Βουτιές

vouties

το έχω να ζήσω χίλια πεντακόσια χρόνια, αδέρφια
να εμβολιάσω τον σεξουαλικό μου εγκέφαλο
με επιγράμματα
για να αντέξω τόση φλυαρία
τόσο πολιτισμό
μακρόστενα ποιήματα θα γράφω
για γυναίκες
που ταξιδεύουν εις την Νήσο Ηδονή
επάνω σε σκουπόξυλα
ερεθισμένες μάγισσες και καυλιάρες νοικοκυρές
ω! ναι, το έχω να ζήσω χίλια πεντακόσια χρόνια
και βάλε
αν χρειαστεί
θα σας εξηγήσω εμβριθώς το Ντε Σάντ
λαογραφία Οθωμανικό δίκαιο
σουηδική γυμναστική αιμομιξία
ευρωπαϊκό πολιτισμό χασίσια εφηβεία
στης Έμιλυ Μπροντέ θα σκαρφαλώσω
τα Ανεμοδαρμένα ύψη
ω! ναι, μα την Παναγία Ελεούσα
θα βγω εκτός εαυτού
θα ανδραγαθήσω
παταγωδώς θα αποτύχω
και χίλια πεντακόσια χρόνια θα κοιτώ
το σκυθρωπό φεγγάρι
ντόπια κορίτσια
ροδοδάχτυλες σχισμές
τις Μολδαβές αθλήτριες να κατουράνε το τερέν
τη μισθωτή σκλαβιά τόσων θνητών
που δε γευτήκαν
λιοπύρια αθώα υγρά
λιωμένο σύκο και σκατούλια κατσικιών
φραγκοσυκιές κατσάβραχα
λεωφορεία της γραμμής που παν στο ηλιοβασίλεμα
και σας το λέω αδέρφια
το έχω να ζήσω χίλια πεντακόσια χρόνια
να σβήσω χίλια πεντακόσια κεριά
να ζήσω χίλιους πεντακόσιους έρωτες
να πιώ μονορούφι το ζουμάκι σας
τσούπες γδυτές και έξαλλες
να πάθω ηλίαση ανεμοβλογιά ταφοφοβία
ξανά και ξανά
τη μιαν μονότονη ημέρα μετά την άλλη
ξανά και ξανά
όλο βουτιές στη θάλασσα
μόνο βουτιές
κι όταν ρωτά το Έρεβος την ώρα
εγώ θα λέω πως είναι ώρα για βουτιές

Η ωραία μπεκατσοκυνηγός Ή Η σκανδάλη ως κλειτορίδα των αγάμητων

KYNHGI-763

Δεν θεωρώ το κυνήγι κάτι νόμιμο ή κάτι παράνομο. Θεωρώ το κυνήγι χρήσιμο ή άχρηστο. Όταν πεινάς πρέπει να κυνηγήσεις για να γεμίσεις το στομάχι σου και να ζήσεις.

Όταν πεινάς, πρέπει, με σφεντόνα ή καραμπίνα, να κυνηγήσεις για να κρατηθείς ζωντανός. Η επιβίωση είναι η πιο βαθιά ανάγκη.

Όμως το κυνήγι σήμερα είναι δολοφονική οργανωμένη πράξη με τις ευλογίες του κράτους που στηρίζει την εξουσία του αποκλειστικά και μόνο στα κουμπούρια και στη βία.

Το κυνήγι σήμερα κατέστη μια βιομηχανία της δύναμης των λούμπεν λεφτάδων αφού για να ξεκαυλώσεις χρειάζεσαι φράγκα, κυνηγετικούς συλλόγους, εταιρίες, περιοδικά με ντροπιαστικά εξώφυλλα σορών δολοφονημένων πλασμάτων, που, θα νομιμοποιούν τα ένστικτα ανθρωπόμορφων γορίλων, ποινικοποιώντας ακόμα και την αθώα διαμαρτυρία όσων δεν συμμερίζονται το νοικοκυραίικο έγκλημα.

Γνωρίζοντας πως το καπιταλιστικό δικαστικό σύστημα είναι μια φάρσα και ότι δεν υπάρχει καμιά πρόθεση να εφαρμόζονται οι νόμοι υπέρ του αδυνάτου, παρά μόνο σποραδικά και τυχαία, δεν επιθυμώ να μηνύσω κανένα καριόλη δολοφόνο κυνηγό-νόμιμο δήθεν ή παράνομο-για να δώσω το δικαίωμα σε κάποιο εισαγγελικό εκδικητικό τσόλι να με φτύνει στα μούτρα με τα σάλια του κουνώντας μου το χοντρό του δάχτυλο υπερασπιζόμενος την δήθεν νόμιμη έξη κάποιων συμπολιτών μας προς το φόνο.

