Υπέρ Ψιθύρων Και Οργασμών

Κίτρινα όλα όσα έσπειρες Άνοιξη
κι αυτή η ουράνια γάμπα σου, τι κόλλυβο!
βουή
των ψειριασμένων σκύλων του Αχελώου

Τι λύσσα πάλι οι τρίχες σου!
ψυχαγωγούν στρατεύματα κοριών
έναν θεό πιο βρόμικο απ’ τη λάσπη

Τι θεία κόπρανα!
Τι ιερές ροχάλες!
Τι καταβροχθιστές μαστών!

ω! αγία αστική ζωή
αιμορροΐδα εσύ στον κώλο της πατρίδας
προστάτιδα των αυνανιστηρίων
όλο σπυριά αντί για σφυροδρέπανα

να
μέσα στα γιοταχί τους οι πορδομανείς
έρχονται κατά πάνω σου
και τούτη τη μετωπική με την απελπισία τους
τη λένε εκδρομή

Άνοιξη άνοιξε τα πόδια σου
έρχονται οι αστοί να σε γαμήσουν
να κόψουν τα λουλούδια σου για να τα κάνουν ποίημα
έρχονται
να σου λιανίσουν το μουνί οι ευτυχισμένοι δεξιοί

κοπέλες με μαστίτιδα έρχονται να σε φωτογραφίσουν
για να σε βγάλουν στο κλαρί
για να σε δείξουνε στο θάνατο
στους αδερφούς μας μπάτσους

ω άνοιξη!
μονάχα εσύ καβλώνεις τα κορίτσια

μάρτης του 23

είναι μάρτης του 23 και περιμένω να πεθάνω.

περιμένω το πρόστιμο παράνομης στάθμευσης στο ιστορικό κέντρο των αθηνών.

περιμένω το πρόστιμο του κτέο, την προσαύξηση του απλήρωτου έμφια, περιμένω τη σπιτονοικοκυρά της κόρης μου να μου στείλει μήνυμα για το καθυστερημένο ενοίκιο, περιμένω τη νέα μαγνητική, τη νέα εξέταση αντισωμάτων, περιμένω τη νέα θεραπεία με μονοκλωνικά.

είναι μάρτης του 23, άνοιξη, η φύση αγάλλεται, οι ουρανοί επίσης, οι συμπολίτες μου πενθούν, χλομιάζουν, ιδρώνουν, μένουν άφωνοι, θυμώνουν, αγωνίζονται.

είναι μάρτης του 23. όλοι περιμένουμε το θάνατο.

οι εταιρίες φροντίζουν ο θάνατος να είναι γλυκός, οι ψυχολόγοι τρέχουν στα νοσοκομεία να στηρίξουν αυτό που δεν στηρίζεται, οι ανθρώπινες ιστορίες, η κλάψα, η συγκίνηση, τα στόριζ των λαμαρινόφιλων αλληλέγγυων δεξιών, οι ουρές για αίμα των καλών συριζέων

ω! πουτάνα αλληλεγύη, ευτυχώς υπάρχεις κι εσύ εν μέσω δημοκρατίας, ευτυχώς ο λαός θα μιλήσει στις κάλπες, οσονούπω θα γυαλίσει την κολυμπήθρα του σιλωάμ, ευτυχώς

ο κύριος μίχος θα προμηθεύσει ξανά άγουρα κοριτσάκια τις στελεχάρες της παράταξης, η ελεύθερη αγορά θα γράψει πάλι το επικό ποίημα της για το θάνατο.

είναι μάρτης του 23. περιμένουμε το κλάμα του τελευταίου καταπλακωμένου βρέφους της αντιόχειας για να κλάψουμε πάλι γοερά, αληθινά, δεν έχει σημασία που 357.000.000 άλλα παιδιά έχουν θραύσματα από οβίδες στο σώμα τους

περιμένοντας

το μεγάλο σίγουρο θραύσμα.

περιμένουμε το θαύμα όπως πάντα, έναν εξαϋλωμένο αγνοούμενο να βγει απ’ τις λαμαρίνες σαν το λάζαρο, να χαρεί ο λαός, κερδίζοντας μαζί πέντε χιλιάδες ευρώ μετρητά κι ένα λευκό γιοταχί.

είναι μάρτης του 23. στα τυπογραφεία τυπώνονται τα καινούργια βιβλία μνησικακίας για τον λένιν και τη σοβιετία,

τα καινούργια βιβλία αυτοβελτίωσης της κακομοιριάς,

οι νέες ευκαιρίες που φέρνουν οι συμφορές….

Περί Του Ενδόξου Εθνικού Έρωτος

Με το κόστος του δικού σου κορμιού
εγνώρισα τον εθνικό έρωτα
τις φλεγμονές
που αφήνουν οι ωδές στο δαγκωμένο λαιμό


γλυκά πυροβολημένη απ’ το όπλο μου
φουρτουνιασμένη γη
άδολο μουνάκι
θα σε σκίσω όπως το χάρτη της πατρίδας
θα σε κάνω φυλαχτό της υπεροψίας μου
θα σε κάνω ζόφο αχνιστό
ξεχειλισμένο


εις το χείλος του Ισθμού
εις την κόψη των δακρύων της Παρθένου


ω! βοηθάτε Αγίες, ετούτο το λογοπαίγνιο


Αίγες κάποτε εσείς κι εγώ λύκος
απ’ τον καιρό της μεγίστης εκρήξεως
απ’ τον καιρό της σιωπής


υμνώ το λαδολέμονο και τη ντομάτα
υμνώ το γλειφομούνι και την πεολειχία
υμνώ το Τίποτα που ήμουν
και το Τίποτα που θα γίνω ξανά


Σκατά στον τάφο μου, κορίτσια

Σάρκα Και Αναστεναγμοί

Η εκσφενδόνιση της απρέπειας εκεί που αφήνει τα ζουμιά του ο βαμπιρικός βιοπορισμός

συνήθως

αποθεώνεται όπως σ΄αυτό το οδυνηρό κεφάλαιο του εθνικού οικογενειακού βίου με τις

μνηστείες και τις συνακροάσεις όλων με όλους, ένα κράτος κηδεμών, μια

πατροπαράδοτη εθνική ηθική, δηλαδή η

φιλοπόλεμη φύση σε πλήρη ανάπαυση, προστατευμένη από την περιέργεια και τον ερωτισμό

μέσα

στους περισπούδαστους βούρκους των καλών τρόπων, των συγκινήσεων, των μολυβιών Faber 5H, μέσα στα νερά τόσων πορθμών, ισθμών και γυναικείων ρευμάτων.

το παιχνίδι μαυρίζει και μαγαρίζεται, η αγάπη γίνεται αντι-λαγνεία,

ό

μως η μέσα χαρά αρθρώνει δημιουργική κριτική,

απέναντι στο δοσίλογο πνεύμα, οι ντελικάτοι ειδήμονες με ηδύτητα κολακεύουν τη νύφη

τη νυφούλα, που είναι άμαθη λουλουδοστεφής ασπούδαστη, θυγατέρα της αιτιοκρατίας που ενώνει τον βλαστό και τον κορμό, καρτερική μάνα, αδερφή του ελέους

αναγωγικό πουτανάκι της αστικής ψυχαγωγίας

φιλμικός χρόνος μεταξύ ερεθισμού και νοήματος, μεταξύ κυτταρικής μεμβράνης και αιωνιότητας μια

χώρα δίχως χώρο, νησιά ωραία από πάντα, γειτονιές του μητρικού παραδείσου μια

ένωση της μνηστής μας κοπέλας με το κορμί της πατρίδος, μια νέα ποιήτρια που θέλει να βγάλει λεφτά πουλώντας ποιήματα, πουλώντας των υγρών της τον τάραχο, των φίλων της την τσίχλα παίρνοντας απ΄το στόμα

εξουσιάζοντας την πορεία των χυμών της

την υδροδυναμική της εμμηνορρυσίας της, τους πόρους που κρατιούνται για ένα ολόκληρο φεγγάρι κλειστοί συντηρώντας το θυμοειδές του χαρακτήρος, εις

τα βάθη

των εγκάτων

των ερμητικών σπηλαίων όπου

στοίβες αυγά όλων των φύλων και των φυλών φυλλορροούν αφίλητα

καρτερικά υπομένοντας τις στρεβλώσεις, τη

φθορά που μας κινεί για να μας φθείρει έως αποθεώσεως, γελώντας απέναντι στις τεθλιμμένες κολοκύθες με τα τρύπια μάτια και τις τρύπιες καρδιές

στα άδυτα του κόλπου όπου πιάνεται το παιδί σαν ψαράκι, όπου τα Εισόδια του φαλλού θα αναδημιουργήσουν το στερέωμα κι η γυναίκα θ΄αφήσει πίσω της το θυμό του χαλασμένου αίματος τις μυρουδιές

τη μυρουδιά, τη μοναδική

τη χώνεψη απ΄τα όξινα διαλύματα των θαυμάτων

τα δείγματα γραφής της μαρτυρικής νέας που θέλει να βγάλει λεφτά απ΄τα ποιήματα, να αγοράσει κρέας, σερβιέτες, πατατάκια, αλισίβα για τον γαμήλιο

κουραμπιέ

Κοινωνικά Δεσμά Ή Περί Του Οίστρου Μιας Ψυχοκόρης

Ορθώς,

οι φιλικές παρεμβάσεις γίνονται φαλικές επεμβάσεις εντός της βραχύβιας ιστορίας του σώματος. του σώματος που ξεχνά πως είναι σώμα και γίνεται ο

αναμορφωτής του σώματος, ο τροφοδότης της εξασθένησης, αποθεώνοντας τη θεσμική λαγνεία, τη δεξιά σκέψη

τις εργολαβίες της ίδιας μας της βρώμας, της ζωικής κραυγής που χασμουριέται στο βραδινό αεράκι αφού

