Οι Χίλιοι Οργασμοί Της Ποίησης, 38-40

Σχετική εικόνα

38

Φύγετε απ’ την πόλη παιδιά φαντάσματα όσο είναι καιρός. Είναι απόλαυση τις νύχτες οι δροσερές λίμνες. Είναι απόλαυση να βγάζεις την πατάτα απ’ τη βρεγμένη γη και να βυθίζεσαι στη γαλήνη της βραδιάς. Να τηγανίζεις στο θεϊκό κουζινάκι σου. Να γλιστράς εκεί στην εξωτική αυλή των ονείρων. Να ζεις. Τη μια και μοναδική ζωή σου. Τη μια και μοναδική ευκαιρία σου να γράψεις ένα σπουδαίο ποίημα.

39

Κάποιοι γράφουν βασανιστικά, για μια ελίτ που τους συντηρεί. Κάποιοι υπολογίζουν υποχθόνια πως θα συγκινήσουν κολπατζίδικα αυτό το τόσο παινεμένο πλατωνικό σύνολο που αποκαλούμε μάζα. Μα υπάρχουν και τα πουλιά που θέλουν φίλους και εραστές. Ποιητές που γράφουν για τον εαυτό τους. Για να απαλύνουν τη ροή του χρόνου. Για να ξεγελάσουν τα αμήχανα κοριτσόπουλα. Για να ληστέψουν απ’ την ανυπαρξία εκείνη την πληγή που θα πάρουν στον τάφο.

40

Τα χάδια μάς κάνουν ανθρώπους. Και τα φιλιά. Και το συμφέρον μας είναι ο Έρως. Η νύχτα. Ο ήχος της βροχής. Αυτή η καλοκαιρινή θλίψη, που ξεγελά και παντρεύεται το βασιλιά Ήλιο. Εκείνο το λιοπύρι. Εκείνη τη γύμνια. Το νυφικό μας. Τα χάδια μάς κάνουν ποιητές. Και τα φιλιά. Και το συμφέρον μας είναι ο Έρως. Από καταβολής δρόσου.