστική πλευρά του, γειτονεύει εφιαλτικά με την πραγματικότητα της καταστολής της επιθυμίας που εμφανίζεται με το προσωπείο της γαλήνης και της πραότητας.
Παραλία Λούρου και Γυμνών ποδιών
Ο παρατηρητής είναι ένας περιφερόμενος πρίγκηπας, βρίσκει απόλαυση σε κάθε τι ταραγμένο κινούμενο και άπειρο, παίρνει απόλαυση από παντού σουλατσάροντας σε μιαν απέραντη δεξαμενή ηλεκτρισμού και θαυμάτων που δεν καταδέχονται θεούς και δαίμονες παρά μόνο έναν αστόχαστο ορμητικό ερωτισμό…

Ηλιακά Ρολόγια

Έμπηξα το κατάρτι στη σκληρή άγονη άμμο. Η θάλασσά μου έγινε Αγία. Δεν φονεύει πια, δεν ψεύδεται, δεν μεθά.
———————
Παραλία Λούρου. Εγκατάσταση για την ψυχική γεωγραφία των συνειρμών …Γενάρης 2022
Διπλός Δεσμός

Ο Νίτσε ήταν ο πρώτος που σκότωσε το θεό. Τις πεθαμένες του λέξεις και τη φθονερή του μαγεία, τα θαύματα που ανακάτευε στο γκουβά με τους πεθαμένους. Κι ίσως μόνο εδώ σε τούτα τα όρια μπορούμε να αναπνεύσουμε χωρίς να σκάσουμε απ’ την αποφορά του θανάτου του Θεού και των στενών χώρων, αποταμιεύοντας τη γύμνια και τις οσμές στους ανοιχτούς τόπους της αποδημίας μας.
Η σοβαρή Χρυσή Αυγή της επαρχίας

Η τοπική δημοσιογραφία εκτός ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων που πατικώνονται μεταξύ σφύρας και άκμονος, είναι ένα γραφικό χουντικό κατάλοιπο.
Ανάμεσα στα ξενότιτλα επαρχιακά σάιτ όπου στο φόντο κυματίζουν αστερόεσσες και δαντέλες από αέρινα κιλοτάκια της τοπικής κινεζοποιημένης οικονομίας, βρίσκεται όλος ο πολτός της καθημερινής προπαγάνδας.
Ουρά της κεντρικής δημοσιογραφίας, ουραγός της πολιτικής υποκρισίας και ξεσκονίστρα των ντόπιων βλαχοδημάρχων και εκλεκτών.
Το ρεπορτάζ είναι πλεξούδα με το συμφέρον φίλου ή κολλητού ή γνωστού της γυναίκας του μπατζανάκη, αφήνοντας την τοπική μικροδιαπλοκή αγέρωχα προστατευμένη από ένα μικροσυμφέρον που σκαρφαλώνει κι αυτό στην πυραμίδα της κεντρικής εξουσίας.
Η βλαχογκλαμουριά, το ποδόσφαιρο και η εκκλησία είναι τα μόνιμα ενδιαφέροντα των τοπικών αυτοκρατόρων του ρεπορτάζ. Τα εγκλήματα που γίνονται στο όνομα της ανάπτυξης και της προόδου ούτε καν ξώφαλτσα δεν περνάνε απ’ τους δαιμόνιους ρεπόρτερ.
Οι περισσότεροι, αγορασμένοι από ψιλικατζήδες επιχειρηματίες οι οποίοι όμως διαθέτουν ευσεβή ερείσματα στην τοπική εκκλησία και αγορά.
Αντί για μαγαζάκια που θα μπορούσαν να δουλέψουν αξιοπρεπώς, γίνονται παραμάγαζα κάθε δολοφονικής πολιτικής του τόπου.
Τα γκεσέμια της κεντρικής εξουσίας ξέρουν να πουλάνε αριστεία, καλές πρακτικές, ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, νεράκι του Καματερού και σώσε μ’ ένα ευρώ τον πεινασμένο.
Η μυρουδιά όμως γίνεται ανυπόφορη. Οι κάμποι και τα βουνά ξεσχίζονται με λύσσα για να μπούν σε τροχιά κερδοφορίας, αφού πριν έχουν ξεσχιστεί οι άνθρωποι για να βγάλουν ζουμί.
Οι φωνές διαμαρτυρίας πνίγονται, οι απόψεις λογοκρίνονται με αριστοτεχνική υποκρισία.
Πολλοί ονομάζουν αυτή την ατιμία δουλειά, θεωρώντας πως δημόσιο συμφέρον είναι μόνο το συμφέρον του καπιταλιστή, φοβούμενοι μη τυχόν χάσουν τη θέση τους σε τούτο τον ζεστό, ένδοξο, κυψελωτό σκουπιδοτενεκέ.
Τα λεφτά έρχονται ζεστά απ’ τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Πράσινη ανάπτυξη και γαλάζια δαπίτικη ομοιομορφία.
Σε πενήντα χρόνια οι καρακάξες θα κάνουν τσουλήθρα στα λαμπόγυαλα του κάμπου. Όλοι θα παράγουν ενέργεια, όλοι θα καταναλώνουν.
Η τοπική δημοσιογραφία θα είναι περήφανη για το λιθάρι που έβαλε ώστε οι άνθρωποι και τα ποντίκια να έχουν ενέργεια. Πολύ ενέργεια, στον οικογενειακό τους τάφο.
Αφού λοιπόν τα τζίνια της τοπικής δημοσιογραφίας φρεσκάρουν κάθε τόσο την ταφόπλακα που έθαψαν τους κομουνισμούς και τις επαναστάσεις, δηλαδή τα κοινωνικά συστήματα, ζητούν τώρα μια σοβαρή Χρυσή Αυγή να τους προστατέψει απ’ από όλους εμάς τους κακούς που δεν θέλουμε ανεμογεννήτριες και λαμπόγυαλα, που δεν θέλουμε μαγαρισμένο νερό και ισοπεδωμένα χιλιάδες δάση να βγάζουν το χρυσό σκατό για τους πλούσιους μεγιστάνες και τους χωριάτες νεόπλουτους που θα ξεπουλήσουν στους κερατάδες ακόμα και το μουνί της μάνας τους.
Γονιμοποιήσου μωρή τι σου ζητάνε;

Η μέρα ήταν ζεστή και γλυκιά. Ο Ιούλης είχε τρυπώσει για τα καλά στο λόμπι του Hotel Du Lac του ευλογημένου ξενοδοχείου των Ιωαννίνων όπου γυναικολόγοι και ιεράρχες θα μας μιλούσαν για τη γονιμότητα και την αναπαραγωγική αυτονομία στο συνέδριο με τίτλο: Γονιμοποιήσου μωρή τι σου ζητάνε;
Η λέξη αυτονομία βεβαίως εμπέρδεψε πολλούς από μας, αφού πιστέψαμε πως σε παγκόσμια πρώτη, εδώ στην χώρα μας θα διατυπωθεί μια επαναστατική μέθοδος γονιμοποίησης αποκλειστικά και μόνο με αβνανισμό.
Όμως η παρεξήγησις ελύθη ταχέως. Και για του λόγου το αληθές στο τέλος του συνεδρίου έγινε κλήρωση κατά την οποία οι άνδραι κοσμικοί θα εκέρδιζαν από μια μοναχή που αποφάσισε να θυσιαστεί για την πατρίδα κάνοντας δωρεά το αιδοίον της στο έθνος.
Με τη σύμφωνη πάντα γνώμη του κ.κ Ιησού του πρώτου νομίμου εραστού, ώστε να λυθεί εξ’ άπαντος και δια παντός το μέγα μαρτύριον της πατρίδος μας. Η υπογεννητικότις.
Για μια ακόμα φορά ο κλήρος αποφάσισε να πάρει τις τύχες της Ελλάδος στα χέρια του, βάζοντας στην υπηρεσία της γονιμοποίησης τις άγαμες έως τότε μοναχές.
Τα μοναστήρια μας θα γίνουν ερωτικά εργοστάσια, οι αγιογραφίες μας θα αντικατασταθούν από σκηνές κάμα σούτρα, ενώ στο Άγιον Όρος θα μεταφερθούν άπασα τα μπουρδέλα της επικράτειας δια τεχνογνωσία.
Δεν κρύβω λοιπόν τη χαρά μου όταν άκουσα το όνομά μου να συνηχεί με αυτό της μοναχής Ευλαμπίας ψυχοκόρης του πατρός Γιοκαρίνη, προστάτη των ορνιθοτροφείων και του ροκ.
Η αδερφή Ευλαμπία που της έπεσε ο κλήρος έτρεξε γρήγορα να με ασπαστεί με ένα πλατύ χαμόγελο.
Κατά τη διάρκεια της τελετής, αφού εγώ θα ήμουν ο πρώτος εραστής ελληνίδος μοναχής, άρχισαν οι ευλογίες της θρησκευτικής και πολιτειακής ηγεσίας.
Μας ευλόγησαν με χαρά και ορθόδοξην ρώμη, ο κ.κ. Αναστάσιος Αρχιεπίσκοπος Τυράν(ν)ων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας, ηλικιωμένος μεν γεροντοκαβλιάρης δε, ο κ.κ. Βαρθολομαίος, Οικουμενικός Πατριάρχης, λάτρης του κουραδοκόφτη και της κλασικής μουσικής, ο κ.κ Ιερόθεος Βλάχος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, ευλογημένος φοροεισπράκτωρ και επίτιμο μέλος των Αιτωλών Λόατκι ιερέων, ο κ.κ Μάκης Βορίδης γνωστός αντιφασίστας, προστάτης του ανασκολοπισμού με λοστό και Υπουργός Εσωτερικών, ο κ.κ Άδωνις Γεωργιάδης Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αρχαιολάτρης και πλασιέ αγιασμένων προφυλακτικών με τρύπα, η κ.κ Αγγελική Γκερέκου, Πρόεδρος του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και αντεπιστέλλον μέλος της ακαδημίας του Τσιμπουκτού, ο κ.κ Χάρης Θεοχάρης, Υπουργός Τουρισμού και πρόεδρος των απανταχού μπανιστηρτζήδων, ο κ.κ. Ιερώνυμος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, ο επονομαζόμενος Τέλυ Σταλόνε, ο κ.κ Αθανάσιος Μαρτίνος, Διοικητής Αγίου Όρους και συλλέκτης βυζαντινών κλειτορίδων αλλά και ο κ.κ Θάνος Πλεύρης Δικηγόρος, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Χαϊδεμβέργης – Βουλευτής Ελληνικού Κοινοβουλίου και συλλέκτης αγκυλωτών σταυρών.
Αφού έλαβε τέλος η τελετή ανεβήκαμε εις το δωμάτιο 333 χορηγία του γυναικολόγου κ.κ Πάντου και της ευσεβούς του κλινικής.
Σμίξαμε ξαπλωμένοι, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο στα μάτια, μη μπορώντας να πιστέψουμε το θείο δώρο.
Η μοναχή Ευλαμπία θέλησε να αποδείξει πως με αγαπάει πιο πολύ απ’ τον πρώην εραστή της τον Ιησού με τον οποίο όμως δεν μπορούσε να κάνει παιδιά μιας και ο θεός είχε απαγορεύσει ρητώς τη θεογαμία.
Η μοναχή Ευλαμπία, έκανε τότε κάτι ασυνήθιστο για μοναχή. Πήρε το πέος μου στο στόμα της. Νοιώθοντας τρομερά άνετα όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με τον φουσκωμένο βολβό, σαν της τουλίπας, μ’ αυτό το αχνιστό υγρό θηρίο.
Της ήταν αδιανόητο πως θα το βάλει στο στόμα της όσο και το να βάλει το πέος ενός ταύρου.
Έκλεισε όμως τα μάτια και το πήρε, γεμάτη φόβο, για να μου αποδείξει πως με αγαπούσε πιο πολύ απ’ τον πρώην εραστή της με τον οποίο δυστυχώς δεν μπορούσε να κάνει παιδιά.
Δεν ήταν διόλου δυσάρεστο. Κάθε άλλο της κέντρισε την περιέργεια. Ζουλούσε, χάιδευε και βύζαινε τον καβλό κι αυτός φούσκωνε κι άλλο μες στο στόμα της κι άδειαζε στο λαρύγγι της ζεστό ευλογημένο σπέρμα.
Μέσα στη ζήλια μου όμως για τον αιώνιο πλην άτεκνο εραστή της την έλουζα με χυδαίες βρισιές κι αυτό την ερέθιζε παράξενα.
Ήταν μια νέα συγκίνηση, μια καινοτομία, η συνεργασία κράτους θεού και ιδιωτών μαιευτήρων.
Τότε, ω! του θαύματος, από μια περίεργη μετουσίωση, το στήθος της άρχιζε να βγάζει γάλα έπειτα απ’ τα ατελείωτα βυζάγματα.
Και τότε έγινα μέσ’ την ερωτική παραζάλη το βρέφος της κι αυτή η βρεφοκρατούσα.
Τότε ως έξαλλη μαινάδα έτρεξε γυμνή εις το λόμπι του Hotel Du Lac φωνάζοντας, θαύμα, θαύμα, έχω κι εγώ μουνί!