Ο πόλεμος ανάμεσα στους κουμπουροφόρους και τη ζωή ήταν είναι και θα είναι κοινωνικό ζήτημα.

………………………………

 

Κυνήγια

https://dromos.wordpress.com/2015/01/15/%CE%BA%CF%85%CE%BD%CE%AE%CE%B3%CE%B9%CE%B1/

Ο ποιητής Γιάννης Υφαντής δικάζεται επειδή τα έβαλε με παρανομούντες κυνηγούς στη Λευκάδα 

https://www.lifo.gr/articles/greece_articles/208729/o-poiitis-giannis-yfantis-dikazetai-epeidi-ta-evale-me-paranomoyntes-kynigoys-sti-leykada

ΝΤΡΑΠΗΚΑ ΟΤΑΝ ΔΙΑΒΑΣΑ ΟΤΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, του πολιτισμού, της ποιήσεως, ένας εισαγγελεύς κατηγορεί έναν ποιητή για ψευδή καταγγελία

https://eyploia.gr/

Επιθυμώ, άρα υπάρχω

11b20871

Απέναντι στην απέραντη ηθικολογία της ποίησης τα τραγούδια των μυρουδιών.

Οι λειψές αισθήσεις μας, είτε από μεγαλοπρέπεια, είτε από ασέβεια, περιτυλίγουν τη συνείδηση με τους ερωτικούς σπασμούς που μας χιλιοκομματιάζουν μες στην ταριχευμένη πραγματικότητα των κανόνων και των δουλικών της θεραπαινίδων.

Μιλώντας οι ποιητές για ιδανικές αρετές, τις καθρεφτίζουν στη λάμψη της φαντασίωσής τους.

Όσες οι φιλίες και οι αγάπες τόσες οι αποτυχίες και τα γκρεμοτσακίσματα. Έτσι ονειρεύονται να θεραπεύσουν το Είναι που αιμορραγεί έξω απ’ το σώμα των κοινωνικών δεσμών.

Όμως τα φαινόμενα επιστρέφουν και οι ποιητές γίνονται αγύρτες στροβιλιζόμενοι μέσα στη διανοητική τους ορμή.

Ο έρωτας διατάσσει τη λαγνεία. Η λαγνεία διατάσσει το διανοητικό αίμα για να γεμίσει το ποτήρι της ακινησίας. Αυτό που θα κατεβάσουν μονοκοπανιά οι επίδοξοι ονειροπόλοι, σαγηνεμένοι απ’ το λόγο που είναι σκληρός και ανέγγιχτος μες στα απλωμένα δίχτυα της μνήμης.

Όλες οι ποιητικές μας προφητείες, όσο ανόητες κι αν είναι, σμιλεύτηκαν απ’ τη λίμπιντο της συναναστροφής και της περίσσειας του νοήματος που εξακοντίζει κάθε πολιτισμός στο κενό της αιωνίου άγνοιας και της ευσπλαχνικής αγρύπνιας.

Η ποίηση επιβιώνει πάντα ως αντίστιξη της θεολογίας του βιοπορισμού.

Παρηγορεί την ανθρωπότητα που βαδίζει στην αγχόνη την ώρα που οι παπάδες και οι οικονομολόγοι δηλητηριάζουν τη σεξουαλικότητά της και το τελευταίο της γεύμα.

Η ποίηση απελευθερώνει μια για πάντα τις λέξεις που στριμώχθηκαν στην κυριαρχία του νοήματος.

Είναι μια εκ προμελέτης ατιμία ή μια χαζοχαρούμενη κραυγή. Το στιγμιαίο λαχάνιασμα στην τόσο κουτά μονόχνοτη ζωή. Το καρδιοχτύπι που φτάνει στους όρχις. Το καρδιοχτύπι που συνταράσσει το αρχέγονο δασύτριχο μουνί της επιθυμίας.

