Ο Χάιντεγκερ για νεκρούς

xaint

Ο Χάιντεγκερ γυρίζει πίσω και απευθύνεται στους νεκρούς. Είναι ο φιλόσοφος των νεκρών. Είναι ο μαθητής του Παρμενίδη που έγινε πρύτανης στο Φράιμπουργκ και δημόσιος υπάλληλος του εθνικοσοσιαλισμού. Είναι η κότα που κυκλοφορούσε ελεύθερη στα πεδία μαχών της Ευρώπης πότε κάνοντας κουτσουλιές και πότε χρυσά αυγά στα χαρακώματα της παρηκμασμένης σκέψης. Της σκέψης που μέσα στη βαρβαρότητα στέκει σαν τον οβελίσκο. Της απαράμιλλης γλώσσας της νεκροκεφαλής του πνεύματος, του αθάνατου σκιάχτρου πριν το εξομολογήσει ο κεφαλαιοκράτης, τοποθετώντας το στα ράφια της ακαδημίας και στους πάγκους των προσφορών στα σούπερ μάρκετ της γνώσης και της απόγνωσης. Ο Χάιντεγκερ νιώθει ότι ο φιλόσοφος δεν μπορεί να πει τίποτε και ότι μόνο ο ποιητής μπορεί να μιλήσει νόμιμα για το Είναι και ότι ο δικός του ρόλος δεν μπορεί να είναι άλλος παρά να το σχολιάσει. Ο σχολιασμός όμως, έστω και «φιλοσοφικός», ενός ποιήματος, χωρίς να επιδιώκεται η απόδειξη του αν είναι αληθές ή ψευδές, δεν είναι φιλοσοφία, όπως δεν είναι φιλοσοφία ο αντίστοιχος «φιλοσοφικός» σχολιασμός ενός εξ αποκαλύψεως θρησκευτικού κειμένου. H αποκάλυψη μας τοποθετεί σε μια θρησκευτική οπτική γωνία. H θρησκευτική οπτική γωνία του χαϊντεγκερισμού επιβεβαιώνεται από την αναζήτηση από μέρους του της σωτηρίας. Υπάρχει τόσο στο περιεχόμενο όσο και στον τύπο. Όταν υπάρχει αποκάλυψη, ο τόνος είναι πάντα δογματικός, οι θέσεις εκφράζονται χωρίς απόδειξη. Ο Χάιντεγκερ δεν απευθύνεται στους άλλους φιλοσόφους σαν σε ίσους, αλλά όπως ένας δάσκαλος στους μαθητές του. Εδώ καταφθάνει ο φασίστας με τη στάμνα γεμάτη θαλασσινό νερό για να ξεδιψάσει τους ετοιμοθάνατους. Εδώ έρχεται Ο Μεγάλος αδερφός που συγκεντρώνει καθημερινά μπροστά στη μικρή οθόνη εκατομμύρια αγωνιούντες οπαδούς που προσπαθούν να καταλάβουν από χίλιες δυο λεπτομέρειες, που μαντεύουν αλλά δε βλέπουν ακριβώς, αν η ξανθιά γαμήθηκε με τον μελαχρινό ή αν η νεαρά αραβικής καταγωγής ερωτεύτηκε τον Έλληνoαυστραλό έκφυλο οσποδάρο που πίνει φραπέ ξύνοντας τ’ αρχίδια του. Εδώ έρχεται ο ηθικολόγος εξπρεσιονιστής του στοχασμού και εξομοιώνει το είναι ενός λαού με το είναι ενός ατόμου. Εφόσον τα διάφορα συστατικά ενός ατόμου (όργανα, μόρια) δεν έχουν καμία αυτονομία, με κίνδυνο την παθολογική αποδιοργάνωση και τον θάνατο, πρέπει να συμπεράνουμε ότι το ίδιο ισχύει και για τα διάφορα συστατικά ενός λαού, δηλαδή τους πολίτες, κάτι το οποίο αποτελεί τη φιλοσοφική δικαιολογία για την καταδίκη της δημοκρατίας. Έρχεται εδώ ως απολογητής του Φύρερ εξηγώντας την αρχή του Ενός ως μιαν «απαραίτητη συνέπεια», επειδή αλλιώς θα περνούσαμε «σε έναν κόσμο πλάνης, εκεί όπου απλώνεται το κενό που απαιτεί μια τάξη και μια θέση του όντος σε ασφάλεια». Ο Χάιντεγκερ για νεκρούς. Εργένης της φιλοσοφίας που συνήθιζε να τρώει μόνος. Και τρώγοντας μόνος γίνεσαι εύκολα σκληρός και ωμός. Στομαχικός. Τρως και μετά κατευθείαν ξερνάς πάνω απ’ τη χέστρα. Γήρας και παρακμή εκεί που θα’ πρεπε μετωπικά να τσακιστεί ο σεξουαλικός πίθηκος Μάρτιν Χάιντεγκερ στην αγκαλιά Της. Στο λατρευτό Μουνί Αυτής που σφάχτηκε απ’ τις ραδιουργίες του ενός και μοναδικού θεού. Του θεού αυτού που μπουκώνει χαρτονομίσματα τα ξεδιάντροπα πνεύματα.