Μια Συνέντευξη
Ο δημοσιογράφος, στιχουργός και ακτιβιστής Λευτέρης Τυλιγάδας, προσφέρθηκε να κάνουμε μια συνέντευξη για το σάιτ στο οποίο εργάζεται.
Με κέφι και χαρά κάναμε τη συνέντευξη. Όμως λογαριάσαμε χωρίς τον ξενοδόχο.
Ένας απ΄τους σκύλους του αφεντικού του, έβγαλε χρησμό πως οι λέξεις: παράνομες αμμοληψίες, βλαχοδήμαρχοι, ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά πρέπει να κοπούν.
Φυσικά δεν κόπηκε τίποτε και η συνέντευξη κατέβηκε όπως λένε στη δημοσιογραφική πιάτσα.
Η τοπική χούντα των ψιλικατζήδων λαμογιοεπιχειρηματιών όμως, διαχρονικά καταστρέφει με τις ευλογίες της κεντρικής διοίκησης ποτάμια, λίμνες, βουνά.
Η μύγα που την αφήσαμε να κάνει κώλο χέζει σήμερα μια απ΄τις πιο όμορφες κοιλάδες του πλανήτη.
Και φυσικά δεν φτάνει αυτό. Αν έχεις άλλη άποψη θα πρέπει να το βουλώσεις γιατί έτσι θέλει ο δήμαρχος, ο υπουργός, ο μητροπολίτης.
Τα μεγαλύτερα εγκλήματα γίνονται στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος.
Η χούντα βασάνιζε κόσμο και μιλούσε για προστασία της δημοκρατίας. Το αφήγημα σήμερα είναι η πράσινη ανάπτυξη. Το μεγάλο κόλπο για να φέρουν κι άλλα λεφτά τα λεφτά.
Δεν μιλάμε για το θλιβερό κάμπο που δεν έχει πιά καλλιέργειες, δέντρα, πράσινο αλλά τόνους χάλυβα και χημικών.
Οι μπίζνες στο νομό άρχισαν πρώτα με τους φούρνους για τα Βιρτζίνια. Οι επιχειρηματίες έβγαλαν λεφτά με τη σέσουλα και οι αγρότες καρκίνο.
Μετά ήρθαν τα κλουβιά της ιχθυοκαλλιέργειας. Μια μόλυνση στις ακτές του Ιονίου αδιανόητη, αφού οι μεταλλαγμένες τροφές και τα ιχθυάλευρα σκορπίστηκαν αφειδώς όπως το νυφικό ρύζι στην εκκλησία.
Μετά ήρθαν τα λαμπόγυαλα και οι ανεμιστήρες. Το νέο νερό του Καματερού.
Στη συνομιλία μας έγινε μια απλή και μόνο αναφορά για όλα αυτά. Αλλά κι αυτή η αναφορά ήταν ικανή για λογοκρισία.
Στην επαρχιακή δημοσιογραφία του κόπι πέιστ κυριαρχεί διαχρονικά ο παναιτωλικός και οι μεταλλαγμένες εκδοχές της κ. Λανάρα.
Φάτε σκατά κερνά η Εταιρία.
Η συνομιλία μας με το Λευτέρη ανέβηκε τελικά στο σάιτ Red Line.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Υπάρχει ένας Αγρινιώτης ποιητής, που μου αρέσει πάρα πολύ να διαβάζω τα ποιήματά του. Αυτό αξίζει να σημειωθεί εδώ, γιατί στην Ελλάδα συνηθίζουμε να γράφουμε ποιήματα, αλλά όχι και να τα διαβάζουμε. Επίσης μου αρέσει πάρα πολύ να κουβεντιάζω μαζί του, αφού με έναν τρόπο μαγικό κάθε φορά που συνομιλώ με τις αισθήσεις του, βρίσκω εκείνες τις μέσα μου διαδρομές, που με οδηγούν με αργές ταχύτητες στη μαθητεία των εκδορέων της ασχήμιας του χρόνου και του χώρου.
Μια τέτοια συζήτηση με τον Αντώνη Αντωνάκο είναι και η σημερινή.
Λευτέρης Τηλιγάδας
Ο Αντώνης Αντωνάκος γεννήθηκε το 1972 στο Αγρίνιο.
Σπούδασε μαθηματικά.
Έχει δημοσιεύσει ποίηση, διήγημα, λίβελο, σάτιρα, πολιτικά άρθρα και ερωτικές μπροσούρες.
Ενδιαφέρεται για την προώθηση της ποίησης στο διαδίκτυο, συμμετέχοντας σε διάφορα ηλεκτρονικά περιοδικά, ιδίως όσον αφορά τη διάδοση φωνών και καλλιτεχνικών εμπειριών που προορίζονται να μείνουν στο περιθώριο της ποιητικής διαμάχης.
Διατηρεί επίσης, τον προσωπικό χώρο έκφρασης Αδέσποτος Σκύλος όπου δημοσιεύει σχεδόν καθημερινά.
Γραπτά του έχουν φιλοξενηθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Ισπανικά Βουλγαρικά και Πολωνικά.
Μερικά βιβλία του: Το Φθινόπωρο του Στρατιώτη, Η Μυθολογία των Ανώνυμων Κοριτσιών, Αγριοβατόμουρα Πικρά, Η Μουσική των Αγρών, Ο Ακροβάτης τού Τσίρκου, Εκφυλισμός της Ωχράς Κηλίδας, Καλός Λύκος, Τζογάρει η Ποίηση στο Μοίρασμα, Αικατερίνης Θεομηνίες, Μαλακίας Εγκώμιον κ.α
Αντώνης Αντωνάκος:
«Ο άνθρωπος δεν είναι ένα αθώο γατάκι,
αλλά μια κοφτερή λεπίδα»
Λ.T.: Λέω να ξεκινήσουμε αυτή τη συνέντευξη, Αντώνη, με μια ερώτηση που απορρέει μέσα από ένα σου στίχο. Διαβάζω από το «Δένδρο ανάποδα»: «Βλέποντας αυτόν τον χαριτωμένο κόσμο να περιστρέφεται και να κάνει τις τούμπες του θυμάμαι το ρητό του Πυθαγόρα που έλεγε πως ο άνθρωπος είναι ένα δέντρο ανάποδο. Τα υπόλοιπα είναι καθαρά ζήτημα υπομονής».
Υπομονή: Πόση σήψη κρύβει αυτή η λέξη μέσα της, Αντώνη; Πόσο δύσκολο είναι τα «υπόλοιπα» να είναι ζήτημα ανυπομονησίας, μια διαδικασία προσμονής δηλαδή, χωρίς τη δυνατότητα αναμονής, μια βίαιη διευθέτηση της στιγμής ίσως;
Α.Α.: Λευτέρη, ως προνομιούχοι και οι δύο, αφού είμαστε ζωντανοί και μπορούμε να κουβεντιάζουμε, διαθέτουμε έτσι κι αλλιώς κάποιο είδος κοινωνικής υπομονής. Νομίζω εμβολιαζόμαστε μ’ αυτό. Οπότε τη σήψη λίγο πολύ την έχουμε στο τσεπάκι. Ξέρουμε τι θα μας βρει. Υπομένουμε αναμένοντας το μοιραίο. Απ’ την άλλη Το ανάποδο δέντρο του Πυθαγόρα είναι αυτή η φάρσα των σουρεαλιστών να επιμένουν να βλέπουν τον κόσμο μέσα απ’ το διανοητικό παιχνίδι, απλώνοντας προς το χώμα όλα τα πλοκάμια της φαντασίας. Στερεώνοντας τις ιδέες με πράξεις. Μια άλλου είδους εξουσία δηλαδή, ενάντια στον κατατρεγμό της πραγματικότητας. Κοίτα το φλογερό Μαγιακόβσκι, τους Κουβανούς ποιητές, τη λυσσασμένη αντίσταση των Ισπανών στο φασισμό, των Ελλήνων στους Γερμανούς κανίβαλους και στους ντόπιους ευσεβείς τσολιάδες. Οι καλλιτέχνες λειτούργησαν πολλές φορές ως φιτίλια. Έλιωσαν με πάταγο τις σάρκες τους στα πεδία μάχης των ιδεών, δείχνοντας με ζήλο πως πρέπει να χάσεις την υπομονή σου όταν σε κυνηγάει το τέρας . Εδώ τους νόμους επιβίωσης τους ορίζει ένα κακούργο ένστιχτο. Αυτό που βάζει τα κόλλυβα στο ζωνάρι και τα πάει κέρασμα στο δυνάστη του.
Λ.T.: Να σταθούμε λίγο σε αυτό το «κακούργο ένστιχτο» και να προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να το αποκωδικοποιήσουμε. Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που αισθάνεσαι ότι χαρακτηρίζει τη φυσιολογία του;
A.Α.: Έχω την εντύπωση πως αυτό το κακούργο ένστιχτο μας κρατάει στη ζωή. Είναι η φύση μας, η βιολογία της προϊστορίας μας. Παλιότερα μας βοηθούσε να παλέψουμε με τα θηρία, σήμερα μας βοηθά να επιβιώσουμε. Ο άνθρωπος δεν είναι ένα αθώο γατάκι αλλά μια κοφτερή λεπίδα. Το ένστιχτο λοιπόν αυτό, είναι ιερό, γιατί είναι κακούργο. Αυτό θα σε θυμώσει για να ρίξεις τη μπουνιά, για να επαναστατήσεις. Ξέρεις καλά πως τα ένστικτα συκοφαντήθηκαν από όλα τα ιερατεία και όλες τις εξουσίες. Εκφυλίστηκαν για να φτιάξουν μιαν αγέλη καταναλωτών. Αποβλακωμένα γρανάζια στη γραμμή παραγωγής. Όμως υπάρχει η υγιεινή της επανάστασης και της εξέγερσης. Το νέο αίμα έρχεται πάντα να πνίξει το σάπιο παρελθόν και τις φθαρμένες αξίες. Όταν σε έχουν καταδικάσει στην πείνα πρέπει να σπάσεις τη βιτρίνα και να κλέψεις το ψωμί.
Λ.T.: Η ηθική της επιβίωσης και οι αντοχές της, δηλαδή;
A.Α.: Τις ηθικές αντοχές σε τέτοιου είδους αποφάσεις μόνο μια αφυπνισμένη κοινωνική συνείδηση μπορεί να τις καθορίσει. Κοίτα τις λεγόμενες πλούσιες δυτικές χώρες. Απ΄τη μια αδιανόητος πλούτος κι απ΄την άλλη ταπείνωση και φτώχεια. Απ’ τη μια φιέστες γιορτές παρελάσεις κι απ΄την άλλη αποκλεισμός και αδιέξοδο. Βλέπεις η επέτειος της ελληνικής επανάστασης είναι μια γιορτή των αστών, ένα πανηγυράκι. Εργολαβία ομίλων που παίρνουν λεφτά απ΄το κράτος. Είναι σα να γιορτάζουν οι κοτζαμπάσηδες το Κιλελέρ.
Λ.Τ.: Και ο λαός στα παλαμάκια, που λένε;
Α.Α.: Πραγματικά, Λευτέρη, δεν ξέρω τι σημαίνει λαός. Είναι τόσο ξεχειλωμένες τούτες οι λέξεις: λαός, κόσμος, κοινωνία, που όσο τις χρησιμοποιείς τόσο πελαγώνεις. Αφού όμως η οικονομία είναι αυτή που καθορίζει τις ζωές μας, δεν μπορούμε να μιλάμε για μια τάξη, για ένα λαό ή για μια πατρίδα. Η πεταλούδα που πετάει στο Πεκίνο φέρνει καταιγίδες στην Αμερική. Ποτέ δεν θα γλιτώσουμε απ’ την καταιγίδα για να χορέψουμε το tango με το σατανά. Ποτέ δεν γλιτώσαμε.
Λ.Τ.: Και η πρόοδος, Αντώνη, η εξέλιξη που κουβαλάει η Πεταλούδα στην πλάτη της;
Α.Α.: Ποια εξέλιξη; Της τεχνοεπιστήμης και του ντετόλ; Του θρησκευτικού φανατισμού και του νεοφιλελεύθερου ολοκληρωτισμού; Η πρόοδος συμβαίνει μόνο στα σεντούκια των πλουσίων και στα παγκάρια των παπάδων. Αυτοί μας λένε κάθε μέρα πως οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Βέβαια οι άνθρωποι κάνουν προσευχές, φτιάχνουν ΜΚΟ, φροντίζουν αστέγους, ταΐζουν μετανάστες. Έχει πέσει πολύ δουλειά.
Λ.Τ.: Και η ποίηση; Υπάρχει κάπου μέσα σε όλα αυτά η ποίηση; Την βρίσκουμε ή την εφευρίσκουμε για να οικοδομήσουμε μέσα της ένα παράλληλο σύμπαν που θα μας σώσει;
Α.Α.: Μέχρι σήμερα έχει σώσει κάποιους εκδότες και κάποιους ακαδημαϊκούς. Ξέρεις πως τα φράγκα, τα λίγα έστω, τα φέραν τα νόμπελ. Η ποίηση είναι εκ φύσεως αντιεμπορικό είδος, ειδικά σε μια ισχνή λογοτεχνική πιάτσα όπως η ελληνική. Μιλάμε πάντα για τη γραπτή ποίηση, αυτή που τυπώνουμε στα βιβλία. Υπάρχει όμως και η άλλη ποίηση, που όσο κι αν την κυνηγήσεις δεν πρόκειται να την πιάσεις και να την κλείσεις στο κλουβί. Και η δεύτερη είναι που μας βοηθά να ζήσουμε ή να πεθάνουμε. Σκέψου πως λίγο-πολύ ο Εμπειρίκος με την απόχη του σουρεαλιστή έπιασε αυτή την ποίηση της πραγματικότητας. Αυτοί είναι μάλλον οι ποιητές, γράφουν δε γράφουν: όσοι κάνανε οίστρο της ζωής το φόβο του θανάτου.
Λ.Τ.: Από πιο σόι είναι η ποίησή σου, Αντώνη;
Α.Α.: Από το σόι της πραγματικότητας που ήδη σου περιέγραψα. Υπάρχει η αγωνία μου και ο θυμός μου. Το υπαρξιακό μου βλαστήμι. Θυμάσαι τον Κούβελα, εκείνο το ακροδεξιό πουλέν της βαθιάς συντηρητικής Θεσσαλονίκης που είχε πει πως οι ποιητές είναι λαπάδες; Και φυσικά είχε δίκιο. Ο Κούβελας ως μούτρο ήξερε πολλά. Ήξερε τι ματαιοδοξία και τι ναρκισσισμός υπάρχει πίσω απ΄την λεγόμενη υψηλή κουλτούρα. Ο ίδιος είχε δώσει βραβεία και τιμητικές συντάξεις σε λογοτέχνες. Τα είχε καλά με τους γλείφτες της εξουσίας. Αν κάποιοι βεβαίως χέσανε πατόκορφα την ποίηση αυτοί είναι οι εξηγητές της. Αν θες να σκοτώσεις ένα ποίημα βάλτο στα σχολικά βιβλία. Αν θες να σκοτώσεις έναν ποιητή δωσ΄ του βραβείο.
Λ.Τ.: Κατά την εκτίμησή μου, Αντώνη, η ελληνική λογοτεχνία (σε όποια μορφή, είτε ακαδημαϊκή είτε εμπορική είτε ανεξάρτητα περιθωριακή ή μεμονωμένη) και ο κόσμος της είναι ένα κλειστό σύστημα που αναπαράγει τον εαυτό του. Ποια η γνώμη σου;
Α.Α.: Είμαστε μια μικρή χώρα. Οι μικρές χώρες είναι κάπως πιο ανθρώπινες απ΄τα τερατόμορφα κέντρα. Αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι έχουν ακόμα την ευαισθησία να πολεμούν για την ομορφιά. Να γίνονται λυρικοί, ρομαντικοί ή ακόμα και γραφικοί ή ακόμα και ψώνια. Τα ψώνια κρατούν ζωντανή τη λογοτεχνία. Μακάρι να γράφουν όλοι, να ζωγραφίζουν όλοι, να τραγουδούν όλοι. Απ΄την άλλη υπάρχει το κλειστό σύστημα που περιγράφεις. Οι ίντριγκες και τα ξεμαλλιάσματα. Οι αριστείες και οι αχαριστίες. Όλα αυτά βεβαίως είναι ανθρώπινα. Και ως ανθρώπινα είναι κωμικά και τραγικά μαζί. Δυστυχώς οι νεότεροι ποιητές γράφουν σαν Αμερικάνοι. Φτάνουν στον ποιητικό οργασμό δια μέσω του αλκοολισμού και του αυτομαστιγώματος. Τους ενδιαφέρει να καταγραφούν στις επετηρίδες ως καταραμένοι. Κι αυτό δεν είναι παρά η βίαιη αντίδραση στο βρικολακιασμένο τρίπτυχο πατρίς θρησκεία οικογένεια. Είναι όμως και η πανηγυρική αποκάλυψη της λειψής μας παιδείας. Της αμηχανίας απέναντι στην πνιγηρή αγάπη της μαμάς και του μπαμπά.
Λ.Τ.: Στα δοκίμιά σου κάνεις λόγο συχνά για την ανάγκη δημιουργίας κοινοτήτων, συλλόγων, συνεταιρισμών. Για μια συνεργατική νοοτροπία που πρέπει να αναπτύξουμε. Εσύ βλέπεις τους ανθρώπους να συνεργάζονται, να ομονοούν πάνω στα κοινά τους ζωτικά συμφέροντα ή να αδιαφορούν επιδεικτικά;
Α.Α.: Λευτέρη, επειδή ο ανθρώπινος κόσμος δεν γεννήθηκε σήμερα το πρωί, αλλά έχει διανύσει κάποιους αιώνες, η ιστορία αποκαλύπτει δραματικά πως είμαστε καταδικασμένοι να συνεργαζόμαστε για να επιβιώσουμε. Βέβαια συνεργάτες είναι και οι βρικόλακες, και οι στρατηγοί, και οι μαφιόζοι. Άρα η συνεργασία που προτείνω έχει άλλη αξία και άλλο πρόσημο. Συνεργαζόμαστε σημαίνει πριν απ΄όλα συναποφασίζουμε και συνδιαμορφώνουμε. Δεν διορίζουμε ειδικούς να ζήσουν την ζωή μας για μας.
Λ.Τ.: Ζούμε τους καιρούς της παντοδυναμίας των αγορών, Αντώνη, με συρρικνώσεις δικαιωμάτων, με εργαλειοποιήσεις συναισθημάτων και αντιλήψεων που στόχο έχουν την εγκαθίδρυση μιας εφιαλτικής κοινωνικής ειρήνης που νεκρώνει τις κοινωνικές αντιστάσεις (ή μήπως δεν είναι έτσι;). Μπορεί η ποίηση να ενεργοποιήσει σήμερα τα αντίδοτα που απαιτούνται για τη διατήρηση του δικαιώματος στο διαφορετικό;
Α.Α.: Λευτέρη, οι αγορές δεν ήρθαν ουρανοκατέβατες. Θυμάσαι το αξίωμα που διατύπωσε η Θάτσερ τη δεκαετία του ογδόντα. Δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο τα άτομα και οι οικογένειές τους. Η διάλυση του Μεσαίωνα και η ανάπτυξη του προτεσταντισμού στη θέση του είναι το θεμελιώδες πολιτισμικό γεγονός που έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Όταν ο Χρόνος και το Χρήμα αλληλοταυτίστηκαν στο νου των ανθρώπων, ο προτεσταντικός πολιτισμός απέκτησε συνείδηση του εαυτού του, άρα και της δύναμής του. Ο κόσμος άρχισε να προχωρά γοργά προς τον ατομικισμό σύμφωνα με το προτεσταντικό ρητό, ο χρόνος είναι χρήμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες φτάσανε στο ζενίθ αυτής της ηθικής. Δημιούργησαν το μεγαλείο και τη φρικαλεότητα της απάνθρωπης ηθικής του Βενιαμίν Φράνκλιν. Όμως μοιραία ο προτεσταντισμός γέννησε και την ίδια του την άρνηση. Ο μαρξισμός ήρθε να ανακαλύψει και να φωτίσει τις ίδιες του τις αντιφάσεις. Ο μαρξισμός υπήρξε το αντίδοτο απέναντι στη χυδαία μεταφυσική άποψη των καπιταλιστών για τον χώρο και το χρόνο. Η εφιαλτική κοινωνική ειρήνη που αναφέρεις είναι η ανακωχή του κοινωνικού πολέμου. Μια εκκρεμότητα με την ιστορία.
Λ.Τ.: Θεωρώ, Αντώνη, ότι ούτε στις μέρες μας ούτε και στην πριν ιστορία της λογοτεχνίας υπήρξαν «μεγάλοι ποιητές». Υπήρξαν όμως «μεγάλα ποιήματα» και ακόμα περισσότεροι «μεγάλοι στίχοι». Ποιήματα και στίχοι που κατάφεραν να κουβεντιάσουν με τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ανθρώπων και να «ξεκλειδώσουν» πολλές αγκυλώσεις της καθημερινότητας τους, διευρύνοντας τους ορίζοντες του κόσμου. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι στις μέρες μας, να βρεθείς, ως αναγνώστης, συνεργός ενός τέτοιου ανοίγματος;
Α.Α.: Ναι, ψάχνουμε πάντα τη βασίλισσα του καρναβαλιού και χάνουμε το καρναβάλι, ψάχνουμε τον ποιητή και χάνουμε το ποίημα. Ψάχνουμε την αποδοχή και χάνουμε την απόλαυση και τη χαρά. Όμως, δεν θέλω να δω την ποίηση σαν ένα αντάλλαγμα για την πραγματικότητα. Νομίζω πως η μεταμόρφωση της ζωής που ήταν πόθος του Ρεμπώ και η μεταμόρφωση της κοινωνίας που ήταν πόθος του Μαρξ, είναι τα δυο πράγματα που σταθερά με συγκινούν. Η γραφή είναι μια υλική πράξη. Η γραφή είναι ένα όπλο και δεν είναι. Είναι μια επανάσταση και δεν είναι. Άλλοτε ένα κήρυγμα αγάπης κι άλλοτε ένας ερωτικός λίβελος. Υπάρχει μια ροή στο χώρο και στο χρόνο της γραφής, σιγά-σιγά χάνεται το πρόσωπο και μένει μόνο η φωνή. Χάνεται ο ποιητής και μένει το ποίημα. Σκέψου πως ο ποιητής είναι αυτός που παγιδεύει τη στιγμή. Η ελληνοχριστιανική μας κουλτούρα κρατάει την παγίδα και πετάει τη στιγμή. Εκεί που χτυπάει το αίμα της ανυπόμονης καρδιάς των καβλωμένων νέων ξεφυτρώνει ένας ανδριάντας. Μια Κική Δημουλά ή ένας Τίτος Πατρίκιος. Λιβανίστε μας για να σας λιβανίσουμε.
Λ.Τ.: Τι θα απαντούσες σε κάποιον που θα αποκαλούσε τα ποιήματά σου «ωραία, αλλά άσεμνα» «ωραία, αλλά χυδαία»;
Α.Α.: Θα του απαντούσα ότι έχει δίκιο.
Λ.Τ.: Σε κάποιο βιογραφικό σου διάβασα το εξής: «Δεν έχει παρακολουθήσει ποτέ μαθήματα δημιουργικής γραφής». Ελπίζω αυτή η φράση να ισχύει ακόμα, γιατί αλλιώς δεν θα έχει νόημα παρακάτω ερώτηση: Γιατί, Αντώνη, δεν έχεις παρακολουθήσει μαθήματα δημιουργικής γραφής; Δε ντρέπεσαι;
Α.Α.: Ντρέπομαι λίγο, αλλά γράφω ένα άσεμνο ποίημα και ξεπερνώ τις ντροπές μου. Η δημιουργική γραφή είναι ένα ωραίο κόλπο των εκδοτών. Όσο για τους επαΐοντες σοφούς, που διδάσκουν δημιουργική γραφή μου θυμίζουν τους σεξολόγους που δεν γαμάνε οι ίδιοι, αλλά δίνουν στους άλλους συμβουλές.
Λ.Τ.: Κουβεντιάζοντας την προηγούμενη εβδομάδα με το Γιάννη Υφαντή, μου ανέφερε δύο κατηγορίες ποιητών: αυτούς που γράφουν ποιήματα και αυτούς που δεν μπορούν να μην γράφουν ποιήματα. Πώς αντιλαμβάνεσαι αυτή τη διαφορά και σε ποια κατηγορία από τις δύο θα τοποθετούσες τον εαυτό σου;
Α.Α.: Έχουν ενδιαφέρον οι σοφιστείες ως πνευματικά παιχνίδια, αλλά καμιά αξία χρήσης στον πραγματικό χρόνο της ανθρώπινης κατάστασης. Πραγματικά χέστηκε κάποιος για το αν γράφεις για την πλάκα σου ή γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Είναι σαν να με ρωτάς για ποιον ή γιατί γράφεις. Όπως η ερώτηση για το ποιος δημιούργησε τον κόσμο έχει σαν δεδομένο πως ο κόσμος δημιουργήθηκε από κάποιο δημιουργό. Υπάρχει βεβαίως και ο εξωτισμός της γραφικότητας. Η παραξενιά, η μοναδική περίπτωση. Ανθρώπινα όλα. Στον Οιδίποδα έθεσε το ερώτημα «ποιος είσαι;» η απάνθρωπη σφίγγα. Ο Οιδίποδας το έλυσε, αλλά το αντάλλαγμα ήταν η τυραννία και η τύφλωσή του. Σκέψου όμως πως ο Οιδίποδας θα ολοκληρωθεί όταν μεταμορφωθεί ο ίδιος σε Σφίγγα, όταν θα γίνει ο ίδιος ένα με τα διλήμματα που αντιμετωπίζει, όταν, αντί να ρωτά «ποιος είσαι», θα ρωτά «πού πας;».
Λ.Τ.: Υπήρξαν εποχές, Αντώνη, που οι κοινωνικές «κατασκευές», ήταν στο μπόι των ανθρώπων. Οι σημερινές, αν δεν είναι προκλητικές ή σοκαριστικές, δεν υπάρχουν. Κάποτε θεωρώ ότι αρκούσε μια απλή αναπνοή για να ζήσεις… Σήμερα θεωρείται αναγκαίο να ρουφήξεις όλο το οξυγόνο γύρω σου, για να καταφέρεις απλά και μόνο να σταθείς στα πόδια σου. Δεν είναι ένας οδυνηρός εφιάλτης αυτό;
Α.Α.: Έχω την εντύπωση πως αυτό που περιγράφεις είναι η εξέλιξη της καπιταλιστικής λαιμαργίας. Ο καπιταλιστής είναι λαίμαργος, ισοπεδωτικός, δεν έχει ηθικές αναστολές. Δεν έχει ηθικές αξίες. Έχει τοποθετήσει την υποκρισία στο κέντρο κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Είναι σαδιστής γι΄αυτό είναι κυρίαρχος. Ο σαδισμός του τον κάνει άριστο και μεγαλοφυή. Πρωτοπόρο και κατακτητή. Επένδυσε στις αποικίες και τη δουλεία. Χρησιμοποίησε την εργατική δύναμη για να ρουφήξει όλο το μεδούλι της υπεραξίας. Απ΄την άλλη διαμόρφωσε, με τη συνδρομή της θρησκείας κυρίως, ένα καθεστώς υποτέλειας. Ε, αυτό το καθεστώς πολεμάμε. Και για να πολεμήσεις τον μαζοχισμό του προλεταριάτου πρέπει να προχωρήσεις μοιραία στον επαναστατικό σαδισμό. Οι αληθινοί επαναστάτες ήταν σαδιστές. Ο επαναστατικός σαδισμός άλλαξε ουσιαστικά τον κόσμο. Υπάρχει άραγε μεγαλύτερος σαδισμός απ΄το να κλονίσεις τις πεποιθήσεις κάποιου;
Λ.Τ.: Ένα τετράστιχο από ένα τραγούδι του Νικόλα, λέει: «Η επανάσταση αποδείχτηκε ένα όνειρο, | μια βολεμένη και ευφυής δικαιολογία. | Διατηρούμε την εσώτερη τη βρώμα μας | μ’ επαναστατική φρασεολογία». Ποιο το αντίκρυσμα της έννοιας επανάσταση, σήμερα;
Α.Α.: Κακοποιημένη και ταλαιπωρημένη λέξη, η λέξη επανάσταση, Λευτέρη. Η διαφήμιση το λέει καθαρά. Επαναστατική μέθοδος λεύκανσις πρωκτού. Στα αστικά μας βοσκοτόπια η επανάσταση έχει να κάνει με την κατανάλωση. Οι επαγγελματίες αναθεωρητές θάβουν τις επαναστάσεις, αφού πρώτα τις κακολογήσουν. Οι επαναστάτες όμως ανατινάζουν τις γέφυρες της παρηγοριάς και της συμπόνιας. Δεν θέλουν τη φιλανθρωπία των πλουσίων. Δεν θέλουν ελεημοσύνη αλλά δικαιοσύνη. Σκέψου πόσο καταχρηστικά χρησιμοποιούμε τη λέξη Δημοκρατία. Δημοκρατία σημαίνει δικαιοσύνη. Χωρίς δικαιοσύνη δεν υπάρχει δημοκρατία. Αν εσύ έχεις μια ολόκληρη χώρα δική σου κι εγώ ένα τρύπιο βρακί ε, δεν έχουμε δημοκρατία. Δυστυχώς ζούμε τη χούντα φαύλων ανθρώπων που μας πουλάνε αριστεία. Ζούμε ως εφιάλτη τη φαντασίωση του καπιταλιστή. Κοίτα τους κάμπους με τα καθρεφτάκια που τα λένε φωτοβολταϊκά και τα βουνά με τους θεόρατους ανεμιστήρες που τους λένε ανεμογεννήτριες. Και τι να πεις! Εμείς μολύνουμε τη φύση, αυτοί επενδύουν σε πράσινη ανάπτυξη. Τι να πρωτοδεί κανείς, τις παράνομες αμμοληψίες των ποταμών με τις ευλογίες των βλαχοδημάρχων, τα νησιά που ξεπουλήθηκαν στον άγνωστο τουρίστα, τη χαβούζα της Αθήνας!
Λ.Τ.: Μπορείς να μου μιλήσεις με διακόσιες πάνω κάτω λέξεις για τον Αντωνάκο που ξέρεις;
Α.Α.: Λευτέρη, θα αποφύγω να σου μιλήσω για τον σπουδαίο μου εαυτό. Ανήκω σε μια γενιά που δεν περίμενε τον μάντη Κάλχα για να βγάλει βιβλίο. Για να πει τη γνώμη της. Για να βλαστημήσει. Η ελευθερία των μπλόγκς, η ελεύθερη ανάγνωση στο ίντερνετ, βοήθησε την άμεση δημοσίευση γραπτής ύλης. Την επικοινωνία και την ανάγνωση μακριά απ΄τη σκοτεινή καλύβα του παντογνώστη. Λευτέρη, θεωρώ την ιδιοκτησία κλοπή αλλά την πνευματική ιδιοκτησία δύο φορές κλοπή, γιατί εδώ κατέχεις κάτι φαινομενικά άυλο, μα στην πραγματικότητα κατέχεις την πρώτη ύλη. Την πραγματική συγκολλητική ουσία όλων των πραγμάτων. Το Λόγο. Των πολλών ανθρώπων τα παιδιά που είναι κι αυτά παιδιά μας. Άρα η ματαιοδοξία πως σου ανήκει κάτι επειδή το σκέφτηκες εσύ μοιάζει περισσότερο με λοφίο που στολίζει τον κώλο της μαϊμούς. Μας ανήκει ευτυχώς μόνο ό,τι φτάνει ως την τελευταία στιβάδα του δέρματος. Ως εκ τούτου θα μπορούσα να σου μιλήσω για τον Αντωνάκο μόνο αφού πεθάνει. Με διακόσιες λέξεις θα έγραφα γι΄αυτόν έναν σπουδαίο επικήδειο.
Λέξεις για το δρόμο που σε πηγαίνει παντού

