Η Λυδία Κονιόρδου μπορεί να τραβήξει μαλακία χωρίς να αγγίξει την κλειτορίδα της

Ο πολιτισμός της λατρεμένης μας χώρας, στα χρόνια της πολιτικής χολέρας και της διανοητικής παρακμής, χρειάζεται μια γραφική φιγούρα ως ιέρεια στο γραφειοκρατικό του μηλίγγι.

Απ’ την ντόμπρα μαγκιόρα Μελίνα της πασοκοσκυλάδικης αισθητικής περάσαμε στη Λυδία Κονιόρδου, την κβαντική μέντορα της μικροαστικής τρέντι αριστεράς.

Σε μια χώρα που απ’ άκρη σε άκρη την κυβερνά το ρεμπετοσκυλάδικο και η ελληνοχριστιανική μαλακία μιας πεθαμένης παράδοσης.

Σε μια χώρα που πρώτα πρέπει να σου πιάσει τον κώλο ο Τζέφρυ Ράιτ για να γίνεις πρωθυπουργός, υπουργός, γενικός γραμματέας υπουργείου ή άλλου είδους χρήσιμο μαλακιστήρι της άρχουσας ωραίας τάξης.

Τρείς επήλυδες σύμβουλοι ήρθαν να στειρώσουν πρώτα τη μήτρα του τοπίου κι έπειτα τη μήτρα του τόπου.

Ο νοητός μαύρος ήλιος του χριστιανισμού, ενός συνεχούς και ακατάβλητου πένθους για τους πιστούς υπηκόους, η οθωμανική συννεφιά με τη φασιστική ιδιοτυπία του μπόγια της Ασίας και τέλος η ευρωπαϊκή ομίχλη που οδήγησε εσχάτως στα κρεματόρια και στον υποκριτικό ανθρωπισμό των απογόνων της πιο στυγνής αποικιοκρατίας και της πιο ακατάσχετης βαρβαρότητας.

Ότι έκοψε τον παιδαγωγικό λώρο του τοπίου με τον άνθρωπο έγινε θεσμός και σχολική ύλη.

Η φυσική παιδεία σκεπάστηκε με τον προβολέα της τεχνικής, αλλά και της υστεροφημίας ματαιόδοξων γερόντων που η επιστημοσύνη τους εξατμίζεται στο πως ορθογράφεται η λέξη γκαβλί ή η λέξη τρένο.

Οι χημικές ορμόνες πέρασαν στα μυαλά πολύ πριν απ’ τις χημικές ορμόνες των γεωπόνων.

Απ’ το ίδρυμα Φορντ μέχρι σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στο μύλο της εξωτικής και τουριστικής ελλαδίτσας με τα λευκά σπιτάκια του Αιγαίου και τις γαλανόλευκες παπαριές.

Μια παρδαλή αλλά και γραφική συνομοταξία καλλιτεχνών ξεπετάχτηκε απ’ τον κώλο της κότας που γεννά τα φράγκα για τον εξουσιαστικό μηχανισμό του πολιτισμού που έρχεται απ’ τα πάνω.

Η μικροκαμωμένη ελληνική αριστοκρατική τάξη ζευγάρωσε με τους βλαχοαστούς φτιάχνοντας ιδρύματα-πλυντήρια και ιδρύματα-μαϊμούδες με κρατική πάντα προστασία και επιχορήγηση.

Οι πρόθυμοι πήραν τα πόστα, έκαναν καλλιτεχνικές μετάνοιες κι άρχισαν να γυαλίζουν τα πόμολα των μουσείων μοντέρνας τέχνης που έγιναν με περισσή σπουδή απ’ τα γεννητικά όργανα των σφαγμένων στα πεδία της μάχης, δηλαδή της δουλειάς και της δουλείας.

Όσοι πλούσιοι ασχολούνται με τον μηχανισμό του πολιτισμού παίρνουν άφεση αμαρτιών για τους απλήρωτους φόρους, τη μαύρη εργασία, τα εργατικά δυστυχήματα-δολοφονίες.

Φορούν το φωτοστέφανο της φιλανθρωπίας, κάνοντας απενοχοποιημένοι πια, λεύκανση πρωκτού ή διακοπές στο διάστημα.

Λυπάμαι που δεν είμαι πολιτικός, ούτε υποψήφιος για κάποιο δημόσιο αξίωμα και δεν είμαι υποχρεωμένος να σέβομαι τις ηλίθιες απόψεις των άλλων.