Γέννα με κουτάλες

gena

Όλες οι γερασμένες κοινωνίες υποτάσσονται με τον πιο ανάλαφρο τρόπο. Με βελούδινες επαναστάσεις, γαρούφαλα, κατσαρόλες και βερμπαλισμό.

Το πρόωρο γήρας των νέων αντανακλά την κακή εκπαίδευση, αυτή που προσφέρει απλόχερα ο ιμπεριαλισμός της μιας και μοναδικής άποψης. Το πονηρό κατεστημένο ταυτίζει την προϊστορία με τη βαρβαρότητα. Όμως η αλήθεια είναι πως η βαρβαρότητα και ο πολιτισμός δεν ήταν ποτέ διαδοχικά στάδια σε μια προοδευτική πορεία της ανθρωπότητας. Ήταν καταστάσεις που συνυπήρξαν και εξακολουθούν να συνυπάρχουν.

Υπήρχαν και τότε πολιτισμοί, όπως υπάρχουν και σήμερα. Υπήρχαν και τότε βαρβαρότητες όπως υπάρχουν και σήμερα. Και δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη, ότι οι πρωτόγονες φυλές κυβερνούνταν από έναν αρχηγό-τύραννο ή ότι η κυβέρνησή τους ήταν τυραννική!

Σήμερα που τα ψευτοδιλήμματα και η υποκρισία έχουν αντικαταστήσει τους μύθους και τα παραμύθια και ο δεσποτισμός των αόρατων αγορών έχει φέρει την παρακμή και την παραίτηση διόλου δεν με νοιάζει αν θα έχω καπιταλισμό με ευρώ ή καπιταλισμό με δραχμή.

Καμιά αλήθεια δεν μπορεί να φανερωθεί από μόνη της όταν κάτι άλλο έχει πάρει τη θέση της. Κι αυτή η εξαντλημένη έως κοπώσεως αστική δημοκρατία κατατρώει με καλπάζοντα ρυθμό την αποχαυνωμένη κοινότητα.

Είναι το σαράκι που χτυπάει τα στομάχια και τα νεφρά. Είναι ο λήθαργος που σε τσακίζει και σε οδηγεί στην παραίτηση. Κι όταν οι άνθρωποι παραιτούνται απ’ τη συμμετοχή, δηλαδή παραιτούνται απ’ τις χαρές και τις ηδονές που είναι οι αλήθειες τους, τότε χάνουν την επαγρύπνηση που απαιτεί η ελευθερία και προτιμούν να οπλίσουν ένα μόνο φρουρό, για να φυλάει την πόλη ενώ αυτοί κοιμούνται.

Οι Γερμανοί με τις παροιμίες τους και τον μεθοδικό τους ψυχαναγκασμό ομιλούν για γέννα με κουτάλες, εγώ ομιλώ για έκτρωση.

Και βεβαίως ένα πρωί θα ξυπνήσουμε και θα πάρουμε πίσω την Αγιασοφιά, το Βυζάντιο, τις Βρυξέλλες. Όλοι εμείς οι κακόκεφοι, θλιμμένοι, ανοργάνωτοι και κουρασμένοι απ’ την αργόσχολη ζωή μας θα κάνουμε κάτι μεγάλο, μια πράξη λαμπρή, μια πράξη ανείπωτου μεγαλείου.

Εμείς οι άκακοι ονειροπόλοι θα βάλουμε κάποτε φωτιά σ’ ένα δάσος μόνο και μόνο για να δούμε αν η φωτιά ανάβει τόσο εύκολα όσο πιστεύεται. Και κανείς ηθικολόγος φιλόσοφος και κανείς ατσίδας Αμερικάνος αναλυτής που τα ξέρει όλα, δεν θα μπορεί να εξηγήσει από πού προέρχεται τόσο ξαφνικά μια τέτοια τρελή ενεργητικότητα σ’ αυτές τις τεμπέλικες υπάρξεις. Και πως, ανίκανοι να κάνουμε τα πιο απλά και τα πιο απαραίτητα των πραγμάτων βρίσκουμε ξαφνικά το περίσσιο κουράγιο για να εκτελέσουμε τις πιο παράλογες πράξεις κι ακόμα πιο συχνά τις περισσότερο επικίνδυνες.

Ηρωισμός γεννημένος από πλήξη και ονειροπόληση.

Προς μια καθολική μέθοδο

pros

Ξεκουμπώνω το φόρεμά σου
και γίνομαι το ένοικο σαλιγκάρι σου.
Γλώσσα πυρωμένη νέγρα.
Και γίνομαι περιλαίμιο στα προσήλια βυζιά.
Και γίνομαι χερουβείμ για να κουρσέψω εσώρουχο
και μέγας κυβιστής.
Άγιον πνεύμα στο μεταίχμιο σχισμής
ένα πελώριο μάτι.
Αυτός Εγώ
μεσάνυχτα
που βράζω τ’ αυγουλάκι μου
μελάτο για να κρατηθώ
λαδάκι ρίγανη ψωμάκι ζυμωτό
να βγάλω το νυχτέρι
κρατώντας τα προσχήματα
να μάθει η ανθρωπότης
πως αγιάζουνε οι δήμιοι στα κρεματόρια οργασμών
να μάθει πως πονούν οι μειοψηφίες.