Στις αρχαιότερες εποχές, όσοι παίδες διέθεταν ανάστημα ποιητή, μετά την κατάλληλη διάπλαση και το απαραίτητο σέρβις, έριχναν την ποίηση στους ανθρώπους σαν μαγική θηλιά.
Κάθε τι που δεν διαθέτει ωφελιμισμό και προοπτική μέλλοντος είναι μια μαγική θηλιά. Μια μαγική θηλιά που προκαλεί έναν κόμπο χαράς, λύπης ή παροξυσμού.
Τα ποιήματα μοιάζουν στους τσιγγάνους. Ζουν με τις ελεημοσύνες.
Δεν υπάρχουν άλλωστε συνταγές αρχαίων ελληνοσύρων μάγων, αλλά μια πορεία προς την ανακάλυψη του εαυτού, φανερώνοντας αργά και βασανιστικά τον χώρο και τον χρόνο του σώματός μας.
Αρχίζουν τότε τα ποιήματα να γίνονται αυθάδικα, να βγάζουν γλώσσα και να κάνουν επιθέσεις.
Να ανατινάζουν αυτό το παγκόσμιο εργοστάσιο συνεχούς ωραρίου, την καθημερινή ρουτίνα και το πρωινό ξύπνημα που γίνεται μεταφυσικό παραστράτημα.
Τα ποιήματα γονιμοποιούν το χαμένο νεκρό χρόνο. Δεν μας μαθαίνουν πως να κερδίζουμε χρόνο αλλά πως να τον σπαταλάμε.
Πούτσα και ξύλο

Ποτέ δεν με συγκίνησαν οι κουβέντες για τα μαλακισμένα που φεύγουν να σπουδάσουν στο εξωτερικό, με πρόσχημα το πανεπιστημιακό ελληνικό μπάχαλο.
Μακριά απ’ τις κοινοτοπίες του στυλ ελεύθερη διακίνηση ιδεών, ακαδημαϊκή κοινότητα και άλλα κλασμένα μαρούλια όσοι περάσαμε απ’ τα πανεπιστήμια ξέρουμε την αλήθεια.
Απ’ τα κονκλάβια των καθηγητών που γινόταν αυθεντίες με πολιτική βούληση τις ταραγμένες και δολοφονικές δεκαετίες του 60 και του 70 περάσαμε στις συμμορίες των μεγαλοκαθηγητών που άγονται και φέρονται ανάλογα με τη χρηματοδότηση της εταιρείας που ψωνίζει υπεραξία απ’ το επιστημονικό προλεταριάτο.
Ξέρω τι σημαίνει είλωτες-επιστήμονες και μονολιθικά όντα, πολλές φορές δυστυχισμένα και καταπιεσμένα αφού, αν για καλή τους τύχη ο αρχιμάστορας-καθηγητής-επιχειρηματίας δεν τους πιάνει τον κώλο τούς ξεζουμίζει και τούς πετά στο καλάθι με τις σκατούλες του.
Το πανεπιστημιακό καθηγηταριό για να μπορέσει να επιβιώσει σε συνθήκες άγριου καπιταλισμού έκανε τον αρραβώνα με την πολιτική εξουσία πλούσιο γάμο.
Έχω ακούσει σοβαρούς καθηγητάδες να βρίζονται μεταξύ τους σαν τσατσάδες γειτονικών μπουρδέλων.
Η ελληνική κοινωνία, δηλαδή η λεγόμενη κοινή γνώμη, μια κοινωνία χάνων μικροαστών που τρώει αμάσητη κάθε μυθολογία δεν βλέπει χωρίς τα φίλτρα της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας.
Όπως η οικογένεια Μητσοτάκη, αλλά και άλλες ευσεβείς πολιτικές κάστες κρατούν το παγκόσμιο ρεκόρ γκίνες στην οικογενειοκρατία, στα πανεπιστήμια τα πράγματα είναι χειρότερα.
Αν μπορούσε να πάρει κάποιος μυρουδιά πως η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών είναι τενεκέδες ξεγάνωτοι θα καταλάβαινε τον κοινωνικό στραβισμό των υπηκόων που βλέπουν την καταστολή ως λύση στα μύρια όσα προβλήματά τους.
Οι ειδικοί λοιμωξιολόγοι και όλος ο ιατρικός θίασος δεν είναι απλοί γιατροί ερευνητές επιστήμονες που δουλεύουν άδολα για τον άνθρωπο. Όπως η κοινωνία είναι ακραία ταξική και δηλητηριώδης έτσι και το πανεπιστήμιο. Οι περισσότεροι προβεβλημένοι καθηγητάδες, πρυτάνεις και δε συμμαζεύεται, δεν είναι ικανοί να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα.
Το πανεπιστήμιο θυμίζει κατά πολύ τις βιοτεχνίες παιδικής εργασίας ανά τον κόσμο. Υπόγεια ή ανώγεια με εξειδικευμένους είλωτες που δεν ρωτάν για τις κοινωνικές ανάγκες και τα προβλήματα που προκύπτουν απ’ τον αδιατάρακτο φασισμό της λεγόμενης ανάπτυξης.
Ένα εργαστήριο κατασκευάζει το κακό κι ένα άλλο το ξορκίζει. Ποιος έφτιαξε τον ιό; ποιος θα τον πολεμήσει ως μεταφυσικό αόρατο εχθρό και ποιος θα διαφημίζει τη μούρη του ως Σωτήρης-σωτήρας στα μούτρα της μάνας μου της κυρά Λόλας που, επειδή είναι καλός άνθρωπος δεν κρίνει αλλά πιστεύει.
Ο φίλος μου ο Δημήτρης κάνει το σκατό του αχνιστό παξιμάδι για να αγοράσει η κόρη του ένα μεταπτυχιακούλι γιατί το πτυχίο είναι λίγο σήμερα για την αγορά εργασίας.
Η Μαρία αριστούχος της κλασικής φιλολογίας κάνει ιδιαίτερα σε ένα παιδάκι με 4 ευρώ την ώρα. Ο Κώστας βιολόγος απ’ τους λίγους δουλεύει σε φροντιστηριακό κάτεργο με την αστρονομική αμοιβή των 3,5 ευρώ μικτά και πάει λέγοντας.
Ιστορικά, ο πλούτος για να διασωθεί, συμμαχούσε με το ιερατείο, χρίζοντας κάθε φορά τα γκεσέμια του αρχιεπισκόπους και αρχιδούκες. Σήμερα αυτή η αχόρταγη φάλαινα του χρήματος είναι έτοιμη να καταβροχθίσει τα πάντα. Κανένα έλεος μόνο αρπαγή.
Η αστυνομία στα πανεπιστήμια είναι η εγγύηση της επιτυχημένης αρπαγής. Τώρα είναι η ευκαιρία να δραπετεύσει η κοινωνία απ’ τα σοσιαλιστικά πισωγυρίσματα. Μόνιμη εργασία τι λέτε ρε γαμημένοι; μας λέει ο κύριος Άδωνις. Είναι δυνατόν να σας αφήσουμε να τεμπελιάζετε αργόμισθοι κοπρίτες την ώρα που οι Νιάρχοι και οι Ωνάσηδες ξεκοκαλιάζονται στη δουλειά;
Είναι δυνατόν να σπουδάσετε και να μορφωθείτε όλοι; To κράτος έχει άλλη προτεραιότητα. Παπάδες αστυνομία στρατός. Τα πανεπιστήμια πρέπει να κυνηγάν χρηματοδότηση να γλείφουν κατουρημένες ποδιές να συναγελάζονται με κάθε εκλεγμένο κακοποιό και κάθε ευλογημένο πλασιέ κηραλοιφών και τριχομονάδων αγίων.
Χωρίς αυτό το τέρας της μεταφυσικής μαλακίας που λέγεται ορθοδοξία-μιαν ανώνυμη εταιρία αμετανόητων κακοποιών-που μας κάθονται όπως οι σκατόμυγες στο σβέρκο και χωρίς τη συνδρομή του μπασκίνα που ξυλοφορτώνει ανθρώπους που δεν γνωρίζει γιατί αυτό είναι το καθήκον του, η πολιτική εξουσία θα ήταν μια πνιχτή πορδούλα που θα κατέρεε με το πρώτο αεράκι αντίστασης.
Αν δεν κατανοήσει κάποιος, βαθειά, την ουσία του νεοφιλελεύθερου ανταγωνισμού που δημιουργεί νέα πεδία εξαχρείωσης της ανθρώπινης κατάστασης δεν πρόκειται να δει γιατί το σύστημα θέλει αστυνομία ακόμα και στην κωλοτρυπίδα μας.
Ποιους φοβάται; Γιατί γιγαντώνει τον εσωτερικό στρατό;
Μα, γιατί σκορπάει λεφτά για να σωθεί και όχι για να μας σώσει.
Κανένας πούστης δεξιός που σκέφτεται μόνο το τομάρι του, ανεμίζοντας τούτη τη μαλακία ως ιδεολογία, δεν ξύπνησε κάποιο πρωί βάζοντας ως σκοπό της ζωής του την καλή μας υγεία.
Κανένα κωλόπαιδο απ’ αυτά που ζητούν αγωνιωδώς την ψήφο μας δεν ξύπνησε κάποια μέρα με την καούρα να γίνει η ζωή μας καλύτερη και ανθρωπινότερη.
Αλλά κανείς δεν μιλά για την αδικία και την αθλιότητα του δαπίτικου τρόπου σκέψης. Σημειώσεις γνωριμίες, εξέλιξη. Κι έπειτα σας κουνώ το δάχτυλο. Σάς γαμάω όλους.
Εσείς θα κάνετε επιστήμη κάτω απ’ τη μύτη του μπάτσου, μαλάκες. Θα σας βάζει στο στόμα την ιερή του κουτάλα ο παπά-Καντάνης, ο εξ Αγρινίου ορμώμενος χριστιανοταλιμπάν, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι εν μέσω πανδημίας, γιατί απ’ τη κολυμπήθρα του περάσαμε όλοι κι απ’ τη δεξαμενή της ευσεβούς πολυτεκνίας αρμέγουμε ψήφους για να υπάρχουμε και να διατηρούμε αξίες χρηστά ήθη και τραπεζικούς λογαριασμούς.
Όσοι δε θέλουν αντίδωρο και μεταλαβιά απ’ το χέρι του παπά-Τσιόδρα πούτσα και ξύλο. Πούτσα και ξύλο μέχρι τελικής πτώσεως.


