το άγριο παγώνι των μηρών σου

 

το άγριο παγώνι των μηρών σου
κορδώνεται
το ντέφι του βαράει όλο χάρη 
παίρνοντας πόζα ποιητή
που απαγγέλει χαικού όλο καμάρι

και πόσο ασυλλόγιστα
υποφέρει και καυχιέται
φουσκώνοντας σαν Πέρσης ξεροκέφαλος
σα νάρκισσος που δεν του πρέπει οργασμός
παρά μονάχα λύσσα

λύσσα για τα μικρά τα δάχτυλα
των τρυφερών ποδιών
ωραίων κορασίδων που ελύγισαν
το ζουμερό κορμί τους
σκορπώντας το χνουδάκι τους
στο φως πυγολαμπίδων
τρίβοντας την αγάπη τους σα ρίγανη
πάνω στα κρέατα αντρών
για να τα νοστιμίσουν

 

 

 

Πνοή από νύχτα

 

Σήμερα το πρωί άγγιξα το πρόσωπό της
     τα χείλη της
με πνοή από νύχτα σαν την ουρά του αλόγου

ξεδίπλωσα το σεντόνι και τη μαστοφόρα γύμνια της
     την τρυφερή λαδόκολλα από μικρούς κομήτες
την ώρα που δυο καλλονές σουσουράδες, στο παράθυρο
     κουτσομπόλευαν το σύμπαν 
και ξωτικά λουλούδια φτερούγιζαν στα μαλλιά τους

έδιωξα με θειάφι τις οχιές
σκάλισα τον κήπο με το τσαπί μου

κι αποκεφάλισα υγρά μανιτάρια
με το σκληρό μορφασμό των φαλλών
να τα προσφέρω στη γυναίκα μου.

Ξόρκια της νύχτας

Ξόρκια της νύχτας, τ’ ουρανού
μιαν άσπρη πεταλούδα, πήρε φωτιά
     απ’ τη φλόγα σας
άνθος σαρκώδες που έσκασε
     από αναλάμπον σκότος.
Σαν Άνοιξη κατέβηκε να παίξει
     με τα χόρτα
να παίξει με τους εραστές
     και με το μανδραγόρα.
Να βγει ο ήλιος σαν κρινάκι
     σαρκοβόρο
κόρφους γυμνούς σκυλεύοντας
ξερολιθιές κι αγρίμια.
 
Κι ωραίων άστρων θηλυκών
η φλογισμένη γλώσσα του
να γλείψει τους μαστούς
κι απ’ τις φωλιές να πεταχτούν
      οχιές κι αγριομελίσσια
χαράσσοντας συνθήματα
      στην πυρωμένη σάρκα
με το γυμνό κεντρί
το μέλι τους ν’ απλώσουνε
      και το πικρό φαρμάκι
πάνω στα υγρά τα πέταλα
         των τρυφερών γοφών της.