ζωγραφίζει αγγέλους που έχουν πατήσει με τα άρβυλα το γαλλικό σκατό το πνεύμα του διαφωτισμού, τη χρήση της σιλικόνης για ερωτικούς σκοπούς, τη χρήση της κοκαΐνης για αργοσάλεμα στον κόσμο του ψυχρού πλούτου,

στη λογική της μυρωδάτης πορδής που πρέπει να την πιείς και να τη φχαριστηθείς

στη λογική του χαδιού πριν ανοίξει το ρόδο, πριν γεμίσει κολίβρια τη μήτρα του κοριτσιού

για να χωρέσει θείες μεταλήψεις εσταυρωμένους πασαρέλες αντισυλληπτικά ιερείς με μαραμένα πέη που παραπαίουν, φωλιές,

φωλιές και

φόλες και στέρεες παρατάξεις, χούγια ευλογημένα του ιδρώτα και του σπέρματος, αναρτήσεις με σύνδρομα και συνδρομές αφού πάλι το τάμπαξ θα θριαμβεύσει

η αναμονή της γονιμοποίησης μπροστά στο μητροσκόπιο, τα χρυσά ωάρια που αφήνουν οι πόλεμοι, οι λεγεώνες από τεκνά που δουλεύουν στην εστίαση

όλα πάντα στην ώρα τους κυλώντας αφού ο χρόνος παραμένει αθεολόγητος

και μαθηματικός

χωρίς φλέβες και θνητή ύλη

δαγκωμένος αντιψυχαγωγικός και ελαφρώς άμυαλος απέναντι στους βασανιστές του, δείχνοντας τι θα πει οίστρος

και τι θα πει γυφτιά θεσμική και αφρώδης εκπάγλου ανυπακοής όλο χαμόγελα και μαλακίες και μικροκλοπές ζωνών έρωτος και βίας

δείχνοντας πόσο ειδωλολάτρης πρέπει να γίνεις μπροστά στις ταπεινές παπαρούνες και τα κρινάκια και τους μέλλοντες νεκρούς

ως ψώνιο φιλημένο από όσες γυμνόστηθες ατιμασμένες παρθένες άφησε πίσω του ο εγκέλαδος της καβλοσύνης πριν

σε καθίσει στο σκαμνί της γέννας

ξεβράκωτη ξυρισμένη πετώντας τους ανθρώπους στα νεκρά νερά

περιμένοντας τα ποιητικά ανακοινωθέντα ή

την περιέργεια να αναστατώσει τα χειλάκια τόσων κρυφών γυναικείων φύσεων

Σημείωμα για τον Ivo Pogorelich

…κερατά Pogorelich,
λίγο πολύ επιβάλεις ένα παράπονο, ένα βούλιαγμα στον ορίζοντα που δεν έχει να κάνει με τις διαπεραστικές συγχορδίες, τις φήμες, τον εαυτό μας που τρώει κλωτσιές, είναι κάτι που αιώνια μας ξεφεύγει, μια λεπτομέρεια, μια στιγμή πονηριάς, ο ήχος που τον παντρεύεις με τη διχογνωμία και το έλεος, εκείνα τα πάθη των αλαφροΐσκιωτων μπροστά στο φεγγάρι, ο λύκος που ούτε χαμογελά ούτε γκρινιάζει, ο αριθμός μηδέν ο δημιουργός του κόσμου των μονάδων, κοίτα τώρα εδώ αδερφέ, πως περιπαίζεις ως ελαφρόμυαλος όλες τις επάλξεις, όλες τις πατρίδες που τις κινεί το αίμα πριν φτάσουν στον κατάμαυρο ουρανό, κοίτα πως σφάζονται οι ματιές μας, κοίτα τούς εσταυρωμένους που περιμένουν να κάνουν το νούμερό τους και να κοιμηθούν, ω! βαφτισμένε σατανά, αφροδίσιε, μυγιάγγιχτε- ξέρεις εσύ πια θεοπάλαβη Μήδεια μας χάιδεψε αντί να μας σφάξει, ξέρεις πως να σπας με τα δάχτυλα τις πυξίδες κι όλου του γνωστού κόσμου ξέρεις πως να υμνήσεις τις αναπηρίες….

Κόρφος Οκτωβριανής Επαναστάσεως Και Άλλες Γυναικείες Φωλιές

Ετούτος δω ο κόρφος
μια καταβόθρα γλυκισμάτων

Γελούν οι ελέφαντες
οι προβοσκίδες βιβλικές
αμαρτωλές
λένε, σ’ ευχαριστώ Οκτώβρη για τη γλίστρα

ω! ιδρώτα, γεμιστήρα του καλάσνικοφ

τι στοκ βυζιών διαθέτει η οικουμένη!
τι μπανιερά για τις ναπάλμ!
τι ατελείωτους κουβάδες κολλαγόνου!

-ωστόσο ο ένας τρώει τον άλλο-

έρχεται η επανάστασις, ο Λένιν
κάθε ρωσίς εργάτρια ζητά επίδομα οργασμού
ζητά υπερωρίες πόθου εις το Μινσκ
ζητά το αιδοίο να κοσμεί τα σοβιέτ
ζητά απ’ το σφυροδρέπανο
να σφάξει το λαιμό της λαιμαργίας

έρχεται όμως με τη μπότα του ξανά ο βιαστής
όπως
μετά τον έρωτα ο γάμος
όπου μοιράζεται αφιλοκερδώς το σεξ
κι ο θάνατος κερνά κρόκο τα καναρίνια

Εγώ η Αγία Λύσσα Ή Ευχέλαιον με κυριακάτικο μεζέ

τι πιτυρίδα τι πυρίτιδα!
κι οι δυό λεξούλες κάνουν σεξ
ωχρή καρδιά χορευταρού
πριν γίνει ο θάνατος νερό
πριν δηλωθώ αγνοούμενος
από ασφυξία εσωρούχων κοριτσιού
από λινό βρακί μιανής
από αγχόνη μισοφέγγαρης ψωλής

ω! έχω πνεύμα
και ρόγες θηλυκού
άξιος ο μισθός μου
το αίμα της μητρός μου

δηλώνω εις τον έφορο ιατρό
τριγλυκερίδια ουρικό μυελοπάθειες
πάθη φριχτά πολυάσχολα

και όνειρα
δε βλέπω πια
αφού η οργή με καταπλάκωσε
αφού είναι στρυφνός
της έμπνευσης ο ουρανός
δύστροπος σαν αιδοίο Μοναχής
και φαντασμένος
αφού στην πρώην μου ζωή ήμουν
η Αγία Μουνόψειρα
η Αγία Φωτεινή
η Αγία κολυμπήθρα της Παρθένου
η πρόεδρος όλων των πνιγμών

η Αγία Λύσσα

Η προσευχή του Ματατζή

διαθέτω
των μπάτσων υψηλές αρετές
κλωτσίδι
στους λαχανιασμένους λαιμούς
τατουάζ σταυρούλι
από χρυσόμαλλο δέρας
παναγίτσα στο μπράτσο
Κολοκοτρώνη στο μηρό
τον πρωκτό της πατρίδος λατρεύω
δως μου φώτιση θέ μου
να ουρώ τα κουμμούνια
να κλωτσώ τις λεσβίες
να αγαπώ το Χριστό

Ωδή στα φεστιβάλ ποίησης και τις λογοτεχνικές αγρυπνίες

τι σιελόρροια!
τι γύφτικοι σπασμοί!
τι φεστιβάλ ετοιμοθάνατων γερόντων
ποιητών
και τι Πατρίκιοι βραβευμένοι!


να, ο κυρ Κουράδας το κάτουρο αγαπά
όπως ο κυρ Χριστός τις ψείρες


οι κύριοι που βρίσκονται σε ηλικία ψεύδους
πίνουν εσπρέσους με αφρόγαλα
τους γυναικείους κόλπους αγαπούν
μα δεν τους έχουν


κλαίουσα και ριγούσα η στεντόρεια φωνή τους
όλο μπαλκάνιες ωδές πελώριες νύστες
δημόσιες σχέσεις προφητείες αγκαλιές
στον έπαινο των σοφιστών εξασκημένοι
σαν φίδια αλλάζουνε το δέρμα τους καθώς
τους εύχεται ο Τίτος με πατρική στοργή
πατρίκιοι να γίνουνε κι αυτοί


Ας είν’ ελαφρύς ο δεκαπεντασύλλαβος που σας σκεπάζει
πληβείοι παραλογοτέχνες αδερφοί
ενάρετοι μεθύστακες και μπάτσοι

Προσευχή, πέρα στους πέρα κάμπους

Σε κατοπτεύουν οι γαμπροί της μεσημβρίας
οι άμβωνες της στύσης
οι αγρότες που καπνίζουν με μανία
ω! δούλη του θεού παραμυθία
σπαρμένη χίλια αστέρια και σκοτάδι
ο έρωτας ο θάνατος
κι ο λήθαργος
ο πιο αρχαίος βλαστός μας
ο πιο βαρβάτος κουρδιστής των κλειτορίδων
το ένα μάτι του γυμνή Αμερικάνα
το άλλο πρώην σοβιέτ
ω! αδελφούλα των αγγέλων
ετούτα δω τα κρέατα θέλουν μονάχα σεξ

Ο Μπουκόβσκι και η ταμειακή μηχανή

αναλογικό κολάζ σε χαρτί/Αντώνης Αντωνάκος

Η αγορά τραβάει τον ανήφορο, οι λήσταρχοι
των ποιητικών ορέων αγοράζουν ξένους ποιητές
-μεταφράσεις σκατένιες όπως του γούγγλι-
από καλά παιδιά, με φρόνημα αλεπούς

απέθαντους μπουκόβσκηδες με της μανούλας τη θηλιά
στον ερπετό φαλλό τον πονεμένο

να κοιμηθώ θέλω, βρικόλακα μπαμπά, πάνω στα ούρα των αμερικάνων
να φιλήσω έναν κώλο όπως ο Χένρυ

να πιώ όσο μ’ αφήνει η γυναικούλα μου να πιώ
να νοιώσω καταραμένος μέσα στο άτσαλο λιβάδι της ψυχής μου