Ελλάς Ελλήνων Ευεργετών

Η μικρή μας χώρα, παρότι μικρή, έχει μεγάλους και τεράστιους ευεργέτες.
Μετά τους Νιάρχους και τους Ωνάσηδες που κάναν σκληρά ντιλ στην παγκόσμια σκακιέρα κι είχαν φτιάξει στα γραφεία τους ειδικές αίθουσες για τις χήρες των δολοφονημένων ναυτικών, έρχονται τώρα οι έτεροι καπαδόκες των κατασκευαστικών-που ρουφάνε με το καλαμάκι όλο το αίμα απ΄ τα κρατικά ταμεία-να φιλανθρωπίσουν.
Η κυρία Βαρδινογιάννη κάνει κόντρες φιλανθρωπίας με την κυρία Μυτιληναίου και πάει λέγοντας.
Οι χάνοι ψηφοφόροι περιμένουν με το στόμα ανοιχτό ένα λάπτοπ ή ένα χρυσωμένο ξεροκόμματο όπως περιμένουν απ΄ το χέρι σκατόψυχων παπάδων το αντίδωρο.
Ο Ασημάκης Πανσέληνος έγραψε σχετικώς ένα ποίημα που σίγουρα δεν το αγαπούν οι Πατρίκιοι κι οι Δημουλάδες……
Του Έθνους μας αείμνηστοι Ευεργέτες
ο Γεώργιος Αβέρωφ κι ο Συγγρός
(όρα και Λεξικό Ελευθερουδάκη
να δεις κι οι δυο πως πήρανε τα εμπρός!)
Πνεύματα ζωτικά κι εξυψωμένα,
και προπαντός: στο χρήμα φειδωλοί.
Πλούτισαν για της φτώχειας το χατίρι
κι ωφέλησαν τον τόπο μας πολύ!
Γι’ αυτό, σαν που απαιτεί δα κι η επιστήμη,
χτίσαν στερεές, κι ευάερες φυλακές!
(Το πνεύμα και το χρήμα είν’ υπερούσιες
δυνάμεις υψηλές κι ευγενικές!)
Τώρα πια ο δικαστής με δίχως τύψη
κοιτάει του Ιησού την όψη την αιώνια,
το γράμμα και το πνεύμα του ιδιώνυμου,
και σε σφαλνά εκεί μέσα λίγα χρόνια!
Τώρα οι πατέρες βγάζουν για παράδειγμα
τα τέκνα τους σεργιάνι κατά κει,
κι εύχονται να γενούν χρηστοί πολίτες
να χτίσουνε κι αυτά μια φυλακή!
Ο παράδεισος των φιλοσόφων η κόλαση των ποιητών

Η πραγματική ηθική δοκιμασία της ανθρωπότητας είναι η σχέση της μ΄αυτούς που βρίσκονται στο έλεός της.
Είμαστε καλοσυνάτοι και αληθινοί μόνο απέναντι σ΄αυτούς που δεν αντιπροσωπεύουν καμία δύναμη.
Κι αυτό που ονομάζουν διανοητική ασθένεια οι υγιείς, είναι η ευαισθησία που ταλαιπωρήθηκε και η ελευθερία που γέρασε περιμένοντας να δραπετεύσει.
Μα όταν ο ολοκληρωτισμός της φιλοσοφικής σκληρότητας αρχίζει να καταλαγιάζει, ο ποιητής Νίτσε ζητά συγνώμη απ΄το μαστιγωμένο άλογο, απ΄τον πόνο που προκάλεσε στα σώματα ο εφαρμοσμένος δυισμός του Ντεκάρτ.
Η τρέλα του αρχίζει απ΄τη στιγμή που κλαίει πάνω στο λαιμό του αλόγου.
Είναι η στιγμή που ο φιλόσοφος γίνεται ποιητής, δηλαδή άχρηστος, παίρνοντας οριστικά διαζύγιο από μια υπεράνθρωπη ανθρωπότητα που φέρεται στον άνθρωπο όπως ο αμαξάς στο άλογό του.
Μήπως ο Κυριάκος αν δεν ήταν Μητσοτάκης δεν θα μπορούσε να βρει δουλειά ούτε ως χυσογλείφτης σε μπουρδέλο;

Από την Ανατολή στη Δύση κι απ’ το Νότο στο Βορά, οι λαοί γίνονται λαοί εμπορικοί.
Το μυαλό είναι πάντα απασχολημένο απ’ την κερδοσκοπία και αδιάκοπα ταραγμένο από φόβους και προσμονή.
Ακόμα κι όταν αγοράζεις το φτηνό μακαρόνι απ’ το Lidl που με δυσκολία μπορεί να το φάει ένας πεινασμένος σκύλος, κερδοσκοπείς εις βάρος του εαυτού σου και της υγεία σου.
Πόσες τέτοιες κρίσεις κερδοσκοπίας δεν μας βλάπτουν καθημερινά! Απ’ τα κινητά τηλέφωνα που κολλάμε στα κεφάλια μας αναπτύσσοντας εσωτερικά θερμοκρασίες εσπρεσομηχανής μέχρι τα χημικά σαπούνια που μας κάνουν να μοιάζουμε πρίγκιπες της ξηροδερμίας κυβερνά η μεγάλη ρουφιάνα, η ελευθερία επιλογής.
Η ελευθερία αυτή όμως, είναι τόσο δεμένη με τη φτήνια, την έκπτωση, την λεγόμενη προσφορά που ο ιεραποστολικός της τόνος εκ μέρους των καπιταλιστών και των υπαλλήλων τους μοιάζει μόνο και μόνο εγωιστικός.
Ο εγωισμός, ψυχή του εμπορίου, εύκολα γίνεται φθονερός και εγκληματικός. Αυτή η ελευθερία που μας δίνεται με το τσουβάλι δεν έχει καμία σχέση με την φυσική ελευθερία. Η ελευθερία αυτή είναι ελευθερία συμφερόντων και οικονομικών συνασπισμών κι όχι του ανθρώπου, του πνεύματος και της καρδιάς.
Η εμπορική ελευθερία εμποδίζει οριστικά την κρίση μας να συλλάβει την αλήθεια.
Ο χρόνος ξεφεύγει απ’ την κυριαρχία μας κι έτσι αρχίζει να τον κυβερνά ο υπέρτατος νόμος, ο νόμος του συμφέροντος.
Η εμπορική δραστηριότητα γίνεται σε τέτοιο βαθμό περιβάλλον που μας κάνει αποκλειστικά και μόνο καταναλωτές. Η φιλελεύθερη δεξιά και οι χαζοχαρούμενοι δαπίτες ξέρουν, ως φθονερά καθίκια, πως η ατομική ελευθερία είναι ο απροκάλυπτος φασισμός της μονάδας εναντίον όλων.
Με δυσκολία ο Μητσοτάκης θα μπορούσε να δουλεύει ως χεστροξύστης ή χυσογλείφτης σε μπουρδέλο αν δεν προερχόταν από σόι λησταρχέων και αδίστακτων καρτσαπλιάδων.
Με δυσκολία ο Χρυσοχοίδης θα μπορούσε να βρει δουλειά ως τσιλιαδόρος σε μπαρμπουτιέρα αν η ανηθικότητα το θράσος και η αλαζονεία του δεν είχαν προπονηθεί με τα πιο ματωμένα λεφτά.
Γιατί κάποιοι άνθρωποι όμως πηδάνε απ’ τα μπαλκόνια ή κρεμιούνται στα δέντρα; Γιατί οι άνθρωποι αυτοκτονούν;
Μήπως τους αυτοκτονούν οι ειδικοί, οι γιατροί, οι παπάδες, οι γραφειοκράτες;
Μήπως αυτά τα εγκλήματα που παραγράφονται εν τη γενέσει τους, είναι τα πιο βαριά και τα πιο αδίστακτα;
Μήπως είναι τα μόνα εγκλήματα όπου ο ένοχος αντί να μπει φυλακή εξακολουθεί να το παίζει σωτήρας;
Όλη αυτή η επιβαλλόμενη ηθική αυστηρότητα, αυτή η ιδιαίτερα έμμονη ανησυχία για τη εμπορική ψευτοζωή αρκεί για να προκαλέσει μελαγχολία αρρώστια τρέλα.
Απ’ τη στιγμή που η ελευθερία έγινε μια αφηρημένη ιδέα πάνω στην οποία κωλοτρίβονται τα εμπορικά πνεύματα,σχηματίζει πάνω απ’ το παρόν τα πιο μαύρα σύννεφα, ένα χώρο κενό, της απραξίας και της τύψης, όπου η ανθρώπινη καρδιά εγκαταλείπεται στην ανησυχία της, όπου τα πάθη παραδίδονται στην αδιαφορία ή την επανάληψη κι όπου τελικά θριαμβεύει ο πιο σκληρός θάνατος.
Περί συμβόλων μόνο

Όλα αυτά τα σύμβολα θα καταλήξουν κάποτε σ’ έναν βάλτο όπου θα κείτονται ακίνητα νεκρά και άφωνα. Αυτό που θα διασωθεί όμως απ’ τη φθορά τους θα είναι τα έντονα ίχνη μιας σεξουαλικότητας που δεν την παρέσυρε ο άνεμος του μυστικισμού ή του συμφέροντος στα βάθη της συνείδησης και της αβύσσου.
Σημειώσεις για τη Μητέρα Γη του Andrey Surnov

Η Μητέρα Γη του Andrey Surnov, θυμίζει άμεσα τους Αϊτινούς του Gaugin, δημιουργώντας έναν εντυπωσιακά ρεαλιστικό ψηφιακό μύθο, ερωτικό και αισθησιακό σε υποσυνείδητο επίπεδο.
Αφήνει τη μαγεία να ξεγλιστρήσει στην εικόνα, δίνοντας μια ειρωνική ερμηνεία της ερωτικής αίσθησης. Κάτι που δεν χρειάζεται ένα ρομαντικό σκηνικό για να εκφραστεί.
Σε πρώτο πλάνο ο μητρικός κόσμος που περικυκλώνει τα αντικείμενα. Το σώμα που συγγενεύει με το μεγαλειώδη καρπό, διαστρεβλώνοντας τα πρότυπα ομορφιάς, κάνοντας το ίδιο το γυναικείο κορμί Γη, δηλαδή κοιτίδα όλων των πλασμάτων που την κατοικούν.
Στους τοίχους τα πορτρέτα των σοφών ή των σωτήρων. Οι άντρες που κοιτάζουν αλλά δε βλέπουν, που εξουσιάζουν αλλά δεν έχουν, αφού η αναρχική φύση της μητέρας γης τους κρατά απολιθωμένους μέσα στο γίγνεσθαι ενός παρόντος που κλείνει με ζήλο το μάτι στην φθορά.
Το σώμα επισκιάζει τον κόσμο των πραγμάτων. Η κοιλιά και το στήθος δίπλα στον ανοιχτό καρπό μοιάζουν παράγωγα της ίδιας εξελικτικής δύναμης.
Δίπλα στα ζουμιά και τα σπόρια του καρπουζιού, που θαρρείς άνοιξε για να ταΐσει την ανθρώπινη ανάγκη και περιέργεια, πέρα απ΄το καλό και το κακό.
Η ομορφιά δεν είναι απολιθωμένη πάνω σε ένα πρότυπο αναλογιών υπαγορευμένο από τους κανόνες και τη μετρική των σοφών. Είναι απλώς αυτό που αφήνει η σμίλη του χρόνου, η επιθυμία του σώματος να είναι σώμα και τίποτε άλλο.
Αυτό το σώμα που οι ανθρωποδιορθωτές των θρησκειών έλεγαν πάντα πως υπάρχει απλώς για να χωνεύει και να αποβάλει μεταφέροντας το πνεύμα εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ εν τόπο αναψύξεως.
Εδώ δεν υπάρχει ένας καταπιεσμένος οργασμός, σαν αυτόν που επιβάλει η καθημερινότητα του πολιτισμού αφήνοντας την ηδονή να απλωθεί σαν την μορφίνη μέσα στις φλέβες.
Η κοιλιά και ο καρπός είναι η ουσία αλλά και η ένδοξη σπατάλη όλων των ουσιών. Η φύση είναι ακραία σπάταλη και πληθωρική.
Ο καλλιτέχνης αφήνει να μας περικυκλώσει από παντού ο μητρικός κόσμος απ΄τον οποίο δραπετεύσαμε τη στιγμή της γέννησής μας. Υπογραμμίζει στα μάτια μας τη διεστραμμένη ανάγκη να εκθέτει κανείς το σώμα του όπως είναι, να καυχιέται για την ασχήμια του, να επιδεικνύει ακόμα και τη δυστυχία του, να γυμνώνει το κρυμμένο μες στις πτυχώσεις εφηβαίο, υποχρεώνοντας τον κόσμο να το κοιτάξει.
Ο παπάς και ο αστυνόμος κυνηγούν τον ένοχο πούτσο και το κακούργο μουνί

Πολλοί που βρέθηκαν καταδικασμένοι στα δεσμά τής προσωρινά ισόβιας καραντίνας, παραδόθηκαν αμέσως στον αυτοκράτορα Αυνάν.
Πολλοί διάβολοι ντυμένοι με ανθρώπινη σάρκα τρυπώνουν αυτή τη στιγμή μέσα σε συσκευές που η δαιμονική τους εφευρετικότητα επιτρέπει στον κλουβίσιο ερωτισμό να εκφραστεί και να ξεσπαθώσει.
Ο έρωτας γίνεται σιγά-σιγά φαντασιακή θέσμιση ή οργασμός που εκρήγνυται σαν δυναμίτης.
Εκφράζει την παρηγοριά της απελπισίας, περιμένοντας κι αυτός να δει τα βλέμματα να ανθίζουν, να αποκτούν χείλη, γλώσσα, αυτιά, να μπορούν να αντικαθρεφτίσουν κάθε συγκίνηση και κάθε σκίρτημα.
Άραγε σε τι άγρια και βασανιστική αγωνία μετατρέπεται ο έρωτας κάτω από τέτοιες συνθήκες;
Πόσο παράφρων μπορεί να γίνει και πόσο σκληρός, μέσα σ’ αυτή την αλγοριθμική ασυμμετρία των αμέτρητων εγκλεισμών; Των αμέτρητων συνδυασμών μανίας και στέρησης, αφού η πείνα του έχει χρυσοκεντήσει τις τραγωδίες της πάνω στην ανθρώπινη διάνοια.
Μπορεί κανείς να φανταστεί πιο θαυμάσια επεξεργασμένο μαρτύριο;
Όμως τα σχέδιά του βρίσκονται κάπου στο κενό, κρυμμένα κάτω απ΄τις σκληρές πέτρες της επιβίωσης και της επιβολής, απλώνεται απ΄το άπειρο στο άπειρο και κάπου στο ίδιο μετέωρο συμπαντικό κενό βρίσκεται κρεμασμένος ανάποδα και ο δεσμοφύλακάς του, το αγγελικό τέρας που αγνοεί τη λέξη νεότητα.
Τα τέρατα που έχουν επιμεληθεί τη σωτηρία μας δεν μπορούν να νιώσουν την κάβλα της νεότητας. Να νιώσουν πως το καύσιμο της ζωής είναι το ερωτικό φορτίο των παιδιών και των εφήβων, που καθώς χάνεται, αφήνει πίσω του αυτό το διαυγές λυκόφως της καταστροφής.
Μια ολόκληρη γενιά χάνει τους έρωτές της, την όμορφη αιματηρή εκείνη μέρα της αθωότητας, παρακολουθώντας οθόνες που δείχνουν τον κόσμο του εγκλεισμού στο απόγειο της μανίας του.
Οι κυρίες με τα διπλά ονόματα που κάνουν καριέρα στην προπαγάνδα και οι κύριοι που σπούδασαν επιστήμη αλλά σταυροκοπιούνται, είναι τόσο κακογαμημένοι που αναπνέουν διασπείροντας το ήθος που τους επιβάλει η κακογαμία τους.
Μοιάζουν με φθονερούς ιεροεξεταστές μέσα σ΄ένα αμφιθέατρο όπου με τα καθαρά τους χέρια σκύβουν και εξετάζουν κάτω απ’ το άπλετο φως του προβολέα τα εντόσθια ενός ζεστού ανθρώπινου κορμιού, για να βρουν το μολυσμένο κομμάτι της σάρκας που πρέπει να κόψουν.
Για να ευνουχίσουν την επιθυμία, να αφήσουν ελεύθερο το πεδίο στους καρχαρίες και τις ύαινες, να μαστουρώσουν όλα αυτά τα φιλήδονα σπαράγματα της νεότητας.
Όλα τα παλάτια και οι αυλές αυγάτιζαν πάντα τα κέρδη τους φτιάχνοντας στρατούς με υπάκουους ευνούχους.
Να τόσα παιδιά γύρω, τόσοι νέοι, τόσοι έφηβοι, παλεύουν για μερικά ψίχουλα χαράς κι ας δείχνει κάθε τόσο ο παπάς και ο αστυνόμος τον ένοχο πούτσο και το κακούργο μουνί.
Μητέρα πατρίδα