Ζούμε σε αντιδραστικές κοινωνίες όπου κατάφεραν να στριμώξουν τον πολιτισμό σε μικρούς στάβλους ίσα-ίσα για να ξεδίνει λίγο το χριστεπώνυμο πλήθος απ’ την πλήξη του μικροαστικού ολέθρου.

Το κερασάκι στην τούρτα είναι πάντα οι θεωρητικοί, ειδικοί της πνευματικής μπουρδολογίας.

Τα τσάκρα μιας κωμικοτραγικής δυστυχισμένης φιγούρας που μπορεί να συνομιλήσει με την ουροδόχο κύστη του μαρμαρωμένου βασιλιά αλλά και με το βιοπλαγκτόν των όρχεων ενός λόατκι φαναρτζή απ’ την Κομποθέκλα.

Καμία εξουσία στα Σοβιέτ!

kammia

Ας γυρίσουμε πίσω στον πλανήτη Γη.
Στον απόκρυφο λυρισμό
σαν γέρικα ζευγάρια
που αφήνουν τις εκκρεμότητες να αιωρούνται.
Ας γυρίσουμε στη βαρυσήμαντη σιωπή
και στα μηδαμινά συναισθήματα.
Στον παπά και στον κλητήρα.
Στο συσσίτιο
και στον Αμερικάνο γυναικολόγο
που μας ψαχουλεύει το μουνί.
Ας γυρίσουμε στο μπουρδέλο και στο τρελάδικο
περνώντας απ’ το χρηματιστήριο.
Ας γυρίσουμε στον τσάρο
και στον αιμοβόρο ειρηνιστή.
Ας γυρίσουμε πίσω στη δουλειά,
στα χάπια και τις φαρμακευτικές σκόνες.
Ας γυρίσουμε στα ευρηματικά μας ποιήματα
και στις μάχες με τον εαυτό μας.
Ας γυρίσουμε
στην αγκαλιά της Μαριάνας Βαρδινογιάννη
και στη συνδρομητική φιληδονία.
Στο ίδρυμα Νιάρχου.
Στη Μονή Βατοπεδίου.
Στο Μουνί Καλλιγραφίας.
Στην αριστερή μελαγχολία του δεξιού πρωκτού.
Ας καταδώσουμε το γιό μας και την κόρη μας.
Ας γίνουμε νεοναζί πατριώτες.
Ας ζήσουμε τις ανεξιχνίαστες ηδονές
της απλήρωτης εργασίας.
Καμία εξουσία στα Σοβιέτ!

Μανιφέστο Των Αγρών

maiest

Αγαπητέ ανάλγητε φθοροποιέ Χρόνε, που αδράχνεις τις καρδούλες μας και οδηγείς τα αιδοία μας σε παραληρηματικές παραισθήσεις, σου γράφω με το Πνεύμα μου τουρλωμένο και τα νεφρά μου κυρτωμένα πάνω στο βάθρο της καρέκλας.

Παρακολουθώ το ανθρώπινο είδος που συνεχίζει το δρόμο του ως τα σύνορα της γραφής. Που αλληλοαγαπιέται και αλληλοσφάζεται. Που μανιωδώς ξοδεύεται στην επιτηρημένη επιτάχυνση που το κάνει πιο υπάκουο και πιο υποταγμένο.

Παρατηρώ τους σκοπευτές με τα μικρόφωνα που εμφανίζονται στο γυαλισμένο τζάμι, εκείνο το βαθειά ραγισμένο γυαλί που ο Ντυσάν περιέφερε στην γηραιά Ευρώπη.

Παρατηρώ το γουργουρητό της νεκροφόρας και το θάνατο που δουλεύει για τον καπιταλιστή.

Παρακολουθώ τον τραπεζίτη που γκρινιάζει για τη φτωχή ψαριά από σάρκες παιδιών και διαμελισμένους άραβες.

Κοιτάζω στα μάτια τον κεφάτο καπνό της παρέας που ελπίζει αλλά δεν αισθάνεται την επέλαση της ωμής σιωπής.

Κοιτάζω το σκυλολόι των παπάδων με τις μακριές μαύρες φασκιές, που φιλοδωρούν τα ανθάκια για να μη βγάλουν αγκάθια και τους πεταμένους ανθρώπους για να μη δαγκώσουν.