Προσευχή δόκιμης μοναχής

prose

Κουρνιάζω μέσα στις μάταιες πράξεις και στα μάταια λόγια
Ο Κύριος θάνατος είναι λογιστής που ξεμυτίζει απ’ τη σάρκα του στήθους μου
Λογαριάζει τα πολύχρωμα φτερά του λαιμού μου
Κάνει τα κύτταρά μου φονιάδες
Διαφθείρει κοριτσάκια στου χασάπη το κούτσουρο
Του χαμογελούν τα γλυκά ευωδιαστά αιδοία
Του γλείφει το μπούτι τη γάμπα και το γόνατο ο λαός
Είναι πεινασμένο το μουνί μου, Κύριε Θάνατε, πρέπει να το ταΐσει κάποιος
ο προηγούμενος εραστής μου δεν μπόρεσε, εσύ μπορείς;

Ζακ

zak

Σε καιρό ειρήνης τα παιδιά παίζουν τους στρατιώτες. Σε καιρό πολέμου οι στρατιώτες σκοτώνουν τα παιδιά που σε καιρό ειρήνης παίζουν τους στρατιώτες. Και τα παιδιά εξαφανίζονται απ’ τον κόσμο και μένουν οι στρατιώτες ταΐζοντας τα κοράκια τα τσακάλια και τις ύαινες. Μέχρι να σκοτώσουν όλα τα παιδιά καρφώνοντάς τα στη γελοία τριχωτή πούτσα του νεκρόφιλου παιδεραστή θεούλη.

Σπάργανα

clic_nickturner_collage_2_master

Η λέξη σπάργανα μας φέρνει πιο κοντά, κορίτσια
όπως η λέξη θάλασσα φέρνει τα ψάρια πιο κοντά στον ήλιο
Αχ κορίτσια, που όλες οι διαστροφές μας φύτρωσαν ανάμεσα
στα δάχτυλα των ποδιών σας τη νύχτα
κατηφορίζοντας στις ερήμους της Αμερικής
με τους ποιητές της που ξεψύχησαν στα πευκόκλαδα
ψάχνοντας Ινδιάνες από ατσάλι
με τα μικρά πικρά ελαφίσια κέρατα
και τους ήχους από χιλιάδες φτερούγες
Κι εκείνη την ανοχύρωτη γύμνια τους
των ανοιχτών αγρών το ακρωτηριασμένο σώμα
το χρήμα για τις νέες λογοτεχνίες
και το κάτουρο απ’ τα θαλασσοδάνεια του έρωτα
Αχ κορίτσια, οι κάμποι ετούτοι θα γίνουν κάποτε θάλασσες
η άγρια αγωνία και το τρεμούλιασμα του πέπλου σας
θα γίνουν ποντικοφάρμακα και σερβιέτες
μα εσείς δοκιμάζοντας ξανά και ξανά το κλειδί για το σύμπαν
σαν να ναι σπέρμα ή δάκρυα
θα έρχεστε στον αιώνιο ύπνο μου
όχι για να ξυπνήσετε τον πεθαμένο Λάζαρο
αλλά να ζητιανέψετε φαλλό

Silicon Valley

Lolw

Στον κόσμο αυτό υπάρχουν αμπερόμετρα
ρινίσματα σιδήρου, πλανήτες και φωτεινές ακτίνες
σπλάχνα μαϊμούς στα χασάπικα του Μανχάταν
Αλλά δεν υπάρχουν ηλεκτρόνια
μαγνητικά πεδία
πτολεμαϊκοί επίκυκλοι
και ο αιθέρας της ηδονής

The distance between two bodies Ή Πάρε με αγκαλιά να μη πατήσω τα γυαλιά

dist

Ακούω τα δάκρυά της. Μπορώ να φανταστώ τα χείλη της να τρεμοπαίζουν. Ο χρόνος έχει γίνει μπίλια μες στο φλιπεράκι της καρδιάς.

Κάθε συναίσθημα έχει ένα συγκεκριμένο ρυθμό, μια βασική συγχορδία που μπορεί να καταγραφεί με τη μορφή μουσικής παρτιτούρας.

Ωστόσο, ένα είδος βαθιάς ερωτικής ένωσης έρχεται να δέσει με το νήμα του δυο κορμιά πάνω απ’ τις ρομαντικά χυδαίες μαγειρικές των οργασμών.

Όλες οι αξιοθρήνητες δημιουργίες μας διασχίζουν την ανθρώπινη έρημο για να χαθούν στην άμμο της λησμονιάς.

Μα, οι ερωτικές μας δημιουργίες, αυτές που καταπίνουν κεφάλια, χέρια, πόδια μένουν σαν πανάρχαιο αίμα πάνω στις πέτρες και πάνω στα δόντια της μυλόπετρας που συνθλίβει ένα ένα τα δέντρα της παιδικής μας ηλικίας αφήνοντάς μας ολομόναχους σ’ αυτό το δάσος δίχως εκλογή, σ’ ένα απόκρημνο ατέλειωτο μονοπάτι.

Ο έρωτας αυτό το αγγελόθρεφτο ανθρωπάκι έριξε το βέλος του, τότε, στον παγκόσμιο πόλεμο της ηδονής κι αυτό έκανε τον κύκλο γύρω απ’ τη γη και τον χτύπησε στην πλάτη.

