Διαβάζω τώρα βιβλία σοφά
φιλοδοξώ μια πιο απλόχωρη φόρμα
ο γίγαντας που είμαι ολότελα σώπασε
κι έγινε σύννεφο
κι έγινε ο Μυστράς που σκέπασε τα πάντα
σα γιγαντιαίο γαρούφαλλο
κι έγινε φιλαρμονική μεσ’ την κοιλιά της τρέλας
γρύλος θηλυκός μαθητευόμενος
στα πηγάδια κομίζοντας τη θλίψη των άστρων
σκοτεινό απανταχού παραλήρημα
ως τους δροσερούς αρχαγγέλους
Ω! νύχτα τρυφερή των αθώων
νέα παρθένα που ανοίγεις ελαφρά το πουκάμισο
και ρίχνεις τα στήθη ζαριές μεσ’ την Άνοιξη
κι ο δαίμων εγώ στην τέχνη της φτώχιας δοσμένος
κι ο έρωτας υγραίνει τα ωραία κορίτσια
ο κήπος ο Πέρσης ο Άγιος
μια τρελή Ξανθομάλλα που τη χαίρονται
τα πετεινά τ’ ουρανού
κι ο γερο Paound στο κλουβί του γυμνός
μ’ ένα σπάγκο δεμένο απ’ το σύμπαν
ν’ απαγγέλει ξανά και ξανά το μηδέν