Σ’ όλα τα κλίματα, σ’ όλα τα πλάτη,
αγώνες για το ψωμί και το αλάτι,
έρωτες, πλήξη

μπύρες και πάλι μπύρες και κρασιά

αντί πατρίδα εκδόσεις ζάναξ ζάχαρο

-πιστοποιητικά καταραμένων εκδίδουν μόνο στα Σεξάρχεια παιδιά μου-

ω! θείο Μουνί ξέρεις καλά εσύ πεθαίνει όποιος δεν ξέρει πως να ζει
κι αν σ’ απειλήσει η χαρά φυλάξου

Υγρά περιστατικά Ρομαντισμού και Θανάτου

Μακριά απ’ το βασίλειο του πειθήνιου οργασμού
Τρώνε μικρές μπουκιές τα σαρκοβόρα λουλούδια
Η Αμερική γυμνή στο βάθος του γκαράζ
Ο Ιησούς παζαρεύει μεσκαλίνη
Ανάβουν τα βυζάκια σου στο πρώτο άγγιγμα
Εγκώμια λιγνά σαν οχιές
Πουλάνε τις κλάψες τους
οι ποιητές του άστεως και της βαρεμάρας
μα δεν τις αγοράζει κανείς
Καθώς ο ήλιος μια νέα ρουτίνα
λίγο πριν ξυπνήσει μέσα μου ο κεραυνός
λίγο πριν ξεφλουδίσω την καρδιά απ’ αυτή την άγρια πέτσα
τα γερατειά το θάνατο και το ζεστό κακάο

Χάος

Η ζωή κι ο θάνατός μου πιστό σου αντίγραφο
Χάος εσύ, μυριάδων ασωμάτων
όλο εκρήξεις στείρας ευτυχίας και σκοτωμών


οι αρχαιολόγοι της ηδονής με είπαν άπληστο ζώο
χαμάλη νοημάτων μαμάκια σκατόψυχο


με είπαν παιδί σου
αχ!
και πως ορίζει την αγιότητα ο πόθος δεν έμαθα ποτέ
κι αυτά που μάτωσα για να τα μάθω
στην ησυχία της νεκρής καρδιάς μου θα χαθούν
δίπλα σε στομάχια που δίνουν μάχες
σε κωλοτρυπίδες δίπλα που αναφλέγονται
σε εκζέματα που τους γλυκομιλούν οι σκεβρωμένες γιατρίνες


όλοι για σένα γράφουνε
Χάος που σαπίζεις μεσ’ την ιλιγγιώδη ακινησία


όμως
μονάχα
ο έρως, σε γιγαντώνει
-των σπλάχνων σου ο πομπώδης αφρός-


να, λίγο-λίγο σε ξεφτουριάζουν τα ποιηματάκια μας
όπως τα δάχτυλα της μαμάς τη σφαγμένη κότα
στο νεροχύτη


Χάος που μας χόρτασες
μυστήρια και πηγαιμούς στην Ιθάκη
εσύ δεν είσαι θάνατος
μονάχα ρύζι άβραστο μες στο βρακί της νύφης


Χάος
και να σε φάμε θα μας φας

Ποίημα εθνικόν και πατριωτικόν προς τέρψιν των ελληνόψυχων αδερφών

Ένας κατεστραμμένος φαντάρος, ένα μαλακισμένο ελληνάκι είμαι
Ω παιδιά σκατόψυχα του λαού κουρδισμένα αρχιδάκια
ντροπαλά νυμφίδια σε πανηγυρική μοναξιά,

χύσια χύσια χύσια εις το ναύσταθμο της Σαλαμίνος,
πασαλειμμένος ο στρατόκαβλος έλλην μαμά και πατρίδα
πούτσα και μπιμπερό

εγώ που θα έγραφα το ωραιότερο βιβλίο για το
δημόσιο ιδρώτα σας κορίτσια για το τρικυμισμένο σεξ το σώμα
που επιθυμεί αδιάκοπα να υποφέρει και να πονά γράφω τώρα
ρεπορτάζ για την εφημερίδα του Πρωκτού

ο τελευταίος μου λίβελος για τη θλίψη έγινε
βάιραλ στα καφενεία του Κολωνού εκεί
που κάνουν ουρές οι πεθαμένοι για ένα φρέντο
εκεί που άλειψαν
όλες τις γαλλικές κρέμες στο βυζαντινισμό τους
οι ανδρογυναίκες
κι η θλίψη τους για τα ερείπια ο μοναδικός
άπαιχτος γκόμενος που δεν θα αποχωριστούν ποτέ

ω πνεύμα αρχαίο ένδοξο πλυμένο στο αίμα του αμνού
που γέννησες αγίους τράγους με καισαρική το
δέσποτα με τη χρυσή την πούτσα

τις μοιχείες τις ακαδημίες το δοσίλογο φίλο
το θεό δήμιο τον κερατά και τον μαστρωπό

αφιερωμένα όλα σε αγόρια πολεμιστές ιερά μοντέλα του βόγκ
ξεσχισμένα πουστράκια από σκηνοθέτες που αγίασαν στο ξεκώλιασμα
υπέρ πίστεως και υπέρ πατρίδος

φάτε τους όλους τώρα
γαμήστε την Ανατολή και την τουρκιά με στόμφο
στη βροντερή ανέμελη λιακάδα της βλεννόρροιας που μας συντηρεί,

δακρύστε κάτω απ’ τη γαλανόλευκη κακία
κάτω απ’ το επίδομα θέρμανσης και το επίδομα λεύκανσης πρωκτού
υμνήστε τους βρικόλακες που σας μάθαν
παπαγαλία και εθνικισμό απ’ τα κάτω

ανακράξτε ζήτω ζήτω
ζήτω τα σκεύη ηδονής κι

είναι άραγε βιασμός η σεξεργασία
αμόλυντο μουνί της μάνας και της αδερφής μου!

ή προτιμάτε θάνατο σεφερικό με δόντια χρυσά και έμπλαστρα
νομπέλ βραχείες λίστες οργασμών ματαιοδοξίες μεταξύ κυρίων

Ω οι πυγολαμπίδες
μας φωτίζουν αγάπη μου
τα ζουμάκια μας ρουφάμε γλείφουμε
τα πιο σαρκώδη ζωάκια είμεθα
άτριχα σχεδόν παλαβά εμείς
εράσμιοι αποικιοκράτες μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης
μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής
-ω μια κωλομουνιάρα γίδα ο πλανήτης!-
βλοσυροί αφού γλιτώσαμε τους Καιάδες
μειλίχιοι σαν σχολικοί σύμβουλοι
-με τα παιδαριστικά τους όνειρα
κρυμμένα κάτω απ’ τα πλατωνικά χαλάκια-

όμως να, οι μπασκίνες έρχονται με το βήμα της χήνας
θέλουν να μας βάλουν στον κώλο σιδερένιες βέργες
μας ρίχνουν ξύλο σαν το μπαμπά μας αγαπούν τόσο
που θέλουν να γίνουμε σαν κι αυτούς
ρομπότ καθήκον γαμώ το χριστό σου
λυμένα ζωνάρια για καβγά

όμως η ποίησις είναι
ανάπτυξις στίλβοντος κιρσού μιανής μανούλας καθαρίστριας
η ποίησις, μουνόπανα, δεν είναι αυτή που γράφεται
αλλά αυτή που τρώγεται και χέζεται
αδιαλείπτως
εκ του σύμπαντος των οπών

Συμβουλές στο μαθητή μου το λύκο

ψάξε την καταγωγή σου στα μακρινά άστρα
στη Μονή του Υμένος
στο μέγα Σχίσμα
στο φαράγγι των μελισσών
στον άφθονο Σατανά
ψάξε την ουσία της ύπαρξης
στ’ αχαμνά
πενήντα οχτώ εκατομμυρίων γουρουνιών
που σφάζονται κάθε χρόνο στη Γερμανία
ψάξε για δουλειά
για έμπνευση
ψάξε για φίλους για εραστές
ψάξε κάτω απ’ τις πέτρες
να βρεις την τυχερή οχιά
το τυχερό δηλητήριο
ψάξε να βρεις τον τράγο
να του γράψεις μιαν ωδή
ψάξε τους Σιληνούς και τους Σάτυρους
ψάξε εκεί που δε φυτρώνει τίποτε
παρά μόνο
απολιθωμένη βροχή και σελήνες

artwork: Apollonia Saintclair

Ζήτω το έθνος ρε μουνιά Ή 200 χρόνια σαπίλας

εγώ ο ακλόνητα κλωνοποιημένος Έλλην
δηλώνω ευθαρσώς πως τριγυρίζω τον
κόσμο ζητιανεύοντας κέρματα για το μεγάλο
τζούκ μποξ της αγάπης για να βράσω


τη γίδα για τους τουρίστες αφήνοντας
αμέτρητους μύθους να γλιστρήσουν στα
ζεστά μου εντόσθια να χέσω εν τιμή το μέγα
ιερό μουνόπανο της σημαίας μας να


γαμήσω ξανά της παναγίας το στερημένο
στόμα όλα τα ιερά και τα όσια που με κάνουν
φονιά γλείφτη και βιοπαλαιστή λίγο να
σηκωθώ ψηλότερα πατώντας πτώματα


πτώματα πτώματα γράφοντας ύμνους
απαγγέλοντας ωδές ξορκίζοντας όλα τα
κακά δαιμόνια φορώντας του νοικοκύρη
την καπότα μνημονεύοντας ένδοξα


παρελθόντα σφαγές τραπεζικές επιταγές
έξοδα παραστάσεως υπέρ βωμών υπέρ
ηρώων υπέρ αγίων εταιριών εκλαμπροτάτων
χορηγών ευεργετών ηδονιστών πατριαρχών


νατοϊκών και ορθοδόξων ευσεβών νεο
μαρτύρων δεξιών δημοκρατών και μαχητών
και πουτσαράδων ποιητών. Των ελπίδων
δικαιούχοι αριστεροί ανανεωτές αναρχικοί


