Πολιορκία κοντινού μέλλοντος

baron

Όταν το πρώτο βιολί στα εκδοτικά χαρακώματα το παίζει κάποιος άνευρος ειδικός, τακτοποιημένος στο γεωγραφικό μήκος και πλάτος των ιδεών τού αφεντικού του, στους υπόλοιπους, τότε, δεν μένει παρά να χρησιμοποιήσουν το πληκτρολόγιο, ως το ακορντεόν τού τρομοκράτη που καιροφυλαχτεί μαζί με τις μελωδίες του να ρίξει και μια κροτίδα. Όχι τόσο για να τρομάξει την υπνωτισμένη κοινή γνώμη αλλά για να την ξυπνήσει.

Κάθε σκέψη που αναδύεται απ’ τον αφώτιστο εσωτερικό μας κόσμο αγοράζεται φτηνά απ’ τον αρμόδιο νταβατζή για να πουληθεί πανάκριβα ως βασιλικός πολτός ή βουβαλίσιο γάλα.

Οι βιβλιομπακάληδες τού κέντρου των Αθηνών και της περιφέρειας, κάτι φιγούρες που σφιχταγκαλιάζουν τον εαυτό τους, κάτι πρόσωπα χωρίς εξωτερική φυσιογνωμία, πασπαλισμένοι θραύσματα εκφράσεων αυτολύπησης και κακομοιριάς, εγίναν χρυσές σκατόμυγες που εμπορεύονται ως επί το πλείστον την αγωνία τού ψώνιου να δείξει τη φάτσα του στη μαμά, μέσω του κοινωνικού καθρέφτη.

Αρωστούληδες νεογέροντες, αποτυχημένοι καλλιτέχνες αλλά βαρβάτοι εμπορόμυαλοι, καρφωμένοι σε καρέκλες βγάζουν φράγκα απ’ τα ψηφιακά τους μετερίζια με την απλήρωτη εργασία των άλλων.

Ζώντας διαρκώς τον εαυτό τους ως εσωτερική ένταση, αδυνατούν να δεχτούν πως όλο αυτό το σάρκινο τσουβάλι από ράκη και λειψές αισθήσεις και παράταιρους ερεθισμούς καλύπτεται απ’ αυτό το ψέμα της ευπρεπούς δερματόδετης επιφάνειας.

Μα το ψέμα τους είναι και το αλάτι της αλήθειας, είναι η αίσθηση της μοναδικότητας που κουβαλάει σαν σκήπτρο το Εγώ. Και καθώς αυγατίζει μέσα στο χρόνο η κατάσταση αυτή, οι επαναλαμβανόμενες συγκινήσεις και εμμονές αποβαίνουν ναρκωτικά και δηλητήρια.

Η προσωπική ζωή και η προσωπικότητα εξαχρειώνονται και δουλεύουν μονάχα με τις υποψίες που γενούν οι κακοφορμισμένες σκέψεις.

Μικροαπατεώνες που εγίναν εκδότες και εκδιδόμενοι, μεταμφιεσμένοι με τα κωμικά τσαλίμια τού έμπειρου κοσμογυρισμένου που το μόνο που κοσμογύρισε είναι το καπάκι της χέστρας του.

Μεταμφιεσμένοι σακατιλίκια και προσωπικότητα καταραμένου β’ διαλογής απ’ τα λίντλ, όλο πόζα θαρρείς καμωμένη απ’ τις σκιές των ανεμόμυλων, περιμένουν τον πελάτη τους πίσω απ’ τον πάγκο του ταμείου.

Σαν γανωμένα λευκά κουνέλια και σαν μισοτελειωμένες οντότητες που παλεύουν να ξεχάσουν την τιποτένια τους καταγωγή σέρνουν πίσω τους έναν αχό ανισορροπίας και κλονισμού.

Μακριά από κάθε έννοια συλλογικότητας αλλά με όρους κακιασμένου αποκλεισμού λαδώνουν την μηχανή της παρακμής.

Κι όταν το βράδυ, εκεί, στο μισοσκόταδο κατεβάζουν τα ρολά, τινάζονται ψηλά οι μαύρες σκέψεις κι ένα στριγκό παράφωνο ποίημα ξεχύνεται στη λευκή οθόνη, στο κάτεργο της απλήρωτης εργασίας όλων μας.

2 σκέψεις σχετικά με το “Πολιορκία κοντινού μέλλοντος

  1. Παράθεμα: Πολιορκία κοντινού μέλλοντος | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

Σχολιάστε