Για τον πρίγκιπα Κροπότκιν

photokerat

Απ’ τις πιο σπουδαίες μάχες που έδωσε η εκκλησία είναι η μάχη εναντίον της μαλακίας. Η εκκλησία αλλά και κάθε μηχανισμός εξουσίας που τρυπώνει μέσα στο βρακί του ανθρώπου αντιμάχονται αυτό που έχουν δημιουργήσει ήδη οι δικές τους πρακτικές και απαγορεύσεις. Μέσα στην κοινωνική πυραμίδα των ιεραρχικών δομών συναντάς ανθρώπους τόσο σάπιους που το μόνο τους μέλημα είναι πως θα γαντζωθούν και πως θα διατηρήσουν την εξουσία τους. Απ’ τον πρόεδρο της κυβερνήσεως μέχρι τον πιο ασήμαντο διευθυντή γυμνασίου της ισχνής πλην ένδοξης Κωλοπετινίτσας παρελαύνει ένας στρατός διεφθαρμένων όντων και σάπιων ανθρώπων. Οι σάπιοι άνθρωποι που επιβάλλουν τις απαγορεύσεις και εφαρμόζουν τους σκληρούς και δόλιους-πολλές φορές-νόμους του δυνατού, λειτουργούν όπως οι παπάδες εναντίον της μαλακίας και του προγαμιαίου σεξ. Το πρώτο πράγμα που ρωτάει έναν καυλωμένο έφηβο ο εξομολογητής είναι εάν τραβάει μαλακία και με ποια συχνότητα. Βεβαίως η συχνότητα παίζει σπουδαίο ρόλο διότι αν τον παίζεις μια φορά την εβδομάδα παίρνεις μπόνους ενώ αν τον παίζεις εφτά φορές τη μέρα τρως άγρια καμπάνα. Αν δε ο έφηβος αρχίσει τις ερωτικές εργολαβίες με το φίλο του ή τη φίλη του, έ, τότε τη γάμησε κατά τα κοινώς λεγόμενα. Ακριβώς τα ίδια ισχύουν σε κάθε μορφή επιβολής μέσων και σκοπών. Απ’ την εργασία μέχρι την ευχαρίστηση και την ψυχαγωγία ένας στρατός ανώμαλων ανικανοποίητων όντων σου επιβάλουν το σύστημα αξιών που διαιωνίζει την κυριαρχία του ισχυρού. Εναντίον πάντα της ελεύθερης σκέψης και του ελεύθερου έρωτα. Ο στόχος δεν είναι ούτε η καρδιά ούτε το μυαλό, αλλά τα στομάχια, οι τσουτσούνες και οι κλειτορίδες, που πολλές σεβάσμιες θρησκείες και καθεστώτα πετσοκόβουν απ’ τα γεννοφάσκια του ανθρώπου. Η πείνα, η σεξουαλική στέρηση και ο εργασιακός μεσαίωνας έχουν αποβεί σπουδαία όπλα στα χέρια της εξουσίας. Φυσικά υπάρχει πείνα στον πλανήτη όχι γιατί δε φτάνει το φαγητό και φυσικά υπάρχει σεξουαλική στέρηση όχι γιατί δε βρίσκει να γαμήσει ο χριστιανός ή η χριστιανή. Ο ποιητής Χάνς Πλόμπ έγραψε ένα λακωνικό ποιηματάκι, σχετικό.

Για τον πρίγκιπα Κροπότκιν

Ισότητα;
Καλή είναι!
Μα όχι η ίδια ισότητα
να ισχύει συγχρόνως
για τον καθένα μας.
Όλοι το ίδιο σπίτι
όλοι τον ίδιο θεό
όλοι την ίδια τηλεόραση
όλοι την ίδια μπόμπα.
Αυτό ποτέ!