ευνούχοι εραστές του Αιγαίου με ξοχικό
στο Πήλιο λεφτά της διαλεκτικής δημόσια
φαγοπότια επετείων και καταχνιά σπαραχτική
μαγκάλια αναθυμιάσεις επιδόματα χορο


στατούντος του αγίου παϊσίου του σαπι
σμένου πούτσου του θεού του σαπισμένου
έθνους που βρωμά της σαπισμένης θέας
της ψεύτικης ζωής των σαπισμένων μας


παιδιών που πίνουν Hell κι ακούνε τράπ
πουτάνες ντράγκς μονόφθαλμη αυπνία
μοναχικές φιγούρες μ’ αγριεμένες μούρες
φαρμακωμένα φανταράκια εν δυο εν δυο


πατρίς θρησκεία γραφειοκρατία και
λόατκι σωφρονισμός

Περί Ωραίου Ή Αυτοανάφλεξις Του Σώματος

ωραία η λέξη όπλο στα χείλη σου
ωραία η λέξη χείλος πάνω στο όπλο μου
ωραία η φιλαρέσκεια του επεκτατισμού σου
-η πάλη των τάξεων στις κλειδαρότρυπές σου-
ωραίο το ψωμάκι του σοδομισμού σου
μέσα στους ανατριχιασμένους σπασμούς
ωραίο που δεν σε ξέρει η ομορφιά κι ο θάνατος
να σου δαγκώσουν τη ρόγα να γαρνίρουν
το αίμα της ζεστής γης με των υγρών σου τον τάραχο
ωραίος ο μικρός έμπειρος μπούφος που είμαι
το άγριο ζωάκι το άνανδρο από αστικές πολιορκίες
ωραίο το κουστούμι μου απ’ της δίψας σου την πασχαλίτσα
ωραίο το σακάτεμα απ’ τα δόντια του ήλιου
απ’ την αρπαχτική σου δίνη που τη λένε γονιμότητα
και ξεχαρβάλωμα
και Οσία Οργασμία
και Αγία Ανθέμιδα των χειμάρρων μου

Αδάμ και Εύα Ή Ελεγείο για την ερωτική ασυδοσία

Μπορεί να είναι εικαστικό

Ψάχνω τέχνασμα για να σε συγκινήσω
μα είσαι αρπαχτικό
-ψέμα κόπωση ευθύνη συγκατάνευση-
Κάθε αγγλοσαξονική νόσο που με συνεπήρε σου την επιστρέφω
Όπως άλλα αρσενικά ύμνησαν την καβλοσύνη σου
εγώ ύμνησα τα ζουμερά μπιφτέκια σου
Έγραψα ιδιότροπες ελεγείες για τη γενναιοδωρία σου
Εκεί που οι άλλοι έβλεπαν έναν αμετανόητο πορνογράφο
εσύ έβλεπες ένα ζηλιάρη θεό
Υπήρξες η έσχατη νύφη της μεγαλοσύνης μου
-μια μορφή πολέμου μέσα μου-
Υπνοκάπηλη
Ερεθισμένη
Ένα νόστιμο μείγμα από ζεστά υγρά
Η πλέον ικανή να καταναλώσει
όλη αυτή την αφύσικη σπατάλη των λέξεων
Η πλέον ικανή να θρηνήσει
οσμές από γλυκά γαμήσια
να καταλάβει τις χυμώδης αϋπνίες μου
τα ξενύχτια
τις γιορτές της αβύσσου
τα σκιάχτρα στους ελαιώνες
Με το μέλι σου έδωσες ζωή στα άρρωστα φίδια
Εγώ Ειμί ο θεός, σου ψιθύρισα
κι ήρθα εδώ για να σε γεννήσω
Σε τούτο το μαλλιαρό κιλίμι της φιλοδοξίας
που κυλιστήκαμε
αφήνοντας πίσω μας άυλη ματαιοδοξία
απογόνους αναμνήσεις καταθέσεις και
κάτι ξενέρωτους στίχους
κάτι φασματικές ζωγραφιές
απ’ την άγαρμπη σεξουαλικότητα των αχάιδευτων κοριτσιών

Νέες προσφωνήσεις για τον σκληρό Ήλιο της αττικής

Οι καπνοί από τη φωτιά στη Βαρυμπόμπη «έπνιξαν» τις Καρυάτιδες  -Συγκλονιστικές εικόνες | ΕΛΛΑΔΑ | iefimerida.gr

Ω σκληρέ ήλιε της αττικής
δεν είσαι ακριβώς αυτό που επιθυμώ
ούτε η γιορτή των ματιών μου
Τριγυρνάς σαν φιλόδοξος πράκτορας
Οι εμπρηστές τρίβουν τα χέρια τους
Η κυβέρνηση ποστάρει Οδυσσέα Ελύτη
Τρελαμένοι ρεπόρτερ σαν ιδρωμένοι κολίγοι
γράφουν ύμνους για τη γραμμή εκκένωσης
εμβατήρια για το πυροσβεστικό σώμα
Κουνέλια τρέχουν να κρυφτούν
κάτω απ’ τη χαρά του βάρβαρου οίστρου σου
Ήλιε σκληρέ της αττικής
κάψε το καζίνο της Πάρνηθας
κάψε τα μαγιό και τις πετσέτες
πυρπόλησε τις αβέβαιες λαθροχειρίες της νιότης μου
ακόμα και την ποίηση που ανακάλυψα πάνω στην τύφλα μου
Τ’ αστέρι εκείνο αυτό το σκότος προμηνούσε
Εκατομμύρια πίτσες καταναλώθηκαν απόψε στην αττική
Οι πυροσβέστες ξέρουν πως η σιωπή κερδίζει το παιχνίδι
Πως το Ισραήλ θα κόψει το λαρύγγι του καύσωνα
γιατί ο θεός αργεί και το Ισραήλ ξέρει να βοηθά το θεό
όταν τα πάντα γύρω είναι φωτεινά
και η γη μαλακή για το φτυάρι
Άλλα ζώα θα γεννηθούν
Νέες ιδέες θα γκρεμίσουν την πόλη
Νέρωνες οικοδομικοί συνεταιρισμοί
Κι άλλα παιδιά που φεύγουν κυνηγημένα απ’ την επαρχία
ψάχνουν τα ενοικιαστήρια
για να βρουν μια τρύπα να ξεψυχήσουν
κρατώντας στο χέρι το μεγάλο πτυχίο
το φευγιό απ’ το σπίτι
Ήλιε της Αττικής πάνω από τουριστικά σχέδια
από βιοτεχνίες και σπιρτόκουτα
από ασθένειες φόνους καυγάδες για το σεξ
δίκες πρώην ευτυχισμένων ζευγαριών
που τώρα κόβουν τα παιδιά τους στα δυο
κάνοντας πικνίκ δίπλα σε νεκρές χελώνες
πνίγοντας ζεστές σφήκες μες στις παγωμένες γκαζόζες
Τι νόημα θα είχε ο θάνατος αν δεν ήταν οικείος
Η τέφρα και ο άνεμος
Τι νόημα θα είχε η ψυχανάλυση δίχως δράματα
Ναι ήλιε σκληρέ της αττικής
ήμασταν συνεταίροι σε μια επιχείρηση που δεν πήγε καλά
Μικρά κοπάδια πάνε τώρα για προσκύνημα
Η άγρια φύση θα ημερέψει κι άλλο
Και τούτα τα παραπήγματα της κόλασης
θα γίνουν παιδικές χαρές κι εκπτωτικά χωριά
οι τελευταίοι δρόμοι της αγάπης και του κέρδους
Ήλιε με τη λάμψη της ποίησης και της σκληρής σήψης
Είμαι ο πρόσφυγας του στρατού της μοχθηρίας
Είμαι ο πρόσφυγας του πολέμου και των ανέμων
ο πρόσφυγας του μεγάλου έρωτα
Το θύμα περιμένει το θεό η γη περιμένει βροχή
Πάρε μια πέτρα και βάλτην εδώ
Όπου τόπος και τάφος
Ήλιε οι φτωχοί σβήνουν με κουβάδες τη φωτιά
όμως καμιά φωτιά δεν σβήνει με κουβάδες
Οι μεγάλες φωτιές σβήνουν μόνο με περίστροφα
Ήλιε που ξυπνάς γυμνός και ανήθικος
βγάζουν λεφτά από σένα οι βιομηχανίες
σε γιορτάζουν οι καπιταλιστές και σε παντρεύονται
Ήλιε η φήμη σου μόνο κυβερνά
Το φεγγάρι και τά έμμηνα έρχονται δεύτερα
οι κύκλοι όλοι που σε μιμούνται
Ήλιε σκληρέ της Αττικής
σκλάβοι από άλλες χώρες θα έρθουν να σιδερώσουν μπετά
Νυφούλες θα’ ρθουν να σου χαϊδέψουν το δέρμα
Χωρίς εσένα ούτε πόνος ούτε πάρτι στην παραλία