Μητέρα πατρίδα
δεν θα σε άφηνα ποτέ μόνη με τους βλάχους
να σου σκίζουν το καλτσόν
να γράφουν με το κραγιόν στην πλάτη σου
αντίστροφα μηνύματα
Δεν θα σε άφηνα μόνη με τον Αι Γιώργη τον μπήχτη
με τον κύριο Ωνάση και τον κύριο Νιάρχο
Μητέρα πατρίδα
οι αράχνες σου είναι θησαυρός
οι σαύρες σου χρυσά δαχτυλίδια
Ω! κι οι ρουφιάνοι σου
τι γαμώ τα παιδιά!
όλο πασατέμπο και ηλιόσπορους τρων
μέχρι να φανώ στη γωνία
Όταν ο Θεός γελά

Οι μαθητές με στόματα ανοιχτά
περιμένουν τις μύγες να ξεμπουκάρουν
απ’ τα μάτια της παντρεμένης δασκάλας
Οι γυμνοσάλιαγκες ποδοπατιούνται
Οι μπάτσοι ερωτεύονται αποτριχωμένους παιδεραστές
Ωραίους σφιχτοκούραδους γερμανούς
Σκουληκιασμένους μουσάτους διανοούμενους
Τα κοριτσάκια ταΐζουν χυλόπιτα τις ψωλίτσες των αγοριών
Γύφτισσες με πέντε ευρώ
φτύνουν πάνω στις γεροψωλές το πρωινό τους σκόρδο
Ερεθισμένοι πατριώτες αγκαλιάζουν ναζιστικά τεκνά
Σβουνιές του Μπαρμπαρούση απ’ το Ξηρόμερο
Σβουνιές του χουντικού ινστρούκτορα
Σβουνιές του Παπαφλέσσα
Όμως πάλι εδώ γύρω στα λιοστάσια τριγυρνά ο λυρισμός
μ’ ένα καλάμι χτυπά το βασιλιά ήλιο στ’ αρχίδια
Οι γυναίκες δακρύζουν
Οι άντρες ρίχνουν χριστοπαναγίες
Πυρ κατά βούληση
Έτσι κι αλλιώς φέρουμε μέσα μας βαρύ οπλισμό. Μετά το πρώτο τρέμουλο της εφηβείας και τον απογαλακτισμό απ’ τα πατρώα εδάφη και τη μανούλα, αρχίζει η αυστηρή διαδικασία απονομής δικαιοσύνης στις επιθυμίες.
Λόγοι και ιστορίες άλλων, μυθολογίες και μυθεύματα, αφήνουν μέσα μας το κατακάθι των μελλοντικών πνευματικών λοιμώξεων.
Κι ύστερα ψαχνόμαστε αν ανήκουμε εδώ ή εκεί. Αν αυτοί είναι οι φίλοι μας ή τυχαίοι συνδαιτυμόνες που βρέθηκαν στο δρόμο μας κι ύστερα πάλι θα χαθούν.
Μα ετούτη η αναρχία, η τόσο ζωογόνα για την αναπνοή και την σωματική υγεία, μας βγάζει συχνά τη γλώσσα. Αναρωτιέται με δέος και χαχανίσματα τι να βρίσκεται πίσω απ’ τη μυστηριώδη εκείνη τρύπα που με τόσα ονόματα την αναφέρουν πάντοτε οι άντρες και οι γυναίκες.
Πότε σαν μια φωλιά χελιδονιών, πότε σαν ένα βόθρο και πότε σαν να είναι τα άγια των αγίων, η φάτνη όπου κατοίκησε κάποτε ο ίδιος ο θεός, προτού εμφανιστεί σαν ένα ανυπεράσπιστο βρέφος, με τα κάτουρά του και τα σκατούλια του, ετούτα τα σκατούλια του που πολλές φορές οι πιστοί και σαγηνεμένοι του οπαδοί φιλούν και γλείφουν εκεί στην ροδοκόκκινη και αχνιστή περιοχή, γλείφοντάς τα κι αυτά, ρουφώντας τα αρωματισμένα θαρρείς από τα νάματα της θείας ευσπλαχνίας.
Ετούτη η αναρχία ξέρει πως ολόκληρο το Σύμπαν είναι παρθενογενετικό, διότι το μόνο που μπορούμε να ανακαλύψουμε με τα τεράστια τηλεσκόπιά μας σε δισεκατομμύρια έτη φωτός μακριά απ’ δω, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο αυτές οι σκοτεινές οπές, αειθαλείς, σαν ένα μαύρο κρίνο, ανεξιχνίαστες, μοναδικές, που το μυστικό τους καλύπτεται καλύπτοντας.
Έτσι γαμεί η Βίβλος
Καθώς εισέρχεσαι στο γελοίο κόσμο των θεών, χάνεις παντοτινά την καθαρότερη ευχαρίστηση, τη χαρά τού να νιώθεις.
Και οι θεοί είναι πολλοί, στριμωγμένοι σ’ ένα μικροσκοπικό μαργαριτάρι, φαντασμένοι, στολισμένοι με την ανθρώπινη ανυπομονησία μπροστά στη μελλοντική δίψα και το θάνατο, μακιγιαρισμένοι με τα πιο ακριβά καλλυντικά της μοχθηρίας και της συντριβής για να κρύψουν την ασχήμια τους.
Οι θεοί μας μιλούν για μια ελπίδα και μια ουτοπία.
Μας τοποθετούν μπροστά στις δύσοσμες διογκωμένες αιμορροΐδες του διαβόλου, μας δείχνουν την φρίκη που έγινε επιστήμη και την επιστήμη που οδηγεί στη φρίκη.
Μας αφήνουν μετέωρους στο πιο βαθύ σκοτάδι και στο πιο τυραννικό λιώσιμο.
Και τώρα πια, είναι που ξεχειλίζουν απ’ τα ρυπαρά μεθύσια, διατηρώντας με τη βία ότι απέμεινε από το φως της εικόνας τους.
Οι θεοί συγκεντρώνουν όλες τις ζηλόφθονες ανθρώπινες δυνάμεις. Απ’ τους πρώτους αθώους θεούς που έλιωσαν σαν κεριά, φαντασμένοι όπως ένα περίτρανο ομοίωμα εν στύσει, μέχρι τους έσχατους στραγγαλιστές της σεξουαλικής βούλησης μεσολάβησε ο φιλόσοφος και ο προφήτης.
Ο ανθρωποδιορθωτής που κάνει την ανθρωπότητα να νιώθει περίεργους πόνους και γουργουρητά, σαν να κυκλοφορούν βατράχια ή σκουλήκια στα έντερά της. Που την έχει βαφτίσει στην αγωνία και τη θλίψη μιλώντας συνεχώς για μιαν άνευρη ελπίδα. Για τη μάταιη ελπίδα μιας άλλης ζωής.
Οι δυστυχισμένοι δεν έχουν παρά να απλώσουν το χέρι τους. Το μυαλό και το κορμί τους το έχουν πουλήσει από τη στιγμή που δεν έμαθαν πώς να τα απολαύσουν. Που δεν ένιωσαν πως τίποτε δεν αλλάζει κι όλα αλλάζουν.
Ουτοπίες λαϊκού θριάμβου
Βλέπω τα σύννεφα που δεν τα διαφεντεύει καμιά χειρονομία. Είναι αυτή η ανοιχτή μυθολογία του ουρανού και της γης που κατέχει τις πιο απόκρυφες δυνάμεις.
Αυτές τις δυνάμεις που λύνουν και δένουν τους αδένες μας με το φωτεινό άστρο που μας αντιστοιχεί μέσα στον άπειρο κοσμογονικό ελαιώνα.
Παλεύουμε με τους στεναγμούς και τις κραυγές των πλασμάτων γύρω μας, κάνοντας την αργοκίνητη σκέψη μας δόλωμα για να βγάλουμε απ’ τον κτηνώδη πυρήνα του κόσμου την επιθυμία, καθαρή και αλώβητη, βαπτισμένη μέσα στο κρανίου του άυπνου εαυτού που αρκετά συχνά παραληρεί γιορταστικά εκτροχιασμένος.
Παλαίουμε ξαπλωμένοι ως το αχνό φως του πρωινού, έτοιμοι να λεηλατήσουμε ξανά κάθε χρώμα ψυχρής λάβας απ’ την κόπωση της μέρας.
Να δούμε στα πρόσωπα την ξαφνική πτώση κάθε μάσκας αγάπης και τρυφερότητας και την επιστροφή μιας πανικόβλητης εγωμανίας.
Να δούμε τον ανταγωνισμό εκσφενδονισμένο στο πρωινό εγερτήριο για το στρατώνα, στα χέρια και στα μάτια που κάνουν όλους τους εξαντλητικούς λογαριασμούς για τα κανόνια και τα σκοτεινά κελιά.
Διαβολεμένη σκυλίσια ανθρωπότητα, ζωγραφισμένη στα μουστάκια του τράγου, όλο θρησκείες και κοκτέιλ, που κατέχεις την παράξενη αλχημική αρετή της μεταποίησης κάθε ερωτικής ύλης σε ουρλιαχτό ενός γέρου ιερέα.
Που σκάβεις κουρασμένη και περήφανη με τα δόντια χρυσούς τάφους για τους ήρωες που πέθαναν δυστυχείς, αφού έχασαν τον έρωτα.
Αγελαία ζώα του βιοπορισμού, ανθισμένα μέσα στο θρίαμβο της παρακμής, με φιλελεύθερους θεσμούς, προφυλακτικά και κυριαρχία. Πάντα το ένστιχτο πατά στο τέλος τη σκανδάλη. Σε σπρώχνει στην ευθύνη να αναλάβεις τον εαυτό σου.
Να τον μαγαρίσεις στα ίδια πηγάδια που πνίγηκαν οι ψόφιες αρετές, κάνοντας ακόμα και το πιο ηλίθιο στρεβλωμένο πνεύμα να ζητά απεγνωσμένα την ελευθερία, αυτή που τσαλαπατά την καλοπέραση που ονειρεύτηκαν οι έμποροι και οι χριστιανοί.
Εγκώμιο της Γαλάζιας πατρίδας
Ετούτος ο βυθός
Όλο αιμόφυρτους λυγμούς
Σκασιαρχεία όπλα βασκανίες και Πεντάγωνα
Λερναίος οργασμός της άπω Ανατολής
Μες στο λαρύγγι της Ασίας
Η χαρακιά σαν άγγιγμα
Πάνω στο δέρμα απ’ τα Ξυπόλητα θηρία
Οι πίσσες αφρισμένες ανθηρές
στίλβουν την έγχρωμη βοή της Γερμανίας
Γλείφουν Νταλίκες γκαστρωμένες κρεματόρια
μαυριδερούς ληγμένα διαβατήρια
κουνούπια σπέρμα κρύες φακές
Όλος ο κόσμος Κρεμασμένος
απ’ την απόκρημνη παλάμη του οδηγού
Αμανές για τον πόθο και την τύχη
Κανείς δεν με ρωτά στο δρόμο
για την αυτόματη γραφή
το ντελίριο που παθαίνω
ως διάδοχος του νταντά
τις νύχτες που ρέουν οι νεκροί
απ’ τους λόφους κοντά στον
Ουρούαμ ποταμό με τα μικρά
χορτοφάγα θηλαστικά
που γλείφουν το αίμα της περιόδου
και ξεδιψούν οι Κάτω Κόσμοι
με λέξεις της φαλλοκρατίας
υπέργηρες στο περήφανο κενό
του πόθου που τις ποθεί ολόσωμες
παθιασμένες χωρίς μάταιες ελπίδες
απ’ το λαό για το λαό κόβοντας
με την κόσα τις τριχούλες της ήβης
το πρωτοστάλαγμα αφήνοντας
στις γλυπτές ωοθήκες με τα
ασημένια χείλη φρουρούς μπροστά
στις κακόφημες στύσεις
Το Άλογο του Τορίνο
Ο υπεράνθρωπος είναι ο αθώος αμαρτωλός που μπορεί να δίνεται με δύναμη στο παιχνίδι της ζωής. Ο μηδενισμός, τότε, διαλύεται, και έχουμε την απάντηση σε όλα τα προβλήματα που ταλανίζουν τους ανθρώπους. Ο Νίτσε βρήκε λύση στα προβλήματα της ανθρωπότητας, μια ακόμα υψηλής τεχνολογίας, τετράγωνη γερμανική λύση. Όμως όπως όλοι οι σοφοί επαγγελματίες πηδαλιούχοι των ιδεών βρέθηκε περικυκλωμένος από νάνους.
Έτσι κι αλλιώς η αρχαία σκέψη ήταν λίγη για την πολύ στενοχώρια που συσσώρευσε στις ευρωπαϊκές πόλεις ο πρώιμος καπιταλισμός. Οι πολιτικοί νάνοι ως υπηρέτες του συμφέροντος της αστικής τάξης μοίρασαν τον Νίτσε ως χαρτοπόλεμο στις εμπόλεμες τάξεις. Τον κάναν αποκριάτικο πιστολάκι κι ίσως λίγο φθονερό παιδί που τρομάζει με τα σκάγια του τους τρομαγμένους.
Η ωχρή πόλη στο βάθος του Βορρά, βαθύσκιωτη.
Κανείς δεν θα μπορούσε να αποδώσει τόσο δυναμικά τον ήχο που κάνουν τα φλιτζάνια των εγγλέζων στις αποικίες που στερήθηκαν οι γερμανοί, αυτόν τον ήχο του κενού χώρου μεταξύ του διεφθαρμένου κάλλους της ομορφιάς και της ενάρετης δυσμορφίας της ασχήμιας.
Αν αποφασίζαμε να ιδρύσουμε μια τρομοκρατική οργάνωση που θα κόβει τις γλώσσες των πολιτικών αρχηγών, θα προχωρούσαμε την ανθρώπινη σκέψη ένα βήμα πιο μακριά απ’ την γκαστρωμένη παρακμή που μας σερβίρει το ευρωπαϊκό πνεύμα.
Η γλώσσα είναι αυτή που κάνει τον αρχηγό να αρχηγεύει, να διαθέτει ένα όργανο υπερσεξουαλικό, κατακτητικό. Κι ο πλούτος είναι αυτός που προικίζει τη γλώσσα του θαυματοποιού, του νομικού, του δικαστή, του δασκάλου.
Αυτός ο πλούτος είναι που κινεί ολοσχερώς τα νήματα, την υστερία και τα χασμουρητά κάθε φιλοσοφικής παρηγοριάς στον άρρωστο κόσμο. Περιλαμβάνει τις περίπλοκες εξισώσεις μοναξιάς και εξωστρέφειας, σιωπής και θορύβου. Μα στο τέλος κάθε ανταγωνιστικής επίδειξης μένει ο λεκές απ’ το σπέρμα. Το σπέρμα πια κάνει τη δραστική ανακατανομή. Το σπέρμα επαναστατεί, το σπέρμα σφάζει. Το σπέρμα δεν έχει ανάγκη τον κατεστημένο λόγο για να εκτραφεί. Μα είναι η ουσία που θα χτίσει το νέο λόγο. Η διαλεκτική της κοσμικής ουσίας που εκμαιεύει τη λεπτομερή εξωτερίκευση αυτού που κάποτε παρέμενε ατελές και προσωπικό.
Η κηρυσσόμενη χριστιανική αγάπη ήταν απλώς το άνθος της πικρίας της ιερατικής τάξης των Ιουδαίων. Η πικρία από τη συσσωρευόμενη αίσθηση της αδυναμίας αντιστρέφει την κλίμακα των αξιών που ανταποκρίνεται στο πώς έχουν τα ίδια τα πράγματα, παρουσιάζοντας ως κατώτερες τις αξίες των ευγενών και ως ανώτερες τις αξίες των ποταπών αδυνάμων.
Ο Νίτσε προαναγγέλλει και ελπίζει στην επάνοδο του Διονύσου που θα αντικαταστήσει τον Χριστό. Ο Νίτσε καταρρέει συναισθηματικά και κυρίως διανοητικά, στο γνωστό επεισόδιο στο Τορίνο, όπου φημολογείται ότι, βλέποντας έναν καροτσέρη να χτυπά το άλογό του, έσπευσε κοντά στο άλογο, το αγκάλιασε και μέσα σε κλάματα σωριάστηκε στο έδαφος αναίσθητος, και έκτοτε έχασε οριστικά την όποια επαφή με την πραγματικότητα.
Ο Νίτσε απαρνήθηκε το Θεό και ενδυνάμωσε τον Άνθρωπο. Το περιστατικό τού Τορίνο που τον ώθησε στην σιωπή και την απομόνωσή του, ιστορικά ερμηνεύτηκε ως η αρχή της παράνοιάς του. Αντίθετα όμως, μπορεί να ήταν η αρχή της πιο πικρής και ευκρινούς διαύγειάς του: αν δεν πιστεύεις στο Θεό, οφείλεις να πιστεύεις στο τέλος σου. Κι αυτή η πίστη είναι που θα δυναμώσει την πορεία προς αυτό. Η διάθεση όχι να το ξορκίσεις αλλά να το γλεντήσεις. Ο πόλεμος που θα στήσεις με τον εαυτό σου στην πιο στενή κάμαρα του κόσμου, εκεί που θα σου κοπεί η λαλιά από ντροπή αντικρίζοντας τα σκουπίδια στο αιμοφόρο κουτί του κρανίου σου. Εκεί που θα ξυπνάς κάθε φορά τρομαγμένος, βλέποντας τον προσωπικό σου δυνάστη, τον ολόδικό σου χρόνο, έναν κρεμασμένο κώλο γεμάτο κρεατοελιές να σου ρίχνει στα μούτρα τις πορδές του.
Οι τυφλοί χριστιανοί βλέπουν μόνο αυτά που κατανοούν
Οι τυφλοί χριστιανοί βλέπουν μόνο αυτά που κατανοούν
Πίνουν μπύρα και ούζο
Αγαπούν φέρετρα και νεκρούς
Λατρεύουν την παναγία και τα σώματα ασφαλείας
Οι χριστιανές κυρίες όμως ξέρουν
πως ανασταίνονται οι νεκροί
πως η ιστορία πάει απ’ το μέλλον στο παρελθόν
πως η μαλακία πάει σύννεφο
Οι χριστιανές κυρίες με γδύνουν με τα μάτια
Ο λαός με ζηλεύει