Amour platonique

amo

Η εξουσία βλέπει πάντα τα παιδιά μας σαν φανταράκια. Αγαθά και αθώα. Έτοιμα για θελήματα και πρόθυμα για θυσίες. Οι μεγάλοι φασίστες της ιστορίας φρονούσαν πως η γυναίκα είναι υποδεέστερο ον και η θέση της είναι στην κουζίνα ή στο μπουρδέλο αναλόγως με τα προσόντα. Οι άνθρωποι της εξουσίας διαπραγματεύονται τον ιδρώτα των εργατών. Κανείς υπουργός οικονομικών δεν έχει δουλέψει αχθοφόρος για μια μέρα ή δεν έχει ξεσκατήσει γέρο με εκδικητική ακράτεια και αλτσχάιμερ για να δει τη γλύκα. Έχει όμως κατεβάσει τα παντελόνια για να του χαϊδέψει η μπουρζουαζία τ’ αρχίδια με το φτερό της. Στην Ευρώπη των αποικιοκρατών η λέξη Έλληνας ήταν συνώνυμη του κλέφτη, του μπαμπέση και του κωλομπαρά. Κυρίως διότι για να επιβιώσει ο Έλληνας σ’ αυτό το σταυροδρόμι της βαρβαρότητας ξέπεφτε στην κλεψιά και στην κωλομπαρία. Κάποτε θα γραφτεί η αληθινή ιστορία των οπλαρχηγών και θα καταλάβουμε πολλά. Ως τότε ας κάνουμε σκονάκια τους ηρωισμούς για να περνάμε τις εξετάσεις. Οι λέξεις που μεταφέρουν ιδεολογία απ’ το παρελθόν δουλεύουν ακατάπαυστα μέσα στα κεφαλάκια των λαών που περιμένουν ένα θαύμα ή ένα χοντρό παλούκι. Φυσικά και δεν θα ξεχαστεί ποτέ η αγριότητα των γερμαναράδων. Τα αφιονισμένα φανταράκια που έστελνε ο Χίτλερ στον πόλεμο ήταν παιδιά του λαού, πρόθημα και υπάκουα και κυρίως καυλωμένα αφού είχαν πιστέψει έναν μανιακό και αγράμματο πως είναι η άρια φυλή. Οι υγιείς που μπορούν να φέρουν τον τίτλο του πολίτη-οπλίτη και άλλα τέτοια κλασμένα παπαδίστικα κηρύγματα απ’ τη μούχλα του μεσαίωνα. Όλα τα έθνη εκπαιδεύουν τα κουτάβια τους με τα ίδια ιδανικά. Όλα τα έθνη είναι το ίδιο κτηνώδη και φασιστικά με τη ναζιστική Γερμανία. Με την φιλελεύθερη Αμερική που αφομοίωσε όλη τη γερμαναράδικη μεθοδολογία του πολέμου. Όλα τα έθνη ακόμα και η μικρή Ελλαδίτσα έχει πειθήνια φανταράκια. Μισαλλοδοξία, βλαχιά και μαλακία. Πατριωτισμός κωλομπαρίστικος από ξεγάνωτους ντενεκέδες που μιλούν για πατρίδα και ιδανικά. Στο δικό τους κόσμο δεν υπάρχουν τάξεις και ταξικά συμφέροντα αλλά ένα ομογενοποιημένο σύνολο που λέγεται λαός. Λαός και ο κύριος Λάτσης με τις χρυσές του χέστρες και τα ιδιωτικά του νησιά, λαός και ο οικοδόμος της γειτονιάς μου που δεν έχει ρεύμα αλλά κεριά και περιμένει τον άγιο Φανούριο της ενορίας να του φέρει φακές και βραστό λάχανο για να τη βγάλει και σήμερα καθαρή. Λαός και ο έκφυλος δεσπότης με τα χρυσοποίκιλτα άμφια, λαός και ο διάκος με την τρύπια κάλτσα. Και φυσικά αυτές τις αντιθέσεις αλλά και την ανακωχή του σφοδρού κοινωνικού πολέμου την εγγυάται το Κράτος. Η αριστερά των σαλονιών και των καθηγητών πανεπιστημίων είναι η αριστερά της υποκρισίας. Της βαθύτατης υποκρισίας που κοιμίζει τον ήδη κοιμισμένο λαό. Το φτωχό λαό, όχι τον άλλο. Γιατί ο άλλος λαός ξέρει τα συμφέροντά του. Γιατί ο άλλος λαός θέλει να έχει δούλους που θα μαζεύουν χρήμα. Τι συλλογικές συμβάσεις και μαλακίες! Κοινωνικές παροχές! Γιατί η εκπαίδευση και η υγεία να είναι κοινωνικά αγαθά; Αφού οι κύριοι της κυβέρνησης και οι φίλοι τους μπορούν να βγάλουν λεφτά απ’ τον καρκίνο σου! Κι αφού μπορούν με τις ευλογίες σου να χαρίζουν ολόκληρες πτέρυγες νοσοκομείων που έχτισες εσύ οικοδόμε, οδοκαθαριστή, βιομηχανικέ εργάτη, εσύ απατημένε του τρίτου δρόμου, εσύ που περιμένεις να βγάλουν το φίδι απ’ την τρύπα τα σπουδαγμένα σου παιδιά. Τα σαΐνια που διαπραγματεύονται τη μιζέρια σου. Τα σαΐνια που στριμώχνουν τη μια και μοναδική σου ζωή σε αριθμούς και χρηματιστήρια. Σε εκκλησίες και προπατζίδικα.