Ο έρωτας, ως δαίμων που υπάρχει μέσα μας, τόσο αλαφροΐσκιωτος όσο η βιοχημεία των σεξουαλικών μας οργάνων, κάθεται τώρα μονάχος πάνω σ’ έναν κορμό πεσμένου δέντρου ακριβώς στο κέντρο της ξεχασμένης μάχης, υφαίνοντας, τους πικρούς διαλογισμούς του.

Κι όμως, κάποια στιγμή στριφογυρίζει στις φτέρνες του και κράζει σαν κόκορας πανευτυχής, αυτοκράτορας της ίδιας της λαλιάς του, κυβερνήτης της δικής του αναπνοής, αδάμαστος πάνω στον τραχύ λαιμό του πολιτισμού της υποκρισίας.

Ο έρωτας που μ’ αυτόν βάφουν τους τοίχους οι δογματικοί αιθέριοι προλετάριοι, μες στις πολιορκίες και τους λοιμούς της πόλης, δεν ξεχωρίζει την ψυχή απ’ το σώμα και τα δάχτυλα απ’ τις σχισμές.

Πότε χορτασμένος κραταιός μονάρχης και πότε χλωμός και λυπημένος όταν τον ανταμείβουν με δηλητήρια και κουφέτα.

Μα, ξαφνικά, πάντα, βγάζει μιαν υπόκωφη βοή τη στιγμή που ο ψίθυρος της παρακμής κυκλώνει τα κορμιά, λες και η ιστορία ξεθεμελιώνεται κι ένα τεράστιο μανιτάρι ξεπροβάλει πελώριο σαν την ίδια τη ζωή, γεμάτο με εκατομμύρια κύτταρα, αιώνιο και χυμώδες, σαν να εμφανίζεται στον κόσμο αυτό για πρώτη και στερνή φορά.

Μανολάδα μπλουζ Ή Μείζων δε πάντων η αγάπη

manol

Να τρώτε άψητες μασχάλες και σκεφτικούς λευκούς μαστούς
βατράχια της παραδοσιακής μας ποίησης
Να τρώτε τον ορθολογισμό με το κουτάλι
τα κβάντα και τη λάσπη της δημιουργίας
Αγαπήστε τις αλυσίδες σας
έλεγε στους σκλάβους ο απόστολος Παύλος
ενώ έπλεε προς Κορινθίους
κατάσκοπος πια, καλοπληρωμένος, των Ρωμαίων

Όταν έκλασε ο Νίτσε

mixal_xairetismos_765246067

Απ’ την παλιά γκραβούρα ξεπετάχτηκε ένας ψυχοπλακωτικός και καταπιεστικός τύπος.

Φαινόταν γκριζομάλλης άντρας σαν παλαιός δάσκαλος γεμάτος καταπιεσμένα βίτσια, σαν εθνικόφρων αριστερός, λίγο ντροπαλός αλλά έτοιμος να διαβεί της λησμονιάς το γάργαρο ποτάμι.

Ήξερε καράτε, κινέζικο μποξ, τζούντο. Στεκόταν όμως εκεί κρατώντας την κυνηγετική του καραμπίνα.

Του άρεσε να επιδεικνύει τα ύποπτης προέλευσης παράσημα απ’ την εποχή του Βιετνάμ.

Με το πρώτο φυσίγγι σκότωσε τη μάνα του που τη θεωρούσε υπεύθυνη για την κατάντια του να τον χωρέσει σε μια γκραβούρα με ομίχλες και Ευζώνους και άλλα όμορφα ψηλά παλικάρια που φαινομενικά ήταν πατριώτες, μα, αν τους έξυνες λίγο την ανδρική πέτσα έβρισκες ένα σωρό πούστηδες, ωραίους σαν Έλληνες της αρχαιότητος.

Με το δεύτερο φυσίγγι πυροβόλησε τον πατέρα του στο λαρύγγι, θέλοντας να εκδικηθεί έναν θείο του απ’ την Αμερική, που τον γάμησε στα έξι κι έπειτα τον ξεκώλιαζε διαδοχικά και επαναληπτικά την ημέρα των ευχαριστιών, βάζοντας μετά το πουλί του στον κώλο της γαλοπούλας που περίμενε υπομονετικά να τη φάνε τα εκπαιδευμένα αμερικάνικα στομάχια.

Μετά το φονικό ξαναγύρισε στην παλιά γκραβούρα χαμογελώντας μ’ εκείνο το γλοιώδες χαμόγελο του ανθρώπου που ξέρει πολλά και μπορεί να κάνει ακόμα περισσότερα.