Το κράτος με φθονεί
Μα ο φθόνος είναι για τους αδύναμους Κύριε Κράτος
Κύριε λεπίδα λαιμητόμου
Κύριε F 16
Κύριε σκατούλια του Χριστού
Εδώ Πολυτεχνείο! Των ελεύθερων αγωνιζόμενων ματατζήδων
Το πολυτεχνείο δεν ζει. Ψόφησε. Το πολυτεχνείο πότε πότε βρικολακιάζει. Όλη η ρομαντική αστική διαμαρτυρία που εκφράζεται πάντα με εθνικό ύμνο και μαγνητοφωνημένο συναισθηματισμό του εβδομήντα τρία, καταλήγει σε ξεκωλιαστικό ξυλοδαρμό ανυποψίαστων παιδιών, που ο πολιτικός παρασιτισμός της γενιάς του πολυτεχνείου τα οδήγησε στο περιθώριο.
Παιδιά που τα έθρεψε η ωμή βαρβαρότητα του πολιτικού τεκτονισμού όσων εξαγόρασαν τους αγώνες με καρέκλα και φράγκα. Μια κοινωνία που ενσωμάτωσε την κουλτούρα του μίσους στη καθημερινή της ρητορική και αποδέχτηκε το φασισμό ως λαϊκό κίνημα τώρα δέρνει τα παιδιά της.
Η εξαχρείωση, ο εξευτελισμός, η απανθρωπιά, η μιζέρια, ανέκαθεν γεννούσαν την ανάγκη για ήρωες. Το ιλιγγιώδες υπαρξιακό κενό της ελληνικής κοινωνίας το μπουκώνει κάθε τόσο με αυταπάτες ο κούφιος μεγαλοϊδεατισμός της εθνικής υπερηφάνειας και η εθνικόφρονη ρητορεία περί σωτηρίας της πατρίδας. Όλοι χρειάζονται ήρωες και γιορτούλες. Άλλοθι για τις λάθος επιλογές και τις εγκληματικές πρακτικές.
Όλα τα εγκλήματα της μεταπολίτευσης παραγράφονται. Οι ανελέητοι ξυλοδαρμοί, το σπάσιμο των απεργιών, η θεσμοθέτηση της φτώχειας, η κτηνώδης αποθέωση του εθελοντισμού των πρόθυμων ηλιθίων, τα συσσίτια του έκφυλου παπαδαριού, η αποσάθρωση κάθε κοινωνικής δομής, ο εκφυλισμός της ανθρώπινης ανάγκης.
Σήμερα στην ένδοξη πατρίδα μας εντοπίζεται ως κοινωνικό ζήτημα μόνο το γεγονός ότι υποβιβαζόμαστε στην πλανητική κλίμακα εκμετάλλευσης και όχι το ότι μέχρι τώρα αποδεχόμασταν την ύπαρξή της. Το μιλιταριστικό ΝΑΤΟ, ο δουλοπρεπής και πούστικος ρόλος του ΟΗΕ, ο αποικιακός μποβαρισμός των αποφάσεων της ευρωπαϊκής ένωσης δεν ενοχλούν τους όψιμους επαναστάτες που θέλουν εκ νέου να καθίσουν στις ζεσταμένες υπουργικές καρέκλες.
Ο κυνισμός, οι ατομικές λύσεις, ο ανταγωνισμός, το ανικανοποίητο, φαινομενικά δημιουργούν ένα κουβάρι αξεδιάλυτο. Αν όμως πιάσεις το νήμα από την αρχή, διαπιστώνεις ότι η κυριαρχία αναπαράγεται με το χειρισμό και την καλλιέργεια των πιο απλών και βάρβαρων ενστίκτων. Κι αυτά τα απλά και βάρβαρα ένστικτα του φοβισμένου ατομικισμού εδώ και χρόνια καλλιεργούνται μεθοδικά στον καθένα.
Μέσα στο κάτεργο της αλλοτριωμένης ζωής οι άνθρωποι χάνουν την ικανότητα τού να παλεύουν για την ουσία της ύπαρξής τους και εύχονται την επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση, περιμένοντας τη σωτηρία από κάποιον ηγέτη-σαγηνευτή.
Οι πλάτες των μαθητών και των φοιτητών γίνονται τα πεδία συγκρούσεων όλων των ανταγωνισμών. Αν το πολιτικό πρόταγμα κάθε εξέγερσης και κάθε διαμαρτυρίας δεν είναι το ξεπάστρεμα του ανθρωποκτόνου καπιταλισμού τότε ο συστημικός μπόγιας ψάχνει για νέους ήρωες.
Όλες οι απολίτικες ύαινες οδύρονται για τα καημένα τα παιδάκια. Αυτά τα παιδάκια που είναι πιόνια στη σκακιέρα των ανταγωνισμών. Αυτά τα παιδάκια που τα θέλουν εργαλεία για να βγάζουν λεφτά. Αυτά τα παιδάκια που τα θέλουν με το σταυρό στο χέρι να ανάβουν κάθε χρόνο επετειακά τα καντήλια της βρικολακιασμένης εξέγερσης κι έπειτα να πηγαίνουν τρέχοντας στα σπίτια τους για διάβασμα. Να γίνουν καλοί επιστήμονες και καλοί ευυπόληπτοι δεξιοί που νοιάζονται για το καλό της πατρίδας.
Αυτά τα παιδάκια που μεγάλωσαν την περίοδο της πλαστής ευμάρειας, τότε που η ελληνική κοινωνία σχεδόν στο σύνολό της, αντιμετώπιζε τους μετανάστες όχι ως ανθρώπους αλλά ως δούλους. Τότε που τα μεγάλα και μικρά αφεντικά αντιμετώπιζαν τους μετανάστες ως φτηνό εργατικό δυναμικό και ως μέσο υπονόμευσης των δικαιωμάτων των ντόπιων.
Ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι ποιητής, διανοούμενος, κινηματογραφιστής προφήτεψε το σημερινό φασισμό γράφοντας με μιαν ανάσα για τους έλληνες δολοφονημένους φοιτητές.
ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ, ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΝΑΣΑ, ΝΟΕΜΒΡΗΣ ΤΟΥ 1973
Το φασισμό εγώ τον έζησα στη χώρα μου, τον ξέρω.
Βασάνιζε, φυλάκιζε· σκότωνε μόνο το κορμί
Μα πάντα έμενε το αθάνατο σιτάρι του λάου μου… Όμως
έρχεται ο καιρός (στη χώρα μου ήδη έχει φτάσει)
που θα γνωρίσουμε τις μαύρες εξουσίες των ανθρώπων της “κουλτούρας”,
πού ’ναι οι σημερινοί Αντιφασίστες και
είναι οι Πλέον Γνήσιοι Φασίστες…
Αυτοί σκοτώνουν τις ψυχές
και τις ρουφάνε προς το κέντρο σα βρικόλακες
αφήνοντας τα σώματα σκιές.
Μήπως ο Παζολίνι γράφει για τους σημερινούς ταγματασφαλίτες των Βρυξελών, τα τέκνα του Τολιόπουλου και του Μανιαδάκη; Μήπως μιλά καθαρά για τον κάθε δοσίλογο τιμονιέρη που μηρυκάζει πατριωτισμούς και ένδοξο παρελθόν; Μήπως λέει ξεκάθαρα πως οι σημερινοί βρικόλακες εξαργύρωσαν με μαεστρία τον αντιφασισμό τους και την ρητορεία περί κοινωνικής δικαιοσύνης;
Το Πολυτεχνείο υπήρξε η ιερή αγελάδα της μεταπολίτευσης. Ο ελληνικός Μάης του 68 που χρειάστηκε η αστική τάξη για να στήσει τις μυθολογίες της. Για ν’ αλφαδιάσει τους σκληρούς κοινωνικούς αγώνες με την πολιτική ορθότητα του School of economics. Της φωλιάς απ’ την οποία ξεμπουκάρουν ένας ένας οι σημερινοί αρουραίοι της πολιτικής ζωής και του δημόσιου βίου.
Οι νέοι φιλελεύθεροι που έρχονται να αφήσουν την κοτσιλιά τους. Έρχονται να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Από την Καθημερινή και τον Σκάι μέχρι το Protagon.gr, από τη φιλελεύθερη αριστερά μέχρι τον πεφωτισμένο συντηρητισμό διαμορφώνονται πλέον αξιοσημείωτες συγκλίσεις.
Ο ένας κραυγάζει απ’ το Βήμα και τα μεγάφωνα του συγκροτήματος, προς θεού όχι άλλοι αγώνες, η άλλη ουρλιάζει σαν στειρωμένη σκύλα απ’ το lifestyle έντυπο της Athens voice, σφάξτε τους κομουνιστές για να προκόψει ο τόπος.
Οι άνθρωποι της κουλτούρας με το έξυπνο ύφος και τη σπιρτάδα τους δεν βλέπουν δίπλα τους ανισότητες, εργασιακή βία, εργοδοτικό δεσποτισμό παρά υγραίνονται απ’ τη συγκινητική φιγούρα του επιχειρηματία δημιουργού που καινοτομεί. Αναγνωρίζουν ως αξίες, τον υπεύθυνο ατομικισμό και την καταγγελία του μεγάλου κράτους.
Σφυρίζουν κατάρες για όποιον εναντιώνεται στο σύστημα που υπηρετούν. Τον στριμώχνουν στα στενά και τού αλλάζουν την Παναγία. Του σπάνε τον τσαμπουκά, τον τρομοκρατούν. Τον ψεκάζουν.
Ο Ezra Pound έγραψε:
…γέμισε το γαλάζιο τ’ ουρανού με βρώμικους καπνούς· κανείς δε βρίσκεται
για να στολίσει με κεντήματα
το βυσσινί· κανένα Μέμπλιγκ
δε θά ’βρεις για το σμαραγδί.
Η τοκογλυφία
σκοτώνει το παιδί μέσα στη μήτρα
κόβει την όρεξη στον άντρα για ποδόγυρο·
φέρνει τη νέκρα πάνω στο κρεβάτι,
χώνεται ανάμεσα στη νύφη εκεί και στο γαμπρό
(CONTRA NATURAM).
Πουτάνες φέρανε στην Ελευσίνα
πτώματα στρώσαν στο συμπόσιο για το δείπνο
γιατί αυτό προστάχτηκε
απ’ την τοκογλυφία».
Σήμερα που η αστική δημοκρατία δείχνει τα χουντικά της δόντια, σκέφτομαι το γενναίο Βασίλη Διαμαντόπουλο το Νοέμβρη του 1995 να λέει:
Για τους γνωστούς άγνωστους.
«Πιπιλάμε την καραμέλα όλοι μας -και σ’ αυτό βοηθήσανε κι οι δημοσιογράφοι οφείλω να πω- περί γνωστών αγνώστων. Για μένα είναι ένα σημείο, όπου αρχίζει ο συμβιβασμός. Αρχίζει, δηλαδή το παζάρι. Ποιοι είναι οι γνωστοί άγνωστοι και ποια είναι τα παιδιά, τα οποία αυθόρμητα βγάζουν την κραυγή, γιατί δεν μπορούν αλλιώς. Οσο μεγάλοι κι αν είναι, δεκαοκτάχρονοι, εικοσάχρονοι, δεν έχουν συνειδητοποιηθεί πολιτικά, ούτως ώστε να οργανωθούν και να δώσουν τη μάχη τους οργανωμένα, σωστά και αποτελεσματικά. Και το δωδεκάχρονο ακόμα εισπνέει, εισπράττει ένα σμπαραλιασμένο κράτος που δεν πιστεύει πουθενά. Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις που πιθανόν υπάρχουν, όλο το πολιτικό φάσμα είναι σμπαραλιασμένο, είναι ψευδές. Ψεύδεται. Ψεύδεται απέναντι στο λαό κι εγώ το θεωρώ προδοσία. Αυτά λοιπόν τα παιδιά εισπράττουν αυτό το μπλοκάρισμα και δεν ξέρουν πώς να το εκφράσουν. Το εκφράζουν έτσι. Χτυπώντας, καταστρέφοντας, κάνοντας αυτές τις πράξεις τις καταδικαστέες όπως λέμε όλοι -που για μένα δεν είναι καταδικαστέες. Γι’ αυτά τα παιδιά, αυτό ήταν μια κραυγή. Όταν πετάγαν το σκαμνί, πετάγανε το κράτος, πετάγανε αυτή τη γελοιότητα. Δεν ήταν λοιπόν η καταστροφή. Η καταστροφή ήταν μία κραυγή, ήταν μια θέση, μια στάση. Ετσι πρέπει να το δούμε. Εμένα με συγκινεί αυτή η στάση. Συγχωρέστε με».
Για το άσυλο:
«Ποια είναι η διαφορά των τανκς της χούντας με τα ΜΑΤ που μπήκαν στο Πολυτεχνείο; Θα ‘θελα να ξέρω ποια είναι η διαφορά. Αυτοί μπήκανε με τα τανκς και εμείς μπήκαμε οπλοφόροι και με τις μάσκες. Με τα ΜΑΤ. Θα ‘θελα να ξέρω ποια είναι η ουσιαστική διαφορά. Διότι αν μιλάμε περί ασύλου, όπως οι χριστιανοί πιστεύουν ότι η εκκλησία είναι ένα άσυλο, έτσι κι εμείς πιστεύουμε ότι το πανεπιστήμιο είναι ένα άσυλο».
Για το κάψιμο της σημαίας:
«(Η σημαία) είναι ένα πανί που το δώσαν σε έναν ράφτη και που το ‘ραψε καταλλήλως και δεν έχει καμία παραπέρα σημασία. Αφήστε με να τελειώσω. Δικαίωμά σου είναι να διαφωνείς. Αυτό που έχει τεράστια σημασία είναι αυτό που υπάρχει πίσω από αυτό το σύμβολο. Συμβολίζει μία κοινωνία πολιτισμένη που ξέρει τους στόχους της, μια κοινωνία αποφασισμένη να ορμήσει, να αγωνιστεί. Αυτό, ναι. Το σέβομαι και το προσκυνώ. Αλλά αυτό το πανί που κάψανε, καλά κάνανε και το κάψανε. Γιατί αυτό το πανί αντιπροσωπεύει μια σαπίλα σήμερα. Να διώξουμε τη σαπίλα πρώτα».
Για τη διαφορά από τη χούντα:
«Η διαφορά μας από τη χούντα είναι τούτη: ότι η χούντα ήταν ένας ξεκάθαρος εχθρός, γι’ αυτό και σχεδόν ολόκληρος ο λαός συμμετείχε (στην αντίσταση) ενάντιά της. Σήμερα, υπάρχει μία χούντα -επιτρέψτε μου να πω και έχω συνείδηση αυτού που λέω- η οποία καλύπτεται απ’ το άλλοθι της δημοκρατίας. Όταν λοιπόν γίνονται αυτά τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, με τους βανδαλισμούς -σε εισαγωγικά, διότι εγώ δεν τους κρίνω βανδαλισμούς, είναι μια έκφραση κραυγής- και όλα τα δημόσια πρόσωπα, όλοι οι υπεύθυνοι του κράτους αυτού δεν έχουν συγκινηθεί, δεν έχουν ανατριχιάσει γι’ αυτά τα γεγονότα καθόλου, από κει και πέρα καταλήγω στο συμπέρασμα -το φρικτό συμπέρασμα αν θέλετε- ότι οι πράξεις αυτές ήταν λίγες. Αφού δεν ξύπνησαν κανένα. Και ίσως πρέπει να πολλαπλασιαστούν για να ξυπνήσουμε κάποτε».
Στο Νοσοκομείο Ή Άνθη Ευλαβείας
Μύρισα αυτή την άκαμπτη αδιαφορία του γιατρού
Η νοσοκόμα περιποιόταν τους θανατοποινίτες
Θαρρείς σα να τους χάιδευε στα κλεφτά σαν μανούλα
Και τα ρολόγια όλα ψυχροί ασυντόνιστοι δήμιοι
Ακριβή εργαλεία σαν τα κουζινομάχαιρα της Αμερικής
Οι συγγενείς αναπνέουν με την άκρη του ματιού
Ματιασμένοι απ’ την αγρύπνια και το ιώδιο
Μιλούν μηχανικά για το κακό που στροβιλίζεται
Γύρω απ’ τα ηλεκτρικά μουστάκια της ανθρωπότητας
Για το σαπούνι που κάποιος πέταξε μέσα στη χέστρα
Άσπρη χέστρα ξέξασπρη κι απ’ τον ήλιο ξεξασπρότερη
Χλωρίνες που εξαφανίζουν τα αρβανίτικα σπέρματα
Παππούδων που τράβηξαν την τελευταία ένδοξη μαλακία
Έθνη της τρίτης ηλικίας και ιδρώτες θρησκευτικού τουρισμού
Κόλλυβα και λουκούμια απονενοημένοι πανηγυρικοί
Δυσεντερίας εξοδούχοι φαντάροι που τράκαραν
Ο εωσφόρος που νοικιάζει τηλεοράσεις και βίντεο
Καθετήρες καλώδια παλιοελλαδίτικες μήτρες κιρσοί
Χριστοπαναγίες κουφόβραση και μια εγγαστρίμυθη
Νοσοκόμα που όλο μάς ανεβάζει ηθικά με κείνη
Τη φορτισμένη ευγλωττία των βυζιών της καθώς
Σκύβει για να διαβάσει το θερμόμετρο χωρίς να ξέρει
Πόσο απόκρημνες γίνονται οι ρόγες της πόσο
Τα χείλη μας λιμασμένα σκυλιά αγιάτρευτα μέχρι τέλους
Τα μυστικά του Bodybuilding
Νάτοι, έρχονται. Καταφτάνουν. Θέλουν να γίνουν ένα με τα όνειρά μου, θέλουν κομμάτι απ’ το αντίγραφό μου, θέλουν να μου ρουφήξουν τις ορμόνες, θέλουν να βάλουν στο χέρι τις παλιές μου εμπειρίες και να μου αφήσουν τις δικές τους σιχαμένες αναμνήσεις.