Κλέφτης αχόρταγος

kleftis

Όταν αγκαλιάζεις, αγκαλιάζεις σπλήνες, νεφρά, καρδιά, στομάχι, έντερα, πνευμόνια. Αγκαλιάζεις μονίμως όλο το μηχανισμό της ζωής του άλλου. Αίμα και υγρά. Αγκαλιάζεις το ζεστό κορμί του άλλου. Την αγνότητά του και τις λέξεις του. Η αγκαλιά είναι εφαρμοσμένη βουλιμία. Έχει και αγριότητα μέσα και φλογερό πόθο διείσδυσης, αφήνοντας πάντα τη λεπτή στάχτη της ποίησης γύρω εκεί, στον τόπο όπου οι κυβερνήσεις ψεύδονται και τα κράτη γκαστρώνουν τους λαούς με αυταπάτες. Σε αγκαλιάζω σημαίνει πως θέλω να σε διαπεράσω. Να ξαναγίνουμε η μονάδα. Το Ένα. Το συμπαντικό μέγα Τίποτε. Σε αγκαλιάζω σημαίνει πως εγώ ο λύκος εισβάλω στο μαντρί της σιωπής. Εφάπτομαι στο καρδιοχτύπι και στο γουργουρητό των εντέρων. Μπορώ να σε μυρίσω και να κλείσω τα μάτια και να χασμουρηθώ. Κλέφτης αχόρταγος. Τσιγγάνος όλο επιθυμίες, έτοιμος να διαβρώσω το ατσάλι των λέξεων, ανθρώπων που δεν αγκαλιάζουν και δεν αγκαλιάζονται. Ανθρώπων που χτίζουν εργοστάσια για να κατασκευάσουν την ευτυχία και παλάτια για να γαμήσουν και τράπεζες για να αγοράζουν ξύγκι απ’ τους πεθαμένους. Η αγκαλιά σου ξυπνά τα σπλάχνα. Σε ερεθίζει. Σε κρατάει ζωντανό. Σε σπρώχνει στον κομουνισμό του έρωτα. Τα στήθια στα στήθια της καταργούν τη μεταφυσική. Το χνώτο της στο λαιμό σου. Η κρυψώνα σου σ’ έναν παράλογο κόσμο που παρακάμπτει την καρδιά. Ένα στερέωμα όχι γεμάτο φριχτές προφητείες αλλά πτήσεις σκανδαλώδους φαντασίας. Ηδονής. Ο ηδονισμός της αγκαλιάς υπερασπίζεται τους τρελούς και τους ανόητους. Την αιωνιότητα στα μάτια των ζώων. Τα αριστεία, τα πτυχία, τα βραβεία, οι διακρίσεις, είναι αγκάθια για τις αγκαλιές. Είναι η βαρβαρότητα του πνεύματος που αρρώστησε και τρομοκρατεί. Που ναρκισσεύεται στο χρηματιστήριο του πολιτιστικού μας καζίνου. Που δεν αγκαλιάζει αλλά κατηχεί, με όλη την κλουβίσια νεύρωση του κακογαμημένου. Αγκαλιάζω σημαίνει αφοσιώνομαι σε κάποιον πέραν του εαυτού μου. Αφοσιώνομαι σ’ αυτόν που δεν αφοσιώνεται στον εαυτό του αλλά σ’ εμένα. Όντα απείρως εκστατικά απείρως πάσχοντα.

Ιντερμέδιο νυκτός

romant

Έμαθα πολλά κόλπα χθες βράδυ
στο δωμάτιό σου. Και ποίηση
χρήσιμη αποκόμισα κι ας μην
είμαι κόμης, παρά ένα γύπας
που προσπαθεί να χωθεί στον
κόρφο σου νυχθημερόν, παρά
ένα ον φέρων ψωλή και πόθο.
Αξιοπρεπώς να ανέβω όλα της
ποίησης τα σκαλιά και να βρεθώ
στο κενό και να πηδήξω στο χάος
όχι ως νεκρός αλλά ως θανατηφόρος.

Η μπαλάντα του νεροχύτη

mal

Να ρίχνεις τη λοξή σου ματιά σε όλα
τα πλάσματα και να χορεύεις στο ταψί
Αμερικάνους ρεαλιστές που εκδίδουν
τώρα τις αλητείες τους και τις μοσχοπουλάνε
στο εξωτερικό σαν το κρέας της φώκιας.
Κι όπως τα μυρμήγκια μεταφέρουν
τεράστια ψίχουλα στις τρύπες τους
κι όπως τα χελιδόνια χτίζουν αυτές τις φωλιές
από άχυρο και λάσπη κι όπως αποθέτεις
τρυφερά τα ζουμάκια σου στο νεροχύτη κι όπως
όπως προλαβαίνω να τα πω όλα σ’ αυτή τη ζωή
και να νιώσουν οι γυναίκες ευτυχισμένες
μέσα στον καύσωνα της κουζίνας, με τους
ατμούς και τις μυρουδιές και τα καρότα
τις πιπεριές και τα μούρα, βάζοντας αγάπη
και κρίσεις ηθικής στην κατσαρόλα και πιπέρι
και ίσα που προλαβαίνω να γράψω για τα
υπέροχα χλωρά κρεμμύδια στους κήπους
των φίλων μου. Τα κολοκυθάκια, τα φασολάκια,
τα χείλη της όταν γύρισε απ’ το τρελοκομείο
η αγάπη μου, απ’ το νεκρόδειπνο νοικοκυραίων,
απ’ το έτοιμο φαγητό που μυρίζει ιδρωμένη
μασχάλη και φτερούγες πουλιών που δεν πέταξαν.
Όταν γύρισε απ’ τον έρωτα δίχως σεξ κι απ’ το σεξ
δίχως έρωτα κι απ’ τα ποιήματα άλλων που
γράφτηκαν για να βραβευτούν από ειδικούς
και ειδήμονες και τώρα πρέπει να προλάβω
να περιγράψω το χτυποκάρδι της σφήκας μέσα
στο μπουκάλι της λεμονάδας, να προλάβω να σε δω
απ’ το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου να κατουράς
τόσο ήσυχα ειρηνικά και σφυριχτά και να σε θαυμάσω
εγώ ο θεούλης, ο ματάκιας, ο δημιουργός, ο παντοκράτωρ.

