Γάμος

Είμαι ανοιχτός σε νέες ιδέες είπε
ο γαμπρός στη νύφη. Ακολούθησε
σιωπή. Αγαπημένη μου, είσαι η
καταπαχτή που βγάζει στο υγρό
δάσος της αγάπης. Εκεί που κανείς
δεν είναι ζωντανός ή πεθαμένος.
Λυπημένος ή χαρούμενος. Εκεί
που κανείς δε μπορεί να πάει
μόνος του. Η νύφη γδύθηκε και
γλίστρησε στο κρεβάτι υπονοώντας
πως η ποίηση δε γράφεται με ιδέες
αλλά με πράξεις.

Οι νέοι πιστοί

Υπάρχουν ακόμα νέοι και νέες  που χαμουρεύονται με το άγιο πνεύμα. Φωτισμένοι που δίνουν απαντήσεις νεκροζώντανου. Σχολιάζουν τους καιρούς με απέχθεια και τρυπώνουν σε μοναστήρια και ιερές σπηλιές. Είναι παιδιά που έκαναν σπουδές. Που λύγισαν μέταλλα και κατάφεραν τρυφηλή ζωή με τα προς το ζην. Που είναι παθιασμένα με πόθους και μελτέμια υγράδας απ’ τα ρουθούνια ζαργάνας που παίζει με τους ακρωτηριασμούς, αυτούς  που κατάφεραν τα κατηχητικά στα κορμάκια. Είναι παιδιά που πιστεύουν και το’ χουν καμάρι. Τρέχουν σε λείψανα σε λιτανείες σε θαυματουργές εικόνες ν’ αφήσουν δίπλα στο κραγιόν ξανθιάς αποτύπωμα χειλιών που βούλιαξαν σε ονειροκρίτη μεταφυσικής. Η εκκλησία μπορεί και διαβάζει τις εποχές. Από την αξυρισιά τού κάποτε και τον προπολεμικό κότσο γλίστρησε στο αποψιλωμένο αιδοίο και το στρίνγκ. Μαζεύει ως βασιλικό πολτό με τη βελόνα, γύρη διαφημιστή. Μελετά το σύστημα με όρους αγοράς μανατζάροντας το προϊόν της στα χαρακώματα του συναισθήματος της μεσαίας τάξης. Φτιάχνει κάθε εποχή το στρατό της. Οι παλαιές χαμηλοκώλες γυναίκες των συνοικισμών με τα θεόρατα βυζιά  που βάζαν σταυρό αντί για υπογραφή κι είχαν μέσα τους άμπωτη συγκίνησης ξεσπώντας μπροστά σε εικόνα αγίου ή αγίας μένουν πλέον ως αναμνήσεις σε διηγήματα από κάτι παπαδιαμάντηδες της εξοχής. Τα νέα φιγουρίνια δεν κουβαλάν ταλαιπωρία χαμοζωής και ξυλοφόρτωμα από σύζυγο πατερφαμίλια. Είναι ζεύγη μοντέρνα πεντακάθαρα που ξορκίζουν τις διαστροφές τους με ανέκδοτα αργοσαλεύοντας δίπλα στα ένζυμα ημιτελούς συνουσίας. Είναι άτομα που διαβάζουν Athens voice Νέα Βήμα Καθημερινή παραπαίοντας ανάμεσα στην τρέντυ πολιτική κατήχηση του Γεωργελέ και το φουτουρισμό της ροζ αγγελίας, πάρε με τώρα που είμαι καυλωμένη, αγόρια σε στύση και λοιπά βρώμικα. Είναι ζεύγη που βγάζουν τα τέκνα τους βόλτα στην Κοτζιά για να δουν ναρκομανείς και πουτάνες. Για να τσεκάρουν στο σκοτεινό θάλαμο του τέκνου τους, το αναλλοίωτο αυτού του κόσμου. Για να καταγραφεί στο ασυνείδητο η δυστυχία ως φυσικό φαινόμενο που αφορά πάντα τους άλλους. Αυτούς που τους έχει χεσμένους ο θεός.

