Γυμνές γυναίκες και αποχαλινωμένα θηρία ταράσσουν τα όνειρα του Αγίου Αντωνίου, τον οποίο βασανίζει το κεντρί της σάρκας.
Ακόμα και στον ερημότοπο είναι σπαρμένη η δυναμική φύση της ακόρεστης νύφης.
Η απομόνωση τού ερημίτη στην έρημο δεν τον προστατεύει απ’ τον πειρασμό και τις εφόδους του διαβόλου, όπως δεν τον προστατεύει ούτε η σοφία που θα ανέμενε κανείς από ένα θεοσεβές γερόντιο.
Χώμα μηρυκαστικό και μνήμες που ξυπνούν τα έγκλειστα μυστικά.
Είμαι ο Άγιος Αντώνιος με το άφραχτο στόμα. Είμαι ο επιτήδειος ηδονοβλεψίας και ο σταυρός μου είναι καμωμένος απ’ τα αμέτρητα κοκαλάκια της στέρησης.
Μες στις καλύπτρες οι προδότριες αδερφές μου με τα στήθη τους σείουν το εύθραυστο καύκαλο του ερωτισμού.
Βλέπω την Εύα με τις δυο τρύπες ανάμεσα στα σκέλη. Βλέπω το χνούδι της να ζυγιάζεται ανάμεσα στη φρίκη και την ομορφιά.
Μόνο ο ρόλος της ως μητέρας, υπό την προϋπόθεση ότι θα τον υποδυθεί με γενναιότητα υπό το βλέμμα της Παρθένου, της επιτρέπει να εξαγοράσει την αμαρτία της και να σωθεί.
Και μόνο μια θρησκεία έφτασε στο σημείο να επινοήσει την Ευχαριστία, ένα τελετουργικό αμιγώς κανιβαλικό. Λάβετε φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου και τούτο εστί το αίμα μου, πιείτε εξ’ αυτού πάντες.
Μόνο μια θρησκεία βασανιστών και ιεροεξεταστών μπορούσε να στρεβλώσει τόσο την ερωτική πρακτική μετατρέποντάς τη σε κάτι τερατωδώς άσεμνο.
Είμαι ο Άγιος Αντώνιος που ξυπνά απ’ το λήθαργο τού θανάτου και του μηδενισμού της σάρκας.
Από μάρτυρας που απολαμβάνει τον πόνο και το θάνατο για να κερδίσω μια θέση στον παράδεισο γίνομαι η ερωτική μονάδα που κραδαίνει το φαλλό αντί για το σταυρό.
Γίνομαι ο προφήτης του Κάμα-Σούτρα. Κάτω απ’ τον ήλιο της Ινδίας και κάτω απ’ τον ήλιο της ζωής είμαι, ο ίδιος, άντρας και γυναίκα, αρσενικό και θηλυκό, ένα ακτινοβόλο σώμα για μια χαρούμενη ύπαρξη.
Από την συνθλιμμένη, διακορευμένη, λιανισμένη σάρκα κυλάει, το αίμα της ανθρώπινης μοίρας.
Είμαστε ζωή και ηδονή, σήψη και θάνατος. Η αγιότητά μας είναι η εμπιστοσύνη στο μουνί και στον πούτσο. Στις υπέροχες μέρες που θα περάσουμε γυμνοί στο κρεβάτι το χειμώνα και γυμνοί στην αμμουδιά το καλοκαίρι.
Είμαι ο Άγιος Αντώνιος που ξεπέζεψε απ’ το σταυρό του μαρτυρίου. Τι να απέγινα άραγε, δεν έμαθε ποτέ κανείς.