
Στην καλύτερη περίπτωση, προχωρούμε δοκιμαστικά.
Η ποίηση, ο ερωτισμός, το κοινόβιο, οι σεξουαλικές απευθύνσεις, οι ανθισμένοι κήποι, οι χορταριασμένοι τάφοι, τα λαμπερά νεκρά άστρα μάς συγκινούν και μας εξελίσσουν, μας οδηγούν στους αδιαπέραστους τρεμουλιαστούς βάλτους, στη σιωπή όπου η κόλαση οι παράδεισοι και τα καθαρτήρια δεν είναι παρά αιμομιξίες της φαντασίας και της συνείδησης.
Είναι η στιγμή που ο καθένας αρχίζει να παίζει το δικό του κομμάτι, η στιγμή που διώχνουμε μακριά τους δύσοσμους νεκρούς, που στήνουμε στον τοίχο τους διευθυντές ορχήστρας και την τυραννία της παρτιτούρας.
Και ετούτη η χαρά της δοκιμής, να βάζεις δηλαδή σε τροχιά ένα δικό σου δορυφόρο, αφήνοντας την τέχνη να ανθίσει στους δρόμους και να χαθεί με την επόμενη βροχή, μόνο και μόνο για να ανανεωθεί σαν μια διαρκής αναπαράσταση της Εδέμ.
Αρκετό καιρό τώρα τα βιβλία, οι πίνακες, οι μουσικές, οι ταινίες, σκέφτονται, βλέπουν, αφουγκράζονται, ζουν δηλαδή για λογαριασμό μας, επιβάλλοντας μιαν εξουσία από δεύτερο χέρι ανάμεσα σε μας και την αθωότητα της άμεσης ύπαρξης.
Μουσεία, ακαδημίες, αλυσίδες πολιτισμού, δεν είναι παρά νεκροτομία της επιβεβλημένης δόξας, μιας δόξας που μας φυλακίζει μέσα στη μικρότητά μας, κάνοντας μας ταπεινούς και απίθανα μικροσκοπικούς, σχεδόν νάνους φυλακισμένους σε ένα άσυλο εγωκεντρισμού, όπου η ψευτοζωή γίνεται ο χρυσός κανόνας και η εκφυλισμένη ανθρώπινη ανάγκη το εύφλεκτο καύσιμο της τραγωδίας.