Θαυμαστικά

Το βλέμμα της έχει θολώσει. Βάζει στις προτάσεις θαυμαστικά. Ένα τσούρμο γραμμούλες πάνω απ’ τις τελείες. Σέρνει μερακλίδικα το μολύβι πάνω στο χαρτί. Τονίζει λίγο νευρικά τις οξείες. Στέκεται συνήθως δίπλα στο παράθυρο. Σκυμμένη πάνω στο γραπτό της. Με την προσήλωση νηπίου στο μαστό της έμπνευσης. Εγωισμός αναμεμιγμένος με οκνηρία. Ένα τρομαγμένο ζώο που απλώς υπάρχει. Γράφει για την τραγωδία του να πιστεύεις στην ανθρώπινη τελειότητα αλλά και την τραγωδία του να μην πιστεύεις σ’ αυτή.

Απαγγέλω τη σάρκα μου

Κατεβαίνω στη σάρκα μου βαθειά-η σάρκα μου έχει εξουσία-η σάρκα μου είναι σαρκοβόρα-απαγγέλω τη σάρκα μου στην αγορά-αφήνω τη σάρκα μου σαν πέπλο-αφήνω τη διχάλα μου στην προθυμία της σάρκας-απαγγέλω τη σάρκα μου-γράφω ποίηση- αυτοσαρκάζομαι-δίνει διαλέξεις η σάρκα μου-ο διάβολος τη γυροφέρνει-είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα μου-η σάρκα μου είναι ερεθισμένη-η σάρκα μου είναι περίστροφο-η σάρκα μου έχει τρίχες-η σάρκα μου είναι ευκολόπιστη-μελαγχολική-μου δίνει χαρά-μου δίνει πόνο-η σάρκα μου μυρίζει όμορφα-η σάρκα μου ζέχνει-μοιράζομαι τη σάρκα μου-μοιράζω τη σάρκα μου-η σάρκα μου είμαι εγώ-η σάρκα μου είναι δούρειος ίππος-η σάρκα μου έχει πληγές-η σάρκα μου έχει χείλη-έχει μάτια-είναι ζεστή-είναι κρύα-η σάρκα μου είναι γεμάτη σιωπή-παραμονεύει-η σάρκα μου είναι φαγώσιμη-είναι η λεωφόρος του αγαπημένου μου-η σάρκα μου είναι τρυφερή-ευκολόπιστη-ματώνει-γδέρνεται-βυθίζεται στο σκοτάδι-γίνεται λίπασμα-η σάρκα μου βγάζει όγκους και γάγγραινες-η σάρκα μου ελλοχεύει-είναι ανδρόγυνη-η σάρκα μου είναι αηδόνι-η σάρκα μου ξεχειλίζει-η σάρκα μου βγάζει αίμα-βγάζει την παλιά ζωή της η σάρκα μου-η σάρκα μου είναι ότι έχω και δεν έχω-φυλαχτείτε!

Δαίμονες του πάθους

Δαίμονες του πάθους που με βρίσκεται
εύκαιρο να καλλιεργώ ζωγραφιές με πανσέληνο
στο αγύριστο κεφάλι μου κι άλλα πολλά
που θα τα βρουν μετά θάνατον και θα
με φτύνουν, εμένα τον καλοφαγά αναμνήσεων
που ξεκοίλιασα επίθετα κι άλειψα σε
κορμάκι αντηλιακό να προστατέψει
νάρθηκα Μονής, ιδρώτα άπληστο ζεστό
κόρης που πάει να παραλάβει δέμα
απ’ τα ΚΤΕΛ με το ανοιχτό μπλουζάκι της
το ρίγος, σκύβοντας για να κεράσει τους
λοκρούς αδρεναλίνη ασύστολα ανεμίζοντας
βαρύοσμα λιοπύρια από μηρούς που
ζήλεψαν τριώδιο και σπέρμα.