Παραλιακόν

paral

Θέρισέ με θέρος θεριό, μαλλιά
μπλεγμένα της αλμύρας, μια φέτα
ψωμί και κασέρι δίπλα της κι ας
μην αναπνέω, να εισπνέω μονάχα
αντηλιακό του βρεγμένου δέρματος
χρυσάφι, ήλιο στο τενεκεδάκι μου
χρυσό φλουρί, λίγο ξέφωτο λευκό
του Χειμώνα απ’ το μαγιό απ’ τις
κόκκινες γραμμές του κρυφού της
κόσμου, φλεβίτσες καλώδια που
φτάνουν στην καρδιά και τις ρόγες
που φτάνουν στα χείλη που με
παγίδευσαν. Και δεν έχω πατρίδα
μανούλα, μονάχα καύλες εν μέσω
θέρους, εν μέσω αυτής, εν μέσω
τελετής υγρών. Ο πάντα τρυφερός
κι ανήσυχος εγώ, ο πάντα δαιμονισμένος
από λάσπη και νερό και γύρη και χνώτο
αυτής που απόθεσε το κορμί της στο
ταψάκι της άμμου, να το γευτούν, να το
γλείψουν διψασμένες αλαφροΐσκιωτες
σφήκες.

Νησιά

images (2)

Για νησιά έγραψα ποιήματα και
κάνω ότι μπορώ αναγνώστη, χρόνια
και ζαμάνια, αγριολούλουδα δε
λησμονώ και παγίδες. Θηλυκά
που χάσανε κουρνιασμένα, βρύσες
που άνοιξαν για να ξεπλύνουν έρωτες,
όρη της Αφροδίτης που ξεπρόβαλαν,
παίχτες της βήτα εθνικής, ρύζια
του γάμου, στίχους της Αχμάτοβα.
Για νησιά έγραψα πλεονασμούς
για γυμνές που εχνώτισαν καθρεφτάκια.
Τα παιδιά μου παράτησα στις μανάδες τους
για τις ζόρικες μεταφορές, άθρησκος πάντα
μπατίρης. Νοικοκυραίους κοιτάζοντας
να τρώνε πίτσα της μοναξιάς. Αυτοκράτορες
στον οικόσιτο γαμηστρώνα τους, φτύνοντας
τον πούτσο τους στοργικά να μη τον ματιάσουν
τα μνημόνια κι οι κακές γλώσσες.

Oι τρουμπέτες του διαβόλου

flou

Τρέμω και τρέμει και της εξηγώ και μου εξηγεί.
Δεν έχουμε χάρτες αλλά τρυφερά κορμιά
στόματα ανάμεσά μας
με τις γλώσσες να κάνουν σκέψεις μεγάλες
για τη μαστοφόρο φύση μας.
Για το βιοπορισμό της καρδούλας
τον έρωτα στη μπανιέρα
την ποίηση που βγάζουν οι τρουμπέτες του διαβόλου.
Τρέμω και τρέμει και της βγάζω τα ρούχα
και καυλώνουμε και πεθαίνουμε ξανά και ξανά.

Ψιθυρίζοντας βρομόλογα

jux-ed_tempelton-11

Είμαστε όντα πειθαρχημένα. Ακόμα κι αυτές οι ελάχιστες εκλάμψεις απειθαρχίας περιφέρονται σαν ξεσπάσματα πάνω από το βουλιαγμένο θόλο του τάφου της Κλυταιμνήστρας.

Αν αυτό που διαχωρίζει το ανθρώπινο από το ζωώδες είναι η γλώσσα, αυτό που διαχωρίζει τον πολιτισμό από το απλώς ανθρώπινο είναι η γλωσσική πειθαρχία.

Πειθαρχώ γλωσσικά άρα υπάρχω. Πρόκειται για το παιχνίδι της ηθικής καταπίεσης αλλά και της νεύρωσης και, κατά κάποιον τρόπο, για την άκρως ιδιαίτερη ισορροπία ανάμεσα στη συνειδητή ελευθερία και στην ασυνείδητη καταστολή.

Αρκετά νωρίς η μαμά, ο μπαμπάς, η κοινωνία, οργανώνουν την ομιλία σου το ίδιο διάστημα που σου μαθαίνουν την καθαριότητα και τον έλεγχο των σφιγκτήρων.

Όπως δεν κατουράμε και δεν χέζουμε οπουδήποτε έτσι λοιπόν δεν εκτοξεύουμε βρομόλογα, βρισιές, χυδαιότητες και λοιπά.

Αυτή η φάση γλωσσικής καταπίεσης συγκροτεί μια κόσμια γλώσσα διανθισμένη ίσως, με κάποιες ανατρεπτικές και ανεκτές λέξεις σε στιγμές που η κατσαρόλα βράζει σε δυνατή φωτιά και το καπάκι πρέπει να αφήσει ολίγον ατμό στο σύμπαν για να ξεθυμάνει.