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΖΕΙ ή ΣΥΚΩΤΑΡΙΑ

Μπορεί να είναι εικαστικό

χάρισμα Έλλης Γρίβα

Η Έλλη διαθέτει γυμνή ωμοπλάτη
Κρακεράκια και ποπ κόρν για τις μπαλαρίνες
Σαλιαρίζει όπως τα τρυφερούδια
Θα ψοφήσετε εν κόλποις θεού, μαλάκες, λέει
Δίχως να δοκιμάσετε συκωταριά
γοφούς υγρούς και γύρους του θανάτου
Ω! ιδιοκτήτες φεγγαριών μαστιγώστε με
Λύσσα της δαρμένης σκύλας πότισέ με
αφρισμένο σάλιο μέχρι σκασμού
Είμαι η μούσα της μούσας μου
Είμαι η καρδιά της καρδιάς μου
Είμαι η λαχτάρα της λαχτάρας μου
Ο κόσμος όλο χέζει και γαμεί
Αλχημιστές αγαπούληδες και παλιάτσοι
Ίλιγγοι στης Αττικής το μηλίγγι
Τις νύχτες ξαγρυπνώ και κλαίω τους ήλιους
Τη λαγνεία την άλειψα βούτυρο στην κόμη μου
Γνώρισα γαμιάδες από σπίτι
Κοριτσάκια χεσμένα απ’ την πρέζα
να στέλνουν καρδούλες στον εσταυρωμένο Φαλλό
Ζωγράφισα πληγές που κέρδισα με το σπαθί μου
Όλους τους γκρεμούς και τα μανάβικα
Όλα τα σφαγεία και τους εκδοτικούς οίκους
Όλες τις γκαλερί όλα τα ουρητήρια
των κτελ την αυγή όλους τους αστυνόμους
που πασάλειψαν αίμα το καλοκαίρι
Έφτιαξα ένα πολεμικό τραγούδι για τον έρωτα
Έγραφα μια μπαλάντα για το πήδημα
Για τον ασάλιωτο ρομαντισμό των αστών
Έκανα λογοπαίγνια σκέφτηκα πως
όσο με σκέφτονται θα υπάρχω κι όσο
θα υπάρχω θα σε σκέφτομαι
Έτσι μονάχα ζω μονάχη, ω ποίηση
που με δίδαξες την απορύθμιση
Λαδομπογιές εσείς των ερωτιάρικων χεριών
πινέλα λαίμαργα καταπάνω
σε βομβαρδισμένα χαδάκια. Γεννήματα
της πρώτης μέθης, θρεφτάρια τώρα
που σας πάω στα κοιμητήρια
στους τοίχους των αστών

Έλλη Γρίβα έκθεση O KOΣΜΟΣ ΜΑΖΕΙ ή ΣΥΚΩΤΑΡΙΑ - Εικόνα 3

Ευσεβές άσμα του Έρωτος

Μπορεί να είναι απεικόνιση
Hans Bellmer (1902-1975) ~ untitled study for de Sade’s Philosophy in the Boudoir,

Σας λέει ο ποιητής, Τρελαθείτε δειλοί!
Γιατί ετούτο είναι ο έρωτας
να θρησκεύεσαι στην ανταρσία
να τρέφεις την ασίγαστη ταραχή
να μη λες υπάρχει ελπίδα
αλλά μακελειό των σφαγμένων Ήλιων
Εκεί στα θερινά χωράφια της νύχτας
να βλέπεις το θάνατο παντού μακριά
να τραβά τους σύρτες
για να διαβούν τα κουρασμένα κοπάδια
Άπειρος μέσα στο άπειρο
απόλαυση να ζητάς
γιατί ετούτο είναι ο έρωτας
να γυμνώνεις τα νεύρα
να παίζεις με τα κόκαλα
να κλέβεις τη φωτιά για να βάλεις φωτιά

Lovers

Ο κύριος Λύκος από άχυρο και τσόχα
Η κυρία Βιργινίου Λύκου από ζάναξ
Τρελό ελάφι στα χείλη τους η ευτυχία
Ο γάμος τους μπακλαβάς με σιρόπι
Ο ένας βουνό κι ο άλλος ποτάμι
Ο ένας νερό κι ο άλλος αέρας
Δεν έχουν δόντια δεν καπνίζουν τσιγάρα
Γράφουν ωδές στην ηλεκτροπληξία
Χορεύουν πάντα γυμνοί στην κουζίνα
Στους ατμούς μέσα ανακατεύουν
Τους γκαστρωμένους καιρούς
Ο κύριος Λύκος από άχυρο και τσόχα
Η κυρία Βιργινίου Λύκου από ζάναξ

Ω γυναικεία ποίηση, ας είναι ελαφριά η ανθολογία που σε σκεπάζει

Black & White – Scene360

Πάλι θα φάμε έρωτα για πρωινό
Οι ανθολόγοι θα βράσουν τα κόλλυβα
Οι κυρίες ποιήτριες θα πάρουν θέση
πόζα αριθμό πρωτοκόλλου
Θα σου διαβάσω γυναικεία σκουριασμένη ποίηση
θα σου διαβάσω ανδρών επιφανών και κακιασμένων
τα σουρωμένα ποιήματα
Τα τζόνυ που χύθηκαν στα πόδια μιανής ξεβράκωτης
Τα μπακάρντι των λαοπλάνων που πνίγηκαν στα σάλια
Ράτσες της κραιπάλης
όλο ανέκδοτα και ζεστές αγκαλίτσες
μα το ποίημα σοβαρό σαν την πούτσα του πατριάρχη
Όλοι να θέλουν σεξ και να μην έχουν τίποτα
Να, ιδού οι έρωτες
λιμοκτονούσες πανστρατιές
Δαγκώματα πορδούλες και μουνοκλανιές τα έσβησε η ορθότης
Κυρίες μου ο έρωτας είναι βρωμιά
κομμάτια απ’ τις καρδιές μας πεταμένες στα σκυλιά
Ο έρως είναι κλονισμός και μπαλταδιά
σκατωμένα πουλάκια έρπητες μελανοπληξίες
Τα κρέατά μας είναι πριν πάνε στο σφαγείο
Να γράφετε λοιπόν κυρίες μου αλήθειες
Ο έρωτας δεν είναι τσιμπουκάκια με την έμπνευση
στιχάκια σοφιστείες μπάφος αλβανικός πλατείας Εξαρχείων
μεζέδες ούζα χίπηδες μικροαστοί και συγκαμένοι σύζυγοι
Να ξέρετε κυρίες μου ποιήτριες
οι άντρες ψάχνουνε μανούλα κι όχι έρωτες
οι άντρες εις τον καπιταλισμό είναι επαγγελματίες άντρες
και ο φαλλός δουλεύει μόνο για λεφτά και για ξεκάβλωμα
ωσάν χασαπομάχαιρο του έρωτος
ωσάν οσφυαλγία δουλεμπόρου
Και μη νομίσετε, ετούτοι εδώ οι ευαίσθητοι ανθολόγοι
να σας γαμήσουν θέλουνε
Κι όταν σας λένε ωραία λόγια για τους στίχους σας
μυρίζουν το μουνί σας και γκαβλώνουν
μυρίζουν τη σπιτονοικοκυρά
μυρίζουν την παιδούλα
μυρίζουν της Κικίτσας Δημουλά την γλαύκα αϋπνία
το δέρμα σας τις κλειδαριές τις χούφτες σας
μυρίζουν τη στηθάγχη σας και τη γαστρίτιδά σας
μυρίζουν τα σπυράκια σας τα πιο κρυφά και διαφθείρονται
Δεν σας χορταίνουν θέλουν να σας φάνε
σαν τράγοι μανιασμένοι εισβάλουν στις ωδές σας
πεντακόσιες ποιήτριες γράφουνε για τον έρωτα
εφτακόσιες ποιήτριες γράφουνε για το σύμπαν
καμιά δεν γράφει για τον εντεροσπασμό
τη μαλακία
την τρέλα δίχως έλεος
Καμιά δεν γράφει πια για το βαθύ λαρύγγι της
Καμιά δεν γράφει πια
Αχ! Πόσο γλυκά είναι τα τρυφερά μουνιά μας

Πεταλούδα στο στήθος

Butterfly Color Meanings and Symbolism

Έκανα τη σκέψη μου πεταλούδα
Για να φτάσει μέχρι το στήθος σου
Έγινα βάτραχος θρίαμβος τέρας
Η γη δεν είναι γη αλλά μια πέτρα
Κάθομαι πάνω της κι αγναντεύω τη νύχτα
Για να φέρω το τέρας στα μέτρα μου
Για να κερδίσω την τελευταία μου ήττα
Γράφοντας και ξεγράφοντας τη σκέψη
που έκανα πεταλούδα για να φτάσει
μέχρι το στήθος σου, γράφοντας και
ξεγράφοντας το ωραίο μου ποίημα
Αλλάζοντας κάθε τόσο στις λέξεις σειρά
Στήνοντας αυτή την χαλασμένη παγίδα
Στα βάθη της πεισματάρικης λάσπης

Επιτύμβιο μπαχαλάκια εις την νεκρόπολη των Αθηνών

Νεκρός άστεγος άνδρας σε περιοχή του Ηρακλείου – Candia Doc

Υπήρξα βέβηλος αστός
-παιδί της πράξης-
οι αριστεροί με λέγαν μπαχαλάκια
οι δεξιοί αρτίστα της καταστροφής
Ως να ξεσπάσει ο λοιμός της θεωρίας
ροχάλες έριχνα στα θέατρα στα σινεμά
ουρούσα στα παρτέρια των παρθένων
Εις τα καφέ Σκουφά Κολωνακίου και Ερπετών
ζητιάνευα μπισκότο
ναφθαλίνη για το ποίημα
Ο Δήμος Αθηναίων με επικήρυξε
με είπε αριβίστα και όνειδος των δρόμων
μουνόδουλο
ερωτικό καρκίνωμα
στο στρείδι μιας Σβετλάνας
Όμως εγώ υπήρξα βέβηλος αστός
-παιδί της πράξης-
με ζέσταιναν
τα δακρυγόνα
οι βρισιές
η ηχώ των βογκητών
και η λύσσα των σπερμάτων
Έβλεπα στα υπερώα του πύργου Αθηνών
τα γκόλντεν μπόιζ
να αποταμιεύουνε
αβνανισμό σε παγοκύστες
Έβλεπα να χαϊδολογούν σεισμούς
οι υπουργοί
να βάζουν δάχτυλα σε τρυφερά γυφτάκια
συνταξιούχοι δάσκαλοι
να κάνουν το πεντάευρω μασούρι
για να χωρέσει στη σχισμή
Έβλεπα τη σοκολάτα
να γυρνά από χέρι σε χέρι
για να γλυκάνει τη μαστούρα
Εγώ ο βέβηλος αστός
που κείτομαι εδώ νεκρός και νεκραναστημένος
Αποκηρύσσω τα διυλιστήρια Ασπροπύργου
Αποκηρύσσω τον λιμένα Πειραιώς
Αποκηρύσσω την εθνική οικονομία
Την αμερικάνικη πρεσβεία
Τον κινέζικο ιμπεριαλισμό
Αποκηρύσσω τα τσιμέντα και τις πίσσες
Σκάβω με το λοστό βαθειά
να βρω νερό
να βρω ξανά εσένα χώμα γη υπερφίαλο σύμπαν
να φιλήσω το αιδοίο σου στο στόμα
τη δροσερή εφηβεία σου Βία
να πιω

