Δεν γίνεται να μην ειπώ για το σταυρό σου
Το τατουάζ στην πλάτη σου
Δεν γίνεται να μην ειπώ για το γυμνό λαιμό σου
Εγώ ο βάρβαρος τουρίστας
Ο στεριανός αρσενικός
Πισώπλατα επιμένω εξ’ αρχής να σε φωτογραφίσω
Να σε μοιράσω στους πιστούς
Να δουν τι εστί Βυζάντιο, φρενίτις
Να δουν στη στέγη σου να σκαρφαλώνουνε κατσίκια
Τα δάχτυλα να διορθώνουνε στον όρθρο τα μαλλιά
Κι όλες τ’ ανάσκελα οι σχισμές. Τα κεκραγάρια
Υπό Ιακώβου Πρωτοψάλτου
Υπό Αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού
Υπό Ιωάννη του Γλυκύ
Υπό οσίου φαλλού ιερομάρτυρος
Ω να ‘ξερες τι κοσμοχαλασιά εις τα μετόπισθεν
Τι σπέρμα κροταλίζει στους καβάλους
Τι νήσος Αστυπάλαια
Τι κάτω κόσμος που αλυχτά και σε μυρίζει
Άλαλος
Ανάβοντας κεριά στα μανουάλια σου
Παλεύοντας μια ολόκληρη ζωή για να χωρέσει
Στην έσχατη τρυπούλα σου
Να ενωθεί με το θεό
Το θέρος
Στα μαύρα σπλάχνα εκεί μπουκάροντας
Στα μαύρα σωθικά
Δια παντός
Διακορευτής
Αστήρ διάτων