Από το πιπί-κακά αλλά και το ευρύτερο ρεπερτόριο ήχων, λαρυγγισμών, συνηχήσεων, φωνημάτων, περνάμε βιαίως στη σκατολογική φάση. Στην αυθάδεια της παρόρμησης και της ποίησης. Κι όπως ομιλούμε συχνά για πρωκτικό σφιγκτήρα έτσι ομιλούμε και για στοματικό σφιγκτήρα, ο οποίος, όταν η πειθαρχία έχει επιβληθεί, δεν αφήνει να περάσουν βρισιές και αισχρόλογα απ’ το φράχτη των οδόντων.

Η αθυροστομία λοιπόν θα μπορούσε να θεωρηθεί το αντίστοιχο της ακράτειας ούρων ή περιττωμάτων. Λέξεις όπως σαλάμι, μπανάνα, αγγούρι, επιτρέπονται με την κατάλληλη συνωμοτική χαριτωμενιά αλλά η λέξη πούτσος απαγορεύεται.

Μπορεί ευκόλως ένας σοβαρός κύριος γυμνασιάρχης να πει στη γραμματέα του με υπονοούμενη συγκατάβαση για το μεγάλο του κουμπούρι ή το σπουδαίο κλαρίνο του, αλλά θα είναι αισχρός αν βγει έξω απ’ την πολιτική ορθότητα της μεταφοράς και μιλήσει ανενδοίαστα και ξεδιάντροπα για την ψωλή του.

Εντός της οικίας η πορνογραφία επιτρέπεται αφού μπορείς να φωνάξεις τη σύζυγό σου πουτανίστα κι αυτή να αντιχαιρετήσει λέγοντάς σου, Ήρθες καυλιάρη μου! έχω βάλει θερμοσίφωνα.

Βεβαίως οι λέξεις μουνί, κώλος, σκατά, πουτάνα, πούτσος και λοιπά έχουν αρχίσει να προφέρονται δημοσίως. Όμως αυτό που τις κάνει πορνογραφικές είναι το νοηματικό πλαίσιο. Για παράδειγμα η χρήση του ενεργητικού ενεστώτα ή της προστακτικής για να πούμε Έλα να σε γαμήσω! Άνοιξε το μουνί σου! Θέλω να μου χώσεις τον πούτσο σου! Είσαι πολύ καυλιάρα! και λοιπά άλλα, νοηματοδοτεί πονηρή πράξη και καταδικαστέα από τους ταγούς της ηθικής ισορροπίας του εθνοσκατολογικού κατεστημένου.

Στην καρδιά του ο άνθρωπος είναι αγγελικός. Κι όλα τα αγγελικά πλάσματα έχουν δικαίωμα στη βωμολοχία. Δικαίωμα σε μια ποίηση του ανίερου, δηλαδή εναντίον του καταπιεστικά επιβεβλημένου στις αγγελικές καρδούλες και στα καυλωμένα μυαλά. Και στα σκλαβωμένα κορμάκια των απαγορεύσεων.

Δικαίωμα σε μια ποίηση των χυμών κι όχι των στεγνών εξηγητών και των καταθλιπτικών ακαδημαϊκών. Και των βραβευμένων που μας σκοτίζουν τ’ αρχίδια.

Τα κακά πνεύματα

mav

Και την πατρίδα μου λησμονώ μπροστά σ’ ένα γυμνό γυναικείο σώμα, έγραφε στο ποίημά του Σώμα, ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ποίημα για το οποίο δικάστηκε και καταδικάστηκε. Ο Πετρόπουλος δεν έχανε ευκαιρία ακόμα και στο πιο απειροελάχιστο κείμενό του, να κάνει τον προβοκάτορα. Είτε μιλούσε για τη φασουλάδα, είτε μιλούσε για την καπότα, ο στόχος του ήταν η εξουσία και τα κωλόπαιδα που θέλουν να γαντζωθούν απ’ τα τροφαντά της αρχίδια. Διότι η εξουσία είναι ένα θηλυκό με αρχίδια. Ένα τερατάκι θεόπνευστο που κρατά τις τύχες μας στα χέρια της. Οι ζόρικοι συγγραφείς με όλη τη φιλόστοργη ειρωνεία τους, υπήρξαν εχθροί του κατεστημένου και η εξουσία τους περιποιήθηκε καταλλήλως. Τους εξόρισε ή τους ανάγκασε να εξοριστούν αφήνοντας πίσω στη θέση τους άλλους δουλικούς συναδέλφους που τα καταφέρνουν μια χαρά. Ο Θανάσης Βαλτινός δήλωσε προσφάτως πως δεν ανέχεται στη γειτονιά του μαύρες πουτάνες και η Κική Δημουλά παλαιότερα υποστήριξε πως δεν βρίσκει παγκάκι ελεύθερο στη γειτονιά της διότι είναι κατειλημμένα από Πακιστανούς. Οι άνθρωποι της ακαδημίας ξέρουν. Βεβαίως υποστηρίζω πως για το κωλοχανείο που λέγεται Αθήνα ευθύνονται αποκλειστικώς οι νεοέλληνες, που ως βάρβαροι καταδρομείς κούρνιασαν στους περιστερώνες του Καραμαλή. Και νομίζουν πως οι τοίχοι, οι δρόμοι, οι πλατείες ανήκουν αποκλειστικά σ’ αυτούς. Υποστηρίζω επίσης πως οι μετανάστες ομόρφυναν την γκρίζα σκατούπολη Αθήνα, που οι ίδιοι οι κάτοικοί της καταδίκασαν σε μαρασμό. Κανείς δε θυμάται βεβαίως το ρατσισμό που υπέστην οι χωριάτες που κατέβαιναν στο μεγάλο μαντρί. Και τώρα ως γηγενείς πλέον, πετροβολούν μαύρες πουτάνες και αποδημητικά πουλιά που κάνουν μια στάση για να πιούν νερό στα βρωμερά σιντριβάνια του υπερτροφικού άστεως. Ένας φίλος που είχε περάσει στο Πολυτεχνείο, στην εξέταση του μαθήματος της Πολεοδομίας είχε γράψει, Σκατά στους τάφους σας, εργολάβοι της δεκαετίας του εξήντα, του εβδομήντα και όλων των δεκαετιών. Κοράκια. Φυσικά ποτέ δεν πήρε πτυχίο μηχανικού. Κι ένας πρώην μαθητής μου, στην ερώτηση για τα κακά πνεύματα που του έβαλε ο θεολόγος στις εξετάσεις, απάντησε πως, αν κακά πνεύματα είναι οι σκέψεις για το μουνάκι της Μαρίας, ε, τότε ας είναι ευλογημένα τα κακά πνεύματα. Φυσικά ποτέ δεν πήρε απολυτήριο λυκείου.