Αγαπητέ ανάλγητε φθοροποιέ Χρόνε, οι άνθρωποι συνεχίζουν να αυτολογοκρίνονται, φανερώνοντας τη δειλία τους να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν το Είναι τους.

Ο ερωτισμός καλυμμένος απ’ το πέπλο της κοινωνικότητας απ’ τη μια κι απ’ την άλλη σάρκες σερβιρισμένες στο πιάτο τού μικροαστού, που την ερωτική του ύπαρξη την προστατεύει ηθικά η παστρική μαλακία.

Η επανάσταση και η καύλα για αλλαγή βυθισμένη μες στο βούρκο της γκρίνιας, απλωμένη σαν φρέσκο βούτυρο πάνω στις σβουνιές τού κοινοβουλευτικού στάβλου.

Επαναστάτες διορισμένοι στο κόμμα και ερωτογράφοι παρασάνταλοι νεροκουβαλητές και βαστάζοι εφοπλιστών που αισίως εγίναν εκδότες και διορθωτές τού μέλλοντος.

Αγαπητέ ανάλγητε φθοροποιέ Χρόνε, είσαι ο μόνος σύμμαχός μου που διαθλάς αντικατοπτρικώς τον πρωτόγονο ναρκισσισμό των συνανθρώπων μου εκεί όπου ανήκει.

Μέσα στο βόθρο του άγχους και της παθολογικής αυτοανάλυσης.

Εκεί στο πανοπτικό έρεβος της εξομολόγησης σε κοινή θέα, όπου συντελείται η αποσύνθεση της διαλεκτικής, εκεί όπου ο λόγος χάνει τη σωματικότητα της γλώσσας και από-λογοποιείται και διαμελίζεται απ’ την προσπάθεια τού τραυματισμένου όντος να κρατηθεί απ’ ότι κυρίως γενετικά το χαρακτηρίζει, προτού περάσει στο λυκόφως της απόσυρσης.

Αγαπητέ ανάλγητε φθοροποιέ Χρόνε, το πρώτα μας μέλημα είναι να καταργήσουμε το υπουργείο τρόμου και το υπουργείο κακογαμίας και το υπουργείο κλαψομουνίασης, όταν θα γίνουμε κυβέρνηση τού βουνού και των ρεμάτων.

Των αγρών και της αμμουδιάς που μας θέλει ζεστούς και ανθρώπινους. Γυμνούς και καυλωμένους, με τυρί ψωμί κι ελιές και βασιλικό πολτό απ’ τον καλοκαιρινό μας τρύγο.