Καταδικάζουν τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, οι νέοι διοικητές στρατοπέδου

Καταδικάζω τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται
λέει ο Θανάσης Πλεύρης ο φασίστας
λέει ο Θανάσης Τριαρίδης ο αναρχικός πως
ο Κουφοντίνας είναι χασάπης
μα η δημοκρατία μας δεν εκδικείται
ταΐστε τον λέει, μπουκώστε τον
με μπριζόλες και μπιφτέκια για να ζήσει
μη γίνει ήρωας μη καεί η Αθήνα
μη καεί το εθνικό μας θέατρο
που παίζει τα έργα μου στους καλούς μπουρζουάδες
ταΐστε τον δολοφόνο το σιχαμένο
η δημοκρατία μας δεν εκδικείται
λέει ο Θανάσης Πλεύρης ο φασίστας
λέει ο Θανάσης Τριαρίδης ο αναρχικός
Όμως μέχρι τώρα οι δυό δημοκράτες Θανάσηδες
κάτι ακριβό παζαρεύουν
πάνω απ’ το πτώμα του χασάπη
που τράβηξε απ’ το μπράτσο του την πεταλούδα
Ένας καβγάς για κάποιο δαχτυλίδι
Ώσπου έρχεται καιρός που
η φιλονικία ξεχνιέται
Και του καθενός η ζωή καταλήγει
Ένα εντελώς κερδοφόρο παιχνίδι
Να, οι νέοι διοικητές στρατοπέδου της φάμπρικας
Ο κύριος Θανάσης Πλεύρης ο φασίστας
Ο κύριος Θανάσης Τριαρίδης ο αναρχικός
Ο κύριος Τζήμερος ο φιλελεύθερος
Η κυρία Σώτη ή άσωτη

Ακόμα κι όταν μουρμουράς εγώ σ’ ακούω, Σφυροδρέπανο

Σφυροδρέπανο: Το «μυστικιστικό» έμβλημα της χώρας των Σοβιέτ

Ακόμα κι όταν μουρμουράς εγώ σ’ ακούω, Σφυροδρέπανο
εγώ ο άμετρος που ζω μετρίως
εγώ που γράφω αρειμανίως
-για ηδονισμούς άνευ ορίων-
εγώ που έβαλα το άγιο πνεύμα στον πρωκτό μου
αναπτερώνοντας το ηθικό μου
ανακηρύσσοντας την παρά φύσιν μου Αγία
εγώ ο εγώ, που δακρύζω όταν σκέφτομαι
την αυτοκράτειρα Σοβιετία
τη γυμνούλα μου ρωσίδα
πριν την κάνει ο Πούτιν πουτανάκι του
πριν κατουρήσει ο καπιταλιστής μες στο μουνί της σκλάβας
πριν ο Οιδίπους το απόβρασμα αφήσει τους αφρούς του
εις τον γαμήλιον κρίνον της μητρός του

Η λύσσα μου λύσσαξε

The Tears of Eros — Centraal Museum Utrecht

Η λύσσα μου λύσσαξε και με δάγκωσε
-όταν αγαπάς πρέπει να φεύγεις-
το έγραψαν οι ποιητές στις εφημερίδες
η ζυγαριά στο φαρμακείο με δείχνει γίγαντα
με δείχνει εραστή
και τα ψηφία ανεβοκατεβαίνουν σαν αδιάφορα πιόνια
ανησυχώ, τα παίρνω στο κρανίο
ξέρω πως τα δάχτυλά μου μπορούν να διεγείρουν όλους τους ζωντανούς υμένες
να συγκινήσουν συγγενείς ασυγκίνητους
μα, τα δάχτυλα ετούτα είναι η φωνή του θεού
κοιτάζουν πάντα το αντικείμενο του πόθου μέσα στα μάτια
θωπεύοντας τον πιο βαθύ σπασμό

Σονέτο της πρωινής βροχής

Barbara Zec - Art Gallery- Art for Sale Online. SerbianaArt.com

Ποιό αδιάφορο χέρι θα πλέξει
τις γυμνές συμμετρίες σε μία!
Ποιά δαντέλα φθαρμένη
θα χωρίσει τα χείλη στα δύο!

Ο ουρανός αφαλός μιας αγίας
ένα δάσος αγρύπνιας και μέθης
Ερωτά ο φαλλός το αιδοίον
ειν’ ο έρως ο ίδιος σφαγείον;

Η ζωή προσπερνά σαν καράβι
αφήνει μόνο το κύμα ν’ ανθίζει
στης καρδιάς τα βαρβάτα ναυάγια

στις αυγές της σελήνης και στα χαύνα
μεθύσια των παρθένων αφροί
που ξεδιψούν των αντρών τα κοπάδια

Είδα και είδα

Dream Collage GIF by Mowgli420 - Find & Share on GIPHY

Είδα την κρεατοελιά της σεξουαλικής πείνας
και το πονεμένο μάτι του λεβέντη φαλλού
Είδα το βαρβάτο φιλί του ήλιου
να ξυπνά τις πελώριες ρόγες
Είδα τη Λολίτα γριά
να πίνει όπιο απ’ τα χέρια του γητευτή της
να την εκδίδει ο παπάς της γειτονιάς
ο τρελός της ψυχής αστυνόμος
Είδα ιλίγγους από το πιοτό
πως γράφουν ποιήματα στις χωριατοπούλες
οι βλοσυροί επαρχιώτες οι πλασιέ ποιητικών ορμονών
οι δικηγόροι που ανακατεύουν τα δηλητήρια
Είδα την αιματουρία του εσταυρωμένου
πάνω στην άτριχη Παναγίτσα
Είδα εσένα μουνί που με γέννησες
να σπαρταράς στις οθόνες
Είδα εσάς γαμημένες βασίλισσες
νοικοκυρές με χρυσές αλυσίδες
να δοκιμάζετε της σκλαβιάς σας ζουμιά
να τρυπάτε τη σάρκα με τις φριχτές σας αγρύπνιες

Η νοσταλγία συγκινεί τη λαίμαργη Αφροδίτη

Pin on Venus/Aphrodite

Η νοσταλγία συγκινεί τη λαίμαργη Αφροδίτη
Του έρωτα του στυφού η κουτσουλιά ήτο μια
κάποια λύσις, όταν βογκούσε ο ανήρ θριαμβικά
κι όταν γινόταν υπεράνθρωπος Λεβιάθαν
πικρόχολος φλώρος δεξιός, φτύνοντας τον ήλιο
τον κατάκοπο στα μούτρα, επενδύοντας
σε φρίκες μυστικές, σε ιόχροες καταψύξεις
των κολασμένων την κραυγή, την τρέλα
απ’ την κοιλιά της Παναγίας και το ζουμί
απ’ τις ρώγες της που θήλασαν τις μοχθηρίες
του θεού, τη χαύνωση, τη δόξα απείρων
ηλίθιων γενιών, απείρων ερωτιάρηδων γυμνών
απείρων όχλων

Γιατί οι άνθρωποι σκοτώνουν το χρόνο τους

www.proctology.gr - Χειρουργικο Ιατρειο Πρωκτου | Facebook

Οι άνθρωποι είναι γεννημένοι
κυνηγοί, αγαπούν τα παράσημα
και το χοιρινό κρέας, τον παγανισμό
και το φιλί του θανάτου, την ώρα
που βγαίνει αυτός απ’ τον τάφο του και
τραμπαλίζεται μυρίζοντας ιδρώτες
και κτηνώδεις στύσεις, κλέβοντας
τα σάπια ωραία φρούτα της
διάνοιας, αφήνοντας στο χωροχρόνο
πατημασιές του νεκροθάπτου. Ω οι άνθρωποι
σκοτώνουν, ανατινάζουν καρδιές
για να περάσει ο χρόνος κεντούν
εργόχειρα κλαίνε μαστουρώνουν
πυροβολούν στην καρδιά τους
λεπτοδείχτες, χέζουν χέζουν για να
περνά η ώρα όλο χέζουν και χέζουν
οι δασκάλες χέζουν οι υπουργοί χέζουν
οι στρατηγοί χέζουν για να περνά η ώρα
όλο χέζουν διαβάζοντας και διαβάζοντας
κι ο θλιμμένος κώλος χαμογελά χαλαρώνει
αφοδεύει το χρόνο και τους χρόνους
το αργό κι ανέμελο πένθος της ζωής
αφήνοντας πίσω του αιμορροΐδες και ωδές
καρδούλες λυγμούς συννεφάκια

«Σήμερα το έβαλαν στα πόδια οι λέξεις» …

Αντώνης Αντωνάκος «Σήμερα το έβαλαν στα πόδια οι λέξεις» …Αφήγηση: Δημήτρης Μίχας
Οπτικοποίηση: Θανάσης Πάνου

Ω! ματαιοδοξία, των εκδοτών ιερή αγελάδα

Product | Cow painting, Cow art, Cow pictures on canvas

Επάνω στης ακροπόλεως σκαρφαλώσαμε
το μηλίγγι. Ο ουρανός αττικός αυτισμός
Οι χειρουργοί τρελοί των σωθικών ανθοκόμοι
Οι ποιηταί σε δίσκους σκληρούς αποθηκεύουν
το ξύγκι. Τους φθονούν τους αγαπούν τους
θαυμάζουν οι μάζες τα πλήθη. Τα ωραία μεθύσια
που έχουν στην κοιλιά τους τα βαρβάτα κορίτσια
ξερνούν. Καρούζο διαβάζουν κι απ’ τη στύση
του Νίκου κρεμούν μπιχλιμπίδια. Αλκοόλ, ρετιρέ
ψυχιάτρων, κεφτέδες και πλήξη, αστεράτο κονιάκ
στου υπερώου γκρεμού τη ζαλάδα Ω! ματαιοδοξία
των εκδοτών ιερή αγελάδα