Μασάζ

Τη δεκαετία ογδόντα που άρχισε να αλλάζει η κατανομή πλούτου και να συνταξιοδοτείτε η εθνική αντίσταση άρχισαν να αλλάζουν προοδευτικά και τα γούστα της μεσαίας τάξης. Η λατρεία της χαλάρωσης, τα οργανωμένα ταξίδια για το Bangkok και τα έργα της Εμμανουέλλας έφεραν νέο αέρα στη μόδα των χειρομαλάξεων. Καινούργια σαλόνια άνοιξαν και πρότειναν όλες τις ειδικότητες του είδους. Ταϊλανδέζικο μασάζ σώμα με σώμα συνήθως χωρίς θεραπευτική αξία αλλά αρκετά αφροδισιακό, αφού η λιγνή εταίρα τρίβονταν γυμνή πάνω στα ξύγκια του μικρού Βούδα της καλοζωίας. Εγγλέζικο μασάζ με το ραβδάκι για τους σοβαρούς κυρίους που διέθεταν σαδομαζοχιστικό φλέγμα. Το λεγόμενο French contact κατά το οποίο η μπάλα έπαιρνε συνήθως στόμα και γλουτούς. Το σουηδικό και το δανέζικο η μεγάλη βόρεια ανατριχίλα με κοπέλες που είχαν ονόματα όπως Ίνγκριντ, Σαμάνθα, Μάγια ή Κάριν. Βέβαια τα ινστιτούτα αυτά οξυγονώσεως ή χαλαρώσεως λειτουργούσαν ως πραγματικά μπουρδελάκια έτοιμα να εκτονώσουν κάθε φαντασίωση. Στις μέρες μας το μασάζ είναι μια σπουδαία βιομηχανία με μουσική για τις περιστάσεις και ροζ χαμηλά φώτα όπου χρειάζονται. Ακόμα και το χρώμα του μπιντέ δείχνει σε ποιο βαθμό το κατάστημα έχει αναπτύξει το ενδιαφέρον του για άνεση και εξυπηρέτηση. Τώρα οι νέοι κυρίαρχοι του κόσμου φαίνονται σπλαχνικοί στους ηττημένους. Υπάρχει πάντα δυνατότητα για ένα σύντομο αλλά σπουδαίο μασάζ. Κι ίσως πολλές φορές προκλητικό που οδηγεί σε μυστικές κρύπτες.

Πλασμώδιον

Συντάκτης του περιοδικού πλασμώδιον ραπάρει γράφοντας ποίηση πεζό κριτική στο ίδιο τεύχος βγάζοντας μάτι πως είναι νομικός σύμβουλος και μπαμπουίνος παρέας που της προσφέρει υπηρεσίες για χωρισμούς και σμιξίματα με αντίτιμο τη δημοσίευση. Πως οσονούπω θα του πάρουν συνέντευξη εκκολαπτόμενα λογοτεχνικά νυμφίδια για να τον έχουν καβάντζα στα κρεσέντα ποιητικού οργασμού που θα προκαλέσουν το δημόσιο αίσθημα. Όταν γίνεσαι ψυχρός εκτελεστής του πάθους άλλων που δεν έδωσαν γη ύδωρ και κολπικά υγρά κλείνεις πάντα με το ευτυχώς ηττηθήκαμεν σύντροφοι για να διπλαρώσεις μια μεριδούλα βραβείου απ’ τα κατεστημένα ακροδάχτυλα κάποιου μάναντζερ Γερουλάνου του πολιτισμού. Μα η ιστορία που ζυγιάζεται με συμπαντικούς όρους θα σε περάσει στα κατάστιχα του ξεπεσμένου εκεβί ως την τελευταία ατροφική τρίχα απ’ τ’ αρχίδια του λογοτεχνικού σιναφιού κι όχι ως βαρκάρη στις Πρέσπες του αιδοίου μιανής κυράς του μέλλοντος.

Χορευτής

Ξεστομίζουν πένθη και νεκρικούς διαλόγους
για να τελειοποιήσουν το δημόσιο λόγο και
τη δημιουργική γραφή του φορμαλιστή που
είναι το καμάρι των αγορών. Του χορευτή
που μελέτησε καταπαχτές που ξέμειναν
από εμφυλίους και κουπόνια εργατικής
εστίας. Ηθοποιούς που βυθίστηκαν στο
αφρόλουτρο ευημερίας, παίρνοντας πόζα,
σπρώχνοντας λέξεις στο βήμα της βουλής
για να βολέψουν πρώην γκόμενες σε
οργανισμό κοινής ωφελείας. Να χτίσουν
νομοσχέδια και οιδιπόδεια φρέσκα και
ινστιτούτα χειρομαλάξεως για τις λαϊκές
ανάγκες. Με τη σπίθα πάντα της εύφλεκτης
ποίησης που πώρωσε διαφημιστές
ατσίδες για να βγάλουν συναίσθημα
με το ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο
και το παλαιό αλλά επίκαιρο, ο λαός
δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά. Να τιμάς
τον πατέρα και τη μητέρα σου και να
μη λοξοκοιτάς το κομμάτι του χριστού
στη βασιλόπιτα. Να χαχανίζεις με τα
αστεία της Vodafone και να τρως μάτια
ψάρια και κοιλιά περίδρομο. Να δίνεις
τον κώλο σου για τον τουρισμό, το
χωραφάκι σου για την ανάπτυξη και
το τέκνο σου στη δύσπνοια του
κλιματισμού εταιρίας που μοιράζει
την πίτα και το σεξ δίκαια.