Η παιδεία των ονείρων τους έχει υποστεί ριζικές μεταβολές. Κανείς δεν μιλά πλέον όπως οι κεντροευρωπαίοι εβραίοι στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα.
Τα όνειρα που ανέλυσε ο Φρόιντ ήταν λογοτεχνικά όνειρα μορφωμένων ανθρώπων της εποχής του.
Αρνήθηκε να ασχοληθεί με την ψύχωση και τους αναλφάβητους φτωχούς, τρομοκρατημένος μπροστά στο ανοργάνωτο και στο σημασιολογικά κλειστό. Μπροστά στη γλώσσα που δεν είχε δομή άρα καμιά ελπίδα για θεραπευτική αποκατάσταση.
Ζούμε την εποχή των διαταραχών. Όλες οι εχθροπραξίες εσωτερικεύονται και όλες οι αρρώστιες αποκτούν το γιατρό τους.
Απ’ τον λευκό πέπλο της εξομολόγησης και την τέχνη της άναρχης εξωτερίκευσης μπροστά στο μειλίχιο σκιάχτρο του εξομολόγου, η δηλητηριασμένη απ’ τον πολιτισμό ανθρωπότητα πέρασε στον ψυχαναλυτή και στην ψυχανάλυση. Στην τέχνη της κατευθυνόμενης εξωτερίκευσης.
Δεν χρειάζεται όμως εδώ κανείς τον Κίρκεγκαρντ για να του θυμίσει πως εκεί απ’ όπου έχει εκτοπιστεί και δημοσιοποιηθεί ένα μυστικό, απομένει ένα είδος κακοήθους κενότητας.
Αναίτιοι τρόμοι, υποκρισίες και ειδωλολατρίες έμειναν σαν αιχμηρά πετραδάκια μες στο σουρωτήρι του υποσυνείδητου.
Κρυφακούοντας τα πάντα η ακοή μας έχει χάσει την οξύτητά της.
Και να, η αμερικάνικη βδέλλα της ατέρμονης φλυαρίας, προσφέρει τσαχπίνικα ένα δωρεάν υποκλισμό στην ανθρωπότητα, ένα μικρό δωράκι για την ημέρα των Ευχαριστιών.
Ο Χριστός και ο Μωάμεθ αλληλοσφάζονται στα αιματόβρεχτα βιντεογκέιμ. Κάθε φορά ο ένας απ’ τους δυο κόβει την πούτσα του άλλου και τη σηκώνει ψηλά ενώ εκείνη ακόμα σπαρταράει τινάζοντας το αίμα της στη θολή τριανταφυλλένια ανατολή.
Κι όλες οι γέρικες οχιές που κρύβονται μέσα στη διαβρωτική ισχύ της γνώσης παρηγορούνται με τη σκέψη της αυτοκτονίας.
Περνούν τις δύσκολες νύχτες τους μεταξύ εαυτού και κενού. Δηλαδή μεταξύ δυο κενών. Μεταξύ δυο χασμάτων.
Εκεί που κάθε φορά ξεπετάγεται μιαν άνευρη φωνή πωλήτριας οργασμών.
Δυο βυζάκια απ’ τα βάθη της πρωτόγονης λογοτεχνίας που περιμένουν κάποιο ινστιτούτο για να χαϊδευτούν. Που περιμένουν τους καταφερτζήδες μπάτσους των γραμμάτων να ψελλίσουν με τα διδακτορικά τους το χλιμίντρισμα των αισθήσεων πάνω στου φαρμακωμένου Έρωτα το βλέμμα.
Τι ανιαρό που είσαι άπειρο σύμπαν!
Τι ανιαρό που είσαι άπειρο σύμπαν!
Οι ωχρές σου καλαμίδες, τι μαγεία!
Τα δάχτυλά μου βυθισμένα στα ποτάμια
Με γαυγίζει ο σκύλος
Σχεδόν ευτυχισμένος και στοργικός
Σχεδόν τόσο μόνος αφού δεν μπορεί να μου πει μια λέξη
Για σένα το άπειρο σύμπαν
Για την αγάπη
Για το μηχανικό σεξ
Για την αϋπνία μου
Να, τώρα, μετρώ παγκόσμιους θεούς αντί για πρόβατα
Όλη η δημιουργία ένα καλαμπούρι
Ω έναστρε ουρανέ, παγκόσμια αλυσίδα βεγγαλικών!
Να η ψυχή μου
Πάντα με το χέρι απλωμένο για ζητιανιά
Ποιος είναι ο πολιτισμός της Μεσογείου;
Ποιος είναι ο πολιτισμός της Μεσογείου;
Κότες και δάκρυα απαντά ο λογοκλόπος
Ο ναύαρχος επιθεωρεί τα παραπλέοντα πέη
Η φόνισσα αφόνευτη γυρνά
Οι τροσκιστές με συμπαθούν, πατέρα
Ο θάνατος μελαχρινός με τσίμπλα, ακούς;
Ξέρετε εσείς κορίτσια
πόσα τσιφλίκια αιματόβαψε ο δράκος σας
Ξέρετε από λάβαρα ηδονής και σερβιετάκια
Ωραία Ελένη πρόστυχη γριά
Καθώς έσπρωχναν το παλιάλογο οι Τρώες
Του Οδυσσέως έρανες το δρόμο με μουνιά
Σκρόφα αιωνιότητα
Σας ξέρω αντιφάσεις, κι έρχομαι σε σας με ατόφια αισιοδοξία. Ετούτοι οι κεραυνοί σας πάσχουν από άνοια. Ο ηλεκτρισμός τους λέει βρώμικα ανέκδοτα, φωτίζει τα πρόσωπα και τις κοιλιές μας. Τα πόστα των εραστών. Την παστάδα που φιλοξενεί το λήθαργο και τον εφιάλτη. Τα δόντια που αφήνουν τις λέξεις στο φοβερό τους παρελθόν. Τα δόντια που δαγκώνουν ένα μαντολάτο στο γαμήλιο γλέντι, κοιτώντας λευκά φουστάνια. Τα ρουθούνια που τραβάνε άγριες ρουφιξιές μυρίζοντας κολόνιες και κώλους που περνάνε δίπλα. Μυρίζοντας μουνιά και ναυτικά φυλλάδια. Πιο πολλά μαθαίνεις για κάποιον μιλώντας του παρά ακούγοντάς τον. Γι’ αυτό σου γράφω αναιδεστάτη σκύλα. Δεν σε χαϊδεύω. Δεν σε αγγίζω. Σκρόφα αιωνιότητα. Δεν έχω καμία όρεξη να σε κολλήσω αρρώστιες. Να σου περάσω τη θνητή μου χλαπάτσα.
Κλωτσοπατινάδα
Είναι όλα αυτά που εμφανίζονται γύρω σου, αυτά που είχες προφητεύσει. Αυτά που δεν τα έφερε η έμπνευση, η υποταγή, το συμφέρον του βιοπορισμού.
Αυτά όλα που μόλις αφήνονται στο υπερπέραν της ανάγνωσης, και νιώθεις τότε, πως, κάποια δύναμη σού έχει πάρει το θυμό, τόσο αθόρυβα όπως βγαίνει το μαλακό φλούδι απ’ το ώριμο φρούτο.
Η χύτρα της γραπτής έκφρασης βγάζει πάντα ηθικοπλαστικούς ατμούς.
Οι ποσότητες έχουν μια χαλαρή ευθύνη ενώ οι ποιότητες έχουν ένα ξαναμμένο θηρίο για φρουρό κι έναν ερμητισμό που προκαλεί συχνά πυκνά αμηχανία.
Οι απόστολοι της αλήθειας είναι πολλοί.
Είναι αυτοί που καταδικάστηκαν στις αλλεπάλληλες διευκρινήσεις, αιχμαλωτίζοντας τον αναγνώστη σε μια καταναγκαστική συνομιλία.
Αντί να λειτουργεί ο αντικατοπτρισμός του αινίγματος και της σκέψης λειτουργεί ο αντικατοπτρισμός της ομολογίας και του προφανούς. Ανία, βαρεμάρα, μιζέρια.
Η αντίφαση πνίγεται για να ικανοποιήσει την πανουργία του μάστορα που δεν θέλει να νευριάσει τον αναγνώστη αλλά να τον διασκεδάσει. Να τον ψυχαγωγήσει.
Να του κάνει δηλαδή ένα ψυχικό κλύσμα ώστε να αρχίσει να διαγράφεται στην οδοντοστοιχία του το ειρωνικό γέλιο που νιώθουν τα τομάρια όταν σιγουρεύουν τη διανοητική τους ασφάλεια.
Ω, μη μας ταράζετε τον ύπνο, ραχιτικοί καλαμαράδες και ανορθόδοξοι σκύλοι. Μη μας κάνετε σαν τα μούτρα σας.
Θωπεύστε μας τώρα με εγκώμια για τις καλές μας πράξεις.
Εκθειάστε τη συνάρτηση του εισοδήματός μας και των πολιτικών μας επιλογών. Φτιάξτε ένα προϊόν κι όχι ένα έργο.
Τα έργα είναι παλιομοδίτικα ενώ τα προϊόντα είναι έτοιμα να καταναλωθούν αυτοστιγμεί και μια για πάντα.
Φέρτε μας εκείνο το βάλσαμο της τακτοποιημένης σκέψης, την αντιβασκανία που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τον κακό μας εαυτό.
Αμερικανοί πολίτες κάνουν έρανο για να χτιστεί το τείχος του Τραμπ
Είναι φαρδύς αγκαλίτσας ο Χριστούλης
Χωράει ουρανό, μπλε μάτια, σπορ
Εμάς
Ξέρει να πηδά ελαφρά στο κενό
Να λύνει θεϊκές εξισώσεις
Τα βλαμμένα παιδιά τον αγαπούν
Νωρίς ξεμπέρδεψε με τις δυνάμεις
που επιβουλεύονται την τέχνη του
Περπάτησε στο νερό
Με δύναμη τράβηξε τον καθετήρα
απ’ το μουνί της λογικής
Μα ο διάβολος τραγουδούσε ξανά και ξανά
Δώστε την τσόντα στο λαό τη
μαριχουάνα τη Χουανίτα που φορά
ένα θαμπό χρυσό δαχτυλίδι στα σήριαλ
Γονατίστε έλεγε πάνω στα κόκαλα
πάνω στα κορμιά των γυναικών
Βυζί με βυζί
Πάχνη με πάχνη
Άρχιζε ο Βελζεβούλης τα κλύσματα τις γλύκες το μουσκίδι
Κι ο Χριστούλης ξυπνούσε χαράματα
Το μέλλον ανήκει σ’ αυτούς που ξυπνούνε χαράματα
Έλεγε πάντα ο μπαμπάς του ο πωλητής ελπίδων
Ο Mr Real Estate του σύμπαντος
Ο μπαμπάς όλων μας
τον οβολόν σας δια τον ιερό σκοπό εδώ
Ο τελευταίος λήθαργος της γενιάς του τριάντα
Πόσο βαρετές φιλολογίες
Ω! δόκιμες κυρίες
Τη μυρουδιά του σαπουνιού πάνω στο δέρμα σας αναπολώ
Μπολ με καρπούς ξηρούς
Το αλκοόλ σαν γράσο
Ο τελευταίος λήθαργος της γενιάς του τριάντα
Ροζ πλανήτες και ξεκοιλιασμένα γατιά
Λόατκι βεδουίνοι με χαλασμένα δόντια
διαβάζουν εγκώμια για το πετρέλαιο
Ερωτικοί μπουρζουάδες ταξιδεύουν στο Σινά
Η ακρόπολη βραδυπορούσα θλίψη
σαν ετοιμοθάνατη μέλισσα στο μολυσμένο αττικό ουρανό
Και πάλι ποίηση αιώνια φτιαγμένη από σφαίρες
θα γράψουνε της γης η κολασμένοι
κι ας πουλάνε γενιά του τριάντα με το τσουβάλι
οι τσίφτες στον Ιανό
Περί Φύσεως, περί Θανάτου και περικοκλάδων
Σκόρπισαν τα σπόρια απ’ το χάος στην ποδιά σου
Εργάτρια του σεξ στριγκλιά της Βαβυλώνας
Υπάρχουν μνήμες που μασιούνται στο στόμα
Πουκάμισα αδειανά που τα γέμισαν άχυρο οι εωσφόροι
φτιάχνοντας σκιάχτρα για να μην περνά
το γλυκό γαμήσι απ’ τα μέρη μας
Ήλιους ομοιώματα ήλιων
Αιδοία ομοιώματα αιδοίων
Σε ξέρω θάνατε απ’ έξω κι ανακατωτά
Εμπιστεύσου το θνητό διακονιάρη του αργού ερχομού σου
Με κρασί θα σου ξεπλύνω τα κόκκαλα
Με σπουδή θα σου γαμήσω τα μάτια
Dans les rues
Hanns Eisler: Suite per orchestra n.5 op.34 «Dans les rues» (1934)
Τα αυτιά δεν χρειάζονται μεταφραστή για να ακούσουν αυτό που τα σαγηνεύει. Η μουσική είναι ο κόλαφος των αισθήσεων. Ήχοι που λάμπουν και αναφλέγονται και τρέχει το αίμα της έμπνευσης ανάμεσα στον έρωτα και το ερώτημά του.
Στο χέρι που βγάζει ακόμα μια φλέβα πάνω στα πλήκτρα και στις χορδές, στο λαρύγγι που ξανακολλά το σύμπαν με την ουρά του και τα κύτταρα με την ηλεκτροπληξία της ομορφιάς και της σαγήνης.
Μέσα στα απότομα φαράγγια και στους βάλτους με τις μύγες, κάτω απ’ τη φλούδα του δέντρου και μέσα στο ζουμί του πετεινού αρχίζει να ακούγεται ο ανθρώπινος λυγμός.
Ερωτικός μες στην αυθαιρεσία του αφού γεννιέται για να αρέσει και τραγικός μέσα στο παραλήρημά του αφού νιώθει το θάνατο γύρω του να του δίνει τη σκυτάλη της αλήθειας.
Ο ανθρώπινος λυγμός έγινε η μουσική της ανακτημένης φύσης.
Το ένστικτο που έσπασε το πύον του πάνω στην εμπειρία αφήνοντας τις αισθήσεις έρμαια της φαντασίας.
Η μουσική είναι η παγκόσμια πλεκτάνη της ερωτικής ανθρώπινης φύσης, χωρίς πατρίδα και χωρίς θεό. Μια δικαίωση των παραδείσων μέσα στην κόλαση των κολάσεων.
Συριζαϊσμός Ή Γλείφοντας το πέος της Νίκης Γουλανδρή
Ετούτοι εδώ οι αριστερόφωνοι της χθαμαλής
παρτούζας, τακτικισταί και μοιρολάτραι
-αφοδεύοντας γιασεμάκια ούζο βουλιμία-
των κάπιταλ κοντρόλς πασίγνωστοι μούτοι
ως το νεκροκρέβατο την πήγαν τη σολιασμένη
ψωλή παλαιών πασόκων χιονοδρόμων, της
μιας στιγμής λάφυρα με Τσουκάτους
ασώματους και γυρολόγους της κουλτούρας
και των συνειρμών σουλτάνους απ’ τη Βάρκιζα
στα αρχαία χοιροστάσια και στων Μεγάρων
τα κοτέτσια, μονόλογοι εντριβές ιστοσελίδες
κράτος που δίνει μποναμάδες και κλωτσές
φόννισες ποινικούς πουτάνες αλβανίδες με
το ανθηρό μεθάνιο, λαλήστατη η παραφύσιν
έδρα, τα ταραχώδη βλαστοκύτταρα της
λαίμαργης πληρότητας του πλούτου, θα βγεί
ξανά το ξύγκι απ’ τον κώλο της θανούσης
μας πατρίδος, συλλογισμοί όλο τυφλότητα
βαρειές ψυχώσεις των αθρόων υπουργών
teens pussys πακιστάνια ψηφοφόροι
κακορίζικοι, τσόλια της άσπλαχνης βροχάδας
επιδοματίες χουντικοί και μοσχοπαπαροθρεμένοι
Είναι αντιβιοτικό γλυκό η εξουσία, ευρέος
φάσματος, της Νίκης Γουλανδρή το ακαταπόνητο
πέος μαλακίζοντας, Νιάρχους Ωνάσηδες φιλεύ
σπλαχνους φιλάνθρωπους φιλότεχνους ιδρυματίες
λοκρούς, τα κόπρανα της μαύρης αίγας γλείφοντας
τη νύχτα που κλάνει το νερό στις υπναλέες βρύσες
έθνη της βίας και των σπασμένων κοθόρνων
μακεδόνες στα πόζαρ με ταρταρούγα σλάβικη
της μαθητιώσας νεολαίας τα ματωμένα ταμπόν
ελλάς ελλήνων χριστιανών και συριζαίων
Hairy pussy Ή Το εγκόλπιο του κόλπου
Κάνει κόλπα ο κόλπος
Συσπάται
Είναι δόκανο για φεγγάρια
Τον Évariste Galois τον καταβρόχθισε ο κόλπος μιανής
Όλοι άκουσαν κάποτε το σφυγμό του
Τα μανιτάρια που φύτρωσαν στους γκρεμούς
Είδαν
Τις ορειχάλκινες οπές του να περιμένουν τα τσοπανόσκυλα
Τους νεωκόρους με τα δάχτυλα να σκαρφαλώνουν στα κοριτσάκια
Τις χούφτες μετά τη σφαγή να στάζουν κόλλυβο
Ξέρει ο κόλπος τι εστί Ραούλ
Τι εστί αιμμοραγία
Ξέρει απταίστως τα ελληνικά της ηδονής όταν
γυαλίζει η κλειτορίς σαν νεογέννητο λιθρίνι
Οι Χίλιοι Οργασμοί Της Ποίησης (251-254)
251
Τα ηρωικά βιβλία, ακόμα κι αν είναι τυπωμένα στη μητρική μας γλώσσα, θα μας φαίνονται πάντα γραμμένα σε μια γλώσσα νεκρή για τη σημερινή εκφυλισμένη εποχή. Στην ανάπαυλα του διανοητικού μας εκφυλισμού δοκιμάζουμε με τη συναισθηματική μας γλώσσα το γλυκόπιοτο κρασί των απορρήτων δογμάτων. Ο καπιταλιστής έκανε ολόκληρη περιουσία χάρη στους μέχρι χθες εχθρούς του, στους οποίους αναγνώριζε εντιμότητα, θάρρος και ηρωική μεγαλοπρέπεια. Κατάφερε να μετατρέψει τους νικημένους πολεμιστές σε καβαλάρηδες οπερέτας, τους οποίους βάζει κάθε τόσο να καλπάζουν, σε πυκνή διάταξη γύρω απ’ τον ηρωισμό τους, στον περίβολο ενός πλανόδιου τσίρκου για να διασκεδάζουν τους νοσταλγούς κάθε ηρωικής εποχής. Έτσι, η τραγωδία έδωσε τη θέση της στο πανηγύρι, και η ένοπλη εξέγερση στο θέαμα. Πυρομανία, πυροφιλία, πυρολαγνεία.