Δεν πήραμε στα σοβαρά τον Ξέρξη

persia-reference-e1560941498203

Δεν πήραμε στα σοβαρά τον Ξέρξη
που χρησιμοποιούσε λιπαντικά
για να διευθύνει την εταιρεία του.
Τους στρατιώτες του, που επέστρεφαν

στην πατρίδα σαν σουβλισμένα αρνιά
φύρδην-μίγδην αποτριχωμένοι νεκροί
με κρύα πόδια απ’ τον κήπο της
Γεσθημανής που έσπερνε προσευχές

με το σουβλί στο χώμα, τρώγοντας
αγκάθια και λακέρδα, βλέποντας
του Ιούδα το φριχτό τέλος και το
πέος του καίσαρα από την καισαρεία

να το δαγκώνουν υπουργοί και
αριστοκράτες, μανούλες απ’ τους
Δελφούς που λέγανε στην Πυθία
να κόψει το σεξ και τη μαστούρα

γαιδαροι που γκαρίζουν διαρκώς
σαν γαϊδούρια σαν δημοσιογράφοι
σαν μπάτσοι ξεσκούφωτοι που
ελπίζουν σε ένα καλύτερο χάος

που ελπίζουν στο πλιάτσικο πα
ρέα με τον Ξέρξη που ξέρασε
αφού ως ξερόλας ήξερε πως ξε
ρνάνε οι βασιλιάδες στα καμαρίνια τους

λίγο πριν βγουν στο γυαλί της ιστορίας

Σήμερα το έβαλαν στα πόδια οι λέξεις

Shooter 3 Chad Wys in 2020 | Collage art, Colorful art, Art

Σήμερα το έβαλαν στα πόδια οι λέξεις
βλέποντας το Γενάρη μεθυσμένο σάτυρο
να σατιρίζει το φιλί μιας γυμνής Ρουμάνας απ’ τη Ρουμανία
διαβάζοντας
περιστατικά σοδομισμού στο σκοτεινό διαδίκτυο
φροϋδικά μανιφέστα που φέραν στην Αμερική
την πανώλη και την Ιλιάδα
του δόκτορος κουφέτα που τού χαρίσαν οι εβραίες
τα βράδια που τους χάιδευε τη διογκωμένη καρδιά
που τους τραβούσε με τα δόντια το σχοινάκι του ταμπόν
τη σεξουαλική κακία του Ιησού μαγαρίζοντας
αφήνοντας τους Οιδίποδες να φοράνε γραβάτα
να διευθύνουν κρεματόρια και σούπερ μάρκετ
παιδικές χαρές και θερμοκήπια της Μανωλάδος
μυρίζοντας τη φλυαρία της θυμωμένης καρδιάς
γλείφοντας με τα δάχτυλα χυσόλογα του γιουπόρν
ομιλίες παπάδων ψυχιάτρων κωλομπαράδων
που έχουν πάντα φριχτό απερίγραπτο άσχημο τέλος

Η μπαλάντα του Γιάννη

vollage Instagram posts (photos and videos) - Picuki.com

Ο Γιάννης είναι λάτρης του μουνιού
μα ξέπεσε να γράφει χάι κού
για την αιδώ της γυναικός
καβλιάρης παρά θίν’ αλός

ζεστά ονειρεύεται αιδοία
να μπαίνει το παλιάλογο στην Τροία
να σπαρταρά η ψωλή πάνω στην τάβλα
να βλέπει πεταλούδες απ’ την κάβλα

ωραίες μαντινάδες ηδονής
γράφει για την κωλάρα της Μιμής
αβέρτα χύνει πάνω στα τελάρα
για της Μιμής την ένδοξη κωλάρα

ω ήλιε εσύ, πελώριο ντεπόν
που γράδωσες στο χείλος των μηρών
ο πονοκέφαλος περνάει με γαμήσι
με γάργαρο ζεστό μελάτο χύσι

οι καλιακούδες κρώζουν στ’ όνειρό του
ξυπνά ο Γιάννης κάνει το σταυρό του
ψάχνει την πούτσα του να δει αν ειν’ εκεί
μα εκείνη έχει δραπετεύσει απ’ το βρακί

παίρνει τηλέφωνο το κράτος τη μαφία
να ψάξουν να τη βρούν πριν γίνει μαλακία
για να βρει πάλι θέση μέσα στο βρακί
η πούτσα η μονάκριβη η πούτσα η στραβή

422 Βερολίνα

Words // L.A. Art Book Fair: An Interview with Gagosian Gallery's Ben Lee  Ritchie Handler | Berlin Art Link

Ω! Βερολίνο, τις άπιστες γυναίκες σου λατρεύω
Με φτιάχνει, να τις μυρίζω με τη γεύση αλλουνού
στους δρόμους που περπάτησαν φασίστες τη
μυρουδιά ως τα τρίσβαθα να νιώθω του μουνιού

Σου έρχονται νιές που δε χορτάσαν το γαμήσι
στην Ελλάδα, κι αναπολούν μιαν αφροδίσια
φασουλάδα, στα ουράνια πάνω εκεί, στα γαλα
κτώδη τους χειλάκια αφήνουν τα καβλιά

ζεστά χυσάκια. Νυμφομανία πάρλα οργασμός
στα 422 Βερολίνα. Οι Τούρκοι απ’ τον κώλο
τη γαμούν κι αυτή καταλαλιά και καβαλίνα
Σε ξέρω, μου φωνάζει, ρε καριόλη φαταούλα

πως, να κολατσίζω τ’ οθωμανικό μου όμως
μού το έμαθε ένα βράδυ η μανούλα. Ω ναι
μικρή πηδιόμουν με τη φίλη μου τη Ρούλα

τους κλασικούς εδιάβαζα κι έγραφα ωδές
δεκάρικες για της ψωλής τις χάρες και το
πήδημα. Τώρα γυρνώ σαν πουτανάκι στα

καφέ του Βρανδεμβούργου, ακούω Βάγκνερ
νοιώθωντας στη μήτρα μου το οίδημα, ω ναι!
ρουφώ ηδονές και μονοξείδια, δρόμος χωρίς

επιστροφή οι φίλοι μας οι γερμανοί

Τα πιο ωραία μου φιλιά μυρίζουν ναφθαλίνη

Pin by MCKENZIE CONNER ✰ on Lips | Hot lips, Red lips, Red lipsticks

τα πιο ωραία μου φιλιά μυρίζουν ναφθαλίνη
πύον ευρυτάνων λογοτεχνών
καλοπροαίρετους σοδομισμούς
νύχτα και πάλι νύχτα
που περπατά
σκορπίζοντας τα βδελυρά σαλάκια
στις Θήβες τις εφτάπυλες
των πληγωμένων κοριτσίστικων ματιών
ωραία πάντα αμείλικτα λογάκια
ξεθυμασμένων εραστών
που η καρδιά τους έχει μόνο πόνους
και μανίες

Ενδελέχεια του μη όντος Ή Όντως μας ξεσηκώνουν τα εγκόσμια

ROCK Sex: 2011

Άλλος γαμάει τον Αγάθωνα τρώγοντας
λειτουργιά στον Άθωνα. Πάντα κώλον
αφού η τέρψις οδηγεί στο όλον και
η τσουτσού των μοναχών είναι γλυκιά

καθώς ο άγγελος εγένετο Μορφεύς εις
του αρσενοκοίτου λάρυγγος αφήνοντας
λάφυρα φλουριά εν τη Μονή Βατοπεδίου
εν τη Μονή οσίας Ψωλής αρχιδοφόρου

και λυγμών. Όντως μας ξεσηκώνουν τα
εγκόσμια γι’ αυτό της πούτσης μας
γράφουμε τα εγκώμια οι μοναχοί εμείς
κι οι μοναχές χώρια οι μούνες κι οι

ψωλές χώρια οι γέροι κι οι γριές μα
πάντα η καύλα λάβαρο ορθόδοξο άνευ
αιδούς τρέχει εις τας ιεράς οδούς

Περί ψυχής ημιτελής πραγματεία

Wangechi Mutu - Artist - Saatchi Gallery

Τα σούργελα δεν γνωρίζουν πως
και η ψυχούλα διαθέτει μουνόχειλα
κι ένα θεσπέσιο κώλο
όλο έγνοιες και ύβρη
δεν γνωρίζουν πως
παραμυθιασμένη γυρνά
απ’ τη γεύση της χαράς μαριχουάνας
βλαμμένη σχεδόν απ’ την πρέζα της λύπης
προχωρά, συγκαμένη προς το έρεβος
τής χαϊδεύουν ολίγον τα πρησμένα βυζάκια
ο Ματθαίος Γιοσαφάτ, ο Ίρβιν Γιάλομ,
ο κύριος Βρακοζώνης ο νεκροπομπός εκ Βονίτσης,
ο Μπάμπης ο Κλάνας ο έσχατος αγρινιώτης,
εγώ ακόμη που σας ιστορώ

Γύφτικο πορτραίτο νυκτός

Alexandru Rădvan - Women with Idol I - Contemporary, Nude, Red, White,  Green, Female, Male, Flowers For Sale at 1stDibs

Απ’ τα υγρά σου έφτιαξαν οι γύφτοι σούπα
του έρωτα δοκιμάζοντας την ουσία
γδυτοί μιλώντας για αγάπη και ρευστότητα
πουλώντας στους πατατοφάγους λίγη αιωνιότητα
ω στύση μου αμίλητη στα πόδια της κοπέλας
ω χνούδι φλύαρο λίπασμα πάνω στην κρούστα των φιλιών
με μπόλικη ερωτοπυγμή της πούτσας μου η ορμή
θα συντριβεί εις του ανειρήνευτου Ειρηνικού τις ξέρες
όμως ω ναι!
θα τη σκορπίσω στα σκυλόψαρα
θα τη χαρίσω στο λαό
θα τη χαρίσω στο νεκρό αρχιεπίσκοπο
που βγαίνουν απ’ το στόμα του λουλούδια
Ω ναι στο θάνατο το γεωργό θα τη χαρίσω
για να γαμεί ο αθάνατος όπως γαμούσε ένας θνητός
πριν τον σκορπίσει η νύχτα στα ποιήματα
πριν τον σκορπίσει ο ύπνος στη λαγνεία