Νυφούλα αχνιστή

Και πάλι, ξαπλωτός για να με δρασκελίσεις.
Με αλματώδη σάλια από φιλί, καθώς ανάβει
το φιτίλι σου για να κερδίσει η σπίθα πόντο.
Νυφούλα αχνιστή στο φύσημα του χνώτου
θωρακισμένη από μαστούς ακοντιστές
από μηρούς καυσόξυλα που εζήλεψες
ελόγου σου δοξολογήματα, έπη ομηρικά
στις Θερμοπύλες σου που αφέθηκαν
σε πέη ανελέητα. Που αφέθηκαν
στο αλφάδι κάποιου Χάιντεγκερ της ηδονής
ταμένου να χλευάζει τα επίγεια, να
δίνεται μονάχα στους αρμούς υγρού
βουβώνα με κείνο το Χαρμίδειο  λοστάρι
που ανοίγει λάκκους για να βγει
μια και καλή στον Άδη.

Μεγαλώσαμε γενιά

Μεγαλώσαμε γενιά, μαθαίνοντάς τη
να  απαγγέλει δράματα και να διαλέγει
σουτιέν τραγουδισμένα από βυζάκια
ψηλής κι ανερμάτιστης που ζει με βραστή
πατάτα και χυμούς κάνοντας πράξη
το μοναχισμό και την πράσινη ανάπτυξη
τα λίγα που χρειάζεται το εντεράκι της
για να λαδώσει και να τσουλά μέσα
στο άπαρτο κάστρο του κορμιού της
η βιταμίνη C κι οι στεγνές μακαρονάδες.
Σούρουπα βυθισμένα στο βλέμμα
οξύμωρα λόγια κι ονειρώξεις για να
βγάλει πέρα τετράστιχα που θα
στολίσουν μελωδίες όλο υπονοούμενα
φεγγαράδες περασμένες μίνιο
και μνήμες που τις πλακώνει το
ειδεχθές μέλλον όλο σαρδέλα και
τυροκαυτερή σε κάποιο ουζερί
ενδοχώρας.

Τρακτέρ

Ο ποιητής της πόλης
δεν έχει
χωραφάκι να σπείρει
γι’ αυτό έγινε
επίδοξος βιογράφος οργασμών.

Μα ο αγρότης
φορτώνει
τους οργασμούς στο τρακτέρ
και τους πάει στην κυρά του.

Βιτάμ

Βλέπεις από γενιά σε γενιά να υμνούνται φιλολογικά μαυσωλεία και να χτίζονται μύθοι που γίνονται βαρετοί αφού ξεπέφτουν σε αέναη επανάληψη. Η λογοτεχνία μεταποιήθηκε από ραφτάδες της μεγαλομανίας που βάφτισαν το Μήτσο Τζάκ και την Πόπη Καρλότα. Όπως στα χωριά όταν άρχιζαν να πλησιάζουν ξενοπάροικοι ο γκέκας μετονομάσθει σε Φλόξ, Αζόρ και άλλα αλλοδαπά που δεν πρόσβαλαν το γλωσσικό ένστικτο του στρατού κατοχής. Έτσι και το βιβλίο για να έχει κύρος έγινε εξάρτημα της παγκόσμιας τουριστικής βιομηχανίας. Άρχισε να μοιάζει σε υλικά οικοδομής. Τούβλο ή τσιμεντόλιθο. Αυτά που έχτισαν τον σημερινό πολιτιστικό πολτό. Αυτά που ήρθαν να σβήσουν τη μνήμη και να μαϊμουδίσουν το μητροπολιτικό τρόπο ζωής σε μια χώρα που την κολάκευε το κωλοδάχτυλο του ευρωπαϊσμού. Ο κάθε πικραμένος που έκανε αντίσταση και σπουδές στο Παρίσι έφερε τις παπαγαλίες του για να κάνει το σπουδαίο στους χωριάτες του χωριού του. Πήρε θέση για τα κοινά όταν ο βιομήχανος του έχωσε λεφτά για να κάνει ταινίες βιβλία σεξ. Μαγάρισε το νερό της στέρνας κι έγινε ανάδοχος μιας μεταφυσικής θολούρας που κουβαλά την τέφρα ενός ουμανισμού των Βορείων προαστίων. Υμνεί σήμερα τους ζηλωτές της ελεύθερης αγοράς και της αγαθοεργίας. Είναι στρατευμένο ξόμπλι του βραδινού δελτίου της ΝΕΤ. Φιλελεύθερος αστός στο μπιντέ του χορηγού και του μαικήνα. Είναι ο σκοτεινός συνωμότης που διδάσκει προσευχή νηστεία άσκηση ιδιωτική πρωτοβουλία. Ο αγέρωχος μεσίτης των τάξεων που μπολιάζει το δάκρυ του φτωχού με το σπέρμα του πλουσίου σ’ ένα μακρόσυρτο πλάνο εικαστικού αυνανισμού. Σε μια κιτς φαντασμαγορία όπου αδερφές του ελέους υπερίπτανται με κατσίκια καραβάκια και καρυάτιδες. Αφήνοντας τους διαφημιστές να γίνουν οι τροβαδούροι των μαζών του πολιτισμένου κόσμου με φόντο ένα όργιο κατανάλωσης μονάδων για κινητό ή της ομαδικής παράκρουσης για ένα ψηφιακό μαλακιστήρι τελευταίας γενιάς.