Αριστερός δανδισμός Ή Οι λεκανατζούδες της Ευρώπης

tsipras-oikogeneiaki-foto-8-708

Η λέξη Δανδής μου προκαλούσε πάντα ένα γελοίο συναίσθημα.

Οι ξεπεσμένοι αριστοκράτες έβρισκαν διάφορες χυμώδεις λέξεις για να καλύψουν τον ξεπεσμό τους.

Ύστερα οι λέξεις αυτές πέρασαν στα βιογραφικά καλλιτεχνών και πολιτικών, που, αντί να γράψουν πως υπήρξαν μεγάλα ρεμάλια, φορούσαν τη γούνα του δανδισμού χοροπηδώντας φασαριόζικα γύρω απ’ τον εκδότη τους, τουτέστιν τον προαγωγό τους.

Ο δανδισμός συνίσταται στο να γίνεται κανείς ωραίος, με το να αποκτά ένα καινούργιο σώμα μέσω του ντυσίματος, μέσω της εξωτερικής εμφάνισης, μέσω της φτιαχτής εικόνας, μέσω του απατηλού περιβλήματος.

Από την ακόρεστη βιομηχανία δανδήδων περάσαμε στην βιομηχανία καταραμένων.

Τα παιδάκια των μικροαστών ήπιαν μπόλικο αψέντι και κουβάδες μαλακίας νομίζοντας πως με τα αδερφίστικα καμώματά τους θα διαβούν τον Ελικώνα της κουλτούρας ξεφεύγοντας απ’ τη θηλιά της χαζοχαρούμενης τάξης τους.

Το πονηρό κατεστημένο έκανε λίφτινγκ στους λεγόμενους αριστερούς του εσωτερικού πατώντας πάνω στην ματαιοδοξία τους να κυβερνήσουν τους άλλους.

Απ’ τη διεφθαρμένη δεξιά με το γουργουριστό της λίπος, που έκανε το σκυλάδικο συνθήκη ζωής, περάσαμε σε μια πονηρή κλίκα που κουβαλά την ταμπέλα του αριστερού στα ευρωπαϊκά πολιτικά κωλάδικα.

Καλλιτέχνες πουτανίτσες και πολιτικοί εργολάβοι της αριστερής μικροαστικής φαντασίωσης  έγιναν λεκανατζούδες* της αστικής τάξης.

Τα βραβεία και η κακαδημία αντί να σαπίσουν μέσα στη μούχλα τους αποκτούν περισσότερη εξουσία και περισσότερο κύρος απ’ τους κομπλεξικούς μικροαστούς αριστερούς που διαθέτουν νταντά για τα παιδάκια τους αλλά και αλλοδαπό δούλο για να ξύσει απ’ τη χέστρα το σκατούλι τους.

———-

 

*Οι πάλαι ποτέ εργαζόμενοι εις οίκους ανοχής, οι οποίοι ήτο επιφορτισμένοι με το καθήκον της πλύσης των γεννητικών οργάνων εκάστοτε πελάτου προ, και, ενίοτε μετά της  συνουσίας. Οι λεκανατζίδαι έφεραν την χαρακτηριστικήν μικρή λεκάνην, σάπων και μάκτρο (πετσέτα), και ήτο συνήθως ξεπεσμένοι ομοφυλόφιλοι. 

Paris – Επιστολή Στον Ηλία Πετρόπουλο

16

 

Ως και τα αισθήματα, τα θαμμένα στα ερείπια ξυπνούν
οι γυναίκες που αγαπούν πολύ 
αυτές που αφηρημένα σ’ αιχμαλωτίζουν
για να φονεύσουν την καρδιά σου.
Όταν είσαι με την αγαπημένη σου 
είσαι με όλες τις γυναίκες του κόσμου.
Κι αν φύγει αυτή θα’ ρθει πάλι η ίδια.

Τις γυναίκες πρέπει να τις αγαπάς
απ’ τα νύχια ως το κεφάλι
όταν τρώνε, όταν πίνουν, όταν κατουρούν, 
οι γυναίκες έχουν ψυχή σαν τόξο
σκληρή χορδή 
τα μάτια τους είναι ρεμπέτικα τραγούδια σκοτωμένα.

Ένα υγρό μουνί είναι ένας φρεσκοσκαμμένος τάφος.