252
Και μιλάτε για ουρανό, εσείς που ντροπιάζετε τη γη!
253
Αυτός που δεν έχει κότες, δεν φοβάται τους κλεφτοκοτάδες. Και βεβαίως η ζωή φαίνεται γεμάτη κινδύνους. Όμως υπάρχει κίνδυνος όταν δεν τον σκέφτεσαι καθόλου;
254
Όταν μου έρχεται ο λυρισμός στο κεφάλι γράφω αντιλυρικά ποιήματα. Η αλλεργία που έχω στη βία παρουσιάζει κάποια θετική πρωτοτυπία μέσα μου. Ιδού τα Γλυκόλογα για την Ποίηση. Αυτά που ικανοποιούν τα γούστα των εραστών της εκφυλισμένης τέχνης.
ΓΛΥΚΟΛΟΓΑ ΓΙΑ ΜΟΛΟΤΟΦ
Η εξέγερση είναι δυναμωτικό
διεγερτικό
τονωτικό
ο Γκόγια ζωγράφισε την εξέγερση
κουφάρια και σαρκοβόρους πετεινούς
κι ήταν σα σκύλος που καθόταν στην άκρη της στέρνας
και οι βολβοί των ματιών του
φύτρωναν στο χώμα
κι ο Πικάσσο με τους ακροβάτες του
καταβρόχθιζε την Αμερική
βίοι αγίων σε πεινασμένα σκυλιά
Αλβανοί στα γκέτο και τις σκαλωσιές
με άυπνο βλέμμα ποντικίσιο
σαν του φτασμένου ποιητή
παιδιά αθόρυβα ασήμαντα
με το σταρένιο της νεότητας ψωμί
βεγγαλικά και μέλι
να μοσχοβολάν μολότοφ
που λιώνει υπέροχα πάνω στου δρόμου την κοιλιά
κι ο ήλιος στη διαπασών αφροδισιακό
με τις αχτίνες να βαρά τα πλήκτρα δυνατά
είναι μέρα ιερής γιορτής η εξέγερση
τα πλοκάμια τρελαμένων στους δρόμους
σημαδεύει το θανατηφόρο μας εγώ
είναι σπασμένες τράπεζες κι αηδόνια
που καταπίνουν σκυλιά
χείμαρροι που ξεσπούν στα χωράφια
δεν γονατίζουν σημαδεύουν ισόβια
του ετοιμοθάνατου κόσμου τα κλομπ
τους λοβούς του Αρχάγγελου
και τα στήθη της νύχτας
Εν αρχή ειν’ ο Δίας
Τι είπε ο αρχίδης στη συνέλευση των θεών; Μίλησε στην αρχή για τις σκοτεινές αντιδράσεις των θνητών στο θέμα του θανάτου και του ερωτισμού. Για μιαν όψη διαβολική όλων των από καταβολής κόσμου συνευρέσεων. Για τη Βιβλική πυρακτωμένη διάθεση του ανθρωπισμού που γεννά το σεξογαμησιακό γίγνεσθαι και το πολιτικό αλισβερίσι. Για την έπαρση της επιθυμίας των ποιητών που γουστάρουν το πολύτροπο σεξ κάνοντας λεσβιακές δηλώσεις μετανοίας στα εύφορα ταγγισμένα χείλη του αιδοίου. Στο τέλος, ως μικρομεσαίος και απόκοσμος, άρχισε τους οικτιρμούς και έδειξε στο λαό το ένα και μοναδικό του αρχίδι.
Περίληψις Ακέφαλου Έρωτος
Έσφιγγα στις παλάμες μου σερσέγγια
Η αστυνομία οργασμών στρίγγλα που αλυχτούσε
Ο εξοχότατος φαλλός μου τουφεκούσε το φεγγάρι
μα ούτε που ακούστηκε η ριπή στους ελαιώνες
Οι σαύρες γύρω χίλια μάτια ωσάν αιδοία της Μονεμβασιάς
Οι ακτινολόγοι εψάχναν μέσα μου Βουλγάρες
Οχιές απ’ το λαιμό της Παναγιάς κατέβαιναν
ως της κλειτορίδας σου τα άσπρα χαμομήλια
Ακούγαμε το χάος να μετράει ως το μηδέν
Είναι η τρέλα μου έλεγες ο ζόφος των Ιχθύων
Ο τετραπέρατος μαστός μου που σαλεύει
απ’ άκρη σ’ άκρη των γλωσσών
Αναμνήσεις απ’ το τσίρκο των ιδεών
[απόσπασμα]
Οι λαοί ευχαριστιούνται το όπιό τους. Μεγαλώνουν φανταράκια και όχι ανθρώπους.
Ο Έρως προκαλεί στο λαό δυσεντερία κι όχι την ύστατη αγνότητα της γνώσης του καλού.
Ο λαός σκεπάζει τα ερωτικά του όργανα με τα βρώμικα λεφτά της ηθικής του παπά.
Ο κώλος πονά εκεί όπου ανακαλύφτηκαν τα ίχνη των αξιοθαύμαστων χαρισμάτων του.
Γλαφυρά όργια παρασυρμένα απ’ τις τελευταίες χίλιες αισθήσεις της ζωής, σ’ αυτό τον μοναδικό τόπο, όπου υπάρχουμε και κατοικούμε, με μισή σκέψη πόθου μέσα στο καζάνι των ηδονών, την έλξη απ’ το πνεύμα των πνευμάτων, με τα βουνά τις λίμνες και το χορτάρι στα πόδια μας περιμένουμε το ζεστό καλοκαίρι, να σεργιανίσουμε ανάμεσα στις λάγνες φτέρες και δίπλα σε κάποιο θάμνο να ξαπλώσουμε γυμνοί, πέρα απ’ τη γνώση της γύμνιας, λαξεύοντας μορφές για το μάτι μόνο, αφήνοντας την τρέλα της τεκνοποιίας στην ίδια τη φύση που συχνά αψηφά τη λογική.
Το φως του ήλιου μας καρφώνει το μάτι, τόσο αδιαπέραστα εκθαμβωτικό που μας κάνει ειδωλολάτρες, να μυρίζουμε τα οστά και τις στάχτες και το φόβο που δεν έχει αίμα αλλά ευημερεί και το φόβο του θανάτου που παραλύει και δεσμεύει το νου κάνοντάς μας από αρνιά λύκους κι από άνθη τσουκνίδες.
Η κύστη μάς πιέζει και η φαγούρα μάς κυβερνά.
Τρώμε ροχαλίζουμε και ξύνουμε τη μύτη μας.
Σκεφτόμαστε για να υπάρξουμε. Ψάχνουμε λέξεις και σύμβολα για να διαβάσουμε το βιβλίο του κόσμου.
Κάνουμε σκέψεις για να νιώσουμε την αρκούδα που δεν κάνει σκέψεις και τον τυφλοπόντικα που δεν συλλογίζεται και τη γουρούνα που δεν προσεύχεται στο τραπέζι προτού ορμήσει στα βελανίδια.
Τιμή Και Δόξα Στις Μπαταρίες
Ο αρχιεπίσκοπος ευλόγησε
το δονητή
σα να ’ταν οικογενειακός θησαυρός
έπειτα απέρριψε
όλες τις προφητείες περί ηδονής
τοποθέτησε τις μπαταρίες στη θαλάμη
και το πουλάκι άρχισε να τιτιβίζει
Κάτω απ’ τη σκιά της Ακροπόλεως
η βαζελίνη είναι περιττή
https://www.openbook.gr/fainomenologia-tou-gymnoy-pneymatos/
Φαινομενολογία Του Γυμνού Πνεύματος
Πατήστε εδώ: ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΥΜΝΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Παυσίπονο Όραμα
Έχω γράψει πολλά ποιήματα για τη νύχτα. Για να μην ξεχνιόμαστε.
Ποιήματα για τους αλλοδαπούς και την Άνοιξη. Τους αστερισμούς.
Και το γαλαξία.
Που σαν μια νιφάδα χιονιού πέφτει στην ανωνυμία και τη μοναξιά.
Έδωσα ονόματα στα πράγματα. Αφέθηκα στο καλοκαίρι και στον ήλιο.
Να διατάζουν το σπέρμα μου.
Αφέθηκα στους πολιτικούς σεισμούς. Στην αδιαθεσία.
Κελάηδησα όλο τον πόνο μου
μαγκωμένος στο γαλλικό μηχάνημα λιθοτριψίας.
Κι έπειτα φαντασμένος ή ξεροκέφαλος
αποθέωσα το επιβλητικό και σαρκώδες όργανό μου.
Όπως πάντα
Η ωραία μπεκατσοκυνηγός Ή Η σκανδάλη ως κλειτορίδα των αγάμητων
Δεν θεωρώ το κυνήγι κάτι νόμιμο ή κάτι παράνομο. Θεωρώ το κυνήγι χρήσιμο ή άχρηστο. Όταν πεινάς πρέπει να κυνηγήσεις για να γεμίσεις το στομάχι σου και να ζήσεις.
Όταν πεινάς, πρέπει, με σφεντόνα ή καραμπίνα, να κυνηγήσεις για να κρατηθείς ζωντανός. Η επιβίωση είναι η πιο βαθιά ανάγκη.
Όμως το κυνήγι σήμερα είναι δολοφονική οργανωμένη πράξη με τις ευλογίες του κράτους που στηρίζει την εξουσία του αποκλειστικά και μόνο στα κουμπούρια και στη βία.
Το κυνήγι σήμερα κατέστη μια βιομηχανία της δύναμης των λούμπεν λεφτάδων αφού για να ξεκαυλώσεις χρειάζεσαι φράγκα, κυνηγετικούς συλλόγους, εταιρίες, περιοδικά με ντροπιαστικά εξώφυλλα σορών δολοφονημένων πλασμάτων, που, θα νομιμοποιούν τα ένστικτα ανθρωπόμορφων γορίλων, ποινικοποιώντας ακόμα και την αθώα διαμαρτυρία όσων δεν συμμερίζονται το νοικοκυραίικο έγκλημα.
Γνωρίζοντας πως το καπιταλιστικό δικαστικό σύστημα είναι μια φάρσα και ότι δεν υπάρχει καμιά πρόθεση να εφαρμόζονται οι νόμοι υπέρ του αδυνάτου, παρά μόνο σποραδικά και τυχαία, δεν επιθυμώ να μηνύσω κανένα καριόλη δολοφόνο κυνηγό-νόμιμο δήθεν ή παράνομο-για να δώσω το δικαίωμα σε κάποιο εισαγγελικό εκδικητικό τσόλι να με φτύνει στα μούτρα με τα σάλια του κουνώντας μου το χοντρό του δάχτυλο υπερασπιζόμενος την δήθεν νόμιμη έξη κάποιων συμπολιτών μας προς το φόνο.
Ο πόλεμος ανάμεσα στους κουμπουροφόρους και τη ζωή ήταν είναι και θα είναι κοινωνικό ζήτημα.
………………………………
Κυνήγια
https://dromos.wordpress.com/2015/01/15/%CE%BA%CF%85%CE%BD%CE%AE%CE%B3%CE%B9%CE%B1/
Ο ποιητής Γιάννης Υφαντής δικάζεται επειδή τα έβαλε με παρανομούντες κυνηγούς στη Λευκάδα
ΝΤΡΑΠΗΚΑ ΟΤΑΝ ΔΙΑΒΑΣΑ ΟΤΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, του πολιτισμού, της ποιήσεως, ένας εισαγγελεύς κατηγορεί έναν ποιητή για ψευδή καταγγελία
Επιθυμώ, άρα υπάρχω
Απέναντι στην απέραντη ηθικολογία της ποίησης τα τραγούδια των μυρουδιών.
Οι λειψές αισθήσεις μας, είτε από μεγαλοπρέπεια, είτε από ασέβεια, περιτυλίγουν τη συνείδηση με τους ερωτικούς σπασμούς που μας χιλιοκομματιάζουν μες στην ταριχευμένη πραγματικότητα των κανόνων και των δουλικών της θεραπαινίδων.
Μιλώντας οι ποιητές για ιδανικές αρετές, τις καθρεφτίζουν στη λάμψη της φαντασίωσής τους.
Όσες οι φιλίες και οι αγάπες τόσες οι αποτυχίες και τα γκρεμοτσακίσματα. Έτσι ονειρεύονται να θεραπεύσουν το Είναι που αιμορραγεί έξω απ’ το σώμα των κοινωνικών δεσμών.
Όμως τα φαινόμενα επιστρέφουν και οι ποιητές γίνονται αγύρτες στροβιλιζόμενοι μέσα στη διανοητική τους ορμή.
Ο έρωτας διατάσσει τη λαγνεία. Η λαγνεία διατάσσει το διανοητικό αίμα για να γεμίσει το ποτήρι της ακινησίας. Αυτό που θα κατεβάσουν μονοκοπανιά οι επίδοξοι ονειροπόλοι, σαγηνεμένοι απ’ το λόγο που είναι σκληρός και ανέγγιχτος μες στα απλωμένα δίχτυα της μνήμης.
Όλες οι ποιητικές μας προφητείες, όσο ανόητες κι αν είναι, σμιλεύτηκαν απ’ τη λίμπιντο της συναναστροφής και της περίσσειας του νοήματος που εξακοντίζει κάθε πολιτισμός στο κενό της αιωνίου άγνοιας και της ευσπλαχνικής αγρύπνιας.
Η ποίηση επιβιώνει πάντα ως αντίστιξη της θεολογίας του βιοπορισμού.
Παρηγορεί την ανθρωπότητα που βαδίζει στην αγχόνη την ώρα που οι παπάδες και οι οικονομολόγοι δηλητηριάζουν τη σεξουαλικότητά της και το τελευταίο της γεύμα.
Η ποίηση απελευθερώνει μια για πάντα τις λέξεις που στριμώχθηκαν στην κυριαρχία του νοήματος.
Είναι μια εκ προμελέτης ατιμία ή μια χαζοχαρούμενη κραυγή. Το στιγμιαίο λαχάνιασμα στην τόσο κουτά μονόχνοτη ζωή. Το καρδιοχτύπι που φτάνει στους όρχις. Το καρδιοχτύπι που συνταράσσει το αρχέγονο δασύτριχο μουνί της επιθυμίας.
The distance between two bodies Ή Πάρε με αγκαλιά να μη πατήσω τα γυαλιά
Ακούω τα δάκρυά της. Μπορώ να φανταστώ τα χείλη της να τρεμοπαίζουν. Ο χρόνος έχει γίνει μπίλια μες στο φλιπεράκι της καρδιάς.
Κάθε συναίσθημα έχει ένα συγκεκριμένο ρυθμό, μια βασική συγχορδία που μπορεί να καταγραφεί με τη μορφή μουσικής παρτιτούρας.
Ωστόσο, ένα είδος βαθιάς ερωτικής ένωσης έρχεται να δέσει με το νήμα του δυο κορμιά πάνω απ’ τις ρομαντικά χυδαίες μαγειρικές των οργασμών.
Όλες οι αξιοθρήνητες δημιουργίες μας διασχίζουν την ανθρώπινη έρημο για να χαθούν στην άμμο της λησμονιάς.
Μα, οι ερωτικές μας δημιουργίες, αυτές που καταπίνουν κεφάλια, χέρια, πόδια μένουν σαν πανάρχαιο αίμα πάνω στις πέτρες και πάνω στα δόντια της μυλόπετρας που συνθλίβει ένα ένα τα δέντρα της παιδικής μας ηλικίας αφήνοντάς μας ολομόναχους σ’ αυτό το δάσος δίχως εκλογή, σ’ ένα απόκρημνο ατέλειωτο μονοπάτι.
Ο έρωτας αυτό το αγγελόθρεφτο ανθρωπάκι έριξε το βέλος του, τότε, στον παγκόσμιο πόλεμο της ηδονής κι αυτό έκανε τον κύκλο γύρω απ’ τη γη και τον χτύπησε στην πλάτη.
Ο έρωτας, ως δαίμων που υπάρχει μέσα μας, τόσο αλαφροΐσκιωτος όσο η βιοχημεία των σεξουαλικών μας οργάνων, κάθεται τώρα μονάχος πάνω σ’ έναν κορμό πεσμένου δέντρου ακριβώς στο κέντρο της ξεχασμένης μάχης, υφαίνοντας, τους πικρούς διαλογισμούς του.
Κι όμως, κάποια στιγμή στριφογυρίζει στις φτέρνες του και κράζει σαν κόκορας πανευτυχής, αυτοκράτορας της ίδιας της λαλιάς του, κυβερνήτης της δικής του αναπνοής, αδάμαστος πάνω στον τραχύ λαιμό του πολιτισμού της υποκρισίας.
Ο έρωτας που μ’ αυτόν βάφουν τους τοίχους οι δογματικοί αιθέριοι προλετάριοι, μες στις πολιορκίες και τους λοιμούς της πόλης, δεν ξεχωρίζει την ψυχή απ’ το σώμα και τα δάχτυλα απ’ τις σχισμές.
Πότε χορτασμένος κραταιός μονάρχης και πότε χλωμός και λυπημένος όταν τον ανταμείβουν με δηλητήρια και κουφέτα.
Μα, ξαφνικά, πάντα, βγάζει μιαν υπόκωφη βοή τη στιγμή που ο ψίθυρος της παρακμής κυκλώνει τα κορμιά, λες και η ιστορία ξεθεμελιώνεται κι ένα τεράστιο μανιτάρι ξεπροβάλει πελώριο σαν την ίδια τη ζωή, γεμάτο με εκατομμύρια κύτταρα, αιώνιο και χυμώδες, σαν να εμφανίζεται στον κόσμο αυτό για πρώτη και στερνή φορά.