Ξυραφάκια

Τα πιο αθώα βιβλία δεν έχουν στο τέλος βιβλιογραφία κι οι πιο αθώες γυναίκες είν’ οι πουτάνες που δεν παίρνουν λεφτά.

Μάχη χωρίς στρατηγό. Σώμα με σώμα ο έρωτας.

Η ελευθερία της κίνησης, δε βρέθηκε ποτέ όσο σήμερα, σε μεγαλύτερη αναντιστοιχία με την πληθώρα των μέσων που διαθέτει.

Να υπογραμμίζεις πάντα την εμφάνιση του πραγματικά μαγικού στο βιβλίο του Κόσμου.

Κανείς δεν πιστεύει αληθινά, οι πιστοί είναι κολπαδόροι. Επιδίδονται σ’ ένα τελετουργικό επινοημένης βλακείας με μιαν άκρως μαϊμουδίστικη επιτηδευμένη προσήλωση. Το πλήθος που κυλιέται στη ροχάλα του.

Οι περισσότεροι πτωχοί τω πνεύματι έχουν τον αέρα πλουσίου.

Η επιστήμη με τη συνδρομή της βίβλου σπέρνει στα χαρακώματα αποτρόπαια θαύματα.

Ο κύριος τάδε με την έμφυτη ευτυχία φαλακροκόρακα.

Ξεχαρβαλωμένος και με ορθάνοιχτο στόμα ο πολιτισμός δίπλα στο λογοκριμένο Καμασούτρα.

Γενναιόδωροι οικοδόμοι συνεισφέρουν εργατικά ατυχήματα.

Γκαρσόνια αποχαυνωμένα σαν αλογάκια της παναγίας σερβίρουν των μάνατζερ τη μοναχική ηδονή.

Πουτάνες με τη συγκατάθεση των γονιών.

Όταν ο επίσκοπος ξαλαφρώνει ο διάβολος του κάνει το πορτραίτο.

Ανέκαθεν η αυγή ήταν ιερή, αφιερωμένη στο δήμιο ήλιο της εργασίας.

Μαζικά ένστιχτα αλλοτριωμένα απ’ τα θέλγητρα αντρών επιφανών.

Ω ζητιανιά! Με χαρτονομίσματα οι περαστικοί σκεπάζουν τη γύμνια σου, που τους πληγώνει.

Η εξομολόγηση είναι η αποχέτευση της ανθρώπινης υποκρισίας.

Ιστορικοί του Γέιλ μαγειρεύουν ομελέτες από σαπίλες πολέμων. Δεν ξεχνούν τον ταγματασφαλίτη πατέρα που τους σπούδασε. Τις οδοντογλυφίδες στις ουρήθρες, τη φάλαγγα, τα ηλεκτροσόκ, τα κλύσματα, τους ξυλοδαρμούς. Παιδιά λυσσάρικα, όλο σόλοικες αναμνήσεις από ταριχευμένα ζώα στα παιδικά τους δωμάτια. Μνήμη του λαού μου που σε λένε Μάλλιο.

Ματατζήδες παράνυφοι συνοδεύουν το κουτσό γέρικο άλογο της εξουσίας στην εκκλησία.

Ντροπιασμένοι από θηλυκές υπάρξεις. Καλόγεροι στο μεγάλο στάβλο του θεού.

Η μεγαλοφυΐα της ιερόδουλης είναι η ζαλιστική μονοκοπανιά.

Ονειρεύτηκα την κόλαση. Και βέβαια εκεί μέσα έκανε και γαμώ τις ζέστες.

Σχολιάστε