 

 

10

 

Οι άσχημες γυναίκες είναι η απόδειξη 
πως δεν υπάρχει θεός.
Μόνες πάντα μέσα τους βαθιά, 
γιατί η ομορφιά είναι συντροφιά 
είναι το βλέμμα των άλλων. Με κοιτούν σημαίνει υπάρχω.
Ο Φασμπίντερ στις ταινίες του αγάπησε τις άσχημες γυναίκες.
Φύλλα ριγμένα πάνω στα χαλίκια. 
Η θλίψη μου ανεμόμυλος. 
Βλέπω τώρα στην τηλεόραση
πως κάνουν στα παιδιά σεξουαλική διαπαιδαγώγηση 
χαλιναγώγηση και λοιπά. Σα να’ ναι κρέατα.
Είναι αδιανόητο να μιλάς για τέτοια θέματα και να μην καυλώνεις.

Πρέπει να βρέξεις τον κώλο σου για να μάθεις κολύμπι. 
Κι αυτή τη νύχτα για να την περάσεις μόνος 
Θα πρέπει κάτι.

Τώρα θα γράψω σκληρά 
Τώρα θα γράψω βίαια 
Τώρα θα σκάψω βαθιά με τα νύχια
Τώρα θα φάω τις σάρκες μου

 

1

 
Τα δροσερά τριαντάφυλλα μέσα στα ποιήματα
μου φέρνουν αναγούλα 
όπως το ζεστό φρεσκοζυμωμένο ψωμί στους πεινασμένους.
Προτιμώ τη λογοτεχνία των καμπινέδων απ ’τη λογοτεχνία
δυστυχισμένων γυναικών ή πούστηδων 
που τρώμε σωρηδόν στη μάπα.
Κάθομαι τώρα λυπημένος ως το μεδούλι. 
-Η ζωή στην επαρχία είναι θλιβερή. 
-Μα έχουμε τον καθαρό αέρα.
Κυρίες που κλέβουν πορτοφόλια σε κηδείες αστυφυλάκων. 
Κοριτσάκια που τρίβονται σε κορμούς δέντρων, όπως 
στα ποιήματα του Εμπειρίκου. 
Εδώ στην επαρχία ο φίλος μου, 
ο φίλος μου ο Βαγγέλης γράφει ερωτικά ποιήματα
όταν η καύλα τον χτυπάει στα μελίγγια 
βγάζει τη γλώσσα του και γλείφει τις πληγές του 
κι ας μην είναι σκύλος.

Καλλίτερα μουνόπλακα παρά ταφόπλακα.

 

2

 
Τα παιδιά σήμερα 
ακούνε σκωπτικά τραγούδια για τον έρωτα.
Γράφουνε στα τετράδια στιχάκια
για προδοσίες που δε γνώρισαν.
Κι εγώ τόση μοναξιά δεν την αντέχω.
Άστεγος να γυρνώ μέσα στο σπίτι
μόνος και πάλι μόνος. 
Ψυχή πεταμένη μες στο χαντάκι του κορμιού.
Βλέπω τώρα τη φωτογραφία μιας πεθαμένης φίλης 
(ο θάνατος όπως πάντα γαμεί και δέρνει).

Ε ρε πούστη, να ήμασταν λέει σε μια εξοχή, σ’ έναν κήπο
κι εγώ να πήδαγα το φράχτη να σου κόψω λίγα σύκα!

 

4

 
Βλέπω τώρα έναν πίνακα του Σακαγιάν. 
Στολίζει μια κριτική ζωγραφικής στο Τραμ.
Η μητέρα ως καθαρίστρια του σταθμού Λαρίσης.
Οι ζωγράφοι πάντοτε στιλβώνουν την παιδική μου ηλικία.
Γράφω για να κάνω τους άλλους να μην ξεχνούν.
Γράφω για να κάνω τον εαυτό μου να ξεχνά.

Η αγαπημένη με περιμένει γυμνή πάνω στο χαλί
ενισχύει την αγάπη μου για τα απλά και τα κοινά. 
Γαμιόμαστε, γνωρίζοντας πως θα μας φάει κάποτε το χώμα.
Μα δεν το σκεφτόμαστε.

 

 

5

 
Ζούμε μέσα στην αντίφαση. Κι όποιος πει το αντίθετο
είναι ψεύτης. Ολόκληρη η ιστορία είναι 
είναι η ιστορία του εγκλήματος. Στοίβες πτώματα. 
Κόκαλα και πέτρες απ’ του Δευκαλίωνα το τσουβάλι. 
Πέταξα όλα τα ιστορικά βιβλία.
Με τι ευκολία οι δάσκαλοι μας βάζαν
τρυφερά παιδιά και παπαγαλίζαμε.
Τόσες χιλιάδες νεκροί, τόσες χιλιάδες 
κομμένα κεφάλια, ακρωτηριασμένοι 
ανάπηροι, άστεγοι, πεινασμένοι.
Βρήκαν τη μέθοδο να μας κάνουν συνενόχους.
Γι’ αυτό τα ιστορικά βιβλία
μου μυρίζουν πάντα ανθρώπινο κρέας.