Εγκώμιον γυμνισμού

στο Βασίλη Νόττα

Ο γυμνισμός του περασμένου αιώνα υπήρξε ως ειρωνεία θανάτου. Δίπλα σε συμβατικούς πολέμους και αρχαιότητες. Ανοργάνωτος στα περίχωρα κάποιου χωριού. Απότοκος της ιδιοτροπίας ενός μηχανοκίνητου τρισκατάρατου κόσμου που φόρεσε φίμωτρο στις γενετήσιες ορμές. Ο κυνισμός του υπήρξε νηπιωδώς τρυφερός και η γλυκιά του αύρα εξόχως υπονομευτική. Ο γυμνισμός προσέδωσε μιαν ενδιαφέρουσα φόρμα βασισμένη στην αντίθεση ευχαρίστησης-καθημερινότητας. Είδε τα πρόσωπα ως κωμικοτραγικές φιγούρες που προσπαθούν ν’ αποφύγουν τον ανεόρταστο βίο. Γι’ αυτό άλλωστε λειτούργησε ως κίνημα της βιαίως εξορισμένης γύμνιας. Κίνημα μιας άτολμης οργανωμένης κοινωνίας θεμελιωμένης στην εκμετάλλευση και τους στρατηγούς, τους μεσσίες και το συρματόπλεχτο φράχτη των απαγορεύσεων. Ο γυμνισμός ήρθε να υπογραμμίσει σκωπτικά την ανθρώπινη καταγωγή και την ελεύθερη βούληση που περιόρισε οριστικά και αμετάκλητα ο πολιτισμός του διαφημιστή και του προϊόντος. Ο γυμνισμός ως φυσική κατάσταση ξεσκέπασε τη γελοιότητα ενός καρναβαλικού δρωμένου που ελέγετο κοινωνικότητα. Ανέτρεψε την καρναβαλική στημένη φιέστα που εθιμοτυπικά εξαγνίζει τα αδιέξοδα και τις μοναξιές όντων αγκιστρωμένων σε μια πραγματικότητα απ’ την οποία όσο περισσότερο επιθυμούν να δραπετεύσουν τόσο περισσότερο καθηλώνονται. Όταν ο συλλογικός βίος μεταμορφώνεται σ’ ένα εκτροφείο καταναγκασμών και το έγκλημα του Οιδίποδα φτάνει το ύψος του παγκόσμιου κύρους το ανθρώπινο είδος φοράει το βρακί του. Τα ρούχα λειτουργούν ως ανθρώπινες πανοπλίες που προφυλάσσουν το πολύπαθο κορμάκι απ’ τα ερωτικά βέλη, απ’ τη φυσική του ροπή προς την ευχαρίστηση και το δημιουργικό πόνο. Ο γυμνιστής είναι ο ρομαντικός επαναστάτης της πόλης. Ο άγνωστος στρατιώτης του κήπου των τέρψεων που επιστρέφει κάθε τόσο στις κοιλάδες και τα δάση, τα βουνά και τους ωκεανούς όπου κατοικούσαν τέρατα θεοί και δαιμόνια λίγο πριν η αφηρημένη πόλη τους καταστήσει έκπτωτους κι αποδιοπομπαίους ανάμεσα στα μνημεία, τις σεβάσμιες πλατείες και τον τρομακτικό νεοτερισμό των μηχανών. Ο γυμνιστής δεν μπορεί να πιαστεί εύκολα στη φάκα της υπεραξίας. Είναι πολίτης του σύμπαντος χωρίς χαρτιά ταυτότητες διαβατήρια και πιστοποιητικά. Καυλώνει, τρώει, κοιμάται και φχαριστιέται τη χρυσή αγριότητα του ήλιου. Μπορεί να ζήσει δίπλα σε μια πηγή ή σε μια σπηλιά ως Ροβινσώνας Κρούσος ή ως Οδυσσέας. Δίπλα στην ποίηση της θάλασσας και της απεραντοσύνης, εκεί που απλώνονται άγνωστες χώρες κι εξωτικοί πολιτισμοί. Εκεί που το φεγγάρι και ο δράκος δεν είναι στοιχεία ενός νατουραλιστικού ιδεαλισμού αλλά αθώο παραμύθι καμωμένο απ’ τα στοιχεία της φύσης. Η αθωότητα τού γυμνισμού είναι η αντίστιξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης και τού φονικού τροχού ενός κόσμου που τέρπεται απ’ την κερδοφορία που αποφέρει το Κεφάλαιο που ονομάζεται εργατική δύναμη. Σ’ έναν πεπερασμένο πλανήτη η αέναη ανάπτυξη είναι το φονικό όπλο της γυμνής και ανυπεράσπιστης σάρκας. Τα κορίτσια που χαριεντίζονται κάτω απ’ το γαλανό ουρανό ζωσμένα τη γύμνια τους είναι οι αντάρτισσες που ραγίζουν το θεόρατο ψεύτικο καθρέφτη των ειδώλων. Είναι οι ιέρειες μιας αποκαθήλωσης κι ενός εξαγνισμού απ’ το μολυσμένο πετσί ενός στερημένου κόσμου, ενός στρατού εθελοντών μισαλλοδοξίας και τοξινομένης ηθικής.

Η επανάσταση έχει μόνο ποιητές

jul_kolaz07.jpg 

 