Φλυαρία

Αν κατάλαβα καλά η φλυαρία
συνεχίζεται απ’ το προηγούμενο
ποίημα σαν γραμμή τρένου
που δε βγάζει πουθενά
αλλά περνά από κάπου
κάθε φορά αφήνοντας το
τίμημα. Ανθρώπους που
δεν ομιλούν εις τον οδηγό
παρά οπλίζουν το όπλο τους
διαβάζουν εφημερίδες γκρινιάζουν
για τον ήλιο που τους καίει τα μάτια
λέγοντας ανέκδοτα για ξανθιές
σε ξανθιές βάζοντας στο κινητό
βιντεάκια για κοινούς θνητούς που
φλυαρούν ακατάπαυστα όπως οι
ποιητές που δουλεύουν σκληρά και
δεν πληρώνονται παρά μαγειρεύουν
τις μύχιες σκέψεις τους και τα ειδύλλια
παρελθόντος αστείρευτα για εποποιίες
και ακαδημίες και ρημαγμένους
που δεν πρόλαβαν να υμνήσουν
οι ίδιοι την καταστροφή τους.

Nude in grass

Νόμισε πως πλάστηκε γι’ αυτήν ο έρως
και τα χλομά χέρια του εραστή αφήσαν
στη θέση της καρδιάς μια μαργαρίτα
ένα σιφόνι που βγάζει στα λιβάδια
του κάτω κόσμου.

Υγρασίες

Τόση γύρη τραγουδήθηκε σε φυτώρια
κρεβατάκια της φύσης. Κρύψαμε στις
μεταφορές χυμούς και χύσια με το
υπερούσιο όπλο της γραφής. Να
αφυπνιστεί ο φαλλός ο μέγας τράγος!
Αποψιλώνοντας υγρασίες περίλυπες
κόρης ταμένης στο ανεμοσούρι
ουρλιαχτού καθώς διακορεύεται
ελόγου της από σεσημασμένον
οργασμό κάποιου τελάλη.

Μυθιστόρημα

Διαβάζεται ως πράμα που σαλεύει
με σούπερ γραμματοσειρά και
ανοικτό διάκενο για τη γρηγοράδα
του ηγεμόνα της ανάγνωσης που
ρουφά διαφημίσεις με το καλαμάκι
περήφανος που η χώρα του έχει
φριπρές και θαρραλέο βλέμμα στα
κοινά. Νυφικά ωδές γόησσες της οθόνης
με τις ρόγες σταφίδες ώριμες να
φουσκώνουν λίγο το σουτιέν και τις
συνάψεις των στίχων αφού η ποίηση
ζει μεταξύ στύσεως και στίξεως.

Ο ήλιος

Ο ήλιος
του απογέματος
ξεπέζεψε
ο μισός.
H γύφτισα
στο χορτάρι
ανάσκελα
με τα χέρια
σταυρωτά πίσω
απ’ το σβέρκο
με το στάχυ
στα δόντια
περιμένοντας
να της χιμήξει
πάλι
ο ήλιος.