Μα οι παπάδες είναι πούστικη φάρα παγκοσμίως 
άλλο τόσο οι δάσκαλοι κι οι χωροφύλακες.
Οι πνευματικοί άνθρωποι τα μεγαλύτερα παχύδερμα.
Δουλεύουν αμισθί για το γαμημένο έθνος.
Γι αυτό πιάνω τη λέξη απ τα μαλλιά και τη βάζω μες στο ποίημα.
Γι’ αυτό γράφω καυλιάρικα ποιήματα. Γι’ αυτό
δεν έχω να δώσω λόγο σε κανένα.
Τόσο αίμα έχει κυλήσει κάτω απ’ τις γέφυρες.

 

3

 

 

Είμαστε μόνοι 
ξεβράκωτοι σε τούτο το κρεβάτι. 
Τι όμορφα αποκομμένοι απ΄ όλους
στη φοβερή εξορία του έρωτα!
Τα βλέφαρά σου μου κόβουν άγριες μαχαιριές.
Με ταΐζουνε μελαγχολία τα μάτια σου. Διασχίζω το κορμάκι σου 
σα να’ ναι δρόμος.
Είσαι ανεξάρτητη χώρα. 
Σκύβω και ψιθυρίζω στο αυτάκι σου 
τη μαγική λέξη. 
-Έχω περίοδο, μου λες. 
Μα όταν έχεις περίοδο σε θέλω πιο πολύ
μέσα σου να γλιστρώ
να σε μυρίζω ολόκληρη
να χύνω ο σφαγμένος 
βαθιά μες στα ωραία σου μάτια.

 

6

 
Λέξεις δηλαδή πόνος που παραληρεί εντός μου.
Είναι πράξη επαναστατική να γράφεις ποιήματα
να κατουράς τους γαμιόλιδες με τα Best-seller
να φτύνεις στα μούτρα την αμερικάνικη υποκουλτούρα
(που σου πασάρει κάθε πουλημένο τσόλι).
Ο αντικομουνισμός του εξήντα έβγαλε ρίζες. Κι άλλο δεν πάει.
Αυτούς που σφάξαν οι δικοί μας και οι ξένοι,
αυτούς που σφάζουν οι δικοί μας και οι ξένοι σήμερα. 

-Γέμισε πτώματα η Γιουγκοσλαβία -.
Κι η τέχνη κάποτε τα ξερνά όλα αυτά. Γιατί κι η τέχνη κάποτε 
γίνεται λεπίδι που κόβει.
Γίνεται λεπίδι που κόβει τ’ αρχίδια κάθε κερατά.

 

 

7

 

 

Το παντελόνι κρύβει τη σάρκα της γυναίκας
μα το φουστάνι την αναδεικνύει. 
Το σκοτάδι κάτω απ’ τις φούστες είναι το πιο γλυκό σκοτάδι.

Είμαι διαβολικός γι’ αυτό τα όνειρά μου είναι αισχρά. 
Μια τρίχα μας χωρίζει από την άβυσσο. Συγκεκριμένα 
μια μουνότριχα. 
Όλοι οι σπουδαίοι ποιητές μονάχα ένα ποίημα έχουν γράψει
καθώς λένε. Έτσι κι εγώ την ανεξάντλητη ωδή μου στη γυναίκα.

Από ένα δαιμόνιο κυριαρχείται η ποίηση.
Βλέπω τώρα στην τηλεόραση τους πνιγμένους μετανάστες 
στη θάλασσα του Μαρμαρά.
Με το χέρι τους γράφω
αυτά τα κωλοποιήματα.

Πρέπει να’ σαι προικισμένος για τη μοναξιά.
Μια γυναίκα γυμνή είναι η φωτεινή πλευρά του θανάτου. 
Ο μοναδικός θάνατος που μέσα του θες να τρυπώσεις. Και τα άνθη 
αυτού του τάφου είναι πάντα τρυφερά. 
Τη γυμνή κοπέλα που χτενίζει το μουνάκι της μπροστά στον
καθρέφτη συντετριμμένος την περιγράφει ο ποιητής 
σ’ αυτό το μάταιο κόσμο.
Μα η δυστυχία μιας γυμνής κοπέλας είναι δυστυχία όλων.