Υπέρ Ανανήψεως

αδολεσχεία

Κυρίως σκέφτομαι πως μπορεί να λογοκρίνει κάποιος την αναλυτική σκέψη. Αφού, η αναλυτική σκέψη είναι προσέτι καταστροφική για την πίστη και τους πιστούς. Και βεβαίως η αναλυτική σκέψη είναι αποτέλεσμα συγκρούσεων με τα κάθε λογής ιερατεία. Κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει τη θεωρία της εξέλιξης και να μυριστεί τις λεπτότατες αποχρώσεις της αν δεν διαθέτει αναλυτική σκέψη, αλλά και πάθος εναντίον της αποχαυνωτικής και ενστικτώδους μεταφυσικής. Το πιο εύκολο είναι να πιστέψω τη μαλακία του παπά. Να σωφρονιστώ με τις μαγγανείες του μύθου και το λιβάνι ώστε να γίνω πιστός. Δεν έχει σημασία ποιάς πίστης διατελώ κουτάβι και ποιάς μεταφυσικής υπηρετώ το στυγνό παραλογισμό. Όμως σε συνθήκες βαρβαρότητας και προχωρημένου καπιταλιστικού οίστρου η αναλυτική σκέψη αποκτά τερατική μορφή. Το λογικό και το παράλογο ζευγαρώνουν και γενούν αυταπάτες. Καταλήγοντας στη φάρσα του μεταμοντέρνου μεταμφιέζουν το καθετί σ’ αυτό που συμφέρει τον Κύριο Καπιταλιστή. Η αλήθεια είναι η αλήθεια της οικονομίας της αγοράς και ότι είναι έξω απ’ αυτή θάβεται. Ότι δεν έχει μέσα λεφτά, κέρδος και ανάπτυξη του χοντρού αστικού κώλου είναι καταδικασμένο. Οι πρώτοι που πήραν χαμπάρι όλο αυτό το διασκελισμό της πολιτικής οικονομίας ήταν οι παπάδες και οι μαφίες των θρησκειών. Είναι αυτοί που προσαρμόστηκαν με θρησκευτική ευλάβεια και γι’ αυτό λειτουργούν ακραιφνώς ως τσιράκια των τραπεζών και των κυβερνήσεων. Κανένας επίσκοπος δεν τσούζεται απ’ τα μνημόνια και την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Αφού ως βδέλλα αρμέγει το κράτος και τους μαλάκες υπηκόους του για να επιβιώνει. Αφού η πελατεία του είναι και πελατεία της εταιρείας διαχείρισης της εργατικής δύναμης και της εταιρίας μετασχηματισμού των ανθρώπινων σχέσεων σε προϊόντα. Προϊόντα που δεν ενδιαφέρονται για την αναλυτική σκέψη άρα και για τη ζωή. Άνθρωποι που γράφουν στα παπάρια τους την αλήθεια, κυνηγώντας το θαύμα και την αριστερή ελπίδα που πουλάνε με το τσουβάλι αδίστακτοι κρετίνοι, που θέλουν πάση θυσία να βιδώσουν τον κώλο τους στην καρέκλα της εξουσίας. Η αναλυτική σκέψη είναι φύσει και θέσει επαναστατική, γι’ αυτό η Δύση την έχει κλείσει στο κλουβί της επιστήμης και των βιβλίων και συντηρεί ολόκληρο στρατό για να μη δραπετεύσει και φτάσει στην κοινωνία. Για να μη γίνουν οι εκκλησίες και τα παλάτια εν μια νυκτί γαμηστρώνες.