τα μπιχλιμπίδια της αθωότητος

τω καιρώ που οι βλάβες της παιδικής μου ηλικίας
ήτο σε πλήρη εξέλιξη και ο μουντρούχος δασκαλάκος
που με χύτευε στη ζωή και τον βίο μεγαλουργούσε
τα ηθικά του διδάγματα και την αξία χρήσης
εσταμάτησα τα παραμύθια και τις μυθολογίες
και άρχισα τις εφημερίδες.
Να ξεπατικώνω τα ευσπλαχνικά ρωμαλέα άρθρα
γνωστών και αγνώστωνπου γράφαν με faber δίπλα σε
αμοντάριστα πληκτρολόγια και παρδαλά μάκινθος
άδολα και θνησιγενή δημόσια για τις εξελίξεις
κατσιάζωντας τη ζώσα πραγματικότητα
απλουστεύοντας τις μάχες και της σφαγές στα μάτια
του παιδιού εμένα, που με ζούρλενε ακόμα και
το πάνω γυναικείο χείλος του εγκρεμνού της κοπέλας
που μας μοίραζε στο γυμνάσιο τα διορθωμένα tests
κι εγώ την κάρφωνα στα μάτια
έναντι των μεταγενέστερων στιγμών.
Ατόφιο συναίσθημα που το ζούσα με τα μάτια
αντικειμενικά χωρίς αναγνώσματα και τηλεθέαση.
Τα χνώτα της δεν είχαν διαθέσιμες λέξεις και
κουβεντολόι αλλά ήταν σπορά για την μετέπειτα
ποιητική του φιλόπονου καυλιάρη
που δεν εδιάβασε νωρίς την ανθολογία Αποστολίδη
και απέφυγε επιμελώς τις ρίμες και τα τσιρότα.
Του μέλλοντος οι σκαπανείς βεβαιότατα
θα βλαστημήσουν το γάλα της μάνας τους
ψάχνοντας για επιροές και πιλάλες
απ΄τα ποιητικά μου γενοφάσκια
που έτσι κι αλλοιώς είναι καταχωνιασμένα
στον βλοσυρό φρουδισμό της εφηβίας μου.
Ναί αναγνώστη! αν δε ξεχαρβαλωθείς δε γράφεις
αν δε ρεζιλευθείς δε θα μάθεις την αλήθεια ποτέ.
Κι οταν οι χλομάδες του γραπτού
χαρίσουν ένα νόημα στην ύπαρξή σου
όπως το να φχαριστηθείς το γαμήσι με την κυρά
ή τη βουτιά στη θάλαττα είναι περιττόν
το αντιβιοτικό της στιχουργίας.
Να σε κρατά αγέραστο ο βαθύς ανθρωπισμός απο τη μιά
κι απ’ την άλλη να θαυμάζεις
το στητό βυζί στις διαφημίσεις.
Αν δείς τον κόσμο μέσα απ’ το κουφάρι σου
θα σε πιάσει η μπόχα. Τα μελούμενα
και τα παρελθούμενα είναι ένα.
Στο μπλοκάκι με τα ψώνια βρίσκετ’ ο έρως
και τα σωκρατικά εν οιδα οτι ουδεν οιδα είναι πούστικα
της γενιάς του εβδομήντα που κάνει κονσομασιόν
στα περιοδικά και τα ιδρύματα φόρντ
αφού το πρώτο μάθημα που πήρε
έλεε αν δουλέψεις σκληρά και δω αμερική είναι
και κοίτα την πάρτη σου και την ακαδημία
να δίνεις συνεντεύξεις στα ένθετα και στα
φανζίν των νεοσών να το παίζεις ήρεμος γίγαντας
που ξέρει απο κόλπα και ποιητικές.
Ω! αναγνώστη ποτέ δεν είν’ αργά,
ο συκοφάντης της ζωής που έλκεται
απο θανατικά και υπόγεια και μια Αθήνα
που λειτουργεί ως άσυλο μεταμοντέρνας δυστυχίας αφού

στριμώχνεται ο καθείς άμοιρος
στο κλουβί του και κελαηδά
γλειψιές στη νικοτίνη και το αλκοόλ
και τον κύριο διορθωτή αρχιερέα που θα μιλήσει
για το έργο του και τη μεγαλοσήνη της απλής
ποιητικής αδείας του φινίροντας διδακτορικά
που χρηματοδοτεί ο μπαμπάς απόστρατος
και η μαμά βυζιτού της υπεραξίας.
Ω! ναι γράφω για να περνάει ο καιρός.
Κι είναι πολλά στον ύπνο και τον ξύπνο
που θέλουν ξεστόμισμα
με τον βαρβάτο ορθολογισμό του ποιητού
αφού το μέγα εργαστήριον της ποιήσεως
είναι το ίδιο το κορμί μας.
ω! ναί

τα μπιχλιμπίδια της αθωότητος τα κουβανείς εως λάκου!!