 

 

8

 

Είδαμε στο Βατικανό τα ελληνικά αγγεία, τις πομπές 
με τους τουρλωμένους πούτσους, τα ένδοξα γαμήσια της αρχαιότητας
που ταξίδευσαν σ’ όλο τον κόσμο μεταφέροντας λάδι και κρασί. 

Διασχίσαμε την αίθουσα με τα αγάλματα. Μας βγάλανε φωτογραφία
έπειτα σ’ ένα μπαλκόνι με φόντο τη Ρώμη. 
Ακούσαμε μια Αμερικάνα ξεναγό να λέει
πως η ελληνική κλασσική αρχαιότητα είναι αξεπέραστη. 
Λίγο πολύ ετούτοι εδώ ήσαν αντιγραφείς. 
Επίσης δεν ανεβήκαμε στον τρούλο του Αγίου Πέτρου. 
Δεν χρειάζεται να δεις τη Ρώμη από ψηλά.

Τα συγκινητικά ποιήματα είναι τα σύντομα ποιήματα. 
Αυτά που γράφονται μέσα σε τραίνο.
Τέτοια δεν έγραψε ο Έζρα Πάουντ στη Ρώμη. 
Αυτός έγραψε επικά ποιήματα. 
Και το Κολοσσαίο είναι ένα επικό ποίημα. Δεν καταλήγει πουθενά.
Συνεχίζεται πέρα απ’ την ελπίδα μιας κατάληξης.

Στη Ρώμη είδα πάλι τον Αττικό ουρανό Κυριακή μεσημέρι.
Οι ιταλίδες έχουν παρόμοιο κώλο με τις ελληνίδες. 
Η καύλα είναι παντού ίδια, δεν έχει διαβατήριο.

Σε ποιες γειτονιές να βρίσκονται άραγε κρυμμένα τα μπουρδέλα!

 

9

 

Στα ελληνικά σπίτια και ιδιαιτέρως στα παλαιά φτωχόσπιτα 
το ζευγάρι κάνει έρωτα κάτω απ’ το εικονοστάσι. 
Η Παναγία και οι Άγιοι γίνονται μάρτυρες της ερωτικής πράξης.
Όσο πιο πονεμένος είναι κάποιος τόσο αγαπά τον έρωτα.
Ο βολεμένος είναι μπουχέσας, πλαδαρός. Δε φχαριστιέται.

Κάποτε θα γράψω για τις νοικοκυρές που απλώνουν 
ρούχα στα μπαλκόνια. Για τις σερβιτόρες των McDonald’s
που δε σε κοιτούν στα μάτια. 
Για τις κομμώτριες, για τις μοδίστρες του παλιού καιρού. 
Φανατικός του καθημερινού έπους.

Πρέπει να γυρίσουμε πάλι την ποίηση
στην επικοινωνία.
Να γυρίσουμε την ποίηση στην αγορά.
Γιατί η ποίηση είναι ένα φρενιασμένο κάλεσμα.
Ένα καυλωμένο κορίτσι.

 

11

 

[Η παρούσα επιστολή-ποίημα
γράφτηκε το Μάρτη του 2000
και αποτελεί κομμάτι
της αλληλογραφίας μου
με τον Ηλία Πετρόπουλο.

Αρκετές τέτοιες επιστολές
βρίσκονται
στη Γεννάδιο Βιβλιοθήκη
μαζί με το υπόλοιπο
αρχείο Πετρόπουλου].

 

 

 

Μη Γράφετε Άλλα Τραγούδια Για Τον Έρωτα

kolaz

Μη γράφετε άλλα τραγούδια για τον έρωτα
και την καταχνιά. Εδώ δεν είναι Οξφόρδη
αλλά χώρα με καημούς και γάγγραινα. Εδώ
οι όψιμοι πλατωνιστές σπαράσσουν
ψαλιδίζοντας σεντόνια. Λεηλατούν αλάλητες
παρθένες, ρυθμίζουν υποθέσεις του κράτους
πληρώνουν δόσεις, καιροφυλακτούν. Προτιμούν
να περάσουν καλά στο μέλλον και στον κάτω κόσμο.
Οργίζονται θερίζουν γεννάνε ήρωες και δασκάλους,
στεντόρεια λογοπαίγνια. Κι εκεί κατά το ξημέρωμα
υποκύπτουν στα τραύματά τους και στην ανίατη
αρρώστια της ζωής. Μη γράφεται άλλα τραγούδια
για τον Έρωτα, ο Έρωτας θα σας φάει θα σας
δαγκώσει το σβέρκο ο Έρωτας δουλεύει από ήλιο
σε ήλιο σπέρνει δαιμόνια σας θέλει εκεί ενορίτες του
σας θέλει εκεί αγνούς ανθρωποφάγους του πλησίον