Θα σου προσφέρω λίγη θεία φώτιση

Θα σου προσφέρω λίγη θεία φώτιση
-μια ψωλή να σου κρατάει συντροφιά-
γαλλικά μουχλιασμένα τυριά κοινωνική
ανθρωπολογία και φραγκόσυκα στυφά
ωραία απ’ την οδό των γαϊδάρων
θα σου προσφέρω εκείνες τις νευρώσεις
των αγροτών που κοιτάζουν τον κάμπο
της Θήβας και κλαίνε τραβώντας την πιο
ένδοξη μαλακία τους αγριεμένοι άρρωστοι
και γυμνοί χαϊδεύοντας το κοκαλιάρικο
σκυλί της ηδονής κοριτσιών που άφησαν
το δέρμα τους στα αγριόχορτα και το
μάτι τους στο πιθάρι της παρθενιάς και
τα χείλη τους στο ζεστό χνώτο του θανάτου
γλείφοντας τους αρραβώνες με τα δάχτυλα
σπέρνοντας κρύα κουφέτα στο ζεστό τους
μουνί

Γέρων ποιητών εγκώμιο

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα

ετούτη η σκυθρωπή σιωπή τους κυβερνά
βλαμμένοι και ξενέρωτοι πηγαίνουμε ινκόγκνιτο
στ’ αρχαία τους πορνεία τόσο ερωτόπληκτοι όσο
ο μπαμπινιώτης με τη φλέσσα όσο η αρβελέρ
με το χριστό κι η παναγία με τον κρίνο της όσο
το σαλιωμένο δάχτυλο με τα σαρκώδη χείλη
τις φαντασίες τρίβουνε σα ρίγανες οι γέροι
ποιητές να νοστιμίσουνε τη γεύση του θανάτου
συντάσσοντας τού ζαχαροδιαβήτη ωδές
εκδρομές στη βάλια κάλντα με μωρούδες
απ’ τη σκήτη της αγίας ηδονής στυλό μολύβια
στα τσεπάκια κουβαλώντας σαν αχθοφόροι
που θα τους κάνουν μια χαψιά του επέκεινα
οι παμφάγες ανεμώνες

Κλικ εγουέι Ή σεκς ιν δε σίτι;

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, ουρανός και υπαίθριες δραστηριότητες

ιερό και καταραμένο διαδίκτυο, διαδίδεις
οπορτουνισμούς και τέτοια ποιητών και
επιστημόνων τα σαθρά αριστουργήματα
ω! οι μουσικοί σου θέλουν να μας μαλακώσουν
την ψυχούλα οι συγγραφείς σου δυο δυο τρεις τρεις
κάνουν ραδιόφωνο κι όχι έρωτα θέλουν να
αρέσουν να μιλφάρουν ακούγοντας ροστροπόβιτς
λιχνίζοντας κάποιας πόποβας τον ποπό αχ
πάνε οι καλές εποχές που ο Αλευράς έριχνε
σφαίρες από σπέρμα και οιδιπόδεια δειγματίζοντας
τρέλα και φιλικούς διακανονισμούς αντί για
χατζιδάκια και θεοδωράκια λέγοντας το φλιτζάνι
στης μιμής το μνί που ο κουρής το έκανε
χαλκομανία στα περίπτερα αεροπλανάκι
για των πασόκων χριστιανών την προσευχή
αφού η ελλάς ελλήνων χριστιανών ήτο
καπαρωμένη απ’ τους φράγκους και τους πελταστές
τους γλίξμπουργκ και τις συννυφάδες των
γλυκών μπουρζουάδων που κατεβαίναν
στην πρωτεύουσα για αλλαξοκωλιά και ευτυχία
σπάζοντας παρθενιές και κεφάλια στο γήπεδο
σκίζοντας το τριο μπελκάντο και τη βέμπο
το χλιαρό μιλιταρισμό της ηδονής των αθηναίων
που εκάναν γκρο πλαν τη βαρβαρίλα στα σκυλάδικα
στου αστικού ιστού τις φαβέλες ανταλλάσσοντας
πένες για να υπογράφουν βιβλιαράκια γαλλικά
κρασιά βγάζοντας λεφτά απ’ του λάγιου τον
αλκοολισμό και τόσων άλλων το ξύγκι κάνοντας
οικογένειες βγάζοντας σέλφι το χνώτο της
ιερόδουλης σιωπής αποτυπώνοντας στο υγρό
μάταιο πλάνο

Οι λογοτεχνικοί ερεθισμοί πέριξ της πλατείας εξαρχείων

Η εικόνα ίσως περιέχει: σχέδιο

Κάναμε λάστιχο τα νοήματα και
οι νοήμονες ξέρουν από καλό λάδι
από στάχτες που αφήσαν οι φθορές
και οι συγκινήσεις σαν έτοιμοι από
καιρό και σαν νευροπαθείς της μιας
στιγμής και της μιας λύπης διαβάζοντας
ιστορίες για γαμήσια και γάτες
ταΐζοντας με ξινισμένο μπουκόφσκι
φρικιά της πλατείας φοιτήτριες που
πιάσανε γκόμενο το χόρτο και τα
μπυρόνια παραμονές του αγίου ερεθισμού
του αγίου σπασμού του αγίου αβνανισμού
και του ευσπλαχνικού αλκοολισμού τα
μουνοπέταλα τινάζοντας της επανάστασης
που δεν έγινε αφήνοντας πίσω μανιφέστα
της οκάς με τρία ευρώ φουσκωμένα
απ’ την υγρασία σαν τρυφερά μουνάκια
που πήγαν αδιάβαστα

Στ΄αρχίδιαν μας που πέθανε ο John le Carré

Η εικόνα ίσως περιέχει: άτομα που στέκονται

Στ΄αρχίδιαν μας που πέθανε ο John le Carré
αφού ο τσόκλης ζει και βασιλεύει της μενδώνη
διαβάζοντας ευχές των ποταπών ερωτισμών
και της λένας αρώνη τη συγκίνηση εψάλλοντας
παπαδιαμάντη φρέσκο με τη χαδιάρικη αγριότητα
του γέρου που ονειρευόταν από γεννησιμιού τα
γερατειά πετώντας πέτρες στα νοικοκυριά που
δεν είχανε φράγκα γαλλισμούς ιδιοτροπίες
μπουρζουάδων υπόλοιπα του ματαρόα και της
πλανόδιας στύσης που μετοίκησαν στης
ψωροκώσταινας το ξύγκι με όσο χάρτινο
φεγγαράκι άφηνε η άρχουσα ελίτ στους ποιητάς
για να κάνουν καμάκι

Μια πέτρα για τη δολοφονία του Κλοντιάν Ράσα

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, άτομα που στέκονται και υπαίθριες δραστηριότητες

Μας τυραννούν τα Τίρανα
και οι τροχοί των τυράννων που χρειάζονται λάδωμα
Οι φωνές των φτωχών όλο πύον
σαν το σκυλί που πεθαίνει
Η πόλη ένας εμφύλιος στο κρεβάτι μας
Αλβανικοί μπακλαβάδες ουρλιαχτά και στάχτες
Η σφαίρα φροντίζει να γραφτεί το καλύτερο ποίημα
Να γίνει το οίδημα του νεκρού κατοικίδιο μέσα μας

Βαδίζουμε πάνω σε τάφους και δάκρυα
σαν μανούλες που πάνε κατευθείαν στον πάτο

Η Μάγδα λυσσασμένη ψάχνει τον Παύλο στα τρόλεϊ
Ο χάρος σαν τσιγγανοπούλα που ετοιμάζεται για παντρειά
Χθες καταβρόχθισε τον Κλοντιάν Ράσα
Χθες ο Οιδίποδας τρύπωσε στο τομάρι του μπάτσου
Έκοψε με ψαλίδι του αδερφού του την έκφυλη γλώσσα
Ποδοπάτησε την καρδιά σαν παλιάλογο
Γύρισε σπίτι του έφαγε έχεσε είδε μπάλα, η μανούλα
εξουσία του ψιθύρισε ντελικάτες θηλές και επίδομα

Εμπρός στρατιώτες, σκοτώστε ή σκοτωθείτε
Δηλητηριάστε τα αιδοία που αντιστέκονται στο βιασμό
όσους πάνε να αγοράσουν τσιγάρα μέσα στη νύχτα
όσους ψάχνουν λιακάδα έρωτα οργασμό

Αύριο η μάνα σου Κλοντιάν θα γυρίζει τρελή στα χαυτία
θα ψάχνει ένσημα ντοκουμέντα διαβατήρια
λεφτά για τους δικηγόρους
θα ψάχνει κολόνια για να τρίψει το στήθος σου
να καρυκεύσει τον άνοστο πόνο

Αντί στεφάνου και πρωινής βροχής

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, ωκεανός, ουρανός, υπαίθριες δραστηριότητες, φύση και νερό

Τσουράπια φόρεσαν στον ουρανό οι ονειροπόλοι
Η γλώσσα μια σπλήνα των φιλοφρονήσεων
Αχ, και το ένα μου αρχίδι θα έδινα για μισό μουνί
όπως το ένα της νεφρό για μια αγκαλιά μαζί μου
θα έδινε η ποίησις
που φύτρωσε σαν κρεατοελιά
εις το παμφάγο κάλλος της φθοράς
εις το παμφάγο κάλος της αβύσσου
ω! ήλιε της Ελλάδος, όλο ηθική και δόγμα
όλο προφητείες και κανιβαλισμό
μου κόστισες πολλές χυσιές
θανάσιμες
πολλές αιωνιότητες μαζί ενταφιασμένες