Ημερολόγιο Αγρών (1-9)

 

imerologio1
Βλέπω τον έλληνα πρωθυπουργό και τον λυπάμαι. Μιλά στον γάλλο πρόεδρο Μακρόν σαν να ’χει χάσει τελείως το χρώμα του απ’ τη δύσπνοια. Είναι μεσημέρι. Κυκλοφορώ με το σώβρακο. Ελεύθερος μακριά απ’ το προεδρικό μέγαρο των βαυαρών. Έπειτα ακούω αυτόν τον αέρα εδώ στον αγρό να φέρνει αγκομαχητά. Εδώ, ανάμεσα σε δυο γέρικους ποταμούς που χάνονται στην καυτή θάλασσα αφού διασχίσουν ερήμους σπαρμένους με φτωχικά χωριά και επιχωματωμένες διώρυγες.

2
Αν το κόκκινο κρασί είναι το αίμα του Χριστού το λευκό είναι τα ούρα του.

3
Μαθητές υιοθετούν παιδιά του τρίτου κόσμου. Τα πεινασμένα παιδιά διαθέτουν κωδικό. Ο κωδικός αντιστοιχεί σ’ έναν λογαριασμό τραπέζης. Τα παιδιά μαθαίνουν να σώζουν ανθρώπινες ζωές με λεφτά. Μια τεράστια κραυγή φρίκης συμπίπτει πάντα μ’ έναν σύντομο παιδικό οργασμό. Το ηθικό θεμέλιο της φιλανθρωπίας είναι καρφωμένο στη σπλήνα της υπεραξίας.

4
Ο αντικομουνισμός που έβγαλε ρίζες. Το παιδί τού δοσίλογου που μιλά για ελευθερία. Ελεύθεροι άνθρωποι και λοιπά. Ελευθερία του Άρχειν. Εξουσιομανία. Δεσποτισμός. Ευλόγησον δέσποτα, σκύψε ευλογημένη και λοιπά. Ελευθερία στον εξουσιομανή να μας εξουσιάζει. Ελευθερία στο σκλάβο να επιλέξει τη βουλητική του ανεπάρκεια.

5
Σα να ’χουμε βρεθεί παγιδευμένοι σ’ ένα είδος τεράστιας αχλής από αιχμηρό φως και υγρή ζέστη που σου ξεραίνει το λαιμό και σε πλακώνει. Η ακτινοβολία του ήλιου που είναι σα να μας σπρώχνει μες στη βουβή κι ανήμπορη ανάγκη μας να εκραγούμε και να στήσουμε κώλους. Στον εκμεταλλευτή. Στον καπιταλιστή. Στον εργοδότη. Στη μαμά και στο μπαμπά.

6
Άντρες, κάτι ελάχιστα μαχητικοί ταύροι παρακολουθούν μπάσκετ στην τιβί. Η ζωή συνεχίζεται με λιγότερο ενδιαφέρον από πριν. Και φαίνεται πως είναι τελείως αδύνατο, η γκαρσόνα που γλιστρά σαν ελαφίνα ανάμεσα στα τραπέζια, να σηκώσει στο φουστάνι της και να βάλει τον ξεγυμνωμένο της κώλο στο πιάτο με τα ωμά αρχίδια.

7
Τρώω σύκα. Άρα υπάρχω.

8
Η μέρα μετά την πανσέληνο είναι σαν τα χυτά άσπρα μπούτια που με μιαν εξοντωτική ξεδιαντροπιά σε οδηγούν ως την υγρή σχισμή. Όλοι οι νοικοκυραίοι αναποδογυρίζουν κάποτε στα ματωμένα σπλάχνα της κυράς τους.

9
Κι ο έρωτας;