Παλέψτε για την κοινοκτημοσύνη των κορμιών.
Δημιουργείστε ομάδες περιφρούρησης του έρωτα.
Ρημάξτε την ιδιοκτησία
ποδοπατήστε τους θεσμούς.
Η εξουσία σας θέλει παντρεμένους και μονογαμικούς.
Μονόχνοτους κι ανέραστους σας θέλουν οι θρησκείες.
Δεμένους στο χαλκά τους
γαϊδούρια μέσ’ τα αλώνια τους.
Παλέψτε όχι για την ψυχή μα για το σώμα σας.
Βγείτε απ’ την τρύπα σας
ω! αρουραίοι του σκοταδιού.
Το φως βρίσκεται εδώ. Βρίσκεται πάντα εδώ.
Σπάστε τους φράχτες των μαντριών σας.
Γκρεμίστε εκκλησίες και τράπεζες
που σαν κουράδες κρέμονται
πάνω απ’ τα κεφάλια σας
κάψτε τα σχολικά μαντριά
κάψτε τα κρεματόρια του πνεύματος.
Βάλτε φουρνέλο στα θεάματα και τις αρένες
και δυναμίτη στα θεμέλια των εθνών.
Ρουφήξτε όλους τους χυμούς που σας στερούν
οι πονηροί αιώνες τώρα
κόψτε τις βρωμερές γλώσσες των επισκόπων
 πετάξτε στα λυσσασμένα τα σκυλιά
τους προέδρους των κρατών του Αδόλφου τα κουτάβια.
Χιμήξτε με την ορμή της μήτρας που σας γέννησε
πάνω στους δολοφόνους
πάνω στα κτήνη που πλουτίζουνε σκοτώνοντας παιδιά
πάνω στους νταβατζήδες.
Πάνω στη θράκα των εμπόρων που κρατούν ζεστά
τα καζάνια της κολάσεως
πουλώντας την πραμάτεια τους
ταΐζοντας τη ματαιοδοξία σας.
Σπάστε τις οθόνες
που σβήνουνε τσιγάρα στα μυαλά σας.
Βγείτε απ’ τα σπιτίσια σας τα φέρετρα
και κυλιστείτε στους αγρούς.
Στεφανώστε με σκατά το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη.
Κατουρήστε πάνω στους ένδοξους τάφους των προγόνων σας.
Χέστε μια για πάντα τους ήρωες και τα κατορθώματά τους.
Τις ευλογημένες τους σφαγές απ’ τους αγίους και τους παπάδες.
Γράψτε παραμύθια όμορφα μα μην τα πιστέψετε γιατί
σαν το μαχαίρι είναι η πένα
πότε κόβει ψωμί και πότε σφάζει
πότε λυτρώνει και πότε στοιχειώνει.
 Πότε είναι φαλλός και πότε ξίφος.
Σπάστε τα κεφάλια όσων θέλουν να το παίζουνε αφεντικά.
Κανείς δε δικαιούται περσότερα από όσα χρειάζεται για να ζει.
Σπάστε τα κεφάλια των πλουσίων που προσφέρουν ελεημοσύνες
αυτοί οικοδομήσανε τις τάξεις
σπέρνοντας παντού ανθρώπινα κουφάρια
σπέρνοντας δούλους και στρατούς.
Σπάστε τα κεφάλια των ανέραστων που λιθοβολούν γυναίκες.
Αυτών που φτιάχνουν νόμους περιορίζοντας το ανθρώπινο κορμί.
Κρεμάστε τους πατερούληδες και τους καθοδηγητές απ’ τον
ιστό της σημαίας που σας βάζουν να προσκυνάτε.
Πνίξτε
με τα ίδια σας τα χέρια τους εκμεταλλευτές.
Βάλτε φωτιά
πυρπολήστε το σκυλολόι που τους στηρίζει.
Σουβλίστε
τους μικροαστούς και τους νοικοκυραίους αυτούς που
που σας χαϊδεύουνε για να αρμέγουν ψήφους. Αυτούς
που κοιμούνται στο μαγαζάκι τους και σταυροκοπιούνται
μη τύχει και αλλάξουνε τα πράγματα.
Αυτούς που γλείφουνε
κάθε βρωμόκολο υπουργό για να βολέψει τα παιδάκια τους.
Χτυπήστε το κακό στη ρίζα του.
Κάντε κατάληψη στα μέσα παραγωγής.
Ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει ευτυχισμένος.
Σπάστε τα δεσμά των αναγκών
που σας έχουν επιβάλει κερατάδες οικονομολόγοι
και τραμπούκοι ιδεολόγοι.
Μην μεταθέτετε στο μέλλον καμία επανάσταση
 η επανάσταση είναι εδώ κάθε στιγμή.
 Η επανάσταση
είναι το κορμί που σπαρταρά για έρωτα και ευχαρίστηση.
Είναι του κόσμου ο αιώνιος παρανομαστής.
Η επανάσταση δεν έχει υπαλλήλους.
Η επανάσταση έχει μόνο ποιητές.

